Η επίσκεψη Αναν στη Μόσχα και οι δηλώσεις Ρόμπερτσον στο Κίεβο υπογραμμίζουν την «αδημονία» της Δύσης να βρεθεί συμφέρουσα «λύση» στο Τσετσενικό
Associated Press |
Καθαρισμός πυροβόλου από Ρώσους στρατιώτες στην περιοχή της Τσετσενίας |
Ενώ οι μάχες εκ του συστάδην συνεχίζονταν χθες στην καρδιά του Γκρόζνι, ο εκτελών χρέη Προέδρου της Ρωσίας, Βλάντιμιρ Πούτιν, πραγματοποιούσε συνάντηση με το Γενικό Γραμματέα του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, Κόφι Αναν. Μετά την αναγκαία ανταλλαγή φιλοφρονήσεων και τις δηλώσεις «ικανοποίησης» (Πούτιν) για το καλό επίπεδο των σχέσεων Μόσχας και ΟΗΕ, η συζήτηση ήρθε στο «ψητό», όπως τουλάχιστον το βλέπει η Δύση: τη σύγκρουση στην Τσετσενία. Ο Αναν είπε ότι «είναι ανάγκη να δοθεί μεγαλύτερη προσοχή στην προστασία των δικαιωμάτων του πληθυσμού της Τσετσενίας» (τα «δικαιώματα» έχουν γίνει τελευταία κάτι σαν ανεκτίμητο εργαλείο στη γεωπολιτική σκακιέρα). Ο Αναν συναντήθηκε το μεσημέρι και με το Ρώσο υπουργό Εξωτερικών, Ιγκόρ Ιβανόφ, αλλά δεν προέκυψε κάτι «θετικό», σύμφωνα με τα ειδησεογραφικά πρακτορεία, από τη «διακριτική» πίεση που άσκησε ο ΓΓ του ΟΗΕ..
Πολύ λιγότερο «διακριτικός» εμφανίστηκε στις δικές του δηλώσεις ο Βρετανός λόρδος, Τζορτζ Ρόμπερτσον, γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ. Η... εξοχότης του κάλεσε σε έντονο ύφος «τη Ρωσία να επιλύσει με ειρηνικά μέσα τη σύγκρουση» στην Τσετσενία, αφού «το ΝΑΤΟ έχει καταστήσει απολύτως σαφή τη θέση του - πιστεύουμε ότι μία πολιτική διαδικασία είναι απολύτως αναγκαία».
Ο Ρόμπερτσον, στη διάρκεια της επίσημης επίσκεψης που πραγματοποιεί στην Ουκρανία, εξέφρασε με «έμμεσο, αλλά σαφή» τρόπο τη «δυσφορία» της Δύσης για την κατάσταση στην Τσετσενία. Οπως λένε αναλυτές, η επίδειξη των «θερμών σχέσεων» μεταξύ Κιέβου και ΝΑΤΟ στη διάρκεια της επίσκεψης του Ρόμπερτσον, έρχεται σε χτυπητή αντίθεση με την ψυχρότητα που διέπει τις σχέσεις της Συμμαχίας με τη Μόσχα, μετά τις νατοϊκές αεροπορικές επιδρομές κατά της Γιουγκοσλαβίας.
Στο μεταξύ στη Μόσχα ένας εκ των διοικητών των ρωσικών δυνάμεων στην Τσετσενία, ο στρατηγός Γκενάντι Τρόσεφ, δήλωσε σήμερα ότι οι περισσότεροι άμαχοι που έχουν παραμείνει στο Γκρόζνι βρίσκονται σε περιοχές που τελούν υπό ρωσικό έλεγχο. Σύμφωνα με τη δήλωση του Ρώσου στρατηγού, που μεταδίδει το πρακτορείο «Itar-Tass», αυτή τη στιγμή παραμένουν σε περιοχές που βρίσκονται υπό τον έλεγχο των ανταρτών, μόνο ελάχιστοι πολίτες. Ρώσοι αξιωματούχοι έχουν υπολογίσει τον αριθμό των εγκλωβισμένων, στο πολιορκούμενο Γκρόζνι, αμάχων σε 10.000 έως 40.000.
Σε μια ακόμη εξέλιξη σχετιζόμενη με την Τσετσενία, δημοσκόπηση που διενεργήθηκε από το ινστιτούτο VTSIOM και δημοσιεύτηκε χθες στις ρωσικές εφημερίδες, «έβγαλε» το συμπέρασμα πως οι μισοί Ρώσοι (52%) πιστεύουν ότι τα ανθρώπινα δικαιώματα γίνονται σεβαστά στην Τσετσενία, παράλληλα όμως ένα αρκετά μεγάλο ποσοστό - 35% - «συμφωνεί» με τις κατηγορίες της Δύσης, σύμφωνα με τις οποίες στη διάρκεια των στρατιωτικών επιχειρήσεων της Μόσχας στην Τσετσενία παραβιάζονται τα ανθρώπινα δικαιώματα. Μεταξύ των ερωτηθέντων, το 38% πιστεύει ότι η Ρωσία πρέπει να συνεχίσει την ίδια εσωτερική και εξωτερική πολιτική όσον αφορά την Τσετσενία, ενώ αντίθετα το 22% θεωρεί ότι η Ρωσία πρέπει να αναθεωρήσει την πολιτική της στην Τσετσενία.
Την τελευταία «παράσταση» ως Πρόεδρος των ΗΠΑ, έδωσε την Πέμπτη το βράδυ -τοπική ώρα- ο Μπιλ Κλίντον, με την ετήσια ομιλία, την όγδοη κατά σειρά, νώπιον και των δύο στρωμάτων του Κογκρέσου για την «Κατάσταση του Εθνους», σε μια στιγμή που η κούρσα των διαδόχων της θέσης του Λευκού Οίκου έχει ανάψει.
Από την εισαγωγή κιόλας σε μια ομιλία, που κράτησε 90 λεπτά και αποτελεί ρεκόρ για τη σύντομη ιστορία των ΗΠΑ, ο Κλίντον έθεσε επί τάπητος και των ώτων του έθνους ένα μεγαλόπνοο πρόγραμμα για τις επόμενες δεκαετίες. Στόχος, η στήριξη της «φημισμένης» αμερικανικής μεσαίας τάξης, ο πυρήνας του αμερικανικού ονείρου, που πλέον κινείται στη σφαίρα της φαντασίας, καθώς δέχτηκε ανηλεή επίθεση μέχρι τελικής εξοντώσεως από όλους τους Προέδρους, από τα τέλη της δεκαετίας του '70, προκειμένου να «οικοδομηθεί» η ελεύθερη αγορά.
Ενα σχέδιο που ο Κλίντον το ονόμασε «αμερικανική επανάσταση για τον 21 αιώνα, αφού κρίνει ότι ήρθε επιτέλους η ώρα μια και «ουδέποτε δεν είχαμε μια τέτοια ευκαιρία» για τις ΗΠΑ, «να οικοδομήσουν την ιδανική ένωση με βάση τα όσα ονειρεύονταν οι ιδρυτές μας». Με αυτόν τον τρόπο ο Κλίντον ξεκίνησε την ομιλία του, δανειζόμενος εκφράσεις που εμπεριέχονται στον πρόλογο του αμερικανικού Συντάγματος.
Το όραμα του Κλίντον, η αμερικανική επανάσταση του αιώνα που μόλις ξεκινά, στηρίζεται σε τρεις βασικούς άξονες. Την οικονομία, την παιδεία και την εξωτερική πολιτική.
Για τα δύο πρώτα ζητήματα, με βάση την καλή πορεία της οικονομίας, ο Κλίντον έκανε μια σειρά προτάσεων που θα ανακουφίσουν τις ασθενέστερες τάξεις και θα βελτιώσουν την κατάσταση στους τομείς της υγείας και της παιδείας!
Συνεπώς, πρότεινε μείωση φόρων συνολικού ύψους 350 δισεκατομμυρίων δολαρίων για την επόμενη δεκαετία, κάτι που θα ωφελήσει κυρίως τα μεσαία στρώματα. Για τον τομέα της υγείας πρότεινε επενδύσεις ύψους 110 δισεκατομμυρίων δολαρίων στην προσεχή δεκαετία, με στόχο να γίνει πιο προσιτή για τον μέσο Αμερικανό η εξασφάλιση υγειονομικής περίθαλψης. Για την Παιδεία, ο Κλίντον πρότεινε σημαντική αύξηση των δαπανών, ώστε να βελτιωθούν τα προγράμματα διδασκαλίας μετά την αποφοίτηση των παιδιών, να προσληφθούν εκπαιδευτικοί, για να μειωθεί ο αριθμός των μαθητών ανά τάξη, να χτιστούν νέα σχολεία και να δημιουργηθούν προγράμματα επιμόρφωσης των εκπαιδευτικών.
Αναφερόμενος στο θέμα του δημόσιου χρέους, ο Κλίντον επισήμανε ότι είναι εφικτή η αποπληρωμή του στα προσεχή 13 χρόνια, ώστε οι Ηνωμένες Πολιτείες να μην έχουν κανένα χρέος για πρώτη φορά από το 1835.
Οσο για την εξωτερική πολιτική, ο Μπιλ Κλίντον ανέφερε στην ομιλία του ότι θα πρέπει να ενθαρρυνθούν η Κίνα και η Ρωσία, ώστε να εξελιχθούν σε δημοκρατικά έθνη, που θα έχουν ευημερία και σταθερότητα. Για το λόγο αυτό, απηύθυνε έκκληση στο Κογκρέσο να εγκρίνει την πρόταση να δοθεί στην Κίνα το καθεστώς του ευνοούμενου εμπορικού εταίρου και να εξομαλυνθούν οι εμπορικές σχέσεις με το Πεκίνο, ώστε να γίνει η Κίνα μέλος του ΠΟΕ «το ταχύτερο δυνατό, αυτόν το χρόνο». Αναφερόμενος στη Ρωσία, ο Μπιλ Κλίντον επισήμανε ότι ο πόλεμος στην Τσετσενία είναι «βάναυσος και άνευ αντικειμένου» και πρόσθεσε ότι αποτελεί εμπόδιο για την ανάπτυξη της χώρας.
ΒΙΕΝΝΗ-ΒΡΥΞΕΛΛΕΣ.-
Οι προσπάθειες και οι συνομιλίες για το σχηματισμό μιας κεντρο-ακροδεξιάς κυβέρνησης συνεχίζονται με αμείωτο ρυθμό. Αλλά ακριβώς στον ίδιο ρυθμό συνεχίζονται και οι διεθνείς αντιδράσεις, σε τέτοιο βαθμό όπου χτες επισήμως το Βέλγιο ζήτησε έκτακτη συνάντηση στο πλαίσιο της ΕΕ, προκειμένου να λάβει μέτρα και να αποφευχθεί το ενδεχόμενο σχηματισμού κυβέρνησης συνασπισμού στην Αυστρία, όπου θα συμμετέχουν και οι «Ελεύθεροι» του Γιεργκ Χάιντερ με το συντηρητικό Λαϊκό Κόμμα.
Εκτός των διαπραγματεύσεων, οι δύο αυτοί μελλοντικοί εταίροι συντόνισαν από χτες και τη στάση και τις ενέργειές τους για αντιμετώπιση της από το εξωτερικό κριτικής, αλλά και πιθανών μέτρων κατά της χώρας, που υπάρχει κίνδυνος να την οδηγήσουν στη διεθνή απομόνωση. Ετσι, σε μια πρώτη φάση και διά στόματος μέχρι τώρα υφυπουργού Εξωτερικών, Μπενίτα Φερέρο -Βάλντνερ του Λαϊκού Κόμματος, καταδικάζουν ως «υπερβολικές και ανάμειξη στα εσωτερικά» τις διεθνείς αντιδράσεις, ενώ ισχυρίζονται, πως αυτές προκαλούνται και κατευθύνονται από το εσωτερικό και συγκεκριμένα από το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα Αυστρίας. Διατείνονται, επίσης, πως δε θα υπάρξουν αρνητικές επιπτώσεις για την Αυστρία, η οποία, όπως διαβεβαιώνουν οι ίδιοι, θα διατηρήσει τη φιλοευρωπαϊκή πολιτική της αλλά και την παράδοσή της στην υποστήριξη των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και του ασύλου. Προβάλλουν επίσης ως επιχείρημα το ότι η εναλλακτική επιλογή απέναντι στο - διαβόητο πλέον - συνασπισμό τους, οι πρόωρες εκλογές, θα ενίσχυαν ακόμη περισσότερο τη δύναμη των «Ελευθέρων». Είναι χαρακτηριστικό, πως στο πλαίσιο αντιμετώπισης των διεθνών αρνητικών αντιδράσεων επιστρατεύονται οι Αυστριακοί διπλωμάτες - που στην πλειοψηφία τους πρόσκεινται στο Λαϊκό Κόμμα - για μια πλατιά καμπάνια ωραιοποίησης των ανησυχητικών, για το εξωτερικό, και όχι μόνον, εξελίξεων στην Αυστρία.