ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 30 Ιούνη 1996
Σελ. /48
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Η λιτότητα απογειώνει τα υπερκέρδη

Πάνω από 1 τρισεκατομμύριο δραχμές ήταν τα επίσημα καθαρά κέρδη των επιχειρήσεων την τριετία 1992 - 94. Το 9% των μεγάλων επιχειρήσεων αποσπά το 75% των κερδών. Εντυπωσιακά τα αποτελέσματα της βίαιης ανακατανομής εισοδημάτων σε βάρος των μισθωτών και άλλων εργαζομένων

Οι 450 περίπου μεγαλύτερες κερδοφόρες επιχειρήσεις της χώρας που απασχολούν πάνω από 100 εργαζόμενους η καθεμία, απέσπασαν στην τριετία 1992 - 94 επίσημα καθαρά κέρδη που φτάνουν τα 812 δισεκατομμύρια δραχμές. Δηλαδή, το 9% του συνόλου των επιχειρήσεων, εκμεταλλευόμενες την ασκούμενη οικονομική πολιτική και τη συστηματική στήριξή τους από τις κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ, εξασφάλισαν περίπου το 75% των "επιχειρηματικών κερδών", που συνολικά εμφανίστηκαν επίσημα αυτή την περίοδο.

Το ίδιο διάστημα, οι υπόλοιπες 3.196 κερδοφόρες επιχειρήσεις ή το 91% του συνόλου, που απασχολούν από 1 έως και 99 εργαζόμενους, παρουσίασαν συνολικά κέρδη 272,7 δισ. δραχμές ή το 25% του συνόλου αυτών.

Οι εμφανιζόμενες ως ζημιογόνες επιχειρήσεις κατά την ίδια περίοδο αποτελούσαν το 20% των μεγάλων επιχειρήσεων, ενώ το ποσοστό των μικρότερων επιχειρήσεων που παρουσίασαν ζημιές ανέρχεται στο 24%.

Τα αποκαλυπτικά αυτά στοιχεία προκύπτουν από επεξεργασία σχετικών πινάκων της μελέτης του Κέντρου και Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών (ΚΕΠΕ) με θέμα τη βιομηχανική πολιτική και την απασχόληση.

Από την ανάλυσή τους προκύπτουν δύο βασικά συμπεράσματα. Πρώτο, ο μεγάλος κερδισμένος στο χώρο της βιομηχανίας από την εφαρμογή της πολιτικής λιτότητας, είναι ένας μικρός σχετικά αριθμός επιχειρήσεων - μικρότερος από το 10% - οι οποίες είδαν τα κέρδη τους να απογειώνονται. Σε καθεμία από τις επιχειρήσεις αυτές κατά μέσο όρο την τριετία 1992 - 1994 αντιστοιχούν κέρδη1,8 δισ. δραχμών, ενώ για τις μικρότερες επιχειρήσεις το μέσο κέρδος της τριετίας ανέρχεται μόλις στα 85 εκατ. δραχμές. Η σχέση κερδών μεταξύ μεγάλων και μικρότερων επιχειρήσεων είναι 1/21.

Αποκαλύπτεται έτσι ο χαρακτήρας και η βασική κατεύθυνση και ο στόχος της οικονομικής πολιτικής λιτότητας των τελευταίων 10 χρόνων. Μια πολιτική η εφαρμογή της οποίας επιτάχυνε τις διαδικασίες συγκέντρωσης και συγκεντροποίησης του κεφαλαίου και - ακόμα περισσότερο - των κερδών. Η μικρή μειοψηφία των 450 μεγάλων μονοπωλιακών, βασικά, επιχειρήσεων, εδραίωσαν σε ακόμα μεγαλύτερο βαθμό την κυριαρχία τους στην παραγωγή και την αγορά, ενώ αντίθετα οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις χάνουν συνεχώς έδαφος. Είναι εμφανές ότι η διαδικασία αυτή, όχι μόνο σε οικονομικό αλλά και σε κοινωνικό επίπεδο δημιουργεί εντάσεις και προϋποθέσεις για προσπάθειες ξαναμοιράσματος της πίτας, αλλά το κύριο είναι ότι οξύνει στο έπακρο τις αντιθέσεις ανάμεσα στο κεφάλαιο και το σύνολο των εργαζομένων. Οξύνεται, με δυο λόγια, η κρίση που βιώνουν όλο και πλατύτερα στρώματα του λαού, αφού αυτά είναι που καλούνται σε θυσίες για το ξεπέρασμα της οικονομικής κρίσης.

Η μικρή αυτή ολιγαρχία των μεγάλων επιχειρήσεων, είναι αυτή που ουσιαστικά κατευθύνει την οικονομική πολιτική των κυβερνήσεων του δικομματισμού, όπως αυτή μετουσιώνεται μέσα στα προγράμματα λιτότητας και καθορίζει το πλαίσιο των σχέσεων της Ελλάδας με την Ευρωπαϊκή Ενωση.

Το δεύτερο συμπέρασμα, φυσιολογική απόρροια του πρώτου, είναι ότι η ανεργία τα επόμενα χρόνια - παρά τις επίσημες κυβερνητικές διακηρύξεις - αναμένεται να παρουσιάσει και νέα έξαρση και να ξεπεράσει τα όρια του 10% που βρίσκεται σήμερα. Οι νέες στρατιές των ανέργων αναμένεται να προέλθουν τα επόμενα χρόνια από τις ζημιογόνες επιχειρήσεις και από τους χώρους των μικρομεσαίων στρωμάτων και της αγροτιάς. Στους χώρους, δηλαδή, όπου η κρίση συνεχίζεται με αμείωτους ρυθμούς, σαν αποτέλεσμα της "απελευθέρωσης" του προστατευτικού πλαισίου που είχε δημιουργηθεί τη μεταπολεμική περίοδο και της έντασης του διεθνούς ανταγωνισμού.

Λιτότητα και επιχειρήσεις

Αν σε επίπεδα Ευρωπαϊκής Ενωσης γίνεται λόγος για 500 όλες κι όλες μεγάλες πολυεθνικές επιχειρήσεις, οι οποίες μέσω των μηχανισμών των Βρυξελλών, καθοδηγούν τα προγράμματα λιτότητας, τηρουμένων των αναλογιών, κάτι αντίστοιχο συμβαίνει και στη χώρα μας.

Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΚΕΠΕ, το 1992 447 μεγάλες επιχειρήσεις - το 9,2% του συνόλου των κερδοφόρων επιχειρήσεων - που απασχολούν περισσότερους από 100 εργαζόμενους η καθεμία (πρόκειται ασφαλώς για μονοπωλιακές επιχειρήσεις) - παρουσίασαν καθαρά κέρδη 250,5 δισ. δραχμές ή το 76% των συνολικών κερδών. Το 1993 452 επιχειρήσεις παρουσίασαν καθαρά κέρδη 251,6 δισ. δραχμές ή το 72,8% των συνολικών κερδών, ενώ το 1994 τα καθαρά κέρδη 455 επιχειρήσεων απογειώθηκαν μιας και έφτασαν τα 311,9 δισ. δραχμές. Την τριετία δηλαδή η μάζα των καθαρών κερδών των μονοπωλιακών αυτών επιχειρήσεων ανήλθε σε 812 δισ. δραχμές.

Το ίδιο εντυπωσιακά στοιχεία προκύπτουν και για την πορεία των πωλήσεων, καθώς και για την εξέλιξη της σχέσης των ίδιων κεφαλαίων προς το σύνολο του Ενεργητικού. Οι πωλήσεις από 2,8 τρισ. δραχμές το 1992, ανήλθαν τα 3,2 τρισ. το 1993 και τα 3,85 τρισ. δραχμές το 1994. Αυξήθηκαν δηλαδή την τριετία κατά 37,5%. Τα ίδια κεφάλαια τους αυξήθηκαν κατά 50%, από 1,05 τρισ. δραχμές το 1992 σε 1,5 τρισ. δραχμές το 1994.

Η εκρηκτική αυτή κερδοφορία θα πρέπει να αποδοθεί σε ένα σύνολο παραγόντων, που επηρέασαν άμεσα ή έμμεσα τα αποτελέσματά τους.

Η θετική αύξηση των αποτελεσμάτων τους θα πρέπει να αποδοθεί πρώτα και κύρια στην ένταση της εκμετάλλευσης των εργαζομένων στις ίδιες αυτές επιχειρήσεις. Αν και δεν υπάρχουν αναλυτικά στοιχεία για τον αριθμό των εργαζομένων στις μεγάλες επιχειρήσεις για τη διετία 1993 - 1994, η εξέλιξη της απασχόλησης την περίοδο 1988 - 1992 επιβεβαιώνει τη διαπίστωση αυτή.

Ειδικότερα οι εργαζόμενοι στις επιχειρήσεις που απασχολούν περισσότερα από 100 άτομα, μειώθηκαν από 180.132 το 1988 σε 144.594 το 1992. Στα τέσσερα δηλαδή χρόνια στις μεγάλες αυτές επιχειρήσεις, χάθηκαν 35.538 θέσεις εργασίας, ενώ τα κέρδη των επιχειρήσεων αυτών την ίδια περίοδο αυξήθηκαν. Η τάση μείωσης των εργαζομένων στις μεγάλες επιχειρήσεις, που παρατηρήθηκε την περίοδο 1988 - 1992 συνεχίστηκε και τα επόμενα χρόνια, κάτι άλλωστε που ομολογεί και ο ίδιος ο σύνδεσμος των βιομηχάνων, ο ΣΕΒ (στοιχεία δεν υπάρχουν μιας και η Εθνική Στατιστική Υπηρεσία που τα εκδίδει βιώνει και αυτή το πνεύμα λιτότητας).

Παρατηρείται, δηλαδή, το φαινόμενο, οι επιχειρήσεις να μειώνουν το προσωπικό τους και να αυξάνουν τα κέρδη τους, ή να εξασφαλίζουν ακόμα μεγαλύτερα υπερκέρδη μέσα από τη συνεχή μείωση του αριθμού των απασχολουμένων σ' αυτές. Η εξέλιξη, όπως είναι φανερό, οδηγεί στην αύξηση της εκμετάλλευσης των εργαζομένων. Οι τελευταίοι, αν και λιγότεροι, δημιουργούν τώρα περισσότερη υπεραξία, γεγονός που θα πρέπει να αποδοθεί στη μείωση των μισθών τα τελευταία χρόνια, αλλά και στην άνοδο της παραγωγικότητας, η οποία στις μεγάλες επιχειρήσεις αυξάνει με ταχύτερο ρυθμό από το ρυθμό που αυξάνεται στο σύνολο της οικονομίας.

Η εντυπωσιακή αύξηση των κερδών των μεγάλων επιχειρήσεων οφείλεται στην προκλητική πολιτική στήριξής τους από τις κυβερνήσεις της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ. Πραγματικά από τις αρχές της δεκαετίας του 1990 η κυβέρνηση της ΝΔ, στα πλαίσια των νεοφιλελεύθερων επιλογών της, προχώρησε σε μείωση του συντελεστή φορολόγησης των Ανωνύμων Εταιριών από 50 σε 35%. Μερικά χρόνια πριν, στα μέσα της δεκαετίας του '80, η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ έδωσε τη δυνατότητα στις επιχειρήσεις να εκπίπτουν σημαντικό ποσοστό των κερδών τους, τα οποία παρουσιάζονται στους ισολογισμούς τους ως αποθεματικά με προοπτική την επένδυσή τους. Επενδύσεις, βεβαίως, δεν έγιναν, το καθεστώς των αφορολόγητων κερδών παρέμεινε και καταχωρήθηκε σαν επιχειρηματικό προνόμιο. Σημαντικό επίσης τμήμα των επενδύσεων των μεγάλων επιχειρήσεων χρηματοδοτείται από τον Κρατικό Προϋπολογισμό (Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων), ενώ οι μεγάλες επιχειρήσεις τζιράρουν πολλά δισ. στους προσοδοφόρους κρατικούς τίτλους και στα κερδοσκοπικά παράγωγα χρηματοοικονομικά προϊόντα.

Τα μεγάλα κέρδη που παρουσιάζουν αποτελούν έκφραση της άμεσης εκμετάλλευσης των εργαζομένων που απασχολούν και της υπεραξίας που αποσπούν από την αναδιανομή του εισοδήματος, η οποία συντελείται μέσω των μηχανισμών και των νόμων που υπέρ του μεγάλου κεφαλαίου θεσπίζει το αστικό κράτος.

Θανάσης ΚΑΝΙΑΡΗΣ

ΑΝΤΙΠΑΡΑΘΕΣΕΙΣ
Ας πούμε τα πράγματα με το όνομά τους

Το συνέδριο του ΠΑΣΟΚ ολοκληρώνει σήμερα τις εργασίες του και με τις όποιες "λύσεις" προκρίνει για τα εσωκομματικά του προβλήματα, η ουσία είναι πως για όσο διάστημα θα είναι κυβερνητικό κόμμα, θα συνεχίζει την ίδια και σκληρότερη για το λαό και καταστροφική για τη χώρα, οικονομική πολιτική. Ανεξάρτητα αν επικράτησαν οι "εκσυγχρονιστές" του ΠΑΣΟΚ με επικεφαλής τον πρωθυπουργό Κώστα Σημίτη ή οι εσωκομματικοί τους αντίπαλοι, το σημερινό ή το τυχόν νέο κυβερνητικό επιτελείο, σε κάθε περίπτωση είναι έτοιμο να προωθήσει μέτρα και πολιτικές που θα διευρύνουν την άνιση διανομή και αναδιανομή του εθνικού εισοδήματος, σε βάρος των λαϊκών εισοδημάτων.

Ας πούμε όμως τα πράγματα με τ' όνομά τους. Πίσω από τα ωραιοποιημένα λόγια για "εκσυγχρονισμό" της ελληνικής οικονομικής και πολιτικής ζωής. Πίσω και από τα λόγια της άλλης πτέρυγας του ΠΑΣΟΚ, που εμφανίζεται να διαφοροποιείται από την πολιτική των "εκσυγχρονιστών" κάνοντας λόγο για μια περισσότερο "κοινωνική" πολιτική. Πίσω απ' όλα αυτά κρύβονται νέα αντιλαϊκά μέτρα. Και τέτοια μέτρα - που θα εντείνουν τη ληστεία του λαού - είναι βέβαιο ότι θα ανακοινωθούν στις επόμενες βδομάδες, καθώς το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης περιμένει μόνο τη σχετική εντολή, για το ποιο από τα διάφορα σενάρια θα πρέπει να εφαρμοστεί. Αν δηλαδή προκριθεί το Α ή το Β σενάριο, που διαφέρουν μόνο ως τη μορφή και το βαθμό έντασης της λιτότητας.

Μεταξύ των σεναρίων αυτών, που ήδη έχει ετοιμάσει το κυβερνητικό επιτελείο, περιλαμβάνονται τα εξής μέτρα άμεσης και μακροχρόνιας διάρκειας: Πρώτον,μέσα στο πρώτο δεκαπενθήμερο του Ιούλη, η Τράπεζα της Ελλάδας θα ανακοινώσει πρόσθετα μέτρα για να περιορίσει το "πολύ χρήμα" που κυκλοφορεί στην αγορά (περιορισμός της "ρευστότητας"). Κάτω από το μεγάλο πρόβλημα των επισφαλών απαιτήσεων των τραπεζών - που κάθε μέρα γίνεται πιο οξύ με την πολιτική η οποία αναγκάζει όλο και μεγαλύτερα τμήματα του λαού να καλύπτει τις απώλειες του εισοδήματός του με δανεικά από τις τράπεζες - η Τράπεζα της Ελλάδας θα υποχρεώσει τις εμπορικές τράπεζες να περιορίσουν κι άλλο τις χορηγήσεις καταναλωτικών δανείων. Παράλληλα, οι "προβληματικές" τράπεζες θα υποχρεωθούν να αυξήσουν τα ίδια κεφάλαιά τους, μέτρο που από τη μια θα βελτιώσει το δείκτη "φερεγγυότητας" των τραπεζών και από την άλλη θα περιορίσει τα διαθέσιμα των τραπεζών για καταναλωτικά και άλλα δάνεια.

Δεύτερον, στο δίμηνο Ιούλης - Αύγουστος, θα ανακοινωθούν οι κυβερνητικές θέσεις και προθέσεις στο πόρισμα για την περικοπή των δαπανών του δημοσίου, τόσο με άμεσα μέτρα όσο και μακροπρόθεσμα, καθώς και για το ποιες φοροαπαλλαγές θα καταργηθούν. Σχετικά με τις δαπάνες, όλα τα σενάρια προβλέπουν στον ένα ή τον άλλο βαθμό, παραπέρα σφαγιασμό των δαπανών κοινωνικού χαρακτήρα, με το επιχείρημα ότι πρέπει πάση θυσία να περιοριστούν στο ελάχιστο οι αποκλίσεις των κρατικών ελλειμμάτων - που είναι δεδομένες - από τους στόχους που έχει δεσμευτεί να τα μειώσει η κυβέρνηση με τη Συνθήκη του Μάαστριχτ.

Τρίτον, στο καλοκαιρινό δίμηνο, αναμένεται να τεθούν σε εφαρμογή μέτρα εισπρακτικού χαρακτήρα. Μεταξύ των εξεταζόμενων εισπρακτικών μέτρων, είναι η τσουχτερή αύξηση των διοδίων, με επικρατέστερο το σενάριο που προβλέπει το διπλασιασμό τους, ταχύτερη εκποίηση των δημόσιων επιχειρήσεων, είτε με τη μορφή ολικής ιδιωτικοποίησής τους είτε με τη μορφή πώλησης πακέτων μετοχών τους στο ιδιωτικό κεφάλαιο, το χαράτσι που θα κληθούν να πληρώσουν εκατοντάδες χιλιάδες Ελληνες για να αποκτήσουν τίτλο ιδιοκτησίας των ακινήτων που θα ενταχθούν στο εθνικό κτηματολόγιο κλπ.

Δύο πράγματα πρέπει να σημειώσουμε. Πρώτον, ότι τα σενάρια για νέα μέτρα - με νέες ή παλιές μορφές - λιτότητας, τεκμηριώνουν την αναποτελεσματικότητα της ακολουθούμενης πολιτικής για την αντιμετώπιση των μεγάλων προβλημάτων της οικονομίας και τη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου του λαού. Δεύτερον, ότι όσο δε δημιουργείται το μέτωπο αντίστασης από όλους εκείνους που πληρώνουν τα σπασμένα της συγκεκριμένης πολιτικής και δεν αλλάζει ο συσχετισμός δυνάμεων, οι κυβερνώντες - είτε προέρχονται από τη μια ή την άλλη πτέρυγα του ΠΑΣΟΚ, είτε από το κόμμα της ΝΔ, είτε ακόμη και από κάποιο μεικτό σχήμα των πολιτικών κομμάτων που θεωρούν το Μάαστριχτ "μονόδρομο" - θα επεξεργάζονται και θα επιβάλλουν όλο και πιο σκληρά μέτρα λιτότητας για το λαό. Αυτή είναι η αλήθεια. Αυτό διδάσκει η εμπειρία.

Λάμπρος ΤΟΚΑΣ

ΕΝΟΙΚΙΑ
Τώρα η "απελευθέρωση" είναι πλήρης

Απελευθερώνεται και η τελευταία κατηγορία ενοικίων, τα οποία υποτίθεται πως βρίσκονται σε καθεστώς κάποιου έστω περιορισμένου ελέγχου

Ολοκληρώνεται από αύριο 1η Ιούλη η πλήρης απελευθέρωση των μισθώσεων κατοικιών, βάσει του νόμου που ψήφισε η κυβέρνηση της ΝΔ και με ευλαβική συνέπεια διατήρησε, με επουσιώδεις αλλαγές στις χρονικές προθεσμίες, η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, με την απελευθέρωση και της τελευταίας κατηγορίας που προβλέπεται στο νόμο. Πρόκειται για τις μισθώσεις που έχουν συμπληρώσει τετραετία ανεξάρτητα από το εμβαδόν της κατοικίας.

Για την κατηγορία αυτή, σύμφωνα με το νόμο, οι ιδιοκτήτες μπορούν να καταθέσουν εξωστική αγωγή από την 1η Γενάρη του 1997, ενώ η άσκηση της δικαστικής απόφασης δεν μπορεί να γίνει πριν από την 1η Ιούλη του ίδιου χρόνου. Ετσι, αναμένεται ότισε έξι μήνες μερικές ακόμη χιλιάδες εξωστικές αγωγές θα έρθουν να προστεθούν στις ήδη υπάρχουσες από την πιστή εφαρμογή της απελευθέρωσης των μισθώσεων κατοικιών, ανοίγοντας τους ασκούς του Αιόλου με τις εκβιαστικές απαιτήσεις πολλών ιδιοκτητών.

Στο μεταξύ, αύριο, χιλιάδες ενοικιαστές είναι αυτοί που θα αναγκαστούν να αναζητήσουν νέα κατοικία, καθώς από την ημερομηνία αυτή θα μπορούν να ασκούνται οι εξωστικές αποφάσεις για τις αγωγές που κατατίθενται από τον προηγούμενο Γενάρη για τις κατοικίες που την 1η Ιούλη του 1995 είχαν συμπληρώσει εννιαετία, ανεξάρτητα από το εμβαδόν και πενταετία για εμβαδόν από 90 μέχρι 120 τετραγωνικά μέτρα. Ο νόμος πρόβλεπε για τις κατηγορίες αυτές ότι οι ιδιοκτήτες δε θα μπορούσαν να καταθέσουν αγωγή έξωσης πριν από το Γενάρη του 1996, και οι αποφάσεις δε θα μπορούσαν να εκτελεστούν πριν από την 1η Ιούλη του ίδιου χρόνου.

Πάντως, οι ενοικιαστές των κατοικιών που τώρα θα συμπληρώσουν τέσσερα χρόνια μίσθωσης, θα υποχρεωθούν από αύριο για τρίτη φορά μέσα σε ένα χρόνο να καταβάλουν αύξηση 4% επί του μισθώματος. Δηλαδή, με βάση το σχετικό νόμο από την 1η Ιούλη του 1994 μέχρι και την 1η Γενάρη του 1997 οι ενοικιαστές όσων κατηγοριών μισθωμάτων παρέμεναν μετά από κάθε στάδιο απελευθέρωσης υπό καθεστώς προστασίας, υποχρεούνται να καταβάλουν την αύξηση του 4% κάθε εξάμηνο.

Παράλληλα, η απελευθέρωση στο χώρο των ενοικίων που λύνει τα χέρια των ιδιοκτητών, σε βάρος χιλιάδων ενοικιαστών, δε σταματάει με την απελευθέρωση των κατοικιών, αλλά υπάρχει συνέχεια με την απελευθέρωση των εμπορικών και επαγγελματικών μισθώσεων. Ηδη, στις 31 Αυγούστου του 1995 μπήκε σε εφαρμογή το πρώτο στάδιο που προβλέπεται από το νόμο γι' αυτή την κατηγορία μισθώσεων, με την απελευθέρωση των επαγγελματικών μισθώσεων που τότε συμπλήρωσαν τριάντα χρόνια. Στις 31 του ερχόμενου Αυγούστου μπαίνει σε εφαρμογή το δεύτερο στάδιο που αφορά στις επαγγελματικές μισθώσεις εικοσαετίας. Η απελευθέρωση των μισθώσεων αυτής της κατηγορίας θα ολοκληρωθεί τον Αύγουστο του 1997 με τις μισθώσεις που έχουν συμπληρώσει δωδεκαετή διάρκεια.

Οι εξωστικές αγωγές

Χαρακτηριστικές των συνεπειών της απελευθέρωσης των μισθώσεων κατοικιών για τους ενοικιαστές, είναι οι εξωστικές αγωγές που συσσωρεύονται καθημερινά στα συρτάρια των Πρωτοδικείων και των Ειρηνοδικείων και η κατακόρυφη αύξηση που παρουσιάζουν από την 1η Γενάρη του '95, όταν οι ιδιοκτήτες με βάση το σχετικό νόμο μπορούσαν ελέω απελευθέρωσης να υποβάλουν εξωστικές αγωγές.

Μόνο στο πεντάμηνο από τον περασμένο Γενάρη μέχρι τις 30 Μάη,οι εξωστικές αγωγές που έσπευσαν να καταθέσουν οι ιδιοκτήτες στο Πρωτοδικείο της Αθήνας και στο Ειρηνοδικείο (το οποίο με νομοθετική ρύθμιση του περασμένου Σεπτέμβρη δέχεται την κατάθεση αγωγών για μισθώματα μέχρι 60.000 δρχ., ενώ μέχρι τότε ήταν μόνο για 20.000 δρχ. ) ανέρχονται σε 8.165.Καθημερινά, δηλαδή, κατατίθενται κατά μέσο όρο 55 εξωστικές αγωγές.Απόδειξη, δε, του βαθμού στον οποίο πλήττονται κύρια οι ενοικιαστές χαμηλού εισοδήματος, είναι το γεγονός ότι από το συνολικό αυτό αριθμό, οι 2.165 αγωγές κατατέθηκαν στο Ειρηνοδικείο, δηλαδή αφορούν μισθώματα μέχρι 60.000 δρχ.!

Πέρσι, στο αντίστοιχο πεντάμηνο, στο Πρωτοδικείο της Αθήνας είχαν κατατεθεί 9.360 αγωγές, ενώ, ο αριθμός των εξωστικών αγωγών που είχαν κατατεθεί στο Πρωτοδικείο το αντίστοιχο διάστημα του 1994 ανερχόταν σε 7.750,που αντιστοιχεί κατά μέσο όρο σε 51 αγωγές την ημέρα. Μεταξύ, δηλαδή, 1994 και 1995, στο ίδιο πεντάμηνο, αυξήθηκε κατά 20,8% περίπου - μόνο για το λεκανοπέδιο της Αττικής - ο ρυθμός κατάθεσης εκβιαστικών εξωστικών αγωγών. Και λέμε "περίπου", διότι το Πρωτοδικείο δε διαθέτει ακριβή στοιχεία για το ποσοστό που οι αγωγές αυτές αφορούν σε μισθώματα που έχουν απελευθερωθεί και σε τι ποσοστό οι αγωγές αφορούν άλλες διαφορές μεταξύ ιδιοκτητών και ενοικιαστών.

ΑΓΟΡΑ
Αύριο η "πρώτη" των εκπτώσεων

Αύριο, 1η Ιούλη, ξεκινούν επίσημα οι θερινές εκπτώσεις στο λεκανοπέδιο της Αττικής και στους γύρω νομούς, μετά από σχετική απόφαση της Ομοσπονδίας Εμπορικών Συλλόγων Αττικής Ομορων Νομών και Νήσων Αιγαίου. Εκπτώσεις που, σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, θα εξαντλήσουν όλα τα νόμιμα χρονικά περιθώρια, κάτω από το βάρος της ακινησίας της αγοράς όλο το προηγούμενο διάστημα και θα κρατήσουν, επίσημα, μέχρι τις 31 Αυγούστου.

Ετσι, πάλι φέτος ο εμπορικός κόσμος αναζητά στις εκπτώσεις και στο επίδομα θερινής άδειας των εργαζομένων - καταναλωτών μια σανίδα σωτηρίας, προκειμένου να βγουν έστω προσωρινά από το αδιέξοδο στο οποίο έχει περιέλθει η αγορά, εξαιτίας της ακινησίας του καταναλωτικού κοινού, που βλέπει πια σαν πολυτέλεια οποιεσδήποτε αγορές πέρα από τα είδη πρώτης ανάγκης, στα οποία αναγκάζονται να περιοριστούν λόγω έλλειψης χρημάτων. Οπως δηλώνουν, όμως, οι ίδιοι οι εκπρόσωποι του εμπορικού κόσμου, η γενικότερη κατάσταση που διαγράφεται στην αγορά δεν τους αφήνει και πολλά περιθώρια να πιστεύουν ότι οι ελπίδες τους θα ευοδωθούν. Η οικονομική δυσχέρεια των εργαζομένων και των συνταξιούχων, που αποτελούν κατά κύριο λόγο τους πελάτες τους, είναι δεδομένη και τα ποσοστά των εκπτώσεων, όσο κι αν τα "φουσκώσουν" οι έμποροι, για τις τσέπες των εργαζομένων δε φαίνονται αρκετά ώστε προχωρήσουν σε αγορές. Η πολιτική μονόπλευρης λιτότητας για τα λαϊκά εισοδήματα έχει διαμορφώσει τέτοια κατάσταση στην αγορά, που δεν ανατρέπεται με τα δίμηνα των εκπτώσεων και οι έμποροι πιστεύουν ότι μόνο κατά τις πρώτες μέρες θα υπάρξει μια μικρή αναθέρμανση, η οποία, ωστόσο, σε καμία περίπτωση δε θα σταθεί αρκετή ώστε να καλυφθούν οι απώλειες όλου του προηγούμενου διαστήματος. Ηδη, τα τελευταία χρόνια, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των εκπροσώπων του εμπορικού κόσμου, σε κάθε περίοδο εκπτώσεων παρατηρείται πτώση του τζίρου στην αγορά γύρω στο 10% κατά μέσο όρο σε σχέση με την προηγούμενη αντίστοιχη περίοδο.

Στο μεταξύ, εδώ και αρκετό καιρό επώνυμα καταστήματα σύρουν πρώτα το χορό, διαφημίζοντας εκπτώσεις μέχρι και 30%,συμπαρασύροντας από κοντά και άλλους εμπόρους, που στην προσπάθειά τους να προσελκύσουν το καταναλωτικό κοινό προχωρούν σε προεκπτώσεις με τη μορφή προσφορών, ενώ υπάρχουν και εκείνοι οι οποίοι και εκτός περιόδου εκπτώσεων αναγκάζονται να πουλάνε σε τιμές κόστους για να καλύψουν τουλάχιστον τα τρέχοντα έξοδα. Δεν είναι λίγα, άλλωστε, εκείνα τα καταστήματα στις βιτρίνες των οποίων την τελευταία βδομάδα από την ημέρα που ανακοινώθηκε η επίσημη έναρξη των εκπτώσεων φιγουράρουν ποσοστά εκπτώσεων που ήδη πραγματοποιούνται.

Ρεπορτάζ: Μελίνα ΖΙΑΓΚΟΥ



Διακήρυξη της ΚΕ του ΚΚΕ για τη συμπλήρωση 80 χρόνων από το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου και την Αντιφασιστική Νίκη των Λαών
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ