Λεπτομέρεια από έργο της Vilma Vrbova Kotrbova |
Με το πέρασμα των χρόνων, έγινε και μια προσπάθεια αυτές οι εκθέσεις να μην έχουν ένα στείρο εμπορικό χαρακτήρα, αλλά να μετατραπούν σε ένα πολιτιστικό γεγονός με χάπενινγκ και καλλιτεχνικές εκδηλώσεις. Σ' όλη αυτή την πορεία, το κράτος αρχικά μένει παρατηρητής και χειροκροτητής της ιδιωτικής πρωτοβουλίας που το διευκολύνει, αναλαμβάνοντας να παίξει το ρόλο του ενδιάμεσου μεταξύ του βιβλίου και του κοινού.
Αργότερα, όμως, αποφάσισε να συμμετέχει στη διοργάνωση των εν λόγω εκθέσεων μέσω του Εθνικού Κέντρου Βιβλίου (ΕΚΕΒΙ), ώστε να φανεί πως το ζήτημα του βιβλίου αποτελεί εθνική πολιτική της χώρας, με προοπτική η Ελλάδα να παίξει σημαίνοντα ρόλο στην ανταγωνιστική και παγκοσμιοποιημένη αγορά των εκδόσεων. Στα Φεστιβάλ που γίνονται κυρίως το φθινόπωρο και την άνοιξη στις μεγάλες πόλεις - κυρίως Θεσσαλονίκη και Αθήνα - το βιβλιόφιλο κοινό μπορεί να δει δρώμενα ή - όπως συνέβη στο Φθινοπωρινό σαλόνι βιβλίου του 1998 στο Πεδίον Αρεως - ταινίες βασισμένες σε λογοτεχνικά έργα σε συνεργασία με το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου. Επιστρατεύονται εικαστικοί για να αποτυπώσουν το χαρακτήρα του Φεστιβάλ σε αφίσες και διεξάγεται μια οργανωμένη διαφημιστική εκστρατεία, ως συμβαίνει με κάθε προϊόν που απαιτείται η προώθησή του στην αγορά.
Παρ' όλη την «αρμονική» σύζευξη ιδιωτικού και δημόσιου τομέα, τα τελευταία χρόνια πληθαίνει η γκρίνια γύρω από τον παρακμάζοντα χαρακτήρα αυτών των εκθέσεων, καθώς αυτές οι διοργανώσεις δείχνουν να έχουν μια πολύ περιορισμένη εμβέλεια που δεν ξεπερνά την ετήσια καθιερωμένη παρουσία τους είτε στο Πεδίον Αρεως (παλιότερα) είτε στη Διονυσίου Αρεοπαγίτου. Τις πταίει, άραγε, κι οι εκθέσεις βιβλίου αποτελούν έναν παρακμάζοντα θεσμό;
Το βιβλίο δεν αποτελεί αντικείμενο ενός κύκλου που περιορίζεται στον συγγραφέα, τον εκδότη και τον διανομέα του τελικού προϊόντος. Επί της ουσίας η σύλληψη, η συγγραφή του και ο προορισμός του για το ευρύ κοινό αποτελούν μια διαρκή σχέση, ένα συνεχιζόμενο διάλογο μεταξύ δημιουργού και αναγνωστών.
Πώς μπορεί, όμως, να αναπτυχθεί μια τέτοια σχέση όταν η σχέση δημιουργού - δημιουργήματος κι αναγνώστη έχει αναχθεί σε σχέση προϊόντος με καταναλωτή; Το βιβλίο σήμερα θεωρείται ένα προϊόν πολυτελείας, ενώ το διάβασμα εκλαμβάνεται ως γνώρισμα των αργόσχολων ή των εύπορων. Κι εδώ η εξουσία έχει κάνει καλά τη δουλειά της, δημιουργώντας τις προϋποθέσεις του διαβάσματος: το μόνο «διάβασμα» που θεωρείται φυσιολογικό κι απαραίτητο στην κοινωνία μας είναι αυτό που σχετίζεται με τις πανελλήνιες και το οποίο περιορίζεται αυστηρά στην αποστήθιση της διδακτέας ύλης. Οιαδήποτε άλλη ενασχόληση του μαθητή με λογοτεχνικά ή επιστημονικά αναγνώσματα «εκτός ύλης» εκλαμβάνεται ως χάσιμο χρόνου και ως αυτοϋπονόμευση της επιτυχίας του στις εξετάσεις.
Συνεπώς, το αναγνωστικό κοινό, σήμερα, είναι μικρό και δεν έχει τα χαρακτηριστικά μιας ποσοτικά και ποιοτικά αναπτυσσόμενης κοινότητας ανθρώπων που παρακολουθεί συστηματικά την εξέλιξη και την ποικιλομορφία του γραπτού λόγου. Στην εποχή μας, η πώληση του βιβλίου σχετίζεται με την έννοια του best seller, δηλαδή του καθαρά εμπορικού αναγνώσματος που ως φτηνή παραγωγή - τόσο στην ουσία όσο και στην εκδόσιμη μορφή του - διανέμεται στο ευρύ κοινό για να διαβαστεί ως «χάζεμα» λίγο πριν την κατάκλιση ή σε μια μακρινή διαδρομή.
Το λογοτεχνικό βιβλίο, η ποίηση ή το θεατρικό έργο θεωρούνται κτήματα μιας ελίτ διανοούμενων που έχουν το χρόνο και τη γνώση να ασχοληθούν με αυτά. Μόνο όταν η τηλεόραση παίξει κάποιο σίριαλ βασισμένο σε ένα λογοτεχνικό βιβλίο ή μελοποιηθεί κάποιο ποίημα ως τραγούδι, και δη ως δήθεν ποιοτικό σουξέ, υπάρχει ένα μικρό, πλην πρόσκαιρο και περιορισμένο, ενδιαφέρον για το πρωτότυπο κείμενο γιατί το εν λόγω πόνημα έγινε ξαφνικά γνωστό και το ευρύ κοινό οφείλει να είναι ενήμερο.
Οι μεγάλοι εκδοτικοί οίκοι παρουσιάζουν μια αριθμητική αύξηση εκδόσεων απολύτως ανάλογη με τη ραγδαία μείωση της ποιότητας των εκδόσεών τους. Ολα θεωρούνται εκδόσιμα, όσο πιο φτηνά και ροζ γίνεται, για να κολακευτεί ο μέσος αναγνώστης που τον έμαθαν να φοβάται και να απαξιώνει το διάβασμα. Κι αν δεν τα αγοράσει τα εν λόγω πονήματα στο σούπερ μάρκετ, FNAC, ή στο μικρό βιβλιοπωλείο, θα τα πάρει με κάποια κυριακάτικη εφημερίδα μεγάλης κυκλοφορίας μαζί με μια βιντεοταινία «σοφτ πορν», έναν Ντοστογιέφσκι ως επίφαση «ποιότητας», κι έναν ταξιδιωτικό οδηγό. Ο Τύπος, το δεξί χέρι της εξουσίας, δε μένει έξω απ' το παιχνίδι...
Οταν το βιβλίο εξοβελίζεται από την καθημερινότητα του εργαζόμενου πώς μπορεί να γίνει μια έκθεση βιβλίου μέγα πολιτιστικό γεγονός; Ο ιστορικός χώρος ή τα περίπτερα κι ο διάκοσμος σύγχρονης αισθητικής θα αφήσουν αδιάφορο τον κόσμο που θα τον περιδιαβεί ως μέρος ενός οικονομικού «χαζέματος». Κι αν κάτι προωθεί η εξουσία, κυρίως μέσα στην απαρχή αυτού του αιώνα είναι, «να χαζεύετε, να χαζεύετε, να χαζεύετε!»...