Σε ό,τι αφορά τις μεθόδους που αναφέρει ο υφυπουργός Οικονομικών, κατατάσσοντας σ' αυτές και ανάλογους τομείς, φαίνεται ότι εκτός από τις επιχειρήσεις και κλάδους στρατηγικής σημασίας, η κυβέρνηση είναι διατεθειμένη να συμβάλει στην όσο γίνεται πιο γοργή και μεγάλη ενίσχυση της δράσης του ιδιωτικού κεφαλαίου μέσω κάθε δημόσιας επιχείρησης. Η "διεύρυνση των επιχειρηματικών πρωτοβουλιών που έχουν σήμερα οι δημόσιες επιχειρήσεις", σημαίνει ότι ακόμη και όποια δημόσια επιχείρηση μείνει, προσωρινά ή και όχι, υπό κρατικό ιδιοκτησιακό καθεστώς, θα προσαρμόζεται όχι στις ανάγκες για τις οποίες, κάτω από συγκεκριμένες συνθήκες, δημιουργήθηκε, αλλά στα πλαίσια της αγοράς με την όσο γίνεται πιο στενή διαπλοκή με το ιδιωτικό κεφάλαιο, αναπτύσσοντας δραστηριότητες σύμφωνα με τις δικές του επιλογές. Η δράση τους επομένως δε θα 'χει στόχο την ενίσχυση των εσόδων του κράτους, με σκοπό να αξιοποιηθούν σε τομείς που έχουν ανάγκη τα λαϊκά στρώματα (παιδεία, υγεία, πρόνοια κλπ.), αλλά την αποκόμιση κερδών από το ιδιωτικό κεφάλαιο με το οποίο διαπλέκονται και το οποίο ξέρει να τις εκμεταλλεύεται, ώστε στην πορεία, γιατί όχι να αγοραστούν από ιδιώτες. Αν και ο υφυπουργός δεν έδωσε συγκεκριμένα παραδείγματα, είναι γεγονός ότι όσες επιχειρήσεις δεν έχουν ακόμη ιδιωτικοποιηθεί, παραδίδονται σε εταιρίες, που αναλαμβάνουν είτε μελέτες για την ανάπτυξη δραστηριοτήτων τους, για να ιδιωτικοποιηθούν στην πορεία τμήματά τους ή και ολόκληρες, ή ακόμη και τη λειτουργία και τη δράση τους ώστε να δημιουργηθούν όροι εκμετάλλευσής τους από το ιδιωτικό κεφάλαιο. Κάτι ανάλογο π.χ. γίνεται με την "Ολυμπιακή" και τον Σκοτσέζο μάνατζερ, που μελετά στα πλαίσια του διεθνούς ανταγωνισμού τις αναγκαίες αναδιαρθρώσεις στην εταιρία προκειμένου να δημιουργήσει τους όρους πώλησής της, ή των πιο αποδοτικών για τους ιδιώτες τομέων της.
Σε ό,τι αφορά την ακίνητη περιουσία του δημοσίου, αυτή παραδίδεται ολοκληρωτικά για εκμετάλλευση στο κεφάλαιο. Εδώ υπάρχει σίγουρο εισόδημα χωρίς την παραμικρή επιβάρυνση για τις εταιρίες που θα την εκμεταλλευτούν, αφού τη διαχείρισή τους αναλαμβάνουν οι "εταιρίες αμοιβαίων κεφαλαίων". Βεβαίως υπάρχει ήδη προσανατολισμός και προχωρά στην πράξη η παράδοση ακίνητης περιουσίας στο ιδιωτικό κεφάλαιο, όπως ηεπινοικίαση ξενοδοχειακών μονάδων του ΕΟΤ με εξευτελιστικό τίμημα (π.χ. τα διάφορα ΞΕΝΙΑ), για χρονικό διάστημα που ξεκινά από 50 χρόνια και φτάνει τα 100. Μπροστά δε στην Ολυμπιάδα του 2004, ίσως δούμε μορφές διαπλοκής κρατικών επιχειρήσεων με ιδιωτικές και ανάπτυξη δραστηριοτήτων που στην Ελλάδα δεν έχουν εμφανιστεί. Ετσι κι αλλιώς η κυβέρνηση αντιγράφει πιστά τους πρωτεργάτες αυτής της πολιτικής σε άλλα κράτη της Ευρωπαϊκής Ενωσης.
Ενα σημαντικό επίσης ζήτημα που έθεσε ο υφυπουργός Οικονομικών αφορά την αγροτική οικονομία. "Πιστεύω ότι η βάση αναδιάρθρωσης του αγροτικού τομέα είναι η εξυγίανση και μετοχοποίηση της Αγροτικής Τράπεζας, η οποία θα επιτρέψει να δημιουργηθεί ένα σύγχρονο χρηματοπιστωτικό ίδρυμα, ικανό να χρηματοδοτεί τις μεγάλες αναπτυξιακές μεταβολές που απαιτούνται στον αγροτικό τομέα... Στο πλαίσιο του σχεδίου εξυγίανσης της ΑΤΕ οι συνεταιρισμοί μπορούν να γίνουν μέτοχοι της Τράπεζας, να μετατραπούν σε γεωργικές Ανώνυμες Εταιρίες και να εισαχθούν και αυτές στο Χρηματιστήριο".Εδώ τοποθετεί ένα σημαντικό ζήτημα, που δεν αφορά τόσο και μόνο την ιδιωτικοποίηση της ΑΤΕ και τη μετατροπή των συνεταιρισμών σε καπιταλιστικές επιχειρήσεις, αλλά την ανάπτυξη όσο γίνεται πιο πολύ των καπιταλιστικών σχέσεων στην αγροτική οικονομία και τη δημιουργία μεγάλων αγροτικών καπιταλιστικών εκμεταλλεύσεων. Είναι ένας ακόμη, ίσως ο πιο σημαντικός, παράγοντας ξεκληρίσματος της μικρομεσαίας αγροτιάς. Αντικειμενικά η εξυγίανση της ΑΤΕ, με δεδομένη την υπερχρέωση των φτωχών και μεσαίων αγροτικών νοικοκυριών σ' αυτήν, ανοίγει το δρόμο της απαλλοτρίωσής τους και της αρπαγής κυριολεκτικά της μικρής τους ιδιοκτησίας από το μεγάλο κεφάλαιο. Επίσης, μέσω της μετοχοποίησης της ΑΤΕ, το κεφάλαιο ανοίγεται και στην αγροτική οικονομία. Ακόμη, η μετατροπή των αγροτικών συνεταιρισμών σε Ανώνυμες Εταιρίες είναι δοκιμασμένη μέθοδος χτυπήματος των μικρομεσαίων αγροτών και ανάπτυξης επιχειρηματικών δραστηριοτήτων του μεγάλου κεφαλαίου στην αγροτική οικονομία. Ρίχνουν το απατηλό σύνθημα ότι οι αγρότες, μέσω αυτής της διαδικασίας, θα γίνουν μεγάλοι επιχειρηματίες, ενώ στην ουσία τους υποτάσσουν στο μεγάλο κεφάλαιο ως την καταστροφή τους. Η γενίκευση αυτής της δραστηριότητας, αφανίζοντας μεγάλη μερίδα των μικρών αγροτικών νοικοκυριών, ανοίγει το δρόμο της συγκεντροποίησης κεφαλαίου και στην αγροτική οικονομία.
Η προοπτική για τη μικρομεσαία αγροτιά βρίσκεται στην οργάνωση και ανάπτυξη των παραγωγικών συνεταιρισμών, που μπορούν να συμβάλουν στην ανάπτυξη της αγροτικής παραγωγής και συνολικά της αγροτικής οικονομίας, όχι μόνο ως προς την παραγωγή αγροτικών προϊόντων αλλά και τομέων της βιομηχανίας που έχουν σχέση με τα αγροτικά προϊόντα (π.χ. βιομηχανική ντομάτα, διάφοροι χυμοί, γαλακτοκομικά προϊόντα, κλπ.). Αλλά αυτό απαιτεί εφαρμογή πολιτικής στήριξης και ενίσχυσής τους, που σημαίνει αντίθεση στα μονοπωλιακά συμφέροντα, ανατροπή της σημερινής πολιτικής. Αρα απαιτεί μια άλλη, λαϊκή εξουσία.
"Στο μέλλον οι αποκρατικοποιήσεις θα συνεχιστούν με τρεις τρόπους:...
1. Με την κλασική μέθοδο των μετοχοποιήσεων σε όσες επιχειρήσεις εξυγιαίνονται. Στους τομείς αυτούς συγκαταλέγει τα ταχυδρομεία, τους σιδηροδρόμους και τις μεταφορές γενικότερα...
2. Με τη διεύρυνση των επιχειρηματικών πρωτοβουλιών που έχουν σήμερα οι δημόσιες επιχειρήσεις...
3. Με την επιχειρηματική αξιοποίηση και μετοχοποίηση τομέων που λιμνάζουν. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η ακίνητη περιουσία του δημοσίου... μπορεί η κρατική περιουσία να αξιοποιηθεί επιχειρηματικά και αυτή η αξιοποίηση να αποτελέσει στοιχείο εισαγωγής στο χρηματιστήριο... αυτό θα μπορούσε να γίνει μέσω εταιριών αμοιβαίων κεφαλαίων ακινήτων, οι οποίες θα εκμεταλλεύονται τα ακίνητα του δημοσίου και θα πωλούν τις μισθώσεις από τις οποίες θα επωφελούνται οι μεριδιούχοι...". Αυτά είπε ο υφυπουργός Οικονομικών.
Το ζήτημα των ιδιωτικοποιήσεων ή "αποκρατικοποιήσεων", όπως αρέσκεται στη γλώσσα των κυβερνώντων, δεν είναι καινούριο. Η επανάληψή του συνοδεύεται κάθε φορά με νέες επιχειρήσεις και τομείς που παραχωρούνται έναντι "πινακίου φακής" στους ιδιώτες καπιταλιστές, αλλά και με την εμφάνιση νέων για τον καπιταλισμό στην Ελλάδα μεθόδων ιδιωτικοποίησης, όπως π.χ. αυτή της αξιοποίησης της ακίνητης περιουσίας του δημοσίου. Αλλά αυτό το τελευταίο αποτελεί μια μορφή εκδήλωσης του φαινομένου. Η ουσία βρίσκεται αφ' ενός στην παράδοση σχεδόν τσάμπα ενός σημαντικού τμήματος του κεφαλαίου από το συλλογικό καπιταλιστή, (το κράτος), στον ατομικό, (ιδιώτες), όπως και στο γεγονός ότι σαν διαδικασία θα συνεχίζεται στο διηνεκές, χωρίς κανένας να γνωρίζει την πορεία που θα διαγράφει ως διαδικασία ώσπου να φτάσει στο τέρμα της. Αλλωστε ο Ν. Χριστοδουλάκης ήταν κατηγορηματικός όταν έλεγε πως "οι αποκρατικοποιήσεις δεν ήταν ένα στιγμιαίο γεγονός αλλά θα είναι μια συνεχής διαδικασία, όπως συνεχής θα είναι η προσπάθεια μείωσης του δημόσιου χρέους".
Η πολιτική των ιδιωτικοποιήσεων συνδέεται από τους θιασώτες της ενσωμάτωσης στην Ευρωπαϊκή Ενωση και με το στόχο εισόδου στην Οικονομική και Νομισματική Ενωση και την ένταξη στο κοινό νόμισμα, (ΕΥΡΩ), με την πολιτική μείωσης των δημοσίων ελλειμμάτων, ή χρεών όπως αναφέρει ο υφυπουργός των Οικονομικών. Συνδέεται επίσης και με την προβολή του λεγόμενου "λιγότερου, ή μικρότερου, ή πιο αποτελεσματικού κράτους".
Η εφαρμογή αυτής της πολιτικής είναι απαίτηση του μονοπωλιακού κεφαλαίου στις σημερινές συνθήκες. Είναι συγκεκριμένη κρατικομονοπωλιακή ρύθμιση αλλαγής του ιδιοκτησιακού καθεστώτος σε επιχειρήσεις και κλάδους, βασικά, στρατηγικής σημασίας για την ανάπτυξη της οικονομίας. Ετσι ενώ το κράτος συμμετείχε άμεσα στην παραγωγική διαδικασία αλλά και σε άλλους τομείς της οικονομίας, λόγω ακριβώς της στρατηγικής σημασίας τους στην οικονομία αλλά και της δημιουργίας προϋποθέσεων και συνθηκών για τεράστια και γρήγορα κέρδη, όπως επίσης και η δημιουργία δυνατοτήτων, μέσω αυτών, ελέγχου άλλων τομέων της οικονομίας, το ιδιωτικό κεφάλαιο γίνεται ιδιοκτήτης τους για την άμεση από το ίδιο εκμετάλλευσή τους. Πρόκειται για επιχειρήσεις και κλάδους σε τομείς όπως ενέργεια, μεταφορές, τηλεπικοινωνίες και ό,τι άλλες επιχειρήσεις και οργανισμοί έχουν σχέση μ' αυτές. Για παράδειγμα ειδικοί τεχνοκράτες έχουν εκφράσει την άποψη ότι σήμερα οι τηλεπικοινωνίες αποτελούν το νευρικό σύστημα της οικονομίας και δεν έχουν άδικο. Η άμεση σχέση τους με τα δίκτυα και διαδίκτυα πληροφορικής, αποτελούν αφ' ενός έναν τομέα με απεριόριστες δυνατότητες ανάπτυξης και κερδοφορίας, αφ' ετέρου έναν τομέα θεμελιακό για την ανάπτυξη άλλων τομέων και κλάδων. Η μεγιστοποίηση της πληροφόρησης, ο όγκος των πληροφοριών, η ταχύτητα μετάδοσής τους, άρα και η συντόμευση του χρόνου, όλα αυτά μαζί συμβάλλουν στην ένταση της δράσης του κεφαλαίου. Οι ιδιοκτήτες ανάλογων επιχειρήσεων αποκτούν ένα ευρύ πεδίο κερδοφόρας δράσης. Ανάλογη κατάσταση δημιουργείται και με την ενέργεια, από τους πλέον σημαντικούς τομείς στην οικονομία (χωρίς ενέργεια δεν κινείται τίποτα), αλλά και στις μεταφορές. Η κυβέρνηση έχει ήδη ιδιωτικοποιήσει ή προωθεί προς ιδιωτικοποίηση, βασικούς τέτοιους τομείς και επιχειρήσεις όπως ΟΤΕ, ΔΕΗ, "Ολυμπιακή", ΟΣΕ, Κρατικά Πετρέλαια, ΠΥΡΚΑΛ, ναυπηγεία, Τράπεζες, Ταχυδρομεία, Λιμάνια, DUTY FREE (έχουν άμεση σχέση με τις μεταφορές εμπορευμάτων και προσωπικού), ξενοδοχειακές μονάδες ΕΟΤ, μονάδες αμυντικής βιομηχανίας κλπ.
Στο παρελθόν, σε συνθήκες που δεν υπήρχε το ανάλογο, με τις σημερινές, εύρος δραστηριοτήτων και εφαρμογών αυτών των κλάδων και επιχειρήσεων, η δημιουργία και η ανάπτυξή τους απαιτούσε τεράστια επενδυτική δραστηριότητα, χωρίς τους όρους για μεγάλα, γρήγορα, εύκολα και σίγουρα κέρδη. Στις σύγχρονες συνθήκες, οι όροι άλλαξαν. Η ίδια η επιστημονικοτεχνική εξέλιξη, η ανάπτυξη των μέσων παραγωγής και κυρίως η ευρεία εφαρμογή των "νέων τεχνολογιών" στην παραγωγική διαδικασία, που συνδέεται με ένα μεγάλο εύρος εφαρμογών και άμεση σχέση με τις τηλεπικοινωνίες. Ανάλογη πραγματικότητα δημιουργείται και με την ηλεκτρική ενέργεια. Ετσι διευρύνονται οι απαιτήσεις του κεφαλαίου για παράδοση ανάλογων κλάδων και επιχειρήσεων, όπως π.χ. ο ΟΤΕ, η ΔΕΗ κλπ., στο ιδιωτικό κεφάλαιο.
Ανάλογοι είναι και οι παράγοντες που επιβάλλουν αλλαγή του καπιταλιστικού ιδιοκτησιακού καθεστώτος στους κλάδους των μεταφορών, των κρατικών τραπεζών, (οι διάφοροι όμιλοι δε διεισδύουν απλώς και στον τραπεζικό τομέα, αλλά δημιουργούν συνθήκες για την ακόμη μεγαλύτερη συσσώρευση και αναπαραγωγή του κεφαλαίου), της αμυντικής βιομηχανίας κλπ.
Το κράτος δημιουργώντας αυτές τις επιχειρήσεις και επενδύοντας σ' αυτούς τους κλάδους, δημιουργούσε καπιταλιστικές επιχειρήσεις βασικά από κεφάλαια προερχόμενα από το μόχθο των λαϊκών στρωμάτων, ενώ σαν επιχειρήσεις κρατικής ιδιοκτησίας λειτουργούσαν σε όφελος συνολικά του κεφαλαίου. Είναι χαρακτηριστικό το παράδειγμα των φτηνών τιμολογίων της ΔΕΗ για τις βιομηχανίες και ακόμη ληστρικά πιο φτηνό για την ΠΕΣΙΝΕ, (βιομηχανία ηλεκτροβόρα σε ενέργεια), σε σύγκριση με τη λαϊκή κατανάλωση ρεύματος. Τώρα πουλώντας αυτές τις επιχειρήσεις, με τεράστια παραγωγική υποδομή, σε τιμή κάτω από την πραγματική τους αξία, ενισχύει απ' αυτή τη σκοπιά το ιδιωτικό κεφάλαιο, ενώ συμβάλλει και στη συγκράτηση της πτώσης του μέσου ποσοστού κέρδους.
Με τη διαδικασία της ιδιωτικοποίησης ενισχύονται και οι όροι για εξαγορές και συγχωνεύσεις αλλά και ενίσχυση της διαπλοκής με το ξένο κεφάλαιο, η συγκεντροποίηση του κεφαλαίου σ' αυτούς τους κλάδους και η παραπέρα μονοπωλιακή ανάπτυξή τους. Βεβαίως σαν διαδικασία, υποτίθεται ότι μειώνει τα ελλείμματα του δημοσίου, αλλά είναι απάτη αυτή η προπαγάνδα γιατί πρόκειται για επικερδείς επιχειρήσεις και κλάδους ακόμη και με τους όρους του καπιταλιστικού ανταγωνισμού στην Ελλάδα. Αντίθετα, αυτή η διαδικασία είναι σε βάρος των εργαζομένων γιατί οι υπηρεσίες και τα προϊόντα που παρέχουν στην πλειοψηφία του λαού, θα παρέχονται με όρους μονοπωλιακών κερδών, άρα δυσβάσταχτους για τα φτωχά λαϊκά στρώματα και την εργατική τάξη, ενώ οι εργαζόμενοι σ' αυτούς τους κλάδους μαζί με τις απολύσεις λόγω μείωσης προσωπικού που συνοδεύει την ιδιωτικοποίηση, αλλά και της εφαρμογής των λεγόμενων ελαστικών μορφών απασχόλησης (ανατροπή του σταθερού ημερήσιου εργάσιμου χρόνου, κυλιόμενα ωράρια, ωρομίσθια, μερική απασχόληση κλπ.), μέσω της απατηλής λεγόμενης καπιταλιστικής εξυγίανσης, θα υφίστανται τη με πολλαπλάσιους ρυθμούς ένταση της εκμετάλλευσης. Αλλωστε οι αλλαγές στις εργασιακές σχέσεις και στην κοινωνική ασφάλιση που τις συνοδεύουν σαν απαιτήσεις των επιχειρηματιών για την αγορά απ' αυτούς επιχειρήσεων κρατικής ιδιοκτησίας, δεν είναι τίποτε άλλο, παρά μείωση της τιμής της εργατικής δύναμης. Η προϋπόθεση, δηλαδή, για την αύξηση των κερδών.
Η επιβολή αυτής της βαθιά ταξικής πολιτικής των ιδιωτικοποιήσεων έχει σημαντικές αρνητικές συνέπειες για την εργατική τάξη και τ' άλλα λαϊκά στρώματα. Διευρύνει τις κοινωνικές ανισότητες, αυξάνει τη φτώχεια, την ανεργία, συνδυάζεται με την κατάργηση κατακτημένων δικαιωμάτων της εργατικής τάξης, με το ξεκλήρισμα των μικρομεσαίων αγροτών. Αντικειμενικά οξύνει τις ταξικές αντιθέσεις και δημιουργεί συνθήκες και προϋποθέσεις ανάπτυξης της ταξικής πάλης, συνολικά της πάλης των λαϊκών μαζών. Που μπορεί να ξεκινά από την αμφισβήτηση αυτής της πολιτικής και να φτάνει ως την προοπτική αμφισβήτησης της εξουσίας που την εφαρμόζει και την ανατροπή τους. Αυτή η πολιτική είναι επιλογή του κεφαλαίου για τις ανάγκες της συγκέντρωσης και συγκεντροποίησης του κεφαλαίου και τη δυνατότητα να αντεπεξέρχεται στον οξύτατο ανταγωνισμό σε συνθήκες κρίσης. Η πτώση του ποσοστού κέρδους αντικειμενικά ωθεί στην ένταση της εκμετάλλευσης. Απαιτεί πολιτική που να συμβάλει στην ακόμη μεγαλύτερη αύξηση της μάζας των κερδών. Απαιτεί εφαρμογή πολιτικής που να παρέχει δυνατότητα αναπαραγωγής του κεφαλαίου, πολιτική παρέμβασης για την αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης στον καπιταλισμό. Αυτά υπηρετεί η πολιτική των ιδιωτικοποιήσεων με πρόσχημα τη μείωση των χρεών του δημοσίου, αφού πρόκειται για κερδοφόρες επιχειρήσεις. Αποκαλύπτεται για μια ακόμη φορά ότι το κράτος είναι τόσο σφιχτά συνυφασμένο με τα μονοπώλια, που κάνει τα πάντα για την ενίσχυση της δύναμής τους. Μόνο που όσο ενισχύονται τόσο ωθούν στην εξαθλίωση τις λαϊκές μάζες. Μόνο η ανατροπή αυτής της πολιτικής μπορεί να δώσει διέξοδο σε όφελος της εργατικής τάξης και των άλλων λαϊκών στρωμάτων, που έχουν έναν επιπλέον καθοριστικό παράγοντα να αντιταχτούν σ' αυτή την πολιτική. Οσο πιο δυνατός είναι ο κρατικός τομέας στην παραγωγική δραστηριότητα και στην οικονομία, τόσο πιο δυνατός θα 'ναι ο μοχλός ανάπτυξης, άρα και λιγότερες οι δυσκολίες όταν κατακτήσουν τη δική τους εξουσία. Η ανάπτυξη, λοιπόν, της ταξικής πάλης, από ένα λαϊκό μέτωπο που θα επιδιώκει ρήξεις με την πολιτική του διεθνοποιημένου ελληνικού κεφαλαίου και θα συνδέει το ζήτημα της πάλης ενάντια στις ιδιωτικοποιήσεις με την προοπτική της λαϊκής εξουσίας, είναι μονόδρομος.
Μια από τις μεταρρυθμίσεις ή αναδιαρθρώσεις, όπως επίσημα αποκαλούνται, που ενισχύει την επιχειρηματική δράση του ιδιωτικού κεφαλαίου σε τομείς στρατηγικής σημασίας, εντείνοντας ταυτόχρονα την εκμετάλλευση της εργατικής τάξης και του λαού γενικότερα
Είναι γεγονός ότι οι ιδιωτικοποιήσεις προχωρούν και μάλιστα υπάρχει σπουδή από την κυβέρνηση για επιτάχυνση της διαδικασίας. Δεν είναι τυχαίο ότι μέσα στο καλοκαίρι προχώρησαν οι διαδικασίες για το ξεπούλημα των λιμανιών, ενώ αρμόδιοι κυβερνητικοί παράγοντες δεν παύουν σ' όλους τους τόνους να επιμένουν στην ανάγκη να ξεμπερδεύουν με το συγκεκριμένο "μέτωπο", μπροστά στην επικείμενη είσοδο στην ΟΝΕ. Αλλωστε ολόκληρο το καλοκαίρι, τόσο ο πρωθυπουργός όσο και οι αρμόδιοι υπουργοί, ασχολήθηκαν με το πρόγραμμα της αλλαγής του ιδιοκτησιακού καθεστώτος των επιχειρήσεων του δημοσίου και την παράδοσηήτους στους επιχειρηματίες, μαζί με άλλες προς όφελός τους αναδιαρθρώσεις. Αυτή την πορεία θα ακολουθήσουν χωρίς παρεκκλίσεις, όπως τονίζεται και από τις διάφορες συναντήσεις του πρωθυπουργού με κυβερνητικούς παράγοντες, όσο και από την πρόσφατη συνάντηση του με τον πρόεδρο του ΣΕΒ. Είναι όμως αποκαλυπτική ως προς αυτό συνέντευξη του υφυπουργού Οικονομικών Ν. Χριστοδουλάκη στα "Νέα" (16/8/99).
Τα κείμενα έγραψε:
Στέφανος ΛΟΥΚΑΣ