Το αμερικανικό μοντέλο για την απασχόληση, σε αντιπαράθεση με το "δογματικό μονεταρισμό" της γερμανικής Μπούντεσμπανκ και άλλων ευρωπαϊκών κεντρικών τραπεζών, επικαλέστηκε χτες στις Βρυξέλλες ο Γ. Παπαντωνίου, ο οποίος παραδέχτηκε ότι είναι "πολύ αργά πλέον" για την αντιμετώπιση της ανεργίας. Ο Ελληνας υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, στη συνέντευξη Τύπου, έπλεξε το εγκώμιο της "ευέλικτης" πολιτικής απασχόλησης των ΗΠΑ και μίλησε ανοιχτά περί γερμανικής "φοβίας" για νομισματική σταθερότητα, ενώ απέδωσε στη γερμανική κεντρική τράπεζα όλες τις ιστορικές ευθύνες για τη "μη ευελιξία" της Κοινότητας στα θέματα της απασχόλησης. Απέφυγε όμως, παρότι ερωτηθείς, να κάνει δηλώσεις για το κοινωνικό κόστος του αμερικανικού μοντέλου.
Το χτεσινό Συμβούλιο Υπουργών Οικονομίας (ΕΚΟΦΙΝ) χαρακτηρίστηκε από έντονες ανησυχίες πολλών από τους "15", τόσο για το αγκομαχητό της γερμανικής οικονομίας, η οποία δείχνει σημάδια κόπωσης και υπάρχουν δυσκολίες στην εκπλήρωση του δημοσιονομικού κριτηρίου του Μάαστριχτ (έλλειμμα 3% του ΑΕΠ), όσο και για τη γενικότερη πορεία προς την ΟΝΕ. Σύμφωνα με τον Γ. Παπαντωνίου, το Συμβούλιο διατύπωσε μια "γενική θετική προοπτική ανάκαμψης", αλλά και τρεις "επιφυλάξεις":
Μ' άλλα λόγια, ανεξάρτητα από το αν τα ελλείμματα αυξάνουν ή μειώνονται, η ανεργία αυξάνει καλπάζοντας, καταδεικνύοντας ότι το Μάαστριχτ είναι μια μηχανή παραγωγής ανέργων, όπως ομολογούν τώρα και οι ίδιοι οι υπουργοί Οικονομίας. Για την ελληνική οικονομία, ο Γ. Παπαντωνίου ισχυρίστηκε ότι το 1998 θα πληρεί όλα τα κριτήρια του Μάαστριχτ, εκτός αυτού του δημοσίου χρέους, έτσι ώστε "αμέσως μετά να διεκδικήσουμε την είσοδό μας στην ΟΝΕ".
Αποκαλύπτεται το εθνικό έγκλημα των κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ
Αντικείμενο αγοραπωλησιών, από τις οποίες κάποιοι κερδίζουν πολλά δισ. δρχ., φαίνεται ότι αποτελούν οι ελληνικές τσιμεντοβιομηχανίες "ΑΓΕΤ Ηρακλής" και "Τσιμέντα Χαλκίδας", που οι κυβερνήσεις της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ παρέδωσαν αντί πινακίου φακής στους Ιταλούς. Μόλις λίγους μήνες μετά την απόκτηση του πλήρους ελέγχου των δύο τσιμεντοβιομηχανιών από τον όμιλο της ΚΟΝΚΡΕΤΟΥΜ, η "Μεντιομπάνκα", που είναι ο βασικός μέτοχος του ομίλου, αποφάσισε τη διακοπή των δραστηριοτήτων του στον τομέα της παραγωγής σκυροδέματος, γεγονός που δημιουργεί ερωτηματικά και για το μέλλον του τομέα παραγωγής τσιμέντου.
Συγκεκριμένα, αποφασίστηκε η πώληση της εταιρίας "Καλτσεστρούτσι", στην οποία και στα πλαίσια της αναδιάρθρωσης του ομίλου είχαν περιέλθει οι δραστηριότητες παραγωγής και εμπορίας σκυροδέματος, στην "Ιταλτσιμέντι" η οποία αποτελεί έναν από τους βασικούς παράγοντες του ευρωπαϊκού "καρτέλ" τσιμέντου. Σύμφωνα με την επίσημη άποψη της "Κονκρέτουμ", η απόφαση αυτή του ομίλου δεν πρόκειται να επηρεάσει αρνητικά τις δραστηριότητες των εταιριών ΑΓΕΤ και "Τσιμέντα Χαλκίδας", αλλά απεναντίας θα έχει ευεργετικές επιπτώσεις στις δύο εταιρίες, λόγω της ενίσχυσης του τομέα τσιμέντου που θα προκύψει από την απαλλαγή του ομίλου από το σκυρόδεμα.
Ωστόσο, η είδηση για το πέρασμα της "Καλτσεστρούτσι" υπό τον έλεγχο του "καρτέλ" μέσω της "Ιταλτσιμέντι", έχει προκαλέσει ανησυχίες στην ελληνική αγορά τσιμέντου, καθώς εκτιμάται ότι ενισχύεται ακόμη περισσότερο η θέση του "καρτέλ". Αυτό όμως που θα πρέπει κυρίως να σημειωθεί και που έχει εκφραστεί κατ' επανάληψη από το "Ρ" είναι το γεγονός ότι η παραχώρηση του ελέγχου της ΑΓΕΤ καθώς και των "Τσιμέντων Χαλκίδας" στους Ιταλούς αποτελεί εθνικό έγκλημα, αφού πλέον τα πάντα θα καθορίζονται από τα συμφέροντα του ιταλικού ομίλου και όχι της ελληνικής τσιμεντοβιομηχανίας και οικονομίας. Το γεγονός μάλιστα, ότι ο όμιλος που ελέγχει τις δύο ελληνικές τσιμεντοβιομηχανίες δραστηριοποιείται και σε άλλους σημαντικούς τομείς άσχετους από τον κλάδο του τσιμέντου, όπως χημικά, ασφάλειες, ενέργεια κλπ. καθιστά πολύ πιο επισφαλή τη θέση των ελληνικών εταιριών, αφού μπορεί κάλλιστα να ανταλλάξει τη δραστηριότητα των τσιμέντων με κάποια άλλη πιο επικερδή για αυτόν δραστηριότητα, όπως έγινε στην περίπτωση του σκυροδέματος.
Μονά - ζυγά δικά τους τα θέλουν οι ασφαλιστικές εταιρίες, που τώρα βάζουν πλώρη για διαμόρφωση πάγιων τιμολογίων, για υλικές ζημιές και σωματικές βλάβες, μέχρι και για την αποτίμηση του θανάτου κατά τη διάρκεια ατυχήματος, κατά τα πρότυπα που ισχύουν ήδη σε κάποιες χώρες. Αυτό προκύπτει από χτεσινές δηλώσεις του προέδρου της Ενωσης Ασφαλιστικών Εταιρειών Ελλάδας (ΕΑΕΕ) Δ. Παλαιολόγου,ο οποίος κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου έθεσε το αίτημα των εταιριών να συμπεριληφθεί στο νομοσχέδιο για την ασφαλιστική αγορά η πρόβλεψη για σχετική υπουργική απόφαση, που θα τους δώσει το "πράσινο φως" να προχωρήσουν στην αξιολόγηση συγκεκριμένων υλικών ζημιών, σε συνεργασία με τους εισαγωγείς ανταλλακτικών, συνεργεία και όλο το κύκλωμα αυτοκινήτου, ακόμα και πόσο κοστίζει ένα... σπασμένο πόδι κλπ. Αφού, δηλαδή, καλά καλά έβαλαν τους ασφαλισμένους να πληρώνουν τα μαλλιοκέφαλά τους στο όνομα των υποχρεωτικών κατώτατων ορίων ασφαλιστικής κάλυψης για υλικές ζημιές και για σωματικές βλάβες, τώρα οι εταιρίες ετοιμάζονται και μάλιστα με την έγκριση της πολιτικής ηγεσίας του υπουργείου να αξιολογήσουν με δικά τους μέτρα και σταθμά τις ζημιές. Για το ίδιο νομοσχέδιο χαρακτήρισε θετική τη ρύθμιση, με την οποία προβλέπεται η ανάθεση σε, εκτός υπουργείου, ιδιωτικά όργανα του ελέγχου των ασφαλιστικών εταιριών.
Επίσης, κατά τη διάρκεια της συνέντευξης ο πρόεδρος της Ενωσης επανέλαβε την αντίδραση των ασφαλιστικών εταιριών σε ό,τι αφορά το νέο φορολογικό νόμο, που περιορίζει το ποσό για το οποίο απαλλάσσονται οι επιχειρήσεις που ασφαλίζουν τους εργαζόμενους σε ιδιωτικές εταιρίες, καθώς μεταφράζεται σε απώλειες για τις τελευταίες ύψους περίπου 12 δισ. δρχ.