ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Πέμπτη 5 Νοέμβρη 1998
Σελ. /36
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ 1999
Προπαγανδιστικές ρουκέτες για τα αντιλαϊκά μέτρα
  • Περί τα 30 δισ. δρχ. θα... ωφεληθούν οι οικιακοί καταναλωτές από τη μείωση του ΦΠΑ στα τιμολόγια της ΔΕΗ, τη στιγμή που η κυβέρνηση υφαρπάζει από τους εργαζόμενους τουλάχιστον 160 δισ. από τη μη τιμαριθμοποίηση της φορολογικής κλίμακας και τη μη καταβολή διορθωτικού ποσού για το 1998
  • Μειώνονται οι Ειδικοί Φόροι Κατανάλωσης στα ΙΧ. Η κυβέρνηση υποστηρίζει ότι θα επέλθει μείωση των τιμών στα ΙΧ 5% κατά μέσο όρο

Με προπαγανδιστικές ρουκέτες για μειώσεις στο ΦΠΑ της ΔΕΗ και στους Ειδικούς Φόρους Κατανάλωσης των ΙΧ και έμμεση πριμοδότηση των επιχειρηματιών με μερικές ακόμα δεκάδες δισεκατομμύρια δραχμές, έκλεισε χτες σύσκεψη υπό τον Κ. Σημίτη για τον προϋπολογισμό του 1999. Πρόκειται για τον σκληρότερο και πλέον αντιλαϊκό προϋπολογισμό όλων των τελευταίων χρόνων, αφού οι εργαζόμενοι το 1999 θα υποχρεωθούν να αποδεχτούν μια εισοδηματική πολιτική που προβλέπει "αυξήσεις" γύρω στις 100 δραχμές την ημέρα, να πληρώσουν περισσότερους φόρους από φέτος λόγω μη τιμαριθμοποίησης της φορολογικής κλίμακας και να επωμιστούν οι ίδιοι διάφορα έξοδα που περικόπτονται από τα κονδύλια κοινωνικού χαρακτήρα του προϋπολογισμού. Στο φόντο όλων αυτών μόνο ως κοροϊδία μπορεί να εκληφθεί η προβολή εκ μέρους της κυβέρνησης των ρυθμίσεων για το ΦΠΑ στη ΔΕΗ και τους φόρους στα ΙΧ, ρυθμίσεις οι οποίες γίνονται αποκλειστικά για τη συγκράτηση του τιμαρίθμου. Παρά τις όποιες αποπροσανατολιστικές προσπάθειες των κυβερνώντων, από τη χτεσινή σύσκεψη έγινε σαφές ότι η περιβόητη μείωση των έμμεσων φόρων, η οποία έχει γίνει πανάκεια της κυβερνητικής προπαγάνδας, θα έχει τελικά πολλαπλά οφέλη για το βιομηχανικό και εμπορικό κεφάλαιο. Στη σύσκεψη, η οποία διάρκεσε δύο ώρες και 45 λεπτά, συμμετείχαν επίσης οι υπουργοί Εθνικής Οικονομίας Γ. Παπαντωνίου, Ανάπτυξης Β. Παπανδρέου, ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας Λ. Παπαδήμος, καθώς και ο διευθυντής του οικονομικού γραφείου του πρωθυπουργού Τ. Γιαννίτσης.

Σε δηλώσεις του μετά το τέλος της σύσκεψης, ο Γ. Παπαντωνίου ανακοίνωσε ότι δόθηκε εντολή για την εκτύπωση του νέου προϋπολογισμού και πιθανόν σήμερα θα ανακοινωθεί και η ημερομηνία κατάθεσής του στη Βουλή. Κατά τ' άλλα, όλο το περιεχόμενο των δηλώσεών του αναλώθηκε στο θέμα της μείωσης των Ειδικών Φόρων στα αυτοκίνητα, καθώς και της μείωσης του ΦΠΑ του ηλεκτρικού ρεύματος από 18% σήμερα σε 8%, με στόχο - όπως είπε - "τη μείωση του πληθωρισμού, αλλά και την ελάφρυνση των λαϊκών εισοδημάτων". Φυσικά, οι όλες κυβερνητικές μεθοδεύσεις κάθε άλλο παρά οδηγούν σε "ελαφρύνσεις" των λαϊκών εισοδημάτων. Οπως διέρρευσαν παράγοντες του υπουργείου Εθνικής Οικονομίας οι μειώσεις αυτές θα γίνουν από την αρχή του νέου χρόνου (αδιευκρίνιστο παραμένει αν θα ισχύσουν για ολόκληρο το 1999), ενώ οι επιπτώσεις στον πληθωρισμό θα είναι της τάξης 0,75 εκατοστών της μονάδας.

Οσο για την εισοδηματική πολιτική, αυτή θυσιάζεται στο όνομα της ένταξης της χώρας της Ελλάδας στην ΟΝΕ. Οπως δήλωσε ο Γ. Παπαντωνίου "... το 1999 δεν μπορούμε δυστυχώς να προχωρήσουμε σε ελαφρύνσεις άμεσης φορολογίας (φορολογία εισοδήματος), ...λόγω του γεγονότος ότι μπαίνουμε στο τελικό στάδιο ένταξης για την ΟΝΕ". Οι εργαζόμενοι, σύμφωνα με τον Γ. Παπαντωνίου, θα πρέπει να περιμένουν τον επόμενο προϋπολογισμό για αυξήσεις μισθών!

Εχουμε δηλαδή μία επίσημη κυβερνητική ομολογία, ότι η εισοδηματική πολιτική του 1999 θα είναι από τις πλέον σκληρές. Παράλληλα, είναι ενδεικτικό ότι ενώ για το σύνολο των καταναλωτών οικιακής ηλεκτρικής ενέργειας το... όφελος από τη μείωση του ΦΠΑ υπολογίζεται από τους αρμόδιους περί τα 30 δισ. δρχ., την ίδια στιγμή η κυβέρνηση μόνο από τη μη χορήγηση διορθωτικού ποσού και μη τιμαριθμοποίηση της φορολογικής κλίμακας αρπάζει από τους εργαζόμενους και συνταξιούχους πάνω από 160 δισ. δραχμές! Αν βέβαια προσμετρήσουμε και τις εισοδηματικές απώλειες για το 1999 (ονομαστικές αυξήσεις μέχρι 2% στην καλύτερη περίπτωση, όταν επίσημα μιλάνε για πληθωρισμό 2,5%), τότε οι απώλειες αυξάνουν ακόμη περισσότερο.

Αλλά και στο θέμα των έμμεσων φόρων, η κατάσταση είναι για γέλια, καθώς στο θέμα των επιπτώσεων που θα υπάρχουν στο δημόσιο από τις μειώσεις του Ειδικού Φόρου στα αυτοκίνητα και του ΦΠΑ στο ηλεκτρικό ρεύμα άλλα στοιχεία έδινε χτες το υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και άλλα το υπουργείο Ανάπτυξης. Ο Γ. Παπαντωνίου ανέφερε χτες το μεσημέρι ότι το συνολικό κόστος από τη μείωση των δύο αυτών φόρων μαζί με τη μείωση των φόρων στα πετρελαιοειδή θα ανέλθει στα 180 δισ. δραχμές (ειδικά για τα αυτοκίνητα εκτιμούν μια μεσοσταθμική μείωση της τελικής τιμής 5%). Αντίθετα από το περιβάλλον της υπουργού Ανάπτυξης δίνονταν μέσω "διαρροών" άλλα στοιχεία, τα οποία ανατρέπουν τα στοιχεία του Γ. Παπαντωνίου. Πέρα πάντως από το επίπεδο των εντυπώσεων που επιχειρούν να δημιουργήσουν οι δύο υπουργοί - για προσωπικούς (και όχι μόνο) λόγους - τα πολιτικά ζητήματα που προκύπτουν από τις κυβερνητικές αυτές αποφάσεις, είναι βασικά δύο.

Κατά πρώτο: Το όλο κόστος εφαρμογής των μέτρων αυτών θα το πληρώσουν οι εργαζόμενοι μέσω της πολύ σκληρής εισοδηματικής πολιτικής που θα εφαρμοστεί το 1999. Επομένως, οι ισχυρισμοί Παπαντωνίου για "ελάφρυνση των λαϊκών εισοδημάτων" από τη μείωση των έμμεσων φόρων, είναι παραπλανητικοί.

Το δεύτερο είναι ότι η κυβέρνηση Σημίτη, σεβόμενη το "ιερό δικαίωμα" των καπιταλιστικών κερδών, ουσιαστικά αναγνωρίζει ότι για τη μείωση του πληθωρισμού ενεργοποιούνται όλοι οι υπόλοιποι μηχανισμοί παρέμβασης στις τιμές (εισοδηματική πολιτική, έμμεση φορολογία) εκτός από τον παράγοντα επιχειρηματικά κέρδη, τα οποία διατηρούνται ανέπαφα. Εμμεσα δηλαδή αναγνωρίζουν ότι οι λεγόμενες συμφωνίες κυρίων, όπου οι μεγάλες επιχειρήσεις θα συναινέσουν οικειοθελώς στη μείωση των κερδών τους (ώστε να επιτευχθεί ο μεγάλος "εθνικός" στόχος της ένταξης της Ελλάδας στην ΟΝΕ) δεν είναι παρά στάχτη στα μάτια του κόσμου, εν όψει της νέας λαίλαπας που θα ξεκινήσει το 1999.

ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ 1999
Και σενάριο μηδενικής αύξησης στο α' τρίμηνο!

Επιδιώκοντας την "πάση θυσία" συγκράτηση του πληθωρισμού στα όρια που θέτει η ΟΝΕ, το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης επεξεργάστηκε 3 σενάρια εισοδηματικής πολιτικής, από το οποία το ένα είναι χειρότερο από το άλλο, καθώς διαφέρουν μεταξύ τους στο μέγεθος της σχεδιαζόμενης μείωσης της αγοραστικής δύναμης των μισθών και συντάξεων

Εισοδηματική πολιτική που θέλει "να βγάλει από τη μύγα ξίγκι", σχεδιάζει να εφαρμόσει για το 1999 η κυβέρνηση Σημίτη, για τους εργαζόμενους στο δημόσιο τομέα και τους συνταξιούχους. Αδιάψευστος μάρτυρας είναι και το γεγονός ότι μεταξύ των σεναρίων που συζητούνται στο οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης είναι και το σενάριο που προβλέπει τη χορήγηση ονομαστικής αύξησης στους μισθούς και συντάξεις όχι από την 1η Γενάρη 1999, αλλά από την... 1η Απρίλη! Το σενάριο αυτό είναι το χειρότερο σε σχέση με τα άλλα δύο σενάρια εισοδηματικής πολιτικής του 1999. Με το σενάριο αυτό η κυβέρνηση ερωτοτροπεί σοβαρά με την ιδέα να "φάει" την ονομαστική αύξηση των μισθών και συντάξεων του πρώτου τριμήνου του 1999, με το επιχείρημα ότι η θυσία αυτή - η τελευταία λένε που καλούνται να υποστούν οι εργαζόμενοι και συνταξιούχοι - είναι "αναγκαία" για να συγκρατηθεί ο πληθωρισμός του χρόνου στα χαμηλά επίπεδα του 3% και άρα να πάρει η Ελλάδα το εισιτήριο για την ένταξη στην ΟΝΕ το 2001.

Σύμφωνα με πληροφορίες, στα δύο επικρατέστερα σενάρια εισοδηματικής πολιτικής στο δημόσιο για το 1999, που συζητούσαν μέχρι πρόσφατα στο οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης (και τα δύο σενάρια πρόβλεπαν μείωση της αγοραστικής δύναμης των μισθωτών και συνταξιούχων), προστέθηκε τις τελευταίες μέρες και ένα τρίτο σενάριο, το οποίο κάνει ακόμη μεγαλύτερη τη σχεδιαζόμενη μείωση.

Συγκεκριμένα:

  • Το πρώτο σενάριο προβλέπει εφάπαξ ονομαστική αύξηση 2% από την 1η Γενάρη που δίνει μέση ετήσια αύξηση 2%.
  • Το δεύτερο σενάριο προβλέπει ονομαστική αύξηση 1% την 1η Γενάρη και 1% την 1η Ιούλη. Το σενάριο αυτό βγάζει μέση ετήσια ονομαστική αύξηση μόλις 1,5%.
  • Το τρίτο σενάριο εισοδηματικής πολιτικής, που προστέθηκε τις τελευταίες μέρες, προβλέπει 0% (μηδενική) αύξηση για το πρώτο τρίμηνο Γενάρης-- Μάρτης 1999 και εφάπαξ αύξηση 2% από την 1η Απρίλη. Με το σενάριο αυτό - που "τρώει" τις αυξήσεις του α τριμήνου 1999 - η μέση ετήσια ονομαστική αύξηση των μισθών και συντάξεων περιορίζεται στο συμβολικό ποσοστό του... 1,2%!

Από τα παραπάνω είναι φανερό πως οι ονομαστικές αυξήσεις των μισθών και συντάξεων, που σχεδιάζει για το 1999 η κυβέρνηση, υπολείπονται σημαντικά του προσδοκώμενου πληθωρισμού. Δηλαδή, όλα τα σενάρια εισοδηματικής πολιτικής 1999 καταρτίστηκαν με βάση την απόφαση της κυβέρνησης Σημίτη να επιδιώξει τη μείωση του πληθωρισμού στα όρια του 3%, που θεωρείται και ο πιο δύσκολος στόχος για την ένταξη της Ελλάδας στην ΟΝΕ. Και παρά το γεγονός ότι όλο και περισσότερα κυβερνητικά στελέχη αναγνωρίζουν πως στην Ελλάδα έχουμε πληθωρισμό κερδών και όχι μισθών (αδιάψευστος μάρτυρας και το γεγονός ότι οι μεγάλες βιομηχανικές, τραπεζικές, ασφαλιστικές, εμπορικές κλπ. επιχειρήσεις εμφανίζουν διψήφια και τριψήφια ποσοστά αύξησης κερδών και πάντως πολλαπλάσια του πληθωρισμού), ο πρωθυπουργός Κ. Σημίτης και το οικονομικό του επιτελείου επιμένουν να αναζητούν τη συγκράτηση του πληθωρισμού και το 1999 με τη μείωση της αγοραστικής δύναμης των μισθών και συντάξεων.

Δεν πρέπει επίσης να περάσει απαρατήρητο ότι τα ποσοστά ονομαστικών αυξήσεων μισθών και συντάξεων που δίνουν τα 3 σενάρια (από 1,2% μέχρι και 2%) θα είναι ακόμη μικρότερα. Κι αυτό για τους εξής λόγους:

Πρώτον, επειδή η ονομαστική αύξηση που ορίζεται με την εισοδηματική πολιτική, υπολογίζεται μόνο στο βασικό μισθό και το χρονοεπίδομα και όχι στο σύνολο των αποδοχών. Παραμένουν δηλαδή παγωμένα στα επίπεδα του 1997 και του 1998 το οικογενειακό επίδομα, το "κίνητρο απόδοσης" κλπ.

Δεύτερον, επειδή οι κρατήσεις για τα ασφαλιστικά ταμεία υπολογίζονται στο 100% των αυξήσεων.

Αξίζει μάλιστα εδώ να σημειωθεί ότι θα υπάρξουν πολλοί μισθωτοί και συνταξιούχοι που το 1999 θα παίρνουν μικρότερο μισθό ή σύνταξη σε σχέση με φέτος, για τον απλό λόγο επειδή η κυβέρνηση αποφάσισε να μην τιμαριθμοποίησει το 1999 τη φορολογική κλίμακα και τα άλλα αφορολόγητα ποσά,εν γνώσει της ότι έτσι αυξάνει τη φορολογική επιβάρυνση για όλους τους φορολογούμενους που θα περάσουν σε ανώτερο κλιμάκιο φορολογούμενου εισοδήματος. Θα βρεθούν δηλαδή πολλοί μισθωτοί ή και συνταξιούχοι, που με την εισοδηματική πολιτική του 1998 θα πάρουν ονομαστική αύξηση των μισθών και συντάξεων 3.000 ή 4.000 ή 5.000 δραχμές το μήνα, αλλά λόγω μη τιμαριθμοποίησης της φορολογικής κλίμακας και των αυξημένων κρατήσεων για τα ασφαλιστικά τους ταμεία θα τους παρακρατηθούν 4.000 η 5.000 ή 6.000 δραχμές! Θα βρεθούν δηλαδή πολλοί μισθωτοί που θα λένε "καλύτερα να μην είχα πάρει την αύξηση" ή... θα παρακαλούν να μην εφαρμοστεί γι' αυτούς η εισοδηματική πολιτική του 1999!

ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΙΑΚΟΙ ΦΟΡΕΙΣ ΠΡΩΤΕΥΟΥΣΑΣ
Στα 66 δισ. οι επιχορηγήσεις το '99

Ποσό συνολικού ύψους 66 δισ. δραχμών σχεδιάζει να δώσει η κυβέρνηση το 1999 στους συγκοινωνιακούς φορείς από τα ταμεία του κράτους. Σύμφωνα με πληροφορίες, αυτό είναι το κονδύλι που θα εγγράψει η κυβέρνηση στον κρατικό προϋπολογισμό του 1999 ως επιχορήγηση στους συγκοινωνιακούς φορείς της πρωτεύουσας (ΕΘΕΛ, ΗΛΠΑΠ, ΗΣΑΠ, ΟΣΕ). Το ποσό αυτό φαντάζει μεγάλο, σε σχέση με τα 51 δισ. δραχμές που είχαν προϋπολογιστεί να δοθούν φέτος (το ύψος που τελικά θα κλείσουν είναι άγνωστο ακόμη) ως επιχορήγηση στους συγκοινωνιακούς φορείς, οι οποίοι ας σημειωθεί ότι φέτος το καλοκαίρι επέβαλαν - με τις ευλογίες της κυβέρνησης - τσουχτερές αυξήσεις στα εισιτήρια. Στην πραγματικότητα όμως, οι επιχορηγήσεις των συγκοινωνιακών φορέων, χρόνο με το χρόνο, κουτσουρεύονται σε όλο και πιο χαμηλά επίπεδα. Αυτό φαίνεται και από το γεγονός ότι το ποσό που προϋπολογίζεται να δοθεί το 1999, βρίσκεται - σε πραγματικές τιμές - κάτω από τα επίπεδα του 1996, που είχαν δοθεί (εκτιμήσεις πραγματοποιήσεων) 59,6 δισ. δραχμές. Σε τιμές 1999 τα 59,6 δισ. δραχμές ισοδυναμούν με 68 περίπου δισ. δραχμές.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ