ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Τρίτη 25 Αυγούστου 1998
Σελ. /28
ΚΕΝΗ
ΣΤΡΑΤΟΠΕΔΑ ΓΥΝΑΙΚΩΝ
Δραματικά περιστατικά

2ο ΜΕΡΟΣ

Τον Ιούλη του 1948 ένα δραματικό περιστατικό συγκλόνισε το στρατόπεδο της Χίου. Η Διοίκηση άρπαξε γκαγκστερικά 21 παιδάκια από τις μανάδες τους για να τα κλείσει σε ορφανοτροφείο. Ηταν δεκαπέντε κοριτσάκια και 6 αγοράκια. Τα κοριτσάκια τα 'κλεισαν σε ορφανοτροφείο της Χίου και τα 6 αγοράκια τα ξαπέστειλαν στο ορφανοτροφείο της Μυτιλήνης. Στόχος τους, φυσικά, ήταν ν' αρπάξουν δηλώσεις. Ομως, οι μανάδες έσφιξαν τις καρδιές τους και στάθηκαν ορθές ν' αντιμετωπίσουν τη συμφορά τους. Δεν υπόγραψε καμιά!

Για να δημιουργούν σύγχυση καθημερινά, αναστάτωση και αγωνία, δεν άφηναν ποτέ σε ησυχία το στρατόπεδο! Μετακινήσεις και ανταλλαγές των εξορίστων διατάσσονταν από κτίριο σε κτίριο. Χώρια οι ανταρτοοικογένειες, ο αγροτικός πληθυσμός που ήταν άπορος και ρημαγμένος και χώρια οι Αθηναίες, οι γραμματισμένες και εύπορες, τα "στελέχη", οι "επικίνδυνες". Αυτές που κατά την αντίληψή τους θα επηρέαζαν αγωνιστικά τις αγρότισσες και θα τις βοηθούσαν οικονομικά με τις επιταγές και τα δέματά τους.

Στα τέλη Ιούλη του 1948, μεσονύχτι ακόμα, ξυπνούσαν το στρατόπεδο με ουρλιαχτά και τις σφυρίχτρες τους, οι ένοπλοι χωροφύλακες. Πετάχτηκαν έντρομες οι εξόριστες. Βγήκαν στην αυλή. Εκείνοι, με τον κατάλογο στο χέρι διάβασαν μερικά ονόματα και διέταξαν: Οσες άκουσαν τα ονόματά τους να ετοιμάσουν τα πράγματά τους και να μπουν στη γραμμή, για μεταγωγή! Για πού; Κανείς δεν ήξερε. Κάποιου χωροφύλακα, του ξέφυγε, τάχα, και ψιθύρισε για... Ελ - Τάμπα... και κάποιος άλλος κάτι είπε για Ικαρία... για να σπείρουν τον πανικό.

Ξεκίνησαν παρατεταγμένες στις τριάδες τους. Τις σταμάτησαν ύστερα από λίγο μπροστά σ' ένα κτίριο που 'μοιαζε με σχολείο. Ξημέρωσε. Ηταν, πράγματι, το Δημοτικό Σχολείο "Αγιος Θωμάς". Ετσι οι "επικίνδυνες" του στρατοπέδου Χίου αποτέλεσαν το "παράρτημα". Η λέξη "παράρτημα" στάθηκε το φόβητρο, ο μπαμπούλας για τις εξόριστες του κεντρικού στρατοπέδου Χίου. Ποια μίλησε; Ποια διαμαρτυρήθηκε; Την άρπαζε ο Παντζάρας (1), το μαντρόσκυλο του στρατοπέδου και τη μετάφερνε στο "παράρτημα" αμέσως.

Κι όλο κατέφθαναν πολιτικές εξόριστες στο στρατόπεδο της Χίου, απ' όλη την Ελλάδα. Ρήμαζαν τα σπίτια τους, ξεθεμελιώνονταν τα νοικοκυριά τους. Τα παιδιά τους μόνα κι έρημα, γύρναγαν στους πέντε δρόμους. Κι οι γονείς τους οι "προγραμμένοι" σάπιζαν στα Μακρονήσια, στον Αη Στράτη, την Ικαρία, τη Χίο.

Καμιά συγκεκριμένη κατηγορία δεν τους βάραινε. Το μοναδικό έγκλημά τους ήταν πως αγωνίστηκαν στην κατοχή κατά του φασισμού κι "εμφορούνταν απ' αναρχικάς κομμουνιστικάς ιδέας". Και τώρα, μετά τη συμφωνία της Βάρκιζας και την παράδοση των όπλων, οι διώκτες τους: η δοσίλογη Δεξιά και οι ξένοι προστάτες της - "σύμμαχοι" Αγγλοι και Αμερικάνοι αργότερα απαιτούσαν από τους αγωνιστές - αγωνίστριες να υπογράψουν το ταπεινωτικό χαρτί: Τη δήλωση μετάνοιας και την αποκήρυξη του ΚΚΕ και του ΕΑΜ.

Με τη συμπλήρωση ενός χρόνου εξορίας κατέφθανε σε κάθε εξόριστη παράταση της εκτόπισής της "δι' εν εισέτι έτος". Πανομοιότυπη για όλες! Παραθέτουμε μια που διαφύλαξε η Μαρία Κυριακίδου.

Στο παράρτημα με τις "επικίνδυνες"

Πήραν να καθαρίσουν, να συγυρίσουν το νέο τους κατάλυμα. Μετέφεραν τα θρανία, τις έδρες, τους πάγκους στην αποθήκη να δημιουργήσουν χώρο.

Ο κανονισμός της νέας ζωής τους στο "παράρτημα" ήταν αβάσταχτος. Οι συνθήκες διαβίωσής τους σκληρές κι απάνθρωπες. Χειρότερες απ' ό,τι στο στρατόπεδο. Βασικά, το μεγάλο, το κυρίαρχο πρόβλημα που τις καταδίωκε κι εδώ, ήτανε το νερό. Εδώ, με το κλείσιμο των σχολείων, το είχανε κόψει. Κάποτε άφησαν να λειτουργήσει ένας σωλήνας πάνω. Μα αυτό δεν έλυνε το πρόβλημα, γιατί το χρησιμοποιούσε η φρουρά. Με τις πολλές διαμαρτυρίες τους, τους επέτρεψαν να παίρνουν λίγους κουβάδες από το πηγάδι τ' αντικρινού σπιτιού, με συνοδεία πάντα. Μα αυτό ήτανε σταγόνα στον ωκεανό των αναγκών τους. Κάτι βρώμικα βαρέλια που πλύθηκαν και χρησιμοποιήθηκαν για τη συγκέντρωση νερού, αποδείχτηκαν ακατάλληλα. Το νερό βρωμούσε. Οι εξόριστες δοκιμάζονταν σκληρά. Τόσο που, νοσταλγούσαν το παλιό στρατόπεδο...

Με το άνοιγμα των σχολείων το Σεπτέμβρη, τις μετέφεραν στις αποθήκες της χωροφυλακής. Ετσι βρέθηκαν πιο κοντά στο στρατόπεδο. Η αποθήκη, η νέα φυλακή τους ήτανε φριχτή. Χαμηλή, υγρή, τσιμεντοστρωμένη βρωμούσε κλεισούρα, μούχλα, βενζίνες, λάδια και πετρέλαιο. Σ' αυτό το μπουντρούμι θα ζούσαν άρρωστες και γερές. Μαζί με τα τέσσερα παιδάκια με τις μανάδες τους. Βάλθηκαν όλες να τη σκουπίσουν, να την καθαρίσουν, να την ασπρίσουν με λίγο ασβέστη που βρέθηκε σ' ένα λάκκο. Να την ανθρωπέψουν. Από τη στέγη της έλειπαν ολόκληρες σειρές κεραμίδια. Με την πρώτη βροχή τα νερά μούσκεψαν τα στρώματά τους. Ανήσυχες κουβάλησαν κουβάδες, λεκάνες και κονσερβοκούτια να τα περισώσουν. Κι εκείνες στριμώχτηκαν σε μια γωνιά. Στα παράπονα και τις διαμαρτυρίες τους δεν απαντούσε η διοίκηση.

Και πώς ν' απαντήσει; Εκείνη βάδιζε πάνω σε προγραμματισμένο σχέδιο, που σήμαινε εξόντωση με όλα τα μέσα. Η αποκήρυξη του ΚΚΕ και του ΕΑΜ και δήλωση μετάνοιας.

Ανάμεσα σε δυο χωρίσματα της αποθήκης που τοποθετήθηκαν οι εξόριστες, απαγορεύτηκε η επικοινωνία. Ακόμα και η κοινή αυλή χωρίστηκε με σύρματα. Απομονωμένες και μεταξύ τους οι εβδομήντα "επικίνδυνες" που πολύ σύντομα ξεπέρασαν τις διακόσιες! Γιατί οι αποστολές από το κεντρικό στρατόπεδο όλο και πύκνωναν. Είκοσι πέντε κατέφθασαν προχθές.

Πρόβλημα κι εδώ το νερό! Προβληματική η ατομική και γενική καθαριότητα. Ανοιγαν τις βρύσες οι χωροφύλακες κατά την πρωινή ώρα της εξόδου. Οι εξόριστες για να προλάβουν να προμηθευτούν νερό στερούνταν την πρωινή τους έξοδο.

Κάθε επαφή τους με τον έξω κόσμο απαγορευόταν αυστηρά. Απαγορευόταν ακόμα να επισκέπτονται το ιατρείο και οδοντιατρείο του στρατοπέδου, όταν αρρώσταιναν ή πονούσαν τα δόντια τους.

Σε μια γωνιά, εκεί στο διάδρομο έχτισαν οι εργάτες πρόχειρα κάτι αποχωρητήρια που τα χώρισαν με λινάτσες. Κι ακριβώς αντίκρυ τους τοποθέτησαν τη σκοπιά. Μεγάλο μαρτύριο για τις εξόριστες. Τη νύχτα δεν τους επιτρεπόταν να βγουν στο διάδρομο και να τα χρησιμοποιήσουν. Ετσι, υπέμεναν το μαρτύριο της "βούτας"! Ολο απαγορεύσεις και σκληροί περιορισμοί ήταν το πρόγραμμά τους.

Και πάντα καταφθάνανε τα μαύρα μηνύματα από τους δικούς τους: Εκείνος καταδικάστηκε σε θάνατο. Εκείνος εκτελέστηκε. Ο τάδε σκοτώθηκε στη μάχη. Κι ακόμα, πάνω απ' τα κεφάλια τους πλανιόταν πάντα το φάσμα του στρατοδικείου. Πολλές κοπέλες είχαν δικαστεί και καταδικαστεί απ' το στρατοδικείο. Πριν λίγες μέρες είχαν αρπάξει μέσ' απ' τα χέρια τους, την Αλίκη Τσουκαλά. Μια κοπέλα γεμάτη νιάτα κι ομορφιά που καταδικάστηκε σε θάνατο στα δεκαεννιά της χρόνια κι εκτελέστηκε στη Χαλκίδα. Ο πόνος τους ήταν μεγάλος.

Οπως, και μ' όλα τα στρατοπεδικά δεινά και την απομόνωσή τους, δεν παραδόθηκαν στην κατάθλιψη. Δεν απελπίστηκαν. Δεν ακολούθησαν μοιρολατρικά την εξόντωσή τους. Αντιστάθηκαν μ' όλες τους τις δυνάμεις στους ποικιλώνυμους εχθρούς και τις απαγορεύσεις τους.

Δειλά - δειλά έκαμε την εμφάνισή της η "τσιμπίδα" γνωστή από το κεντρικό στρατόπεδο. Αυτή σατίριζε καλοπροαίρετα τα παθήματα της ημέρας στην καθεμιά και διασκέδαζαν τα βράδια. Σιγά σιγά και σταθερά οργάνωσαν την πνευματική ζωή τους. Διάβαζαν τα λιγοστά βιβλία που βρίσκονταν ανάμεσά τους. Συζητούσαν, σχολίαζαν, έκριναν. Παρακολουθούσαν με πολύ ενδιαφέρον τις διαλέξεις που έκαναν οι συνεξόριστες επιστημόνισσες. Οι δασκάλες συγκρότησαν τις γκρούπες τους και παρέδιδαν τα μαθήματά τους. Ομως δυσκολεύτηκαν πολύ στο καθήκον τους. Πώς θα επικοινωνούσαν με τις μαθήτριές τους, που έμεναν στο απαγορευμένο χώρισμα; Και μ' όλο που οι "τσίλιες" βρίσκονταν πάντα στο πόστο τους να ειδοποιήσουν την "παράνομη" που παραβίαζε τους κανονισμούς, πολλές φορές οι δασκάλες την πλήρωναν με κρατητήριο, στέρηση αλληλογραφίας και στέρηση εξόδου στην αυλή.

Μα κείνες αντιστέκονταν κι αγωνίζονταν ορθές.

Κείνον τον καιρό και κάτω απ' αυτές τις σκληρές συνθήκες της πειθαρχημένης διαβίωσης, η Ρόζα Ιμβριώτη και η Λίζα Κόττου, φιλόλογοι, δίδαξαν στις συνεξόριστές τους την τραγωδία του Αισχύλου: "Προμηθέας Δεσμώτης". Μοιράσανε τους ρόλους και αρχίσαν τις πρόβες. Μα η διοίκηση απαγόρευσε την παράσταση.

Στην επέτειο του ΟΧΙ (Οκτώβρης 1948) ετοίμασαν τη γιορτή τους. Σ' ένα παράθυρο της αποθήκης κυμάτιζε περήφανα στον αέρα η γαλανόλευκη. Ο Παντζάρας σκύλιασε μόλις την είδε. Πώς τόλμησαν οι "βουλγάρες;". Μαζί με δυο άλλους χωροφύλακες, τα τσιράκια του, ούρλιαζε: "Κατεβάστε τη γρήγορα, γιατί θα πεθάνετε!".

"Εμείς δεν την αγγίζουμε, δήλωσαν αποφασιστικά οι εξόριστες. Σήμερα γιορτάζουμε το ΟΧΙ της Πατρίδας στο φασισμό. Αμα θέλετε σεις, κατεβάστε τη μόνοι σας".

Χίμηξαν οι χωροφύλακες να την γκρεμίσουν. Μα, οι εξόριστες άρχισαν να τραγουδούν ορθές τον Εθνικό Υμνο.

Σε γνωρίζω από την κόψη...

Οι χωροφύλακες στυλωμένοι σε στάση προσοχής απέδιδαν τιμές. Και 'μειναν εκεί κλαρίνο, αρκετήν ώρα. Γιατί οι εξόριστες, συνεπαρμένες από τον Υμνο της λευτεριάς, δεν αποφάσιζαν να τον σταματήσουν. Μόνο, σαν εξαντλήθηκαν οι αθάνατες στροφές:

Και σαν πρώτα ανδρωμένη

χαίρε ω χαίρε ελευθεριά"

Τότε είδαν να γλιστράνε ζεματισμένοι ένας - ένας οι χωροφύλακες, χωρίς ν' αγγίξουν το σύμβολο της Πατρίδας.

Ετσι δύσκολα, βασανιστικά αργοκυλούσε ο καιρός ίσαμε τη μεταγωγή τους στο Τρίκκερι, τον Απρίλη του 1949 μαζί με το κεντρικό στρατόπεδο.

ΑΥΡΙΟ το 3ο ΜΕΡΟΣ

1. Πρόκειται για τον ενωμοτάρχη Παπαναστασίου: Ητανε πάντα οργισμένος και κόκκινος σαν παντζάρι. Κι οι εξόριστες τον είπανε Παντζάρα.

Στρατόπεδο Χίου, 1948: Διανομή συσσιτίου από το καζάνι στους κουβάδες

Στρατόπεδο Χίου, 1948: Διανομή συσσιτίου από το καζάνι στους κουβάδες για κάθε θάλαμο

Αριστερά: Η υπηρεσία καθαριότητας ετοιμάζει τον ασβέστη για άσπρισμα



Διακήρυξη της ΚΕ του ΚΚΕ για τη συμπλήρωση 80 χρόνων από το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου και την Αντιφασιστική Νίκη των Λαών
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ