Οι κυριότερες εκδοχές που έχουν διατυπωθεί γύρω από τη δολοφονία του Πολκ και που αξίζει να σημειωθούν - είτε γιατί αποτελούν μέρος της ιστορίας είτε γιατί διακρίνονται για τη σοβαρότητα των στοιχείων στα οποία στηρίζονται - είναι οι εξής:
Η επίσημη εκδοχή του ελληνικού κράτους - όπως διατυπώθηκε, τότε, μέσα από τη σύλληψη, δίκη και καταδίκη του Στακτόπουλου - με την απόλυτη κάλυψη των ξένων επικυρίαρχων Αμερικανών και Βρετανών, θεωρεί πως η δολοφονία του Πολκ σχεδιάστηκε και εκτελέστηκε από το ΚΚΕ ύστερα από εντολή της Κομινφόρμ(Γραφείο Πληροφοριών). Η εκδοχή αυτή αν και ισχύει τυπικά ως τα σήμερα, όπως προαναφέραμε, έχει καταρρεύσει παταγωδώς. Εντούτοις μια παραλλαγή της - εξίσου εξωφρενική - διατυπώθηκε από τον καθηγητή Στ. Ξύδη (δημοσιεύτηκε στην Ελλάδα σε σειρά άρθρων στην "Καθημερινή" από τις 21/9/1975 ως τις10/10/1975). Ο Ξύδης υποστηρίζει ότι φαινομενικά τον Πολκ τον σκότωσαν οι αγγλικές μυστικές υπηρεσίες ενώ στην πραγματικότητα θεωρεί ότι επρόκειτο για δουλιά των Σοβιετικών!!! Και για να το αποδείξει ισχυρίζεται ότι τη δολοφονία οργάνωσε ο Κιμ Φίλμπι που ήταν Σοβιετικός πράκτορας μέσα στις αγγλικές μυστικές υπηρεσίες. Πρόκειται για ισχυρισμούς χωρίς στοιχεία που μάλλον ταιριάζουν σε σενάρια σατανικής αστυνομικής έμπνευσης (τους ισχυρισμούς του Ξύδη αντικρούει επιτυχώς κατά τη γνώμη μας ο Κ. Χατζηαργύρης στο παράρτημα της δεύτερης έκδοσης του βιβλίου του για την υπόθεση Πολκ).
Ο Κ. Χατζηαργύρης, στενός φίλος του Πολκ - που παρ' ολίγο να θεωρηθεί ως ο υπ' αριθμόν 1 ύποπτος για τη δολοφονία του - στο προαναφερόμενο βιβλίο του υποστηρίζει πως τον ανταποκριτή του CBS δολοφόνησαν οι Βρετανοί. Ο συγγραφέας φέρνει πλήθος πειστικών επιχειρημάτων για να στηρίξει την εκδοχή του αυτή που όμως ο χώρος δε μας επιτρέπει να τα παραθέσουμε. Κατά παράδοξο (;), ίσως, τρόπο υπέρ της εκδοχής ότι υπεύθυνοι της δολοφονίας είναι οι Αγγλοι τοποθετήθηκε σε ανύποπτο χρόνο και ο γνωστός αρχιχαφιές Ιωάννης Πανόπουλος που για μεγάλο χρονικό διάστημα ήταν διευθυντής της αστυνομίας πόλεων στο υπουργείο Εσωτερικών. Σε μια δίκη που έγινε το 1956 για άσχετο θέμα, ο Πανόπουλος κατέθεσε - χωρίς να υπάρχει κάποιος φανερός λόγος - ότι είχε συστήσει στους Αμερικάνους αν ήθελαν να μάθουν περισσότερα για τη δολοφονία του Πολκ να μεταβούν "βορειότερον προς το Λονδίνο". Πρόσθεσε δε πως στις απειλές τις δικές τους ότι θα γραφούν για το θέμα, στις ΗΠΑ, πράγματα σε βάρος της ελληνικής κυβέρνησης, αυτός απείλησε ότι θα δημοσίευε όσα γνώριζε (Γρ. Στακτόπουλου: "Υπόθεση Πολκ", σελ. 399 - 400 και εφημερίδα "Απογευματινή" 19/4/1956).
Ο Εντμουντ Κίλι - αδελφός του Αμερικάνου πρώην πρεσβευτή στη χώρα μας - στο βιβλίο του "Εγκλημα στο Θερμαϊκό" (εκδόσεις ΓΝΩΣΗ) με πλήθος στοιχείων αναλύει το περίπλοκο της υπόθεσης και ξεσκεπάζει την προβοκάτσια σε βάρος του ΚΚΕ (υπόθεση Στακτόπουλου) σημειώνοντας ότι γι' αυτή συνεργάστηκαν Αμερικάνοι, Αγγλοι και Ελληνες, "ταγμένοι - όπως λέει, αντικομμουνιστές" (σελ. 490).
Ο γνωστός δημοσιογράφος και ιστορικός ερευνητής Φ. Οικονομίδης, στο βιβλίο του "Πόλεμος Διείσδυση και προπαγάνδα" υποστηρίζει ότι "πίσω από τη δολοφονία του Πολκ κρύβονταν οι αμερικάνικες μυστικές υπηρεσίες σε συνεργασία με τμήματα του ελληνικού και βρετανικού στρατιωτικού κατεστημένου" (σελ. 10 - 11). Σ' όλο το βιβλίο μέσα από πλήθος στοιχείων, εκείνο που προβάλλει είναι η αμερικάνικη εμπλοκή στη στυγερή αυτή πολιτική δολοφονία.
Τέλος, έχει διατυπωθεί σε διάφορες παραλλαγές η άποψη πως τον Πολκ δολοφόνησε η ελληνική Δεξιά, παρακρατικοί, ΕΣΑ κλπ. ενώ στον κατάλογο των υπόπτων εμφανίζονται ονόματα Ελλήνων αξιωματούχων ακόμη και αυτό του Ντίνου Τσαλδάρη (Μια σύντομη αλλά περιεκτική παρουσίαση όλων των εκδοχών γύρω από το θέμα της δολοφονίας του Πολκ, υπάρχει στο βιβλίο του Κ. Παπαϊωάννου που προαναφέραμε, στις σελίδες 85 - 98. Ο συγγραφέας θεωρεί ότι τη δολοφονία οργάνωσαν οι Αμερικάνοι).
Θα μάθουμε άραγε όλη την αλήθεια γύρω από την υπόθεση Πολκ; Πιθανόν ναι, πιθανόν όχι. Κι αν μάθουμε, αυτό θα γίνει, μάλλον, ύστερα από αρκετά χρόνια, γιατί πέραν των άλλων, αυτή η υπόθεση είναι άμεσα συνδεδεμένη με το καθεστώς των στενών σχέσεων της άρχουσας τάξης της Ελλάδας με τους ιμπεριαλιστές, με το καθεστώς της αμερικανοκρατίας ειδικότερα. Ενα καθεστώς πάνω στο οποίο στηρίχτηκε όλος ο μεταπολεμικός ελληνικός καπιταλισμός. Γι' αυτό το συμπέρασμα, δεν μπορεί να υπάρχει δεύτερη γνώμη. Ανεξαρτήτως ποιοι σκότωσαν τον Πολκ, ανεξαρτήτως αν αυτοί ήταν Ελληνες, παρακρατικοί ή κρατικοί παράγοντες (άλλωστε οι μεν και οι δε ήταν συγκοινωνούντα δοχεία), ανεξαρτήτως αν τον σκότωσαν Εγγλέζοι ή Αμερικάνοι ή και όλοι μαζί σε αγαστή συνεργασία, ένα είναι βέβαιο: Οι πάντες - όλοι δηλαδή οι προαναφερόμενοι - συνεργάστηκαν ώστε να μην αποκαλυφθούν ποτέ οι ένοχοι, να κουκουλωθεί η πραγματική διάσταση της υπόθεσης και να στηθεί μια σκευωρία σε βάρος του ΚΚΕ και του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος, του λαϊκοδημοκρατικού κινήματος στη συγκεκριμένη ιστορική στιγμή και του ΔΣΕ, με εξιλαστήριο θύμα τον Γρ. Στακτόπουλο. Ο Πανόπουλος - σύμφωνα με όσα λέει ο Χατζηαργύρης στο βιβλίο του, σελ. 110 - 111 - είχε πει κάποτε στο δικηγόρο Δημοσθένη Μιράσγετζη: "ο Στακτόπουλος πιάστηκε και δικάστηκε γιατί έπρεπε να πιαστεί τότε και να καταδικαστεί κάποιος σαν ένοχος. Μας το ζητούσε τελεσιγραφικά η Αμερική. Το υπηρεσιακό συμβούλιο, που λειτουργούσε για την ανάκριση Πολκ, πληροφορήθηκε μια μέρα από τον Ρέντη πως η αμερικάνικη κυβέρνηση απαιτεί κατηγορηματικά να βρεθεί οπωσδήποτε κάποιος ένοχος. Οι Αμερικάνοι είχαν δώσει στο Σοφούλη μια πολύ σύντομη προθεσμία για να πετύχει τούτο το αποτέλεσμα, και προειδοποιούσαν πως σε αντίθετη περίπτωση θα έπρεπε μοιραία να κοπεί η βοήθεια στην Ελλάδα. Με βάση αυτήν του την εισήγηση, ο Ρέντης κάλεσε το υπηρεσιακό συμβούλιο να πάρει αποφάσεις. Από τις βιαστικές ανταλλαγές απόψεων και πληροφοριών που ακολούθησαν, προέκυψε μοιραία το όνομα του Στακτόπουλου σαν του πιο κατάλληλου για το ρόλο του θύματος. Δεν ήταν ολότελα ο πιο ενδεδειγμένος για τούτο ο Στακτόπουλος. Δεν ήταν από κείνους που θα δεχόταν για λίγο χρήμα να τα ομολογήσουν όλα, να καταδικαστούν σε θάνατο, και να εμφανιστούν έξι μήνες αργότερα με άλλο όνομα και διαβατήριο στην Αμερική. Μα ήταν ο σχετικά πιο κατάλληλος για το ρόλο".
Ετσι για να μαθαίνουμε πώς έστηναν δουλιές η ντόπια ολιγαρχία, τα όργανά της και οι ξένοι επικυρίαρχοι.
Δε χωράει αμφιβολία πως ντόπιοι και ξένοι (η κυβέρνηση των Αθηνών με τα όργανά της, οι Αμερικάνοι και οι Αγγλοι) είχαν ισχυρό συμφέρον να κουκουλωθούν τα πράγματα. Κι αυτό το συμφέρον τους, δεν εξαντλείται μόνο στην προσπάθειά τους να φορτώσουν τη δολοφονία στο κομμουνιστικό κίνημα, αν και ήταν ένας από τους στόχους τους, προκειμένου να αποδυναμώσουν από το λαϊκό έρεισμα τόσο το ΚΚΕ και το ΔΣΕ, όσο και το λαϊκό κίνημα, που πάλευε σε άκρως αντίξοες συνθήκες για να πάρει ο λαός μας την τύχη του στα χέρια του. Οι Αμερικάνοι ήθελαν την Ελλάδα προτεκτοράτο τους, για χρησιμοποίησή της τόσο ενάντια στο σοσιαλιστικό σύστημα που δυνάμωνε μετά τον πόλεμο, όσο και για τα συμφέροντά τους στην Εγγύς και τη Μέση Ανατολή, αλλά και στην Ανατολική Μεσόγειο. Ετσι εξηγείται το πέπλο μυστηρίου που σκεπάζει την υπόθεση Πολκ ως τα σήμερα. Ετσι ερμηνεύεται το γεγονός ότι αν και πέρασαν 50 χρόνια από τότε, τα στόματα μένουν κλειστά και τα σχετικά αρχεία εφτασφράγιστα. Γι' αυτό δεν ξανάνοιξε, έστω δικαστικά, ο φάκελος της υπόθεσης - ώστε να αποκατασταθεί πλήρως ο Στακτόπουλος - με αποτέλεσμα να παραμένει, τυπικά τουλάχιστον, εν ισχύ, ως επίσημη εκδοχή, η σκευωρία που στήθηκε τότε.
Κείμενα: Γιώργος ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΣ
Για να μπορέσουμε να κατανοήσουμε καλύτερα την ουσία του θέματος χρειάζεται να σταθούμε ειδικότερα στο ιστορικό πλαίσιο της εποχής εκείνης κατά την οποία ο Πολκ έχασε τη ζωή του.
Η Ελλάδα του 1948, ήταν μια χώρα στην οποία ο εμφύλιος πόλεμος είχε φουντώσει για τα καλά. Και τον τόνο σ' αυτόν τον πόλεμο δεν τον έδιναν μόνο οι εσωτερικά αντιπαρατιθέμενες δυνάμεις, αλλά και ο διεθνής ιμπεριαλισμός. Ηδη από τις 12/3/1947 τον πρώτο λόγο στα ελληνικά πράγματα είχαν οι Αμερικάνοι - οι νέοι επίδοξοι κυρίαρχοι του κόσμου και οι πραγματικοί νέοι ηγέτες του ιμπεριαλιστικού στρατοπέδου - που με το δόγμα Τρούμαν αντικαθιστούσαν την εγγλέζικη επικυριαρχία πιάνοντας τη θέση της. Στόχος των ΗΠΑ ήταν να λύσουν το ελληνικό ζήτημα πάση θυσία και διά των όπλων, υπέρ των συμφερόντων τους στην ευρύτερη περιοχή, εδραιώνοντας πλήρως το αδύναμο καπιταλιστικό σύστημα στη χώρα, συντρίβοντας το μεγαλειώδες ΕΑΜικό - λαϊκό κίνημα, που είχε γεννηθεί στα χρόνια της αντίστασης κατά του φασισμού, και την πρωτοπορία του, το ΚΚΕ, με την εδραίωση ενός άκρως αντιδραστικού καθεστώτος. Σε εφαρμογή του δόγματος Τρούμαν και στη συνέχεια του δόγματος Μάρσαλ, την ευθύνη των οικονομικών υποθέσεων της Ελλάδας είχε η AMAG. Τον έλεγχο των στρατιωτικών υποθέσεων - την ευθύνη δηλαδή για τον κυβερνητικό στρατό και για τον πόλεμο κατά του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας (ΔΣΕ) - τον είχε η αμερικάνικη στρατιωτική αποστολή με επικεφαλής αρχικά τον Ουίλιαμ Λάιβσεϊ και στη συνέχεια - μετά το Φλεβάρη του 1948 - τον στρατηγό Βαν Φλιτ. Τους άλλους τομείς της κρατικής καταστολής τους έλεγχαν οι αμερικάνικες μυστικές υπηρεσίες. Τέλος, τις πολιτικές εξελίξεις στον αστικό πολιτικό χώρο τις καθόριζε η αμερικάνικη πρεσβεία.
Ο μεγάλος ωφελημένος από την αμερικάνικη επικυριαρχία - όπως και πιο πριν από την εγγλέζικη - ήταν η οικονομική ολιγαρχία του τόπου, που λυμαινόταν τον ιδρώτα των λαϊκών μαζών αλλά και καρπωνόταν από τα ξένα κεφάλαια που εισέρχονταν στη χώρα, δήθεν για την ανοικοδόμησή της. Ηταν τέτοια δε η κατάσταση, που οι Αμερικάνοι αξιωματούχοι υποχρεώνονταν να την ομολογήσουν. Να τι έγραφε στην έκθεσή του ο δικηγόρος - οικονομολόγος Πολ Πόρτερ, επικεφαλής της πρώτης αμερικάνικης οικονομικής αποστολής που ήρθε στην Ελλάδα το Φλεβάρη του 1947 για να διερευνήσει την κατάσταση: "Οι κερδίζοντες, δηλαδή οι βιομήχανοι, οι έμποροι, οι κερδοσκόποι και οι μαυραγορίται διάγουν εν πλούτω και χλιδή, το πρόβλημα δε αυτό ουδεμία κυβέρνησις το αντιμετώπισεν αποτελεσματικώς. Εν τω μεταξύ αι λαϊκαί μάζαι περνούν μιαν αθλίαν ζωήν". (Βλέπε: Τ. Βουρνά: "Ιστορία της Σύγχρονης Ελλάδας - Ο εμφύλιος", σελ. 106 και αλλού).
Η άθλια ζωή των λαϊκών μαζών γινόταν αφόρητη αν υπολογίσει κανείς το καθεστώς της βίας και της τρομοκρατίας, των διώξεων, των φυλακίσεων και των εκτοπίσεων, των εκτελέσεων, που κυριαρχούσε. Τα πογκρόμ κατά των κομμουνιστών, των αριστερών και ευρύτερα προοδευτικών - δημοκρατικών πολιτών ήταν ένα συνηθισμένο φαινόμενο. Στα 1948 το ΚΚΕ, το ΕΑΜ, η Εθνική Αλληλεγγύη κλπ. - και τα έντυπα όργανά τους - έχουν τεθεί εκτός νόμου. Ολα περνούν από το κόσκινο του ΑΝ 509, ενός νόμου που δεν απαγορεύει απλώς το πολιτικο - ιδεολογικό φρόνημα, αλλά και απαιτεί από τους πολίτες πλήρη δουλοφροσύνη απέναντι στο καθεστώς. Τα κάτεργα έχουν γεμίσει από αγωνιστές, τα στρατόπεδα συγκέντρωσης δίνουν και παίρνουν κι ο νέος Παρθενώνας του καθεστώτος είναι η Μακρόνησος, ένα ελληνικό Νταχάου που μόνο με τα ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης μπορεί να συγκριθεί, αν και βάσιμα υποστηρίζεται ότι τα ξεπερνούσε.
Στο πολεμικό πεδίο τα αντίπαλα στρατόπεδα έχουν πλήρως σχηματιστεί. Ο κυβερνητικός στρατός ετοιμάζεται για νέες εκκαθαριστικές επιχειρήσεις μέσα στην άνοιξη και το καλοκαίρι του '48, με βασικό στόχο να ξεμπερδέψει με τους αντάρτες μια και καλή. Ο ερχομός του Βαν Φλιτ το Φλεβάρη του '48 υπογραμμίζει με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο ότι στόχος της ντόπιας ολιγαρχίας και των Αμερικανών είναι να λύσουν το ελληνικό ζήτημα διά των όπλων. Ο ίδιος ο Βαν Φλιτ αυτοπροβάλλεται ως ο άνθρωπος που μόνη αποστολή του έχει να ξεκαθαρίσει την Ελλάδα από τους αντάρτες (Βλέπε: Σ. Γρηγοριάδη: "Ιστορία της Σύγχρονης Ελλάδας", τόμος 3ος, σελ. 264)
Από την άλλη, ο ΔΣΕ επιδεικνύει αναπτυγμένη δραστηριότητα. Το Σεπτέμβρη του 1947, στην 3η Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ υιοθετείται το σχέδιο "Λίμνες", που έχει στόχο την κατάληψη αστικών κέντρων και τη δημιουργία ελεύθερης περιοχής στη Βόρειο Ελλάδα. Την παραμονή των Χριστουγέννων του ιδίου έτους ανακοινώνεται ο σχηματισμός της Προσωρινής Δημοκρατικής Κυβέρνησης στα βουνά της Ελεύθερης Ελλάδας. Δίπλα στην πολιτική της - που υπαγορεύεται από τις ανάγκες του πολέμου - η ηγεσία του λαϊκού κινήματος και του ΔΣΕ δε σταματάει να υπογραμμίζει την ανάγκη για ειρηνική διευθέτηση της ελληνικής κατάστασης, υπό τον όρο του εκδημοκρατισμού της πολιτικής και της κοινωνικής ζωής της χώρας και της κατοχύρωσης της εθνικής ανεξαρτησίας. Πρωτοβουλίες για σταμάτημα του εμφυλίου και δημοκρατική συνεννόηση εκδηλώνονται και από ξένες δυνάμεις. Μια τέτοια πρωτοβουλία πήρε η αυστραλιανή κυβέρνηση το Φλεβάρη του 1948, αλλά προσέκρουσε πάνω στην άρνηση των ΗΠΑ.
Αναφέραμε προηγουμένως ότι ο Πολκ έκανε το μοιραίο γι' αυτόν ταξίδι στη Θεσσαλονίκη έχοντας στόχο - ανάμεσα, ίσως, σε άλλους - να περάσει στις ανταρτοκρατούμενες περιοχές και να πετύχει μια συνέντευξη με τον Μ. Βαφειάδη, που ήταν τη συγκεκριμένη περίοδο αρχηγός του ΔΣΕ και πρωθυπουργός στην Προσωρινή Δημοκρατική Κυβέρνηση. Η πρόθεσή του αυτή είναι επιβεβαιωμένη από πολλές διαφορετικές πηγές. Την αναφέρει και ο ίδιος σε γράμμα του προς τον φίλο του Εντουαρτ Μάροου, το οποίο έγραψε λίγες ώρες πριν εξαφανιστούν τα ίχνη του (βλέπε: Κ. Χατζηαργύρη: "Η υπόθεση Πολκ", σελ. 45 και Ε. Κίλι: "Φόνος στο Θερμαϊκό", σελ. 45 - 46). Την επιβεβαιώνει ο τελευταίος, ίσως, άνθρωπος που συναντήθηκε μαζί του, ο Ράντολ Κόουτ, προϊστάμενος, εκείνο τον καιρό, των αγγλικών μυστικών υπηρεσιών στη Θεσσαλονίκη, με αναφορά του στο Φόρεϊν Οφφις (12/8/1949). Να σημειωθεί δε, ότι ο Κόουτ μετά την αποκάλυψη της δολοφονίας του Πολκ εξαφανίστηκε μυστηριωδώς, μαζί με την γραμματέα του, από τη συμπρωτεύουσα (ολόκληρη η έκθεση Κόουτ στο βιβλίο του Ε. Κίλι, σελ. 509 - 510).
Ασφαλώς το πέρασμα του Πολκ στο βουνό δεν ήταν εύκολη υπόθεση και σίγουρα η πρόθεσή του αυτή προκαλούσε την αντίδραση των κρατούντων - ντόπιων και ξένων - που δεν επιθυμούσαν να δοθεί βήμα στην ηγεσία του αντάρτικου κινήματος να εκφράσει πλατιά τις απόψεις της για το ελληνικό ζήτημα κόντρα στο φιλοπόλεμο - αντικομμουνιστικό κλίμα που δημιουργούσαν η κυβέρνηση των Αθηνών και οι Αμερικάνοι πάτρωνές της.
Ενα επιπλέον στοιχείο που σχετίζεται με την παρουσία του Πολκ στην Ελλάδα και το οποίο αξίζει κανείς να παρατηρήσει, είναι πως ο δολοφονημένος ανταποκριτής του CBS γνώριζε τα οικονομικά σκάνδαλα της κυβέρνησης των Αθηνών και είχε κάνει συζητήσεις γι' αυτά σε έντονο ύφος με τον ηγέτη του κυβερνητικού, τότε, δεξιού Λαϊκού Κόμματος Ντ. Τσαλδάρη, κάτι που επιβεβαιώνει η γυναίκα του Ρέα Κοκώνη (βλέπε: Κ. Παπαϊωάννου: "Πολιτική Δολοφονία - υπόθεση Πολκ - Θεσσαλονίκη 1948", σελ. 78). Ηταν όμως αρκετά όλα αυτά για να δολοφονηθεί ο Πολκ; Κι ένα δεύτερο ερώτημα: Μήπως οι γνώσεις του γύρω από τα ελληνικά πράγματα, τα παρασκήνια που επικρατούσαν και τις λοβιτούρες, σε συνδυασμό με την πρόθεση να πάρει συνέντευξη από την ηγεσία του ΔΣΕ, καθώς και το πάθος του να πετύχει κάτι τέτοιο, ήταν υπεραρκετά για να στηθεί μια προβοκάτσια σε βάρος του ΚΚΕ, πράγμα που τελικά και έγινε; Κανείς δεν είναι σε θέση να πει με βεβαιότητα.
Θεσσαλονίκη, 16 Μάη του 1948. Λίγο μετά τις 9 το πρωί, ο βαρκάρης Λάμπρος Αντώναρος είδε ένα πτώμα να επιπλέει στο νερό, σε απόσταση 500 μέτρων από τη θέση Τριανόν. Το πτώμα είχε δεμένα, χαλαρά, με σχοινί χέρια και πόδια και τα μάτια φαγωμένα από τα ψάρια. Ο θάνατος είχε προέλθει από μια σφαίρα στο πίσω μέρος του κεφαλιού. Γρήγορα διαπιστώθηκε ότι ο νεκρός ήταν ο Αμερικανός δημοσιογράφος, ανταποκριτής του CBS και μέλος της Αμερικάνικης Αποστολής Βοήθειας προς την Ελλάδα (AMAG) Τζορτζ Πολκ, ο οποίος είχε φτάσει στη συμπρωτεύουσα πριν μερικές μέρες, με σκοπό να βρει τρόπο να περάσει στις ανταρτοκρατούμενες περιοχές, για να πάρει συνέντευξη από τον Μ. Βαφειάδη. Για τις αρχές θεωρούνταν εξαφανισμένος από τις 8 Μάη κι αυτή ήταν η μέρα κατά την οποία είχε δολοφονηθεί, όπως απέδειξε στη συνέχεια η ιατροδικαστική εξέταση. Η υπόθεση, όπως ήταν φυσικό, αμέσως ξεσήκωσε σάλο. Δεν υπήρχε αμφιβολία πως επρόκειτο για δολοφονία. Ομως, ποιος την είχε διαπράξει και γιατί;
Τότε το επίσημο ελληνικό κράτος, με την κάλυψη Αμερικάνων και Βρετανών, φόρτωσε το έγκλημα στο ΚΚΕ και στην Κονμιφόρμ (στην Ελλάδα διεξαγόταν ο εμφύλιος πόλεμος), εμφανίζοντας ως δράστες τα ηγετικά στελέχη του Κόμματος Αδάμ Μουζενίδη (μέλος της ΚΕ του Κόμματος, που είχε σκοτωθεί πριν τη δολοφονία του Πολκ σε αεροπορική επιδρομή) και Βαγγέλη Βασβανά (ο οποίος βρισκόταν αποδεδειγμένα πολύ μακριά από τη Θεσσαλονίκη, όταν δολοφονήθηκε ο Πολκ), με συνεργό τον δημοσιογράφο Γρ. Στακτόπουλο. Και για να αποκτήσουν αληθοφάνεια αυτοί οι ισχυρισμοί, ο Στακτόπουλος που υπήρξε το εξιλαστήριο θύμα επειδή είχε αριστερό παρελθόν (είχε συμμετάσχει στο ΕΑΜ και για ένα σύντομο χρονικό διάστημα υπήρξε μέλος του ΚΚΕ), συλλήφθηκε, φτιάχτηκε μια δίκη - σκευωρία, στην οποία "ομολόγησε" όσα του υπαγόρευσαν και καταδικάστηκε σε ισόβια δεσμά. Στη συνέχεια, η σκευωρία κατέρρευσε παταγωδώς, ο Στακτόπουλος αποφυλακίστηκε με όρους το 1960, αλλά ποτέ δεν έγινε αναθεώρηση της δίκης του, παρόλο που ο ίδιος το ζήτησε και παρά το γεγονός ότι ουδείς πίστεψε ποτέ στην ενοχή του και στην ενοχή του ΚΚΕ. Συνεπώς, για το επίσημο ελληνικό κράτος, η σκευωρία αυτή παραμένει ακόμη και σήμερα εν ισχύι, τουλάχιστον τυπικά.
Πενήντα χρόνια μετά, λοιπόν, όπως είναι φυσικό, η δολοφονία του Πολκ συνεχίζει να απασχολεί. Τα ερωτήματα γύρω απ' αυτήν παραμένουν, και κυρίως το βασικό ερώτημα ποιος ή ποιοι και γιατί δολοφόνησαν τον Αμερικανό δημοσιογράφο, ζητούν τελεσίδικη απάντηση. Από τότε - και μέχρι σήμερα - για το θέμα έχουν γραφεί αρκετά βιβλία στην Ελλάδα και το εξωτερικό, έχει υπάρξει πλήθος δημοσιευμάτων, έχουν γυριστεί ταινίες κι έχουν διατυπωθεί αρκετές υποθέσεις - οι περισσότερες από τις οποίες φαίνονται πειστικές - σχετικά με τους υπεύθυνους και τα κίνητρά τους. Πού βρίσκεται, όμως, η αλήθεια; Κανείς δεν είναι σε θέση να απαντήσει με βεβαιότητα, αφού η υπόθεση Πολκ καλύπτεται με ένα πέπλο μυστηρίου, πρωτοφανές θα μπορούσαμε να πούμε, αν και έχει περάσει μισός αιώνας. Σε κείνο, όμως, που συμφωνούν οι πάντες, είναι πως πρόκειται, όχι για μια τυχαία δολοφονία, αλλά για μια πολιτική δολοφονία.
Ο Τζ. Πολκ με τη στολή του αξιωματικού της αμερικανικής αεροπορίας