Μέσα από μια έρευνα, η πραγματική ζωή της
Τι ξέρουμε για την πραγματική ζωή των Τσιγγάνων, που βλέπουμε στο δρόμο και συχνά γίνονται αντικείμενα περιφρόνησης; Δε γνωρίζουμε τις συνθήκες της ζωής τους, πώς μεγαλώνουν, πώς γεννάνε, πώς δουλεύουν, τι δυσκολίες αντιμετωπίζουν. Αγνοια επικρατεί για την κοινωνική ζωή των Τσιγγάνων ακόμα και ανάμεσα στις γυναικείες οργανώσεις. Φως στην άγνοιά μας, έρχεται να ρίξει μια μοναδική μελέτη, που έκανε ένας νέος άντρας...
λ12
Μια έρευνα δέκα χρόνων σε εκατόν πενήντα περίπου τσιγγάνικους συνοικισμούς σε όλη την Ελλάδα κατέληξε σε ένα βιβλίο μοναδικό στο είδος του για τον τόπο μας: Τίτλος του: "Ρομ και φυλετικές διακρίσεις" (στην ιστορία, στην κοινωνία, στην κουλτούρα, στην εκπαίδευση και τα ανθρώπινα δικαιώματα) και συγγραφέας του ένας νέος εκπαιδευτικός και ερευνητής, ο Δημήτρης Ντούσας. Ενα εκτεταμένο κεφάλαιο αυτού του βιβλίου αναφέρεται στη διπλή καταπίεση της Τσιγγάνας, αυτής της μεγάλης άγνωστης για τους περισσότερους.
Η μελέτη, αν και δεν έχει προβληθεί ιδιαίτερα, διδάσκεται, ήδη, σαν μάθημα στα Παιδαγωγικά Τμήματα των Πανεπιστημίων Ιωαννίνων και Πάτρας. Ηταν επίσης ένα από τα εκατό βιβλία της ελληνικής εθνικής αντιπροσωπείας, που ταξίδεψαν πρόσφατα στην Παγκόσμια Εκθεση Εκδοτών Βιβλίου, που έγινε στην Αβάνα.
Μια έρευνα που δε χρηματοδοτήθηκε από κανένα χορηγό και κανένα πρόγραμμα, αλλά μόνο από την τσέπη του δημιουργού της, που τελείως μόνος διέσχισε την Ελλάδα από τη μια άκρη ως την άλλη, από τη Φλώρινα μέχρι την Κρήτη, τη Χίο και την Κέρκυρα. Με ένα κασετόφωνο στο χέρι, ρωτούσε, συζητούσε, παρατηρούσε, κατέγραφε. Δεν επιδίωξε να επωφεληθεί από κανένα πρόγραμμα της ΕΕ - άλλωστε, όπως λέει ο ίδιος, είναι αντίθετος προς την κατεύθυνση, τον προσανατολισμό αυτών των προγραμμάτων, που συνήθως γίνονται αντικείμενο κερδοσκοπίας από επιτήδειους. Και στην αρχή του βιβλίου του, που εκδόθηκε τον περασμένο χρόνο από τις εκδόσεις "Γκούντεμπεργκ", γράφει: "Τα οποιαδήποτε έσοδα του συγγραφέα από την πώληση του βιβλίου αυτού θα διατεθούν για τη δημιουργία Κοινωνικού Εργαστηρίου Ερευνας και Αλληλεγγύης για τους Ρόμα".
Ρομ ή Ρόμα είναι η ονομασία που δίνουν οι ίδιοι οι Τσιγγάνοι στη φυλή τους - που αποτελεί το 1 - 1,5% του ελληνικού πληθυσμού, 150.000 άνθρωποι. Και οι Τσιγγάνες; Ο ερευνητής αναλύει τις διακρίσεις που αντιμετωπίζουν, τόσο από το κράτος, όσο και σε επίπεδο οικογένειας και κοινότητας, επιδιώκει να βρει τις αιτίες τις διπλής τους καταπίεσης. "Μια άβυσσος ολάκερη χωρίζει τις Τσιγγάνες από τις υπόλοιπες Ελληνίδες και τους άντρες Τσιγγάνους, στον τομέα της ισότητας των δικαιωμάτων, στην πραγματική κοινωνική ζωή", τονίζει. Ανάμεσα στις αιτίες που επισημαίνει: "Πρώτα πρώτα ένα αδιάφορο και ρατσιστικό κράτος, που για εκατόν εξήντα και πάνω χρόνια δεν έδειξε κανένα ουσιαστικό ενδιαφέρον και φροντίδα για τους ΡΟΜΑ γενικά και για τη Ρόμισσα, ειδικότερα. Υστερα, ένα ελληνικό, ευρωπαϊκό και παγκόσμιο κοινωνικό περιβάλλον, που εκδηλώνει απέναντί τους προκατάληψη, κοινωνικό αποκλεισμό και απόρριψη".
Μερικά από τα στοιχεία που αναφέρονται στην έρευνά του και στοιχειοθετούν τη διπλή καταπίεση της Τσιγγάνας:
- Το 15% των Ρομισσών στη χώρα μας δεν έχει πολιτικά δικαιώματα, καθώς είναι απολιτογράφητο και χωρίς υπηκοότητα, παρόλο που ζει αιώνες σ' αυτόν τον τόπο.
- Το ποσοστό των Ρομισσών που εργάζονται σταθερά είναι ζήτημα, αν ξεπερνά το 20% του πληθυσμού τους. Συχνά, αναγκάζονται να μένουν "πίσω" στο τσαντίρι ή την παράγκα και να απασχολούνται με την ανατροφή των παιδιών, το μαγείρεμα, το πλύσιμο και όλες τις άλλες "οικιακές" δουλιές, μέσα σε συνθήκες που παραπέμπουν σε τριτοκοσμικά γκέτο. Και, ασφαλώς, το αστικό κράτος δε φροντίζει για την εγκατάσταση και την ανάπτυξη ενός δικτύου παιδικών σταθμών στους τσιγγάνικους καταυλισμούς, ώστε με την παροχή αναγκαίων κοινωνικών υπηρεσιών υποστήριξης να επιτρέψει στην Τσιγγάνα πολύτεκνη μητέρα να συνδυάσει τις οικογενειακές υποχρεώσεις με τις επαγγελματικές ευθύνες και δικαιώματα. Η τρομακτική ανεργία και υποαπασχόληση της Ρόμισσας την καθιστούν εξαρτημένη από τον άντρα της και αποτελούν τις αιτίες για την καταπίεσή της, καθώς είναι υποχρεωμένη να αποδεχτεί πολλές ανισοτιμίες και "προνόμια" απ' τη μεριά του.
- Το 10% των Ρομισσών πάσχουν από ηπατίτιδα Β, τη στιγμή που για τον υπόλοιπο ελληνικό πληθυσμό το ποσοστό είναι 3 - 4%.
- Οι περισσότερες Ρόμισσες των γκέτο δεν έχουν την παρακολούθηση γυναικολόγων σε όλη την προγεννητική περίοδο.
- Αρκετές γυναίκες Ρόμισσες γεννούν στους καταυλισμούς, με τη βοήθεια πρακτικών "μαιών", χωρίς ιατρική φροντίδα και προστασία.
- Ζουν σε συνθήκες αφόρητου κρύου, λάσπης, χιονιού, βοριάδων, ζέστης και υποσιτισμού, χωρίς, δηλαδή, τη σπιτική θαλπωρή και την κατάλληλη διατροφή κατά την εγκυμοσύνη και το θηλασμό.
- Στο σύνολο σχεδόν των Ρομισσών γυναικών, δεν εξασφαλίζονται οι ιατρικές υπηρεσίες, που αφορούν και τον οικογενειακό προγραμματισμό, ο οποίος είναι ανύπαρκτος στους καταυλισμούς.
Συχνά εργάζονται έγκυες στα χωράφια και σε ανθυγιεινές συνθήκες ή μετακινούνται σε μακρινές αποστάσεις λόγω δουλιάς. Συχνά, επίσης, εκδιώκονται έγκυες ή με μωρά νεογέννητα από τις παρυφές των χωριών ή των πόλεων, από τους αστικούς φορείς της τοπικής εξουσίας, με πρόσθετους κινδύνους για την υγεία τους. Ακόμα, η εγκυμοσύνη σε ιδιαίτερα νεαρή ηλικία επιδεινώνει την κατάσταση.
- Το 10 - 15% των γυναικών Ρόμα που είναι χωρίς υπηκοότητα, δεν έχει το δικαίωμα να λαμβάνει οικογενειακά επιδόματα, ούτε και τη σύνταξη της πολύτεκνης μητέρας.
- Οι συνθήκες διαβίωσης, στέγασης, παροχής ηλεκτρικού ρεύματος, νερού κλπ. είναι τα τρισάθλια χαρακτηριστικά των εγκαταλειμμένων και γκετοποιημένων κοινοτήτων των Ρόμα. Ετσι, οι Τσιγγάνες ζουν σε τσαντίρια και παράγκες, σπηλιές ή καλύβες, χωρίς νερό, ηλεκτρικό, δίκτυα αποχέτευσης, πάρκα και μακριά από τα δημόσια δίκτυα συγκοινωνιών. Η έλλειψη ηλεκτρικού ρεύματος, νερού, χώρων κουζίνας και πλυσταριού, την Τσιγγάνα χτυπά πρώτα απ' όλους.
- Από την άλλη μεριά, το παραδοσιακό εθιμικό δίκαιο των γκετοποιημένων Ρόμα δεν αναγνωρίζει απόλυτη ισότητα του Τσιγγάνου και της Τσιγγάνας ενώπιόν του. Ετσι, για παράδειγμα, η πράξη της απιστίας ή της μη παρθενίας της Ρόμισσας συνιστά λόγους διάλυσης του γάμου ή του αρραβώνα, κάτι που δεν ισχύει στην περίπτωση της απιστίας απ' την πλευρά του άντρα.
- Τη στιγμή που το καπιταλιστικό κράτος κρατάει δέσμιους της αγραμματοσύνης το 23,3% των Ελλήνων, το αντίστοιχο ποσοστό για τις γυναίκες Ρόμα ξεπερνά το 90% του τσιγγάνικου πληθυσμού.
- Το δικαίωμα της εκλογής συζύγου βρίσκεται κυρίως στην αρμοδιότητα των πάππων ή των γονιών της μικρής Τσιγγανοπούλας και όχι σ' αυτήν την ίδια. Το σπάσιμο της άτεγκτης πατριαρχικής επιταγής συντελείται, βέβαια, με την "απαγωγή", αλλά οι συνέπειες που πληρώνουν είναι συχνά τραγικές.
- Στις κρατικά και κοινωνικά εγκαταλειμμένες κοινότητες των Ρόμα, το γεγονός ή μάλλον το κοινωνικό φαινόμενο να δέρνεται η γυναίκα και να δέχεται καρτερικά την απιστία ή τον αλκοολισμό του άντρα της συναντιέται συχνά.
Πώς θα μειωθούν όλες αυτές οι κραυγαλέες διακρίσεις για τις Τσιγγάνες; Ο Δημήτρης Ντούσας υποστηρίζει:
"Την ανάγκη να εξαφανιστούν όλες οι "ποινικές" διατάξεις του εθιμικού δικαίου πολλών κοινοτήτων Ρόμα, που ταπεινώνουν και εξευτελίζουν την προσωπικότητα της Τσιγγάνας (όπως π.χ. το κούρεμα των μαλλιών όσων γυναικών αρνούνται να συμμορφωθούν με τις επιλογές των γονιών ή των παππούδων για σύζυγο), μιας και αποτελούν ολοφάνερη διάκριση και καταπίεση των Ρομισσών.
- Την αλλαγή της πατριαρχικής δομής της τσιγγάνικης κοινότητας και οικογένειας, καθώς αποτελεί ιστορικό αναχρονισμό και οδηγεί στην παραβίαση αρκετών δικαιωμάτων των Τσιγγάνων.
- Την αντιμετώπιση των στεγαστικών, εργασιακών και εκπαιδευτικών προβλημάτων και διακρίσεων σε βάρος των κοινοτήτων Ρόμα, καθώς είναι βέβαιο ότι χωρίς τη λύση των πρωταρχικών προβλημάτων τους είναι αδύνατο και αστείο, αν όχι υποκριτικό, να καταργηθεί και το σύνολο των διακρίσεων κατά των Τσιγγάνων, γενικά, και των Ρομισσών, ειδικότερα".
Οι Τσιγγάνες είναι οι καταπιεσμένες των καταπιεσμένων, όμως οι περισσότεροι Ελληνες και Ελληνίδες αγνοούμε ποια είναι τα πραγματικά προβλήματα που αντιμετωπίζουν και συνήθως υιοθετούμε μια αρνητική στάση ή την ωραιοποιημένη εκδοχή, που μας σερβίρουν κάποια ΜΜΕ. Αλλωστε, όπως επισημαίνει ο συγγραφέας, το προοδευτικό γυναικείο και φεμινιστικό κίνημα μπορεί να μιλάει για όλες τις Ελληνίδες, ωστόσο, δεν έχει καθόλου στοιχεία για τις διακρίσεις και την καταπίεση που υφίστανται οι Τσιγγάνες, ούτε έχει ως τώρα αναδείξει και παλέψει για τα αβάσταχτα προβλήματά τους.
"Προβάλλει συνεπώς επιτακτικά η ανάγκη, τονίζει, οι γυναικείες προοδευτικές φεμινιστικές οργανώσεις, τα εργατικά συνδικάτα και οι πολιτικές οργανώσεις της εργατικής τάξης, από κοινού με όσους Τσιγγάνους μπορούν, να αγωνιστούν και να αναδείξουν, τόσο το γενικό αντιτσιγγανικό απαρτχάιντ, όσο και τις διακρίσεις σε βάρος των Ρόμα, πρώτα από το κράτος και την ευρύτερη κοινωνία, όσο και από την πατριαρχική δομή των κοινοτήτων και οικογενειών τους και να παλέψουν για το ξεθεμελίωμα όλων των μορφών διάκρισης, καταπίεσης και ταπείνωσής τους".
Τι έσπρωξε τον ερευνητή σ' αυτήν τη μακροχρόνια, όσο και πολυδάπανη εργασία;
- Ιδεολογικοί, πολιτικοί και κοινωνιολογικοί λόγοι, απαντά ο ίδιος, με ώθησαν να μελετήσω την κοινωνική τους οργάνωση και τα προβλήματά τους. Από παλιά μελετούσα ιδιαίτερα την καταγωγή της οικογένειας και ο Ενγκελς με βοήθησε πολύ.
Πιστεύει ότι η έρευνά του για τους Τσιγγάνους δε θα σταματήσει εδώ, αλλά θα συνεχιστεί για άλλα είκοσι χρόνια. Προς το παρόν, έχει υλικό που μπορεί να το χρησιμοποιήσει για τη συγγραφή και άλλων βιβλίων, καθώς και οχτακόσιες φωτογραφίες. Αποκλείει, όμως, το να αξιοποιήσει αυτό το υλικό χρησιμοποιώντας το για μια φολκλορική παρουσίαση των Τσιγγάνων.
Η προσέγγιση που κάνει είναι μαρξιστική και σ' όλη την έρευνα είναι φανερό ότι αναζητάει, όχι μόνο τις μορφές, αλλά και τα αίτια του ρατσισμού κατά των Τσιγγάνων. Επισημαίνει την ανυπαρξία κειμένων και βιβλίων για την κοινωνική κατάσταση των Τσιγγάνων. Εκτός από το κεφάλαιο του βιβλίου του για τις γυναίκες, που γκρεμίζει διάφορους μύθους, εξετάζει ανάμεσα σε άλλα την κοινωνική οργάνωση, τον πολιτισμό και την κουλτούρα των Τσιγγάνων και δίνει ιδιαίτερη έμφαση στον εκπαιδευτικό αποκλεισμό των Τσιγγανόπουλων: Ειδικότερα, το έβδομο μέρος της μελέτης του αποτελείται από μια έρευνα, που για πρώτη φορά διενεργείται στον εκπαιδευτικό κόσμο, όπως τονίζει ο ίδιος, και 'χει σαν στόχο να καταγράψει τη στάση και τη γνώμη των εκπαιδευτικών για τους Τσιγγάνους. Μιλούν, απαντώντας σε ερωτηματολόγιο, φοιτητές, νηπιαγωγοί, δάσκαλοι και καθηγητές.
Ομως, ο ίδιος δε συνάντησε δυσκολίες να προσεγγίσει τους Τσιγγάνους;
- Δε μιλάνε εύκολα, απαντά. Ομως, μου άνοιξαν την ψυχή τους και σ' όλη τη διάρκεια της έρευνας με αντιμετώπισαν με ζεστασιά και φιλοξενία, παρ' όλη τη φτώχεια τους...
- Και η λύση των κοινωνικών προβλημάτων που αντιμετωπίζουν;
- Πιστεύω ότι δεν πρόκειται να προέλθει απ' αυτούς που τους οδήγησαν δεκαετίες - αν όχι αιώνες - τώρα στο περιθώριο, στην καταφρόνια, στην απομόνωση της κοινωνίας. Μπορεί να προέλθει απ' τα πιο συγγενικώς καταπιεζόμενα και εκμεταλλευόμενα κοινωνικά στρώματα (άνεργους, εργάτες, φτωχούς αγρότες) στην κοινή τους οργάνωση με τους Τσιγγάνους εργάτες, εργάτες γης, μικρογυρολόγους εμπόρους, ανέργους, σε κοινά εργατικά σωματεία και πολιτικές οργανώσεις τους, καθώς επίσης και από τη ριζοσπαστική απελευθερωτική διανόηση, που παλεύει για μια καλύτερη, πιο ανθρώπινη, αταξική κοινωνία, χωρίς αποκλεισμούς και διακρίσεις...
Επιμέλεια: Αλίκη ΞΕΝΗ - ΒΕΝΑΡΔΟΥ