Ολες αυτές τις μέρες ο λόγος για την "Ανάσταση". Για την κορυφαία στιγμή ενός πάθους που ο λαός μας ποτέ δεν μπόρεσε να το κατανοήσει παρά μόνο μέσα από το συναισθηματικό του ξάφνιασμα. Το ξάφνιασμα εκείνο που τον πηγαίνει πιο κοντά στην προσωπική του περιπέτεια. Το φέρνει αντιμέτωπο με τους δικούς του νεκρούς και στο τέλος του αποκαλύπτει ένα ένα τα δικά του προβλήματα, όπως αυτά γεννιούνται στην καθημερινή του ζωή, μακριά από τις βαρύγδουπες προφητείες και τους εμπνευσμένους ψαλμούς που κατακλύζουν όλον αυτόν τον καιρό τις ανοιξιάτικες μέρες μας. Δε λέω, βέβαια, πως όλα αυτά τα μελωδικά και τα βαθυστόχαστα δεν κρύβουν μέσα τους και λαμπρή ποιητική ομορφιά και βαθυστόχαστες σκέψεις. Δε λέω πως οι λέξεις που "ψέλνονται" αυτές τις μέρες από παράφωνους ψαλτάδες και προγάστορες ιερωμένους δεν αποκαλύπτουν τη φιλοσοφία ενός κόσμου που στέκεται απέναντι στο θάνατο με μια διάθεση να τον περιγράψει σαν την υπέρτατη απόδειξη της ζωής. Να το δεχτεί σαν την αναγκαστική κατάληξη μιας περιπέτειας που έτσι κι αλλιώς μόνο με τον αφανισμό του θανάτου δικαιώνεται. Δέχομαι πως όλ' αυτά έτσι συμβαίνουν. Τα νοήματα των "γραμμάτων" της εβδομάδας που πέρασε εκεί οδηγούν και είτε τα κατανοούμε είτε όχι αυτά τα μηνύματα μας φέρνουν. Υπάρχει όμως και μια αλήθεια μέσα σε όλες αυτές τις επιβλητικές περιγραφές και αναλύσεις του πάθους, του θανάτου και της ανάστασης, που δεν τη δέχομαι. Και γι' αυτό το λόγο, όταν το καλοσκεφτώ, με μελαγχολεί όλη αυτή η πασχαλιάτικη φιλοσοφία που προσπαθεί να με πείσει πως μόνο το στεφάνι με τ' αγκάθια, οι μαστιγώσεις και ο Γολγοθάς, θα με οδηγήσουν στη λύτρωση. Θα με οδηγήσουν στην ανάσταση, με άλλα λόγια, όπου με περιμένει η απόλυτη ελευθερία. Η ευδαιμονία που όσο ζούσα μου τη στέρησαν οι προσωπικές μου "αμαρτίες" και η αδυναμία μου να κατανοήσω τις "θεϊκές" εντολές.
Κι από δω ξεκινούν τα δικά μου ερωτήματα που με βασανίζουν όχι μόνο αυτές τις μέρες που το πρόβλημα της ανθρώπινης περιπέτειας περιγράφεται με τις λέξεις και τις εικόνες της περιπέτειας του Χριστού, αλλά και τις δύσκολες μέρες της δικής μου ζωής. Αναρωτιέμαι, δηλαδή, γιατί η δικαίωση του ανθρώπινου ονείρου για τις απλές καθημερινές ευτυχίες να παραπέμπεται στην "άρση" ενός θανάτου, που έτσι κι αλλιώς σημαίνει το τέλος, άρα και την "άρση" της δυνατότητας να ονειρεύεσαι την ευτυχία; Γιατί, και πάλι αναρωτιέμαι, κι ας προσπαθήσουν να με πείσουν με του κόσμου τις θεωρητικές αναλύσεις, πως μόνο το πάθος με οδηγεί στην απόλαυση της Ανοιξης του ανθρώπου; Γιατί, ντε και καλά, και πάλι αναρωτιέμαι, πρέπει να σταυρωθώ ανάμεσα σε δυο ληστές, για να 'ρθω κοντά στον Αλλον και να του υποσχεθώ πως, όταν έρθω κοντά στον "πατέρα" μου και εγκατασταθεί από μένα και κείνον η επουράνια βασιλεία θα τον θυμηθώ; Γιατί, τέλος πάντων, αναρωτιέμαι για τελευταία φορά, πρέπει να ταπεινωθώ, να μαστιγωθώ, να "κρεμαστώ επί ξύλου", για να ελπίσω στη λύτρωση;
Και όλα αυτά τα ερωτήματά μου και οι βαθιές απορίες που ποτέ δε μ' άφησαν να χαρώ τις βιολέτες και τους κατιφέδες που ευωδιάζουν στους πασχαλιάτικους δρόμους, δεν είναι οι στεγνές αμφισβητήσεις ενός "άπιστου". Δεν είναι η εκδήλωση της αδυναμίας ενός ανθρώπου, που, παγιδευμένος στην απάνθρωπη υλικότητα της εφήμερης ζωής, δεν μπορεί να μεταλάβει των μεγάλων νοημάτων της θεϊκής αιωνιότητας. Οχι. Δεν είναι έτσι. Δε με παγιδεύει η "απάνθρωπη υλικότητα" της ζωής ούτε οι θεωρητικές μου αδυναμίες. Το ταπεινό όνειρο του ανθρώπου με παγιδεύει. Το όνειρο εκείνο που φριχτά προδομένο πότε γίνεται φλουρί μιας ψεύτικης βασιλόπιτας και πότε κόκκινο αυγό, στολισμένο με χαλκομανίες του εμπορίου, για να αποκτήσει τη δική του "μεταφυσική". Για ν' αποκτήσει τις μυστήριες πλευρές του και να ανταγωνιστεί τις μεγάλες προφητείες των "θείων" γραμμάτων.
Με παγιδεύει η αγωνία και το πάθος της πορείας του καθημερινού ανθρώπου που δε λέει να τελειώσει στην αυλή ενός παντοδύναμου "πατρός", έστω και μετά από την ταπείνωση του σταυρού, όπου τον "κρέμασε" ο αυταρχισμός μιας στυγνής εξουσίας. Η αγωνία του καθημερινού ανθρώπου που δεν μπορεί να οικοδομήσει μέσα του το πρόσωπο ενός κατανοητού "μεσσία" και καταφεύγει αναγκαστικά, καίρια ταπεινωμένος σε ό,τι του ψιθυρίζουν στο κουρασμένο του αυτί οι φαρισαίοι και οι ρωμαίοι τοποτηρητές. Αυτό πιστεύει. Και φορτωμένος τον προσωπικό του σταυρό, μόνος και σιωπηλός ανεβαίνει το "Γολγοθά" που του ετοιμάζουν έξυπνα υποκριτές οικοδόμοι, μικρομεσαίοι της θρησκευτικής αγυρτείας, άρχοντες χορτάτοι που περιγράφουν την πείνα των άλλων, γιατί αυτοί δεν έχουν πεινάσει ποτέ.
Με παγιδεύει και με μπερδεύει όλη αυτή η κατασκευασμένη ευδαιμονία του Πάσχα που όσο και αν προσπαθεί να με παρηγορήσει με την επερχόμενη λύτρωση της "Ανάστασης", εγώ βυθίζομαι στην απελπισία των καθημερινών θανάτων που ούτε οι προφητείες της Μεγάλης Παρασκευής σκέφτηκαν να τους περιγράψουν ούτε τα αναστάσιμα τροπάρια να τους απαλύνουν. Ετσι, όσο και αν είναι ειλικρινείς οι ευχές μου για "καλή ανάσταση", μέσα μου, σε κείνες τις απόμακρες γωνιές της καρδιάς μου όλο και περιμένουν κάποιες άλλες ευχές που δε συμφωνούν με την ταπείνωση και το θάνατο, την "Επανάσταση" ψάχνουν να βρουν ανάμεσα σε μαραμένες βιολέτες και σε ποδοπατημένες πασχαλιές!
Δε με παγιδεύει η "απάνθρωπη υλικότητα" της ζωής ούτε οι θεωρητικές μου αδυναμίες. Το ταπεινό όνειρο του ανθρώπου με παγιδεύει. Το όνειρο εκείνο που φριχτά προδομένο πότε γίνεται φλουρί μιας ψεύτικης βασιλόπιτας και πότε κόκκινο αυγό, στολισμένο με χαλκομανίες του εμπορίου για να αποκτήσει τη δική του "μεταφυσική". Για ν' αποκτήσει τις μυστήριες πλευρές του και να ανταγωνιστεί τις μεγάλες προφητείες των "θείων" γραμμάτων