ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 12 Μάρτη 2000
Σελ. /32
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Πριν είναι πολύ αργά

Πριν ανακοινώσω την απόφασή μου να στηρίξω το ΚΚΕ, το συζήτησα με τους πιο αγαπημένους φίλους μου, διανοούμενους όπως η αφεντιά μου. Οχι με πολλούς αλλά μ' εκείνους τους λιγοστούς, που δεν είχαν ενσωματωθεί και αγωνιούν για το μέλλον της Αριστεράς, του τόπου και της ανθρωπότητας, που δε θέλουν να αποδεχτούν ότι η σύγχρονη βαρβαρότητα αποτελεί την έσχατη προοπτική της.

Οι αντιδράσεις ήταν ποικίλες ανάλογα και με την ιδιοσυγκρασία καθενός. Τελικά όμως υπήρξαν τρεις κατηγορίες: Εκείνοι που ενθουσιάστηκαν, αυτοί που θεώρησαν την απόφασή μου ως το μη χείρον βέλτιστο και αυτοί που την κατέκριναν διότι θεωρούν ότι το ΚΚΕ δεν είναι δυνατό να μετεξελιχθεί στη δύναμη εκείνη, που θα συσπειρώσει και θα αξιοποιήσει δίχως δογματισμούς και γραφειοκρατικές αγκυλώσεις τις πραγματικές αριστερές δυνάμεις της κοινωνίας μας, η δύναμη εκείνη που θα ανοίξει ένα πραγματικά δημοκρατικό διάλογο για το μέλλον της επαναστατικής Aριστεράς.

Με αυτούς τους τελευταίους θα ασχοληθώ σε τούτο το σημείωμα. Θα δεχτώ λοιπόν, ως υπόθεση εργασίας, την επιχειρηματολογία τους κι ακόμη παραπέρα θα δεχτώ ότι μια μορφή οργάνωσης τύπου ΚΚΕ, είναι νομοτελειακά καταδικασμένη να λειτουργεί ως αυτοσκοπός και όχι ως μέσο χειραφέτησης.

Τέλος, θα δεχτώ ότι το ΚΚΕ δέχτηκε να δημοσιοποιήσει το ίδιο και μάλιστα με τον πλέον επίσημο τρόπο και επανειλημμένα, δίχως να υπάρχει καμιά τέτοια μεταξύ μας συμφωνία, τις κριτικές θέσεις μου, όχι στα πλαίσια ενός ειλικρινούς ανοίγματος, αλλά μόνο και μόνο από προεκλογικό καιροσκοπισμό.

Δε θα τους προτρέψω να μου αντιπροτείνουν κάποια άλλη έστω μακροπρόθεσμη προοπτική, γιατί δεν είναι υποχρεωμένοι να την έχουν διαμορφώσει, έστω θεωρητικά και η αδυναμία τους αυτή, κάθε άλλο μπορεί να αποτελέσει επιχείρημα, που να ανατρέπει το σκεπτικό τους.

Τέλος, θα θεωρήσω ως δεδομένη την κοινή μας εκτίμηση, για το δεξιό χαρακτήρα του πασοκικού κατεστημένου και τη μη σαφή τοποθέτηση απέναντί του, καθώς και απέναντι στη νέα τάξη συνολικότερα, του ΔΗΚΚΙ και του Συνασπισμού, και τέλος την εκτίμηση για τις οργανώσεις της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς ως μικρογραφίες, με τις ίδιες αδυναμίες, του ΚΚΕ.

Μ' αυτά λοιπόν τα εν μέρει υποθετικά για μένα, πραγματικά γι' αυτούς δεδομένα, τους θέτω ορισμένα ερωτήματα και τους καλώ όπως και όλους τους άλλους, που σκέφτονται το ίδιο, να απαντήσουν με το χέρι στην καρδιά.

Γιατί επιμένω να το επαναλαμβάνω, δεν πάει άλλο και αύριο ίσως να είναι πολύ αργά όχι μόνο για τα όνειρα τα μεγάλα αλλά για τα πιο απλά.

  • Θα ήταν ή όχι σαφώς μικρότερη έως και ανύπαρκτη για τα δεδομένα της κοινωνίας και όχι βεβαίως του μικρόκοσμου των διαφόρων μικροοργανώσεων, η αντίσταση στη νέα τάξη και στη νεοφιλελεύθερη λαίλαπα δίχως την παρουσία του ΚΚΕ;
  • Είναι αδύνατη ακόμη και κάθε σκέψη για λαϊκή μαζική αντιιμπεριαλιστική ενότητα δίχως τις δυνάμεις του ΚΚΕ, πόσο μάλλον ενάντιά τους, όπως εξάλλου είναι, αν μη τι άλλο αντίφαση εν τοις όροις, κάθε ενότητα που αντιμετωπίζεται ως ένταξη στο ΚΚΕ;
  • Παρά τις όποιες θεμελιακές αδυναμίες του, υπάρχουν στο ΚΚΕ και κυρίως στη νεολαία του, έντιμες με ανοιχτό μυαλό δυνάμεις που αναζητούν την υπέρβαση αυτών των αδυναμιών;
  • Η συνεπής αντίσταση και μόνο, στη σύγχρονη βαρβαρότητα την οποία το ΚΚΕ έδειξε αν μη τι άλλο το τελευταίο διάστημα ότι προβάλλει σε όλα τα πεδία με συνέπεια και δίχως ταλαντεύσεις, αποτελεί ή όχι ελάχιστη προϋπόθεση της όποιας ριζοσπαστικής εναλλακτικής λύσης αν όχι της ίδιας της ύπαρξης της αριστερής πράξης και σκέψης;
  • Η ίδια αντίσταση αποτελεί ή όχι προσπάθεια άξια ενίσχυσης στο βαθμό που αν μη τι άλλο διατηρεί ανοιχτές τις ελάχιστες πια χαραμάδες του ελεύθερου μη αλλοτριωμένου στοχασμού, που στέκεται εμπόδιο στην ενσωμάτωση;
  • Το πεδίο της πάλης αποτελεί ή όχι προνομιακό πεδίο ιδεολογικο-πολιτικών παρεμβάσεων, διεργασιών, ζύμωσης και διαμόρφωσης ευρύτερων συσπειρώσεων;
  • Και τέλος και κυρίως, στα πλαίσια του δικού μας και όχι των άλλων, εφικτού, του ρεαλισμού της ουτοπίας, υπάρχει άλλη λύση εδώ και τώρα, πέρα από το να συνεχίσουμε την ένοχη πια, κάτω από τις παρούσες άγριες συνθήκες, σιωπή μας και να κλεινόμαστε το ίδιο ένοχα στο καβούκι μας (άλλο που δε θέλουν οι της αντίπερα όχθης) για να προστατεύσουμε (απέναντι σε ποιους αν όχι και μόνο εγωκεντρικά στους εαυτούς μας) την ιδεολογική μας καθαρότητα, εκτός από το να συστρατευθούμε όλοι μα όλοι, όσοι ακόμη δε θέλουμε να εγκαταλειφθούμε στη μοίρα μας, με την πιο μαζική, συνεπή, δύναμη, έστω αντίστασης, διατηρώντας τις όποιες διαφωνίες μας και προβάλλοντας τις απόψεις μας δίχως καμιά απολύτως αυτολογοκρισία στο βωμό της συστράτευσης;

Είναι σαφές ότι σε άλλα επίπεδα και για ανώτερους οραματισμούς θα θέλατε και σεις κι εγώ να διαλογιζόμαστε. Σε άλλες πολιτείες να βρισκόμαστε και το χειρότερο είναι, πως τώρα πια υπάρχει η αντικειμενική δυνατότητα να τις ορθώσουμε. Να όμως, που και πάλι είμαστε υποχρεωμένοι με την πλάτη στον τοίχο ή μπρος από τον γκρεμό, να αντιστεκόμαστε για τα αυτονόητα, τα στοιχειώδη κι αν δεν το πράξουμε αυτό το ελάχιστο, πολύ φοβάμαι, πως κινδυνεύουμε ποτέ πια να μην υπάρξουν «οι προϋποθέσεις για μια καινούρια άνοιξη», ποτέ να μην μπορέσουμε να «σηκώσουμε άλλον πύργο ατίθασο απέναντί τους», όταν μάλιστα και τούτο μην το υποβαθμίζετε, για άλλη μια φορά μέσα σε μια χρονιά, ο πόλεμος μάς χτυπά ξανά την πόρτα.

Συλλογιστείτε και πράξτε πριν να είναι πολύ αργά.

Με κάθε ειλικρίνεια και άλλη τόση αγωνία.


Του
Γιώργου ΡΟΥΣΗ


ΤΑ ΜΝΗΜΕΙΑ ΤΗΣ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗΣ

(Το λεύκωμα του ΚΜΙΕΑ)

Του Νίκου ΚΑΡΑΝΤΗΝΟΥ

ΜΑΡΤΙΑΤΙΚΕΣ μέρες. Με δοξασμένες μνήμες του λαού μας, που πάλευε για λευτεριά. Με του Εικοσιένα τον πρώτο ροδαμό. Και της Εθνικής μας Αντίστασης τον ξεσηκωμό ενάντια στους χιτλεροφασίστες κατακτητές και τους ντόπιους συνεργάτες τους. Τέσσερα χρόνια εξοντωτικής σκλαβιάς στάθηκαν το αποκορύφωμα της γιγάντιας πάλης του λαού μας για τη χιλιάκριβη τη λευτεριά.

ΕΝΑ συγκλονιστικό λεύκωμα, που δουλεύτηκε με αγωνιστική ευθύνη και πάθος, φέρνει στα μάτια και στην καρδιά μας τα μνημεία, τα οποία έχουν ανεγείρει οι επιζώντες αγωνιστές, συγγενείς και φίλοι, κοινότητες, δήμοι, σύλλογοι και άλλοι φορείς. Είναι το «Κέντρο Μελέτης Ιστορίας της Εθνικής Αντίστασης (ΚΜΙΕΑ)» που μας προσφέρει αυτή τη σημαντική έκδοση με την επιμέλεια και τα προλογικά και εισαγωγικά σημειώματα από το σ. Δημήτρη Κάιλα.

ΕΙΝΑΙ η αιμάτινη σπονδή, που έδωσε ο λαός μας, το ΕΑΜικό Αντιστασιακό Κίνημα, που διατρέχει όλη τη γη μας, που έχει βάψει με ποτάμια αίματα από τη Θράκη ως στα ακρότατα σημεία της χώρας. Είναι μια καταγραφή που ξεπετιέται πάνω από τα χώματα. Κι έχει φωνή κι έχει αλήθεια.

Ο ΛΑΟΣ μας πάντα από τα πανάρχαια χρόνια, έχει ένα σεβασμό βαθύ για το θάνατο. Φτώχεια και σκλαβιά τον έχουν εξοικειώσει μαζί του. Τον προσωποποιεί. Και τον τραγουδάει. Παλεύει μαζί του στα μαρμαρένια αλώνια. Κι όταν η χιτλερική ορδή πάτησε τη γη μας και τα κορμιά των σκοτωμένων έμεναν εδώ κι εκεί πάνω στο χώμα, ο λαός μας κράτησε την ίδια ιερή αξιοπρέπεια μπροστά στο θάνατο, στο σκοτωμένο.

ΚΙ ΟΤΑΝ οι φασίστες, ξένοι ή ντόπιοι έφευγαν αφήνοντας καταγής τους σκοτωμένους, πάντα βρισκότανε το χέρι μιας γυναίκας για να κλείσει τα μάτια, για να πλύνει το πρόσωπο και σε πολλές περιπτώσεις, οι ίδιες άνοιγαν και τους τάφους αφού τους άντρες τούς είχαν εκτελέσει.

ΕΙΝΑΙ οι αμέτρητοι πρόχειροι τάφοι, που βρήκε νιόσκαφτους η Απελευθέρωση και που πάνω τους μπήκαν ξύλινοι σταυροί, μερικές φορές ονόματα κι άλλα στοιχεία. Αναψαν καντήλια και συχνά τα στόλισαν με αγριολούλουδα. Τα χρόνια, που ακολούθησαν, χρόνια φοβερής δοκιμασίας του κόσμου της Αντίστασης, χρόνια που άνοιξαν και νέους τάφους καθώς διά πυρός και σιδήρου γύρεψαν να σβήσουν από την ψυχή του λαού την Εθνική Αντίσταση.

ΞΑΝΑΘΥΜΙΖΟΥΜΕ σήμερα όσα για τα μνημεία και τα ηρώα έγραφε ο αξέχαστος σύντροφος δημοσιογράφος και συγγραφέας Γιώργης Λαμπρινός εδώ και 55 χρόνια με αναφορά σε Ολοκαυτώματα, που καρτερούσαν τότε τα μνημεία: «... Καισαριανή, Καλάβρυτα, Χαϊδάρι, Δίστομο και τόσοι άλλοι...». Δεν επιτρέπεται σήμερα να μην έχει τιμηθεί η Καισαριανή, τόπος που η χλόη του βλασταίνει με το αίμα χιλιάδων ηρώων... Και η Καισαριανή - το Θυσιαστήριο της Λευτεριάς - περιμένει ακόμη και σήμερα το μεγαλόπρεπο μνημείο αυτό, που πρέπει.

ΜΕ ΟΡΓΗ στο ίδιο γραφτό του σημείωνε, πως είναι απαράδεκτο να μην έχει τιμηθεί δημόσια, πανηγυρικά, η μεγάλη μορφή του Δημήτρη Γληνού. Είναι η σπουδαιότερη πνευματική φυσιογνωμία, που γέννησε η νεότερη Ελλάδα. Η προτομή του έπρεπε να 'χε στηθεί σε μια από τις κεντρικότερες πλατείες της Αθήνας, ίσως εκεί μπροστά στο Πανεπιστήμιο, ίσως εκεί καταμεσής στην πλατεία Κλαυθμώνος με την αλλαγή της πανάθλιας ονομασίας της. Μπροστά στο Πανεπιστήμιο φιγουράρει πάντα ο αποικιοκράτης Γλάδστων, όχι όμως η προτομή του Δ. Γληνού.

ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ της αρετής και της θυσίας, που την έχουν κεντημένη πάνω στη γη μας λεβέντες και λεβέντισσες, που πάλεψαν σαν θεριά στα μαρμαρένια αλώνια. Και σήμερα είναι πάντα γύρω μας πρωτοπανηγυριώτες. Το Λεύκωμα των Μνημείων της Εθνικής Αντίστασης, είναι διαρθρωμένο κατά περιοχές και με τα χρονολογικά όρια της μεγάλης εποποιίας από την ώρα της εισβολής.

ΔΕΝ είναι εύκολα τέτοια εγχειρήματα. Χρειάζεται έρευνα και επιμονή όταν μάλιστα έχουν περάσει τόσα χρόνια μέσα σε κατατρεγμούς και κυνηγητά, με στόχο να εξαφανίσουν και τους τάφους των νεκρών, που συχνά κυνήγησαν κι έσβησαν και τα καντήλια κι έσπασαν τους σταυρούς.

ΤΑ ΜΝΗΜΕΙΑ και τα ηρώα παρουσιάζονται στο λεύκωμα καθένα με τα βασικά στοιχεία της ταυτότητάς του. Μας δίνει το ιστορικό και τα άλλα αφιερωματικά τους στοιχεία και φυσικά αυτούς, που φρόντισαν για την ανέγερσή τους καθώς και άλλα σχετικά ιστορικά στοιχεία.

ΞΑΝΑΠΛΑΘΟΥΝ στον επισκέπτη, στο νεαρό μαθητή μια ολόκληρη εποχή το κάθε μνημείο, συχνά με εκατοντάδες ονόματα χαραγμένα πάνω στο μάρμαρο και στο γρανίτη. Και βοηθάνε συχνά για να μάθουν τα παιδιά που ίσως ποτέ δεν έχουν μάθει ούτε κι ακούσει για της Αντίστασης την επική ώρα. Και τις μεγάλες θυσίες.

ΟΙ ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ της έκδοσης, το ΚΜΙΕΑ, ξέρουν πως στο Λεύκωμα παρ' όλες τις προσπάθειες και τις αναζητήσεις, που έγιναν, δεν έχουν εντοπιστεί όλα τα μνημεία, που έχουν ανεγερθεί, ακόμη και σ' αυτά, που παρουσιάζονται, υπάρχουν πιθανώς διορθωτικά και συμπληρωματικά στοιχεία. Γι' αυτό και η έκκληση να σταλεί στο ΚΜΙΕΑ κάθε σχετικό στοιχείο ώστε να συμπεριληφθεί στη νέα πιο ολοκληρωμένη έκδοση, που θα γίνει. Κι η βοήθεια αυτή πρέπει να δοθεί για να γίνει πληρέστερη η σημαντική αυτή έκδοση.

ΤΟ ΛΕΥΚΩΜΑ του ΚΜΙΕΑ ανοίγει με του αξέχαστου ποιητή, του Βασίλη Ρώτα το λόγο, που παραγγέλνει: Ξένε μου όπου πας και περπατάς/ τη γη μας να πατάς σεμνά/ και ν' αλαφροδιαβαίνεις./ Τι είν' ο τόπος μας αιματοποτισμένος/ Κάθε δρασκελιά κι από 'νας σκοτωμένος/ Ενας σύντροφος, που 'πεσε πολεμώντας/ για το δίκιο μας και για τη Λευτεριά μας.

«ΤΑ ΜΝΗΜΕΙΑ - έγραφε το 1945 ο Γ. Λαμπρινός - είναι ανάγκη της ματωμένης ψυχής μας. Ανάγκη ηθικού και ιστορικού χρέους, ανάγκη του πολιτισμού μας. Δε θέλουμε να μας θυμίζουν ότι πέρασε κάποτε ο βάρβαρος από 'δω. Μα θέλουμε να μας θυμίζουν και να μαρτυράνε την πίστη μας στις ανώτερες ηθικές αξίες του ανθρώπου - και πάνω απ' όλες στη Λευτεριά, που την άγιασε για μια και οριστική φορά το αίμα μας...».



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ