ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σάββατο 13 Απρίλη 1996
Σελ. /48
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
"Πέρασμα", άνοιγμα και Ανάσταση

Πάσχα σημαίνει "πέρασμα" και είναι από τις μεγαλύτερες γιορτές του Ιουδαϊσμού, που τότε έπεφτε στις 14 του μήνα Νισάν. Ανοιξη έγινε και η Εξοδος των Ισραηλιτών από την Αίγυπτο. Για μας τους Ελληνες το Πάσχα, μέχρι πρότινος, ήταν η περισυλλογή και η... συλλογή εντοσθίων για τη μαγειρίτσα. Ηταν η σούβλα, το αρνάκι, το κόκκινο αυγό και το τσούγκρισμα. Ηταν ο θόρυβος των βεγγαλικών στη νεκρική σιωπή του χειμώνα. Ηταν οι χαρούμενες κατακίτρινες μαργαρίτες και οι φλογερές παπαρούνες, που αντικαθιστούσαν τα μελαγχολικά, ρομαντικά κυκλάμινα. Ανάσταση, και το ανθρώπινο το πάθος για ανάταση ήταν έντονο. Ακόμη, ήταν το φως της άνοιξης, τόσο δυνατό, που με ένα "βλέμμα" του χρωμάτιζε το σκούρο χρώμα που κυριαρχούσε τους χειμερινούς μήνες. Ηταν η νίκη της ζωής πάνω στο θάνατο. Ηταν μέρες γιορτής, μέρες λαμπρής, μέρες στοργής. Τώρα τι είναι; Μέρες φυγής δεν είναι;

Πάσχα, σήμερα, και εξακολουθεί να είναι μια από τις μεγαλύτερες γιορτές της Χριστιανοσύνης. Και της εξαλλοσύνης και αλλοφροσύνης... Και, "πέρασμα" είναι από τα διόδια. Κι ας έχουν περάσει τα τριώδια. Τίποτε δε μας πτοεί, τίποτε δεν είναι ικανό να αναχαιτίσει τη διάθεσή μας για διαφυγή, για φυγή, για απόδραση. Τίποτε δε μας χαλά την επιθυμία να το βάλουμε στα πόδια. Ούτε οι τρελές αγελάδες, ούτε τα έρημα νηστικά κοτόπουλα, ούτε τα αυγά τους. Για μας, η εξίσωση είναι κάπως έτσι. "Πέρασμα" συν "άνοιξη" ίσον Εξοδος! Οχι επική και λυρική, όπως εκείνη των Ισραηλιτών, αλλά μαρτυρική, ολοκληρωτική και μποτιλιαρισμένη. Ξορκίζουμε τους φόβους μας με ανέκδοτα. Μιλάμε για σοφές αγελάδες, για μελαγχολικά αρνάκια σινιέ ...για ερωτόληπτα ψάρια. Και άλλα πολλά. Πολλά και αινιγματικά. Επιτυχή ή ατυχή, σημασία δεν έχει. Φορτώνουμε το γιωταχί και ξεκινάμε για το δικό μας, το "σύγχρονο Γολγοθά": την Εθνική Οδό. Η έξοδος άρχισε από το Σάββατο του Λαζάρου, η είσοδος πότε θα τελειώσει άραγε; Μετά τον Αύγουστο.

Δύναμη ζωής

Ναι, οι περισσότεροι έφυγαν, αλλά πάντα θα μείνουν μερικοί, έτσι για να φυλάνε τις .."Θερμοπύλες". Ανάμεσά τους και εμείς, που, πάντα, η απόφασή μας για μετακίνηση... είναι αμετακίνητη. Από το σπίτι μας θα κάνουμε ταξίδια νοερά, παρέα με ένα βιβλίο. Η Μαρία Μιχαήλ - Δέδε, με το βιβλίο της "Γιορτές και έθιμα και τα τραγούδια τους" (εκδόσεις Φιλιππότη), μας οδηγεί στη Θράκη. Στη Θράκη, που όπως η συγγραφέας υποστηρίζει, ο χορός και το τραγούδι αποτελούν έκφραση της ζωής, με μια ξεχωριστή δύναμη. Γράφει: "Οταν χορεύει ο Θράκας, γίνεται πραγματικά ένθεος. Αλλοπαίρνεται. Πάει σε άλλους τόπους"... Η Σαρακοστή, λοιπόν, που καθήλωσε τον Θράκα, που τον ανάγκασε να απομακρυνθεί από τη θεϊκή εκτόνωσή του, το χορό, πέρασε. Και έρχεται τώρα το Πάσχα και ξαναβρίσκει το μελωδικό, το ρυθμικό, τον κινητικό και ευλύγιστο εαυτό του. Είναι Πάσχα και χορεύει και τραγουδά κι αυτό του φτάνει. Δε γιορτάζει με ιδιαίτερο τρόπο, χορεύει, με τρόπο ιδιαίτερο, διαφορετικό, ξεχωριστό. Πλέκει τη χαρά με τη θλίψη, υφαίνει, θα λέγαμε, τη μελαγχολία με την ευθυμία του και τις κάνει νότες, τις μεταμορφώνει σε κίνηση.

Η γυναίκα με τη Ρόκα

Στην Πιερία, στο Μοσχοπόταμο και σε πολλά γειτονικά χωριά, την Τρίτη του Πάσχα γίνεται ένα πανηγύρι με κεντρικές ηρωίδες τις γυναίκες. Πρόσωπα ευχάριστα, νεανικά ή κουρασμένα και ηλικιωμένα κυριαρχούν στη γιορτή. Νωρίς το απόγευμα, οι νέοι του χωριού συγκεντρώνονται στην πλατεία και χορεύουν με τους ήχους των οργάνων, χωρίς να λέγεται κανένα τραγούδι. Μετά αποχωρούν γιατί οι πιο ώριμοι καταφτάνουν και εκείνοι ζητούν, όπως είναι φυσικό, άλλωστε, κάτι συγκεκριμένο. Ενα τραγούδι. Ενα τραγούδι που καλεί τις γυναίκες να εμφανίζονται διακριτικά, αμέσως μετά αποφασιστικά για να σπάσουν την ανδρική ομοιομορφία. Σε κάποια στιγμή εμφανίζεται μια σεβάσμια ηλικιωμένη γυναίκα που κρατά τη ρόκα με την τουλούπα από μπαμπάκι περασμένη επάνω της, τη ρόκα που έχουν φτιάξει νωρίτερα οι άνδρες του χωριού. Εκείνη, στητή σαν κυπαρίσσι, γερασμένη, αλλά αγέρωχη και ακούραστη περπατά ρυθμικά και τραγουδά: "Μι βλέπετε πιδάκια μου/ πώς γνέθω ιγώ τη Ρόκα; Σι βλέπουμε Μανούλα μου/ πως μας πονάς κι γνέθεις".

Σε λίγο, η Ρόκα θα φλογιστεί και οι άνδρες, τάχατες, φοβισμένοι θα το βάλουν στα πόδια και η "γυναίκα με τη Ρόκα" θα τους κυνηγήσει...

Η θυσία

Ακόμη και στις μέρες μας η ζωοθυσία είναι κάτι το συνηθισμένο. Σε μερικά σημεία της Ελλάδας, κυρίως στη Θράκη, αλλά και στη Μακεδονία κι ακόμη στη Μυτιλήνη κρατά πολλά από τα αρχέγονα στοιχεία της. Εδώ και μερικά χρόνια ακόμη και στα Σπάτα, και σε άλλα σημεία των Μεσογείων, η ζωοθυσία ήταν μια ζωντανή παράδοση... Στη Μακεδονία οι πρόσφυγες της Ανατολικής Ρωμυλίας εξακολουθούν και διατηρούν τον πατροπαράδοτο τρόπο της πατρίδας τους. Θυσιάζουν τα ζώα, αλλά ταυτόχρονα κρατούν και τα παλιά όργανα: τη λύρα και την γκάιντα και για την περίσταση παίζουν μελωδίες και τραγουδούν ανάλογα τραγούδια. Την ώρα της θυσίας...

Το χαρακτηριστικό όμως τραγούδι είναι εκείνο "Της Τρίχας το γιοφύρι".Είναι η θυσία της νέας γυναίκας για να στεριώσει. Ψυχολογικά, είναι μια προέκταση της επιθυμίας η ζωοθυσία να έχει τα προσδοκώμενα αποτελέσματα. Ετσι κόβεται το τραγούδι και οι τελευταίοι στίχοι, που μιλούν για την κατάρα της θυσιαζόμενης γυναίκας, αλλά και για τη μεταμέλειά της δεν ακούγονται. Απλώς της θυμίζουν ότι θα μπορούσε να ήταν θύμα ο ίδιος της ο αδελφός, καθώς θα περνούσε το γιοφύρι και θα μπορούσε να είχε γκρεμιστεί. Αρα, η θυσία, ακόμη και του ζώου κατά τους Θράκες, οφείλει να είναι εθελοντική. Ετσι ώστε στην περίπτωση που το ζώο αντισταθεί πολύ και δε βαδίσει ήσυχα και μοιρολατρικά προς τη θυσία του, η τελευταία θα πρέπει να ματαιωθεί.

Τότε και τώρα

Κάποτε, όχι και πολύ πίσω, στις γειτονιές, στις πόλεις και τα χωριά, ακόμη και στην πρωτεύουσα "σήκωναν" στην κυριολεξία τα σπίτια. Τα ετοίμαζαν για την Ανάσταση. Τα έβαφαν, τα έπλεναν, τα έκαναν καινούρια. Οσοι είχαν έστω και ένα δέντρο μπροστά από το σπίτι τους το ασβέστωναν, έριχναν χαλίκι φρέσκο στην αυλή. Επλαθαν κουλούρια, τσουρέκια, σκαλτσούνια, ετοίμαζαν τη σούβλα, το αρνί, τη μαγειρίτσα. Το πασχαλινό τραπέζι ήταν κάτι το ξεχωριστό, το μοναδικό, το ανεπανάληπτο, που άρχιζε από τα ξημερώματα να ετοιμάζεται. Το ούζο, το κρασί, η τσικουδιά ανάλογα με την περιοχή άρχιζε από την προηγούμενη... Καλεσμένος ήταν και ο πρώτος περαστικός, ο γνωστός ή ακόμη και ο εντελώς άγνωστος. Ο μεζές τον περίμενε και ο οικοδεσπότης περίμενε κι αυτός με τη σειρά του να ακούσει από το στόμα του άλλου πως ναι, το δικό του κοκορέτσι ήταν νοστιμότερο από του διπλανού. Τώρα; Τώρα κάτι έχει μείνει από τα παλιά. Δεν ξεσηκώνουμε τα σπίτια, τα κλειδώνουμε και όπου φύγει φύγει. Τώρα το τσουρέκι, τα σκαλτσούνια, τα κουλούρια μάς τα ετοιμάζει ο φούρνος. Ακόμη και τα αυγά, πολλοί από μας τα αγοράζουμε βαμμένα. Χρόνος δεν υπάρχει. Η υπομονή και η αντοχή μάς εγκατέλειψαν. Οι αργίες του Πάσχα ευτυχώς παραμένουν και επιμένουν. Καλό Πάσχα, λοιπόν, καλή Ανάσταση και στο επανιδείν. Αλλά για πότε το βλέπετε;

Τ. Δ.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ