Και πάλι το θέμα των κοινοτικών κονδυλίων στο προσκήνιο, αυτή τη φορά με αφορμή την προχτεσινή συνεδρίαση της Κυβερνητικής Επιτροπής και τις δηλώσεις του κυβερνητικού εκπροσώπου, Δ. Ρέππα. Διαπιστώνεται, λοιπόν, για άλλη μια φορά, αφ' ενός η απογοητευτική εικόνα, σχετικά με την απορροφητικότητα των κονδυλίων και αφ' ετέρου η αδυναμία της κυβέρνησης να ξεπεράσει τις καθυστερήσεις. Φυσικά, τα όσα ακούγονταν τα τρία προηγούμενα χρόνια περί ανάπτυξης μέσω των έργων του "Δεύτερου Πακέτου Ντελόρ" έχουν καταρρακωθεί προ πολλού.
Οπως προκύπτει από τα στοιχεία των υπηρεσιών του υπουργείου Εθνικής Οικονομίας, το 1995 τα κονδύλια που απορροφήθηκαν την περασμένη χρονιά είναι περίπου το 60% απ' όσα είχαν αρχικά προβλεφτεί.Το στοιχείο αυτό καταρρίπτει τα όσα έλεγε η κυβέρνηση τον περασμένο Νοέμβρη, όταν ο τότε αναπληρωτής υπουργός Εθνικής Οικονομίας Γ. Ανωμερίτης ανέφερε στη Βουλή ότι η απορρόφηση θα ξεπερνούσε το 70%.
Ουσιαστικά, όμως, η απορροφητικότητα είναι σε πολύ μικρότερα επίπεδα, αν λάβουμε υπόψη ότι στο ποσοστό που προαναφέραμε συνυπολογίζονται και κονδύλια του 1994 που δεν είχαν απορροφηθεί. Αν αφαιρεθούν τα κονδύλια αυτά, τότε το ποσοστό απορροφητικότητας κατεβαίνει στο 40% περίπου.
Η κυβέρνηση, προκειμένου να αποφύγει τις ευθύνες της, κάθε φορά που το θέμα έρχεται προς συζήτηση, ανακαλύπτει νέες αιτίες για τις καθυστερήσεις, που έτσι κι αλλιώς παρατηρούνται. Στην προκειμένη περίπτωση, όπως δήλωσε και ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, η κύρια αιτία των καθυστερήσεων εντοπίστηκε στο θεσμικό πλαίσιο, το οποίο ακόμη δεν έχει ολοκληρωθεί.
Ομως, στους χειρισμούς της κυβέρνησης διαφαίνεται άλλη μια σκοπιμότητα, που έχει σχέση με την εξυπηρέτηση μεγάλων ιδιωτικών εταιριών που πίεζαν εξ αρχής για μεγαλύτερη συμμετοχή στη διαδικασία του σχεδιασμού, της υλοποίησης και του ελέγχου στην πορεία των έργων, που χρηματοδοτούνται με τα κοινοτικά κονδύλια. Αφού η σημερινή κυβέρνηση, όπως και η προηγούμενη, άφησε το χρόνο να περνά με τα γνωστά αποτελέσματα, τώρα καταφεύγει στις Μονάδες Οργάνωσης Διαχείρισης (ΜΟΔ), στις οποίες συμμετέχουν ιδιωτικές εταιρίες και οι οποίες έχουν την αρμοδιότητα να παρακολουθούν την πορεία υλοποίησης των έργων.
Αξίζει να σημειωθεί ότι από τα 900 δισεκατομμύρια που προβλέπονται για την Ελλάδα από το Ταμείο Συνοχής έχουν ληφθεί μέχρι σήμερα μόνο τα 140 δισεκατομμύρια δραχμές.Βέβαια, το ποσό των 900 δισ. αναφέρεται στο διάστημα μέχρι το 1999, όμως η μέχρι τώρα πορεία δείχνει ότι είναι σχεδόν αδύνατο να απορροφηθεί το σύνολο.
Τα στοιχεία, πάντως, που έρχονται στη δημοσιότητα επιβεβαιώνουν τις εκτιμήσεις των υπευθύνων της Ευρωπαϊκής Ενωσης, ότι δηλαδή από τη σημαντική καθυστέρηση υπάρχει κίνδυνος να χάσει η Ελλάδα σημαντικό μέρος από τα κοινοτικά κονδύλια. Τη σχετική μάλιστα προειδοποίηση είχε απευθύνει η Κοινοτική επίτροπος Βουλφ - Μάτις, ενώ και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στην έκθεσή της διαπιστώνει τις καθυστερήσεις. Εξάλλου, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει καταστήσει σαφές στην ελληνική κυβέρνηση ότι η ροή των κοινοτικών κονδυλίων θα εξαρτηθεί από τις επιδόσεις της στον οικονομικό τομέα, με βάση το πρόγραμμα "σύγκλισης". Ετσι, η αδυναμία της ελληνικής οικονομίας να προσεγγίσει τους δείκτες, που ορίζει η Συνθήκη του Μάαστριχτ, φέρνει πιο κοντά στην υλοποίηση της "ποινής" με την οποία απειλεί η Κομισιόν.
Το σημαντικότερο πρόβλημα στην πορεία των έργων και στην απορροφητικότητα των κοινοτικών κονδυλίων, αν εξαιρέσουμε τα εμπόδια που παρεμβάλλονται από τις πολυεθνικές επιχειρήσεις και τις πιέσεις των "εταίρων", είναι η εξασφάλιση από την κυβέρνηση των πόρων που πρέπει να διαθέσει το ελληνικό κράτος, προκειμένου να υλοποιηθούν τα έργα. Η κυβέρνηση που κινείται στα ασφυκτικά πλαίσια του προγράμματος "σύγκλισης" δεν μπορεί να βρει τα απαραίτητα ποσά για την ελληνική συμμετοχή. Μόνο αν τα βρει θα μπορέσει να πάρει τα κονδύλια της κοινοτικής συμμετοχής. Δεν κρίνουμε, βέβαια, το γεγονός ότι τα έργα που χρηματοδοτούνται με τα κοινοτικά κονδύλια δεν έχουν καμιά σχεδόν σχέση με τις ανάγκες παραγωγικής ανασυγκρότησης της ελληνικής οικονομίας. Η ανάγκη χρηματοδότησης των έργων, που αφορούν κυρίως στα δίκτυα μεταφορών και επικοινωνιών προς όφελος των πολυεθνικών της Ευρωπαϊκής Ενωσης, δεσμεύει ένα μεγάλο ποσό από τις δημόσιες επενδύσεις, το οποίο θα μπορούσε να διατεθεί για παραγωγικές επενδύσεις στην Ελλάδα.
Ο κίνδυνος που ελλοχεύει αφορά στη διαφαινόμενη πρόθεση της κυβέρνησης να αναζητήσει τα ποσά αυτά, περικόπτοντας δαπάνες κυρίως κοινωνικού χαρακτήρα.
ΓΡΑΦΑΜΕ την προηγούμενη Πέμπτη σ' αυτή τη σελίδα, με αφορμή τα "συμβόλαια ταξικής συνεργασίας" που υπογράφτηκαν στη Γερμανία και το Βέλγιο, ότι οι υποχωρήσεις εκ μέρους κάποιων συνδικαλιστικών ηγεσιών στις απαιτήσεις των πολυεθνικών, όχι μόνο δε διασφαλίζουν τα δικαιώματα των εργαζομένων, αλλά, αντίθετα, ανοίγουν την όρεξη των εργοδοτών για τα χειρότερα. Και, δυστυχώς, επιβεβαιωθήκαμε...
ΣΤΗ ΓΕΡΜΑΝΙΑ και πάλι, ανακοινώθηκε την περασμένη Παρασκευή, ότι το συνδικάτο υπαλλήλων DAG, που εκπροσωπεί περίπου 500 χιλιάδες μέλη, συμφώνησε: Οι εταιρίες που αντιμετωπίζουν ζημιές και είναι υποχρεωμένες να κάνουν απολύσεις, να διαπραγματεύονται κατ' ιδίαν με τους εργαζομένους τους, το ποσοστό αυξήσεων των αποδοχών τους"!
"ΑΝΑΠΑΝΤΕΧΟ δώρο", χαρακτηρίστηκε από εκπροσώπους των εργοδοτών η απόφαση του συνδικάτου, αφού κάτι τέτοιο το περίμεναν χρόνια. Η συμφωνία αυτή αποτελεί την πρώτη βολή κατά του θεσμού των συλλογικών διαπραγματεύσεων, ενός θεσμού που αποτελεί, ουσιαστικά, το θεμέλιο λίθο της συνδικαλιστικής οργάνωσης των εργαζομένων.
ΑΦΟΠΛΙΣΜΟΣ και μάλιστα "εθελοντικός" από το δικαίωμα σύναψης συλλογικών συμβάσεων εκ μέρους των συνδικάτων ισοδυναμεί με αυτοκτονία. Ετσι ανοίγει ο δρόμος σε κάθε επιχείρηση να επικαλείται οικονομικά προβλήματα και, με την απειλή των απολύσεων, να πετυχαίνει "κατ' ιδίαν..." διαπραγματεύσεις με τους εργαζομένους της. Για να φτάσουμε στο επόμενο στάδιο, όπου ο εργοδότης θα καλεί στο γραφείο του κάθε εργαζόμενο ξεχωριστά για να συζητήσουν την "αύξησή" του...
ΤΟ ΓΕΓΟΝΟΣ μπορεί να θεωρηθεί μεμονωμένο, ωστόσο, είναι ιδιαίτερα ανησυχητικό, γιατί διαφαίνεται η πρόθεση των εργοδοτικών οργανώσεων να επεκτείνουν το μέτρο σε όλους τους κλάδους και σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ενωση. Τις κατ' ιδίαν διαπραγματεύσεις είχε προτείνει η ομοσπονδία των βιομηχάνων του κλάδου της μεταλλουργίας στο αντίστοιχο εργατικό συνδικάτο, στα πλαίσια της "Συμμαχίας για την Απασχόληση". Η ηγεσία, όμως, του συνδικάτου, που συνυπέγραψε όλα τα άλλα γνωστά μέτρα, δεν τόλμησε να συμφωνήσει και με την πρόταση αυτή.
"ΟΛΕΘΡΟ" χαρακτηρίζουν οι εργοδοτικές οργανώσεις το θεσμό των συλλογικών διαπραγματεύσεων και προωθούν την κατάργησή του σε κάθε ευκαιρία. Εξάλλου, προς την κατεύθυνση αυτή κινείται η "Λευκή Βίβλος" της Ευρωπαϊκής Ενωσης με την καθιέρωση της μερικής απασχόλησης και τη διάλυση του κοινωνικού ασφαλιστικού συστήματος και άλλα μέτρα.