ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 20 Νοέμβρη 2005
Σελ. /32
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Επιχείρηση ξενοφοβία...

Η «ευκαιρία» ήταν πολύ μεγάλη, για να την αφήσουν, να πάει χαμένη. «Κολλούσαν δεν κολλούσαν» τα πρόσφατα γεγονότα στη Γαλλία με το ξέσπασμα των κατοίκων των γκέτο, για κάποιους ήταν όμορφος γλυκός σπόρος, να τον ρίξουν στα μυαλά των εργαζομένων και να θερίσουν το φυτό που θέλουν από την κοινωνική συνείδηση. Ετσι υπήρχαν - δεν υπήρχαν αναλογίες με τις πολύ ειδικές ιστορικά συνθήκες της Γαλλίας, στο... τάχα αθώο και άσχετο, πλήθυναν τον τελευταίο καιρό και στη χώρα μας, τα άρθρα, σχόλια, ρεπορτάζ, για τους μετανάστες, που σαν μιλημένα (ή ήταν;) όλα έμμεσα άφηναν στη συνείδηση διαφορετικές αποχρώσεις του: «κάτι πρέπει να γίνει οπωσδήποτε για να προλάβουμε...».

Τι να προλάβουμε; Σπάνια υπάρχει σ' αυτές τις μορφές προπαγάνδας η διευκρίνιση, αφού η ασαφής «απειλή» είναι πιο αποτελεσματική σ' αυτό το στάδιο σκαψίματος της κοινωνικής συνείδησης. Κάτι σαν τον ποτέ περιγράψιμο «μπαμπούλα» των γιαγιάδων μας, ή ακόμα καλύτερα «τις δυνάμεις του κακού», που αιώνια τώρα μάχονται οι μεταφυσικοί και πάνω σ' αυτά τα έτοιμα οργωμένα μυαλά ήρθε ο Μπους και η παρέα του πρόσφατα και φυτεύει κατά περίπτωση και κατά συμφέροντα τις μορφές, του Κάστρο, του Τσάβες, του Σαντάμ, του Ασαντ κ.ά.

Ετσι και αλλιώς το κόλπο είναι πως από την αρχή η συγκεκριμένη περίπτωση δεν πατάει σε καμιά πραγματικότητα σχετική με την Ελλάδα. Η περίπτωση των γκέτο των αθλίων στη Γαλλία είναι φαινόμενο γαλλικό και για την ώρα τουλάχιστον μοναδικό. Σε τελευταία ανάλυση, δεν πρόκειται για μετανάστες, αλλά για Γάλλους πολίτες, που στην πλειοψηφία τους έχουν και αυτοί και οι γονείς τους γεννηθεί στη Γαλλία. Μπορεί όλη η κοινωνικοποίησή τους να έχει τα χαρακτηριστικά του γκέτο, αλλά είναι του γαλλικού γκέτο, έτσι όπως διαμορφώθηκε για ειδικούς ιστορικούς λόγους. Αν δεν είναι Γάλλοι δεν είναι... τίποτα, αφού όλα αυτά τα χρόνια δεν είχαν σχεδόν την παραμικρή σχέση με τη χώρα προέλευσης των παππούδων τους.

Ολα αυτά δεν έχουν ιδιαίτερη σημασία για όσους έχουν αναλάβει συνειδητά ή ασυνείδητα (αν υπάρχει τέτοιο πράγμα στην εποχή μας) να δημιουργήσουν τέτοιους συνειρμούς, που αργά και μεθοδικά, από τη μια μεριά, να διευρύνεται η ανεκτικότητα στις λαϊκές συνειδήσεις για τα μέτρα και τα όργανα καταστολής και, από την άλλη, να αναπτύξουν αυτές οι συνειδήσεις, τη μη ανεκτικότητα στο διαφορετικό, το ξένο, το μετανάστη... Παράλληλη και ταυτόχρονη η στόχευση μοιάζει να νοιάζεται για την προστασία και το μέλλον των εργαζομένων την ώρα που θέλει να τους εκθέσει εντελώς, χωρίς την παραμικρή ασπίδα της πραγματικής γνώσης απέναντι στα κέφια του κεφαλαίου.

Την ενίσχυση των οργάνων και μέτρων καταστολής τη χρειάζεται επειγόντως το κεφάλαιο, αφού οι καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις που έχει βαλθεί να σπρώχνει σε κάθε τομέα για να εξασφαλίσει το ποσοστό του κέρδους του και την ίδια την ύπαρξη του συστήματός του, αργά ή γρήγορα «δε θα περνούν», αφού θεωρείται δεδομένη η όξυνση των αντιθέσεων και η ακόμα μεγαλύτερη και πιο πολύμορφη αντίδραση των εργαζομένων. Ακόμα και αν με αυταπάτες, ή περιορισμένη σύγκρουση με τους εργαζόμενους, στην αρχή βρίσκουν «χώρο» και περνούν κάποιες, αυτό δε σημαίνει, πως έχουν και τελειωμό.

Δεν πρόκειται ποτέ το κεφάλαιο να πει «φτάνει δε θέλω άλλα». Αυτό το ξέρουν καλά αυτοί και οι εκπρόσωποί τους, αφού βρίσκεται στην ίδια τη φύση του συστήματός τους. Οτιδήποτε άλλο θα σήμαινε πως δεν είναι πια καπιταλιστές. Αρα άτοπο και άρα οι καλύτερες μέρες που υπόσχονται με τις «παραγωγικότητες» και τις «ανταγωνιστικότητες» δεν είναι παρά αυθαίρετες σύγχρονες μετατροπές της παραμυθούς Χαλιμάς σε... οικονομολόγο.

Αρα, επίσης οι καπιταλιστές ξέρουν καλά πως αργά ή γρήγορα θα χρειαστούν όση βοήθεια μπορεί να τους διαθέσει ο κατασταλτικός τους μηχανισμός και γι' αυτό τον θέλουν έτοιμο, ενισχυμένο και με όσο γίνεται πιο πολλαπλές δυνατότητες δράσης. Γι' αυτό και με τη μία, ή την άλλη υπαρκτή, ή τις περισσότερες φορές κατασκευασμένη αφορμή τον ταΐζουν με καινούρια σώματα και «απίθανους» εξοπλισμούς.

Από την άλλη, το κεφάλαιο και οι εκπρόσωποί του χρειάζονται τη μη ανεκτικότητα στον ξένο και το μετανάστη, αφού σκοπεύουν, από τη μια, να εκβιάζουν με τη φτηνή του εργατική δύναμη τον εργαζόμενο και, από την άλλη, να έχουν το μετανάστη πάντα εύκαιρο - βολικό θύμα, να του ρίχνουν ενοχές δεινών που αυτοί και το σύστημά τους προκαλούν στους εργαζόμενους.

Παλιό το κόλπο, πολύ παλιές και οι μέθοδοι που χρησιμοποιούνται. Δυστυχώς έχουν στα χέρια τους τη δυνατότητα του χειρισμού των εντυπώσεων και των φαινομένων, που αληθινά ή κατασκευασμένα κρύβουν την πραγματικότητα και δημιουργούν δική τους. Για παράδειγμα, υπερτονίζονται διαφορετικές συμπεριφορές, που πηγάζουν ίσως από διαφορετικούς τρόπους ζωής, πολιτισμούς, ήθη και συνήθειες. Συμπεριφορές, ίσως και εντελώς αβλαβείς και αθώες που όμως σκόπιμα ξενίζουν στη συνείδηση και προετοιμάζουν τα υλικά για να δημιουργηθεί, ή πρώτη οχύρωση της επιφύλαξης.

Ακόμα και όταν δεν υπάρχουν αυτές οι διαφορετικές συμπεριφορές μπορούν εύκολα να κατασκευαστούν με στερεότυπα του τύπου: «Δεν πλένονται», «έχουν πολλές γυναίκες», «είναι στενόμυαλοι», «είναι τεμπέληδες»... Σημασία έχει να αρχίσει η οχύρωση, το αίσθημα προστασίας του «ζωτικού χώρου». Οι Ελληνες, που κάναμε μετανάστες σχεδόν σε όλες τις χώρες του κόσμου, όλο και κάτι ξέρουμε απ' αυτά τα «αθώα» στερεότυπα με αφορμές σαν τα εννιά όγδοα της μουσικής μας, ή το σουβλιστό αρνί του Πάσχα...

Μετά απ' αυτό, η οχυρωμένη - «φτιαγμένη» συνείδηση βλέπει πλέον την «αλήθεια» με τα μάτια εκείνων που την έφτιαξαν. Ετσι πλέον ένα περιστατικό παίρνει εντελώς διαφορετικές διαστάσεις ή ερμηνείες αν γίνεται από Ελληνα και εντελώς διαφορετικές από έναν ξένο. Για παράδειγμα, η ακραία περίπτωση μιας κλοπής από Ελληνα είναι μόνο μία κλοπή. Αν είναι από ξένο είναι μία κλοπή, που δικαιώνει ταυτόχρονα το προετοιμασμένο στη συνείδηση στερεότυπο και φέρνει αυθόρμητα στα χείλη το «καλά το 'λεγα εγώ γι' αυτούς», που αυτόματα, ίσως ασυνείδητα τουλάχιστον στην αρχή, το μετατρέπει πλέον σε μηχανισμό διάδοσης της στρεβλής συνείδησης.

Τότε συνήθως μπαίνει σε λειτουργία ο απόλυτος νόμος της κοινωνικής ψυχολογίας, ότι βλέπεις τον εαυτό σου όπως σε βλέπουν και τις πιο πολλές φορές έμμεσα δικαιώνεις εκείνους που σε βλέπουν ακόμα και κάτω από την επίδραση κατασκευασμένου στερεότυπου. Το παιδί, που όλοι το λένε «φωνακλά», φωνάζει όλο και περισσότερο και γίνεται αληθινός φωνακλάς στο τέλος. Ο Ελληνας του εξωτερικού, που όλοι τον περίμεναν «γλεντζέ και χορευταρά» γινόταν τέτοιος παρ' όλο που, αν είχε μείνει στη χώρα του μπορεί να μην είχε καθόλου τέτοια τάση. Ας όψεται το στερεότυπο του «Ζορμπά», του «Ποτέ την Κυριακή» και άλλων ανάλογων...

Ο ξένος, που μια κοινωνία ολόκληρη τον βλέπει με οχυρωμένη - «φτιαγμένη» συνείδηση, είναι πολύ πιθανόν, λοιπόν, να πέφτει θύμα και αυτός από την ανάποδη, που οδηγεί στο ίδιο τελικά αποτέλεσμα, της δικής του πλέον οχύρωσης και της υιοθέτησης συμπεριφοράς που αναμένεται απ' αυτόν και προετοιμάζεται κατάλληλα.

Τόσο απλές, γνωστές και πολύ παλιές είναι οι μέθοδοι, που χρησιμοποιούνται για να πετύχει το κεφάλαιο το σκοπό του. Ενεργοποιούνται από τάχα αθώες αφορμές και μετά μπαίνουν στον αυτόματο... Στην εφαρμογή τους έχουν και άλλες λεπτομέρειες, που όμως δε μας ενδιαφέρουν στη συγκεκριμένη περίπτωση.

Αυτό, που μας ενδιαφέρει είναι πως ο στόχος με όλα αυτά τα τερτίπια, είναι να σκεπαστεί όπως όπως η πραγματικότητα της εκμετάλλευσης και να αποδυναμωθούν στην ταξική πάλη η εργατική τάξη και όλοι οι εργαζόμενοι. Αντί οι εργαζόμενοι να βλέπουν τον πραγματικό τους αντίπαλο, τον καπιταλιστή και να τον αντιμετωπίζουν σαν ολόκληρη εκμεταλλευόμενη τάξη μαζί με τους εργαζόμενους μετανάστες, να βλέπουν το μετανάστη σαν απειλή και αντίπαλο. 'Η, να μπορούν, να βλέπουν από ένα επίπεδο συνείδησης τον κύριο αντίπαλο καπιταλιστή, αλλά από τις στρεβλώσεις, που δέχονται από τους επιτήδειους, να βλέπουν παράλληλα κίνδυνο από το μετανάστη και να ξεσπούν την οργή και την αγανάκτησή τους σ' αυτόν, όπως και να δέχονται την ανάλογη αντίδραση απ' αυτόν. Τόσο η μία όσο και ή άλλη εκδοχή στρεβλής συνείδησης είναι νέκταρ και αμβροσία, που τρώει - πίνει το κεφάλαιο για να εξασφαλίζει την ύπαρξη και τη διαιώνιση του άδικου εκμεταλλευτικού συστήματος.

Η σκέτη αποκάλυψη και γνώση των προθέσεων - σχεδίων του κεφαλαίου, αν και είναι απαραίτητο να γίνεται ασταμάτητα, δεν αρκεί. Πρέπει να γίνεται με τέτοιο τρόπο, που ξεριζώνοντας τα ζιζάνια που σπέρνει το κεφάλαιο στα μυαλά των εργαζομένων ταυτόχρονα να μετατρέπεται σε πράξη. Ο εργαζόμενος χέρι χέρι με τα ταξικά του αδέλφια να μεγαλώνει τη στρατιά της ανατροπής του συστήματος που πραγματικά ευθύνεται για τα δεινά του...


Παύλος ΑΛΕΠΗΣ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ