Eurokinissi |
Οσα... εμπνέονται και αποφασίζουν στα συνέδρια της ΚΕΔΚΕ, τα υλοποιούν στους δήμους τους. Οι εκπρόσωποι της ΝΔ Ντ. Μπακογιάννη, του ΠΑΣΟΚ Π. Κουκουλόπουλος και του ΣΥΝ Χρ. Παλαιολόγου (φωτ.), βαδίζουν χέρι - χέρι στο δρόμο της φορο-επιδρομής σε βάρος των δημοτών |
Οι αυξήσεις αυτές επιβεβαιώνουν την πάγια πολιτική των διοικήσεων του δήμου την τελευταία δεκαετία, που στηρίζεται στην ανταποδοτικότητα και τη φορομπηχτική πολιτική, σε βάρος των εργαζομένων και των μικροεπαγγελματιών της πόλης. Αντίθετη στην πρόταση για αύξηση ήταν η «Συμπαράταξη για την Αθήνα», και ο επικεφαλής της, Σπύρος Χαλβατζής, πρότεινε καμιά αύξηση και να εξεταστεί το ενδεχόμενο της σταδιακής μείωσής τους, μιας και έχουν αυξηθεί υπέρογκα τα τελευταία χρόνια.
Συγκεκριμένα, τα ανταποδοτικά τέλη καθαριότητας και φωτισμού αυξάνονται από 1/1/2006 κατά 3,4% για τις κατοικίες και διαμορφώνονται σε 1,53 ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο (από 1,48 το 2005) και για τα καταστήματα κατά 3,7% και φτάνουν τα 5,87 ευρώ το τ. μ. (από 5,66 το 2005). Επίσης, αυξάνονται κατά 3,8% τα τέλη τραπεζοκαθισμάτων, κατάληψης κοινόχρηστου χώρου, περιπτέρων και των τριών κοιμητηρίων. Αύξηση 3,8% προβλέπεται και στο συντελεστή φόρου επί των ηλεκτροδοτούμενων χώρων ο οποίος μετατρέπεται σε 0,3 ευρώ ανά τ.μ. για τους στεγασμένους και 0,15 ευρώ ανά τ.μ. για τους μη στεγασμένους, ανά έτος.
Νέα «βάρη» φορτώνει η δημοτική αρχή στους κατοίκους περιοχών όπως το Μαρκόνι... |
Ο Σπ. Χαλβατζής, μιλώντας στο χτεσινό δημοτικό συμβούλιο, σημείωσε πως οι αυξήσεις αυτές είναι συνέχεια άλλων σημαντικών αυξήσεων που επιβλήθηκαν στους εργαζόμενους της Αθήνας. Συγκεκριμένα, ανέφερε πως «την τελευταία πενταετία τα τέλη τραπεζοκαθισμάτων αυξήθηκαν κατά 1.500% ενώ τα τελευταία τρία χρόνια τα τροφεία στους Παιδικούς Σταθμούς του δήμου κατά 250%. Φυσικά - συμπλήρωσε - αν δούμε τη διαδρομή της δεκαετίας, τα τέλη που επιβάλλει ο δήμος είναι υψηλότερα από τις αντίστοιχες αυξήσεις του κατώτερου ημερομισθίου» και πρότεινε να καταργηθούν τα τροφεία στους παιδικούς σταθμούς.
Ολο αυτό το «νέο μπαράζ αυξήσεων» - όπως το χαρακτηρίζει σε σχετικό χτεσινό δελτίο Τύπου η Συμπαράταξη - συνοδεύεται και από έλλειψη διεκδίκησης των αντίστοιχων παρακρατηθέντων πόρων από τη διοίκηση του δήμου. Ο Σπ. Χαλβατζής, σημείωσε σχετικά πως «από το 1990 μέχρι σήμερα οι κυβερνήσεις ΝΔ και ΠΑΣΟΚ παρακρατούν παράνομα τους Κεντρικούς Αυτοτελείς Πόρους από την Τοπική Αυτοδιοίκηση. Μάλιστα, η σημερινή κυβέρνηση όταν ήταν αντιπολίτευση τα είχε χαρακτηρίσει "υπεξαιρεθέντα" και φυσικά συνεχίζει να τα παρακρατά. Μόνο για το Δήμο Αθηναίων, το συγκεκριμένο ποσό ξεπερνά τα 400 εκατομμύρια ευρώ». Και φυσικά, κάποια από αυτά κάθε χρόνο παραγράφονται. Οπως τόνισε, αν ο δήμος διεκδικούσε και έπαιρνε μέρος των χρημάτων δε θα χρειαζόταν να προσφεύγει σε συνεχείς δανεισμούς (σ.σ.: πάγια τακτική των διοικήσεων του δήμου). «Αλλωστε - συμπλήρωσε ο επικεφαλής της Συμπαράταξης -τα χρήματα αυτά, δε λείπουν από τα ταμία του δήμου, αλλά από έργα και υπηρεσίες για το λαό».
Η διοίκηση του δήμου, από την πλευρά της, ισχυρίστηκε πως πρόκειται για χαμηλές αυξήσεις αφού κινούνται στα όρια του πληθωρισμού. Η προσπάθεια αυτή πέφτει στο κενό, αφού προσπαθεί να παρουσιάσει τις φετινές αυξήσεις ξεκομμένες από το σύνολο των αυξήσεων που έχουν επιβληθεί στους εργαζόμενους τα τελευταία χρόνια. Πάντως, χαρακτηριστικό της λογικής της διοίκησης είναι ότι ο Ν. Απέργης, δημοτικός σύμβουλος με την πλειοψηφία, είπε ότι οι αυξήσεις θα έπρεπε να είναι πολύ μεγαλύτερες αφού τα έσοδα θα είναι πολύ περιορισμένα.
Την ίδια στιγμή, επιχείρησε να παρουσιάσει και το...«κοινωνικό προσωπείο» της η δημοτική αρχή, προτείνοντας μείωση 50% των τελών καθαριότητας και φωτισμού στις πολύτεκνες οικογένειες. «Πολύτεκνες οικογένειες, όμως, είναι ακόμη και πολυεκατομμυριούχοι», σημείωσε χαρακτηριστικά ο Σπ. Χαλβατζής, απαντώντας. Τις αυξήσεις καταψήφισαν και οι υπόλοιπες παρατάξεις της μειοψηφίας.
Ο «Ρ» με την έρευνα που έχει ξεκινήσει από τις 23 Οκτώβρη έχει παρουσιάσει στοιχεία από αρκετούς δήμους της Αττικής, που αποδεικνύουν ότι οι δυνάμεις που πρόσκεινται σε ΠΑΣΟΚ - ΝΔ - ΣΥΝ, ακολουθούν «κοινή γραμμή» στο όλο και μεγαλύτερο χαράτσωμα των εργαζομένων. Συγκεκριμένα: