Συζήτηση με τον δεξιοτέχνη του κλαρίνου Πέτρο - Λούκα Χαλκιά, με αφορμή τη μουσική παράσταση «Ελληνες και ο κόσμος»
Πέτρο - Λούκας Χαλκιάς |
Η σύμπραξη με Ινδούς και Αφρικανούς μουσικούς ήταν αφορμή της κουβέντας μας με τον Πέτρο - Λούκα Χαλκιά. «Μ' αυτή τη σύμπραξη, λέει, θέλουμε να δούμε κατά πόσο θα μπορέσουμε να παντρέψουμε τα ελληνικά παράπονα με τα παράπονα όλου του άλλου κόσμου. Είναι διαφορετικά παράπονα, που μαζί κάνουν το παράπονο του κόσμου. Εμείς βέβαια, λόγω της γεωγραφικής θέσης της χώρας μας, έχουμε όλα τα μουσικά χρώματα που υπάρχουν στον κόσμο. Τώρα με τους Ινδούς και τους Αφρικανούς προσπαθούμε να φτιάξουμε κάτι διαφορετικό, της σημερινής ημέρας, πάνω βέβαια στις παλιές βάσεις. Να δείξουμε ότι η μουσική είναι μία, αλλά έχει τις δικές της ιδιαιτερότητες, τη δική της χρωματική».
Γεννημένος στο Δελβινάκι της Ηπείρου το 1934 - γόνος μιας πολυσήμαντης και παλαιάς οικογένειας μουσικών - ο Π. Χαλκιάς στρέφεται από πολύ μικρός στην εκμάθηση κλαρίνου, με πρώτο δάσκαλο τον πατέρα του Περικλή και αργότερα τους Φίλιππα Ρούντα και Κώστα Μπατζή. «Στα 13 μου χρόνια άρχισα να παίζω κλαρίνο, το οποίο το διδάχτηκα από πολλούς της οικογένειάς μου και από συγγενικά πρόσωπα. Κλαρίνο έπαιζε και ο πατέρας μου και ο μπάρμπας μου ο Χαρισιάδης και ο θείος μου ο Φίλιππος Ρούντας... Είχα πάρα πολλούς δασκάλους. Κατάγομαι από μουσικό οικογενειακό δέντρο. Εχουμε 4-5 γενιές που έπαιζαν και παίζουν κλαρίνο: ο προπάππος μου, ο παππούς μου, ο πατέρας μου, εγώ, το παιδί μου και τώρα ο εγγονός μου, ο οποίος είναι 17 χρόνων...».
«Ελληνες και ο κόσμος» (ο Ινδός μουσικός Rakesh Chaurasia) |
Αναφερόμενος στα ηπειρώτικα μοιρολόγια, ο Π. Χαλκιάς διευκρινίζει «ότι δεν είναι μόνο του θανάτου. Εμείς στην Ηπειρο δίνουμε ευχές μέσα από ένα μοιρολόι. Οταν πάμε σ' ένα γάμο λέμε το πρώτο μοιρολόι του σπιτιού. Εχουμε μοιρολόι της ξενιτιάς, μοιρολόγια για όλους τους τομείς της ζωής. Και η ψυχολογία του μουσικού πρέπει να είναι ανάλογη. Είναι πάρα πολλοί, που είχαν πατέρες μουσικούς δασκάλους και ξέφυγαν...».
Το σημαντικότερο κεφάλαιο στις συνεργασίες του όλα αυτά τα χρόνια ο Π. Χαλκιάς θεωρεί πως «ήταν πριν 4-5 χρόνια που πρωτοσυνεργαστήκαμε με τους Ινδούς. Με τους Ινδούς είδα για πρώτη φορά ότι έχουμε πολύ κλειστή συγγένεια στη μουσική, στο χρώμα της μουσικής. Σ' εμάς βέβαια, με το πέρασμα του χρόνου, οι διάφορες γενιές βάλανε κι από ένα πετραδάκι και έφτασε η μουσική μας εδώ που είναι. Εκείνοι έχουν τις κολόνες τις παλιές. Είμαστε όμως πολύ κοντά».
Ο δεξιοτέχνης που εξέπληξε πριν δεκαετίες στην Αμερική τον Μπένι Γκούντμαν - «τέτοιο παίξιμο και να μη γράφεις, να μη διαβάζεις μουσική;» τον είχε ρωτήσει - υπογραμμίζει τη μεγάλη σημασία που έχει για το μέλλον του δημοτικού μας τραγουδιού η σωστή εκπαίδευση. «Θα ήθελα, λέει να κάνουν κάτι για να καλυτερεύει η θέση του δημοτικού τραγουδιού, που ολοένα χειροτερεύει. Στα σχολεία πρέπει να βρουν κατάλληλους δασκάλους για να γίνει σωστή δουλιά στα παιδάκια, που τώρα ξεκινάνε, γιατί ό,τι μάθουν σε αυτή την ηλικία, αυτό είναι. Η επιθυμία μου επίσης είναι να μεταδίδονται εκπομπές για το δημοτικό τραγούδι και να υπάρχουν κατάλληλα προγράμματα στην τηλεόραση». Ο ίδιος πάντως υπογραμμίζει την παντελή απουσία των τηλεοπτικών μέσων από μεγάλες διοργανώσεις παραδοσιακού τραγουδιού, όπως αυτή πριν δέκα μέρες στο Λυκαβηττό.
«Το δημοτικό τραγούδι δεν είναι κανενός, είναι του λαού», λέει ο Π. Χαλκιάς. «Πρέπει να διατηρήσουμε τα τόσα πολλά χρώματά του, να τα διασώσουμε, να τα κρατήσουμε. Αυτοί που μας κυβερνούν να κατοχυρώσουν τα δημοτικά μας τραγούδια. Γιατί με την παγκοσμιοποίηση, μετά από πενήντα, εκατό χρόνια που θα φύγουμε κι εμείς, μπορεί άλλοι πιο ισχυροί να πούνε ότι αυτά είναι δικά τους. Πάρα πολλά δικά μας χαθήκανε με αυτό τον τρόπο».
«Στην Αμερική πήγα για 6 μήνες κι έμεινα 20 χρόνια, από τις αρχές της δεκαετίας του '60 μέχρι το '80. Οταν πρωτοπήγαμε, μας υποχρέωσαν να γραφτούμε στο μουσικό σωματείο. Κάναμε συνελεύσεις σε μια μεγάλη αίθουσα, που χωρούσε 800 και πλέον άτομα. Συχνά ο πρόεδρος έβαζε το χάρτη και κάναμε παρουσιάσεις της μουσικής κάθε χώρας. Μια μέρα ήρθε και η σειρά της Ελλάδας. Σηκώνεται ένα παιδί και με το μπουζούκι έπαιξε το "Ποτέ την Κυριακή". Τότε αποφάσισα να μιλήσω, καθώς είχα καταλάβει ότι ο πρόεδρος ζητούσε παλιά δημοτικά τραγούδια. "Καλωσορίσατε κ. Χαλκιά", μου λέει ο πρόεδρος και ζήτησε να μου φέρουν ένα κλαρίνο. Πριν όμως παίξω, με τη βοήθεια διερμηνέα, τους είπα ότι στην Ελλάδα, λόγω της γεωγραφικής θέσης της, έχουμε όλα τα χρώματα της μουσικής, αλλά και κάτι ρυθμούς παράξενους που δεν τους έχει κανένας. Πολλοί Αμερικανοί κοιτάχτηκαν περίεργα. Τους λέω "θα παίξω κάτι από τον τόπο μου, φυσικά πεντάφθογγο, και μετά μου λέτε". Ο πρόεδρος έπαιζε πιάνο, κιθάρα ένας νέγρος Αμερικανός και ντραμς ένας Σκοπιανός. Λέω στον κιθαρίστα "δεν μπορείτε να με ακολουθήσετε, αφήστε με μόνο..." και μου απαντάει ότι είπα μεγάλη κουβέντα. Ο Σκοπιανός, βέβαια, τον προειδοποίησε... Τους έπαιξα κάτι, δεν είπαν τίποτα. Ηρθε, όμως, ένας μουσικός με το πεντάγραμμο στο χέρι, λέγοντάς μου ότι δεν έχουν ξανακούσει αυτή τη μουσική, παρά τις επισκέψεις τους στην Ελλάδα. "Μήπως δεν είναι ελληνική αυτή η μουσική;", με ρώτησε, συμπληρώνοντας πως "αν αυτό το πράγμα είναι ελληνικό, θα έπρεπε να μαγέψετε τον κόσμο όλο. Απορώ γιατί το αφήνουν έτσι". Μου ζήτησε να του παίξω κάτι κι εγώ από αφέλεια τού έπαιξα με το κλαρίνο ένα ρυθμό. Πιάνει και γράφει το "That's the way, I like it". Πάταγος έγινε με αυτό το κομμάτι, που έχει τη ρίζα του στο σκοπό που του έπαιξα. Ηρθε μετά και μου έκοψε από το τεφτέρι του μια επιταγή 1.000 δολαρίων, σαν δώρο, λέγοντάς μου ότι "ή εσείς δεν είστε σε θέση να τα αξιοποιήσετε ή δεν είναι ελληνικά".
Οι υπόλοιποι όμως, θεωρώντας ότι τους πρόσβαλα με όσα είπα, πίεζαν για να φύγω. Ο πρόεδρος, επηρεαζόμενος, έστειλε στο Αλλοδαπών ένα χαρτί, ζητώντας να με απελάσουν μέσα σε 24 ώρες. Μάλιστα, σημείωναν πως τέτοιου είδους μουσικούς έχουν. Ο διευθυντής του Αλλοδαπών μού είπε ότι, στην περίπτωση που δεν έφευγα μέχρι την επομένη, θα με έδεναν χειροπόδαρα και θα μ' έστελναν στην Ελλάδα. Του είπα ότι κι εγώ δεν ήθελα να μείνω, αλλά απαίτησα να ακυρώσουν την τελευταία φράση, γιατί "τέτοιους μουσικούς δεν έχουν". Οταν μου ζήτησε να το αποδείξω, του είπα να έρθει με τους καλύτερους μουσικούς στο μαγαζί που δούλευα και ότι, αν κατάφερναν να με συνοδέψουν, την άλλη μέρα θα έφευγα. Οταν ήρθαν, τους ανέβασα για να με συνοδέψουν. Ούτε ρυθμό δεν μπορούσαν να πιάσουν... Τότε ο διευθυντής λέει στον πρόεδρο πως θα έστελνε εκείνον φυλακή, γιατί ό,τι δεν το έχει η Αμερική το κρατάει. Αυτός όχι μόνο δεν προσπάθησε να το κρατήσει, αλλά να το διώξει. Μου ζήτησε συγνώμη και την άλλη μέρα ξεκίνησα τις διαδικασίες για την πράσινη κάρτα. Μάλιστα, κάποια στιγμή, μου έστειλαν χαρτί να με επιδοτήσει η κυβέρνηση και να μου ανοίξουν σχολείο για να διδάξω Αμερικανάκια. Δεν το δέχτηκα, γιατί αν το έκανα μεθαύριο οι Αμερικανοί θα έλεγαν ότι αυτά είναι δικά τους τραγούδια. Είπα ότι δεν έχω το χρόνο, ώσπου ήρθε η ώρα που έφυγα...».