ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 26 Ιούνη 2005
Σελ. /24
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
«Το κλαρίνο είναι η ζωή μου»

Συζήτηση με τον δεξιοτέχνη του κλαρίνου Πέτρο - Λούκα Χαλκιά, με αφορμή τη μουσική παράσταση «Ελληνες και ο κόσμος»

Πέτρο - Λούκας Χαλκιάς
Πέτρο - Λούκας Χαλκιάς
Το κλαρίνο είναι ολόκληρη η ζωή του. Μέσα απ' αυτό μιλά με τον δικό του εκπληκτικό τρόπο για τη χαρά, τη λύπη, τα όνειρα, τις προσδοκίες, προσφέροντας σε όσους τον ακούνε δυνατές συγκινήσεις. Ο λόγος για τον σπουδαίο δεξιοτέχνη του κλαρίνου Πέτρο - Λούκα Χαλκιά - «ψυχή» της μουσικής παράστασης «Ελληνες και ο κόσμος», αύριο στο Λυκαβηττό και μεθαύριο στο Αρχαίο Ωδείο Πάτρας. Από ελληνικής πλευράς επίκεντρο θα είναι η πεντατονία της Ηπείρου, ο Πετρολούκας Χαλκιάς και ο Αντώνης Κυρίτσης, ενώ θα εκπροσωπηθούν δυο από τις πιο δυνατές παραδόσεις του κόσμου, αυτές της Ινδίας και του Μάλι της Αφρικής, μέσα από εξαίρετους σολίστ όπως ο Rakesh Chaurasia, Afel Bocoum κ.ά. Παράλληλα, θα εμφανιστούν το ινδικό συγκρότημα κρουστών - φωτιάς «Nagara» και οι αδελφοί Mishra - σολίστ χορευτές, που θα παρουσιάσουν τον κλασικό χορό Katak.

Η σύμπραξη με Ινδούς και Αφρικανούς μουσικούς ήταν αφορμή της κουβέντας μας με τον Πέτρο - Λούκα Χαλκιά. «Μ' αυτή τη σύμπραξη, λέει, θέλουμε να δούμε κατά πόσο θα μπορέσουμε να παντρέψουμε τα ελληνικά παράπονα με τα παράπονα όλου του άλλου κόσμου. Είναι διαφορετικά παράπονα, που μαζί κάνουν το παράπονο του κόσμου. Εμείς βέβαια, λόγω της γεωγραφικής θέσης της χώρας μας, έχουμε όλα τα μουσικά χρώματα που υπάρχουν στον κόσμο. Τώρα με τους Ινδούς και τους Αφρικανούς προσπαθούμε να φτιάξουμε κάτι διαφορετικό, της σημερινής ημέρας, πάνω βέβαια στις παλιές βάσεις. Να δείξουμε ότι η μουσική είναι μία, αλλά έχει τις δικές της ιδιαιτερότητες, τη δική της χρωματική».

Γεννημένος στο Δελβινάκι της Ηπείρου το 1934 - γόνος μιας πολυσήμαντης και παλαιάς οικογένειας μουσικών - ο Π. Χαλκιάς στρέφεται από πολύ μικρός στην εκμάθηση κλαρίνου, με πρώτο δάσκαλο τον πατέρα του Περικλή και αργότερα τους Φίλιππα Ρούντα και Κώστα Μπατζή. «Στα 13 μου χρόνια άρχισα να παίζω κλαρίνο, το οποίο το διδάχτηκα από πολλούς της οικογένειάς μου και από συγγενικά πρόσωπα. Κλαρίνο έπαιζε και ο πατέρας μου και ο μπάρμπας μου ο Χαρισιάδης και ο θείος μου ο Φίλιππος Ρούντας... Είχα πάρα πολλούς δασκάλους. Κατάγομαι από μουσικό οικογενειακό δέντρο. Εχουμε 4-5 γενιές που έπαιζαν και παίζουν κλαρίνο: ο προπάππος μου, ο παππούς μου, ο πατέρας μου, εγώ, το παιδί μου και τώρα ο εγγονός μου, ο οποίος είναι 17 χρόνων...».

«Ελληνες και ο κόσμος» (ο Ινδός μουσικός Rakesh Chaurasia)
«Ελληνες και ο κόσμος» (ο Ινδός μουσικός Rakesh Chaurasia)
«Το κλαρίνο είναι η ζωή μου. Ο,τι άλλο θα μπορούσα να το σταματήσω, εκτός από αυτό. Είμαι 71 χρόνων και όταν έχω το κλαρίνο στα χέρια μου ξεχνιέμαι και μπορώ να παίζω ολόκληρες ώρες, ολόκληρα βράδια... Εμείς οι δημοτικοί είμαστε αυτοδίδακτοι. Προσπαθούμε πάντα να μπαίνουμε στην ψυχή των παλιότερων. Εχω πάρει τραγούδια από πολλούς παλιούς καλλιτέχνες. Βάζω και ακούω τον καθένα τι αυτοσχεδιασμό κάνει και πώς τον κάνει, γιατί αν κάποιος καταλαβαίνει τη γλώσσα του κλαρίνου, τότε βρίσκει πολλά πράγματα. Αυτοί ζήσανε σε μια πολύ διαφορετική κοινωνία, αληθινή. Σήμερα έχουν αλλάξει τα πάντα. Εκείνοι έπαιζαν με την ψυχή τους. Αν ακούσεις ένα παλιό κλαρίνο θα το ακούσεις καθαρό και ξάστερο όπως είναι ο ήλιος. Ενώ τα σημερινά παιδιά δεν έχουν την καθαροσύνη και την αλήθεια που είχαν οι παλιότεροι... Επειδή ασχολούμαι πολύ με το δημοτικό τραγούδι, όταν ακούσω ένα παλιό κομμάτι μπορώ να μπω στην εποχή εκείνη. Κι όταν παίζω ζω στιγμές εκείνης της εποχής. Παίζω με την ψυχή μου, με αγάπη και με θέληση. Γιατί όταν κάνουμε κάτι με αγάπη και θέληση έχουμε και καλά αποτελέσματα. Οταν όμως το κάνουμε παρά τη θέλησή μας ή επειδή έχουμε συμφέρον, δε γίνεται καλή δουλιά. Εμείς που παίζουμε τα όργανα με τον κόσμο που ακούει είμαστε όπως ο πομπός και ο δέκτης. Πρέπει να έχουμε καλή επαφή με τον δέκτη, με τον κόσμο. Εκείνα τα χρόνια στα γλέντια οι μουσικοί και τραγουδιστές είχαμε επαφή με αυτόν που χόρευε, με τις κινήσεις του. Σήμερα μπαίνουν 100 άνθρωποι και δε βλέπεις ποιος χορεύει, χτυπιέται ο ένας με τον άλλο. Αυτό είναι απαράδεκτο. Εχουν αλλάξει κατά πολύ τα σημερινά γλέντια...».

Αναφερόμενος στα ηπειρώτικα μοιρολόγια, ο Π. Χαλκιάς διευκρινίζει «ότι δεν είναι μόνο του θανάτου. Εμείς στην Ηπειρο δίνουμε ευχές μέσα από ένα μοιρολόι. Οταν πάμε σ' ένα γάμο λέμε το πρώτο μοιρολόι του σπιτιού. Εχουμε μοιρολόι της ξενιτιάς, μοιρολόγια για όλους τους τομείς της ζωής. Και η ψυχολογία του μουσικού πρέπει να είναι ανάλογη. Είναι πάρα πολλοί, που είχαν πατέρες μουσικούς δασκάλους και ξέφυγαν...».

Το σημαντικότερο κεφάλαιο στις συνεργασίες του όλα αυτά τα χρόνια ο Π. Χαλκιάς θεωρεί πως «ήταν πριν 4-5 χρόνια που πρωτοσυνεργαστήκαμε με τους Ινδούς. Με τους Ινδούς είδα για πρώτη φορά ότι έχουμε πολύ κλειστή συγγένεια στη μουσική, στο χρώμα της μουσικής. Σ' εμάς βέβαια, με το πέρασμα του χρόνου, οι διάφορες γενιές βάλανε κι από ένα πετραδάκι και έφτασε η μουσική μας εδώ που είναι. Εκείνοι έχουν τις κολόνες τις παλιές. Είμαστε όμως πολύ κοντά».

Ο δεξιοτέχνης που εξέπληξε πριν δεκαετίες στην Αμερική τον Μπένι Γκούντμαν - «τέτοιο παίξιμο και να μη γράφεις, να μη διαβάζεις μουσική;» τον είχε ρωτήσει - υπογραμμίζει τη μεγάλη σημασία που έχει για το μέλλον του δημοτικού μας τραγουδιού η σωστή εκπαίδευση. «Θα ήθελα, λέει να κάνουν κάτι για να καλυτερεύει η θέση του δημοτικού τραγουδιού, που ολοένα χειροτερεύει. Στα σχολεία πρέπει να βρουν κατάλληλους δασκάλους για να γίνει σωστή δουλιά στα παιδάκια, που τώρα ξεκινάνε, γιατί ό,τι μάθουν σε αυτή την ηλικία, αυτό είναι. Η επιθυμία μου επίσης είναι να μεταδίδονται εκπομπές για το δημοτικό τραγούδι και να υπάρχουν κατάλληλα προγράμματα στην τηλεόραση». Ο ίδιος πάντως υπογραμμίζει την παντελή απουσία των τηλεοπτικών μέσων από μεγάλες διοργανώσεις παραδοσιακού τραγουδιού, όπως αυτή πριν δέκα μέρες στο Λυκαβηττό.

«Το δημοτικό τραγούδι δεν είναι κανενός, είναι του λαού», λέει ο Π. Χαλκιάς. «Πρέπει να διατηρήσουμε τα τόσα πολλά χρώματά του, να τα διασώσουμε, να τα κρατήσουμε. Αυτοί που μας κυβερνούν να κατοχυρώσουν τα δημοτικά μας τραγούδια. Γιατί με την παγκοσμιοποίηση, μετά από πενήντα, εκατό χρόνια που θα φύγουμε κι εμείς, μπορεί άλλοι πιο ισχυροί να πούνε ότι αυτά είναι δικά τους. Πάρα πολλά δικά μας χαθήκανε με αυτό τον τρόπο».


Ρουμπίνη ΣΟΥΛΗ


«Ούτε ρυθμό δεν μπορούσαν να πιάσουν... »

«Στην Αμερική πήγα για 6 μήνες κι έμεινα 20 χρόνια, από τις αρχές της δεκαετίας του '60 μέχρι το '80. Οταν πρωτοπήγαμε, μας υποχρέωσαν να γραφτούμε στο μουσικό σωματείο. Κάναμε συνελεύσεις σε μια μεγάλη αίθουσα, που χωρούσε 800 και πλέον άτομα. Συχνά ο πρόεδρος έβαζε το χάρτη και κάναμε παρουσιάσεις της μουσικής κάθε χώρας. Μια μέρα ήρθε και η σειρά της Ελλάδας. Σηκώνεται ένα παιδί και με το μπουζούκι έπαιξε το "Ποτέ την Κυριακή". Τότε αποφάσισα να μιλήσω, καθώς είχα καταλάβει ότι ο πρόεδρος ζητούσε παλιά δημοτικά τραγούδια. "Καλωσορίσατε κ. Χαλκιά", μου λέει ο πρόεδρος και ζήτησε να μου φέρουν ένα κλαρίνο. Πριν όμως παίξω, με τη βοήθεια διερμηνέα, τους είπα ότι στην Ελλάδα, λόγω της γεωγραφικής θέσης της, έχουμε όλα τα χρώματα της μουσικής, αλλά και κάτι ρυθμούς παράξενους που δεν τους έχει κανένας. Πολλοί Αμερικανοί κοιτάχτηκαν περίεργα. Τους λέω "θα παίξω κάτι από τον τόπο μου, φυσικά πεντάφθογγο, και μετά μου λέτε". Ο πρόεδρος έπαιζε πιάνο, κιθάρα ένας νέγρος Αμερικανός και ντραμς ένας Σκοπιανός. Λέω στον κιθαρίστα "δεν μπορείτε να με ακολουθήσετε, αφήστε με μόνο..." και μου απαντάει ότι είπα μεγάλη κουβέντα. Ο Σκοπιανός, βέβαια, τον προειδοποίησε... Τους έπαιξα κάτι, δεν είπαν τίποτα. Ηρθε, όμως, ένας μουσικός με το πεντάγραμμο στο χέρι, λέγοντάς μου ότι δεν έχουν ξανακούσει αυτή τη μουσική, παρά τις επισκέψεις τους στην Ελλάδα. "Μήπως δεν είναι ελληνική αυτή η μουσική;", με ρώτησε, συμπληρώνοντας πως "αν αυτό το πράγμα είναι ελληνικό, θα έπρεπε να μαγέψετε τον κόσμο όλο. Απορώ γιατί το αφήνουν έτσι". Μου ζήτησε να του παίξω κάτι κι εγώ από αφέλεια τού έπαιξα με το κλαρίνο ένα ρυθμό. Πιάνει και γράφει το "That's the way, I like it". Πάταγος έγινε με αυτό το κομμάτι, που έχει τη ρίζα του στο σκοπό που του έπαιξα. Ηρθε μετά και μου έκοψε από το τεφτέρι του μια επιταγή 1.000 δολαρίων, σαν δώρο, λέγοντάς μου ότι "ή εσείς δεν είστε σε θέση να τα αξιοποιήσετε ή δεν είναι ελληνικά".

Οι υπόλοιποι όμως, θεωρώντας ότι τους πρόσβαλα με όσα είπα, πίεζαν για να φύγω. Ο πρόεδρος, επηρεαζόμενος, έστειλε στο Αλλοδαπών ένα χαρτί, ζητώντας να με απελάσουν μέσα σε 24 ώρες. Μάλιστα, σημείωναν πως τέτοιου είδους μουσικούς έχουν. Ο διευθυντής του Αλλοδαπών μού είπε ότι, στην περίπτωση που δεν έφευγα μέχρι την επομένη, θα με έδεναν χειροπόδαρα και θα μ' έστελναν στην Ελλάδα. Του είπα ότι κι εγώ δεν ήθελα να μείνω, αλλά απαίτησα να ακυρώσουν την τελευταία φράση, γιατί "τέτοιους μουσικούς δεν έχουν". Οταν μου ζήτησε να το αποδείξω, του είπα να έρθει με τους καλύτερους μουσικούς στο μαγαζί που δούλευα και ότι, αν κατάφερναν να με συνοδέψουν, την άλλη μέρα θα έφευγα. Οταν ήρθαν, τους ανέβασα για να με συνοδέψουν. Ούτε ρυθμό δεν μπορούσαν να πιάσουν... Τότε ο διευθυντής λέει στον πρόεδρο πως θα έστελνε εκείνον φυλακή, γιατί ό,τι δεν το έχει η Αμερική το κρατάει. Αυτός όχι μόνο δεν προσπάθησε να το κρατήσει, αλλά να το διώξει. Μου ζήτησε συγνώμη και την άλλη μέρα ξεκίνησα τις διαδικασίες για την πράσινη κάρτα. Μάλιστα, κάποια στιγμή, μου έστειλαν χαρτί να με επιδοτήσει η κυβέρνηση και να μου ανοίξουν σχολείο για να διδάξω Αμερικανάκια. Δεν το δέχτηκα, γιατί αν το έκανα μεθαύριο οι Αμερικανοί θα έλεγαν ότι αυτά είναι δικά τους τραγούδια. Είπα ότι δεν έχω το χρόνο, ώσπου ήρθε η ώρα που έφυγα...».


Ετσι περίπου...

«

...και καταντάει το "αύριο" σαν "αύριο", να μη μοιάζει», έγραψε σε ένα του ποίημα ο Κωνσταντίνος Καβάφης, είτε γιατί δεν μπορούσε να αντέξει την επανάληψη των ίδιων γεγονότων που έδιναν στις μέρες του το ίδιο νόημα και το ίδιο ενδιαφέρον είτε γιατί η ίδια η προσωπική του ζωή έμενε πάντα χωρίς αλλαγή, ώστε το «αύριο», που πρέπει να σημαίνει την αλλαγή, δε διέφερε από το «σήμερα» και ανάγκαζε τον τραγικό Αλεξανδρινό ποιητή να αναζητάει στην ποίηση την αλλαγή, άρα να την κατασκευάζει ο ίδιος την «αλλαγή», μια και η ζωή δεν έλεγε να αλλάξει. Λοιπόν; Θα αφήσουμε το «αύριο σαν αύριο να μη μοιάζει»; Ή θα παλέψουμε για την αλλαγή; Και με ποιον τρόπο θα πραγματώσουμε την πάλη αυτή; Μέσα στην ποίηση ή μέσα στην ίδια τη ζωή; Θα αλλάξουμε τη ζωή με τις λέξεις ή με τις πράξεις; Και μη νομίζετε πως είναι εύκολη η απάντηση.

Μερικοί, βέβαια, θα βιαστούν, και ίσως είναι και οι πιο πολλοί, να απαντήσουν «μα με τις πράξεις», και θα συμπληρώσουν «αλλαγή με τις λέξεις δε γίνεται». Και ίσως να έχουν και δίκιο, αν έχουν πάρει, μάλιστα, τις λέξεις από φόβο, και τις αφήνουν εκεί στη γωνία, όπως τις βρήκανε από τους προηγούμενους, και εκείνοι από τους άλλους, τους πιο προηγούμενους. Χωρίς να αντιλαμβάνονται πως έτσι συμβαίνει και με την Ποίηση, κι αυτή, δηλαδή, δεν είναι τίποτε άλλο, παρά ένας ατελείωτος κόσμος από λέξεις. Αυτές κάνουν το «σώμα» της Ποίησης. Κι όσο πιο σημαντικές είναι αυτές, τόσο και πιο σημαντικό γίνεται αυτό το περίεργο «σώμα». Αρα, μέσα από τέτοιους παραγωγικούς συλλογισμούς, μπορούμε να καταλήξουμε στο συμπέρασμα πως και οι δικές μας οι λέξεις που πότε γίνονται σύνθημα και πότε καταγγελία, πότε επινίκιος ύμνος και πότε μοιρολόι αλησμόνητων νεκρών, δεν είναι τίποτε άλλο, παρά η δική μας η Ποίηση.

Να, λοιπόν, που αν το σκεφτείς λίγο παραπάνω μπορείς να συμφωνήσεις και με όσους δε βιάζονται να απαντήσουν, γιατί σκέφτονται πως ίσως να γίνεται «αλλαγή» και με τις «λέξεις», αρκεί αυτές να είναι όμοιες μ' αυτές που οικοδομούν τη δική μας την Ποίηση, αρκεί αυτές να μπαίνουν εύκολα στο μυαλό όσων μας ακούνε και κει μέσα να περιγράφουν έναν άλλον κόσμο, μια άλλη ζωή όπου το «αύριο» θα μοιάζει σαν «αύριο» και δε θα μοιάζει σαν το εφιαλτικό «σήμερα»... Σκεφτόμουν καθισμένος απέναντι στο μεγάλο βουνό, δίπλα σε ένα ποτήρι σπιτικό τσίπουρο, χωρίς γλυκάνισο, έτσι που να μην ασπρίζει, όταν του ρίχνεις νερό, με το πιρούνι καρφωμένο στην πιπεράτη σάρκα μιας κάτασπρης φέτας. Ετσι, που έφευγε η μέρα κι από τη λίμνη ερχόταν ένα σιγανό αεράκι, τόσο σιγανό, ώστε να μην το καταλαβαίνεις παρά μονάχα, όταν μπαίνει μέσα στα ανοιχτά σου πνευμόνια, όπου κουρασμένα από τη βρωμιά της πόλης είναι έτοιμα να αναστενάξουν, στη σκέψη πως όσο κι αν χάνεσαι κι αν ματώνεις μέσα στην πράξη οι μεγάλες Λέξεις δε χάνουν τη σημασία τους. Συσσωρεύονται η μια πάνω στην άλλη, γίνονται έτσι ο Λόγος της ιστορίας, η Ποίηση του αγώνα και τελικά τα καταφέρνουν να κάνουν το «αύριο» να μοιάζει σαν το «αύριο». Τα καταφέρνουν να απομακρύνουν το Σήμερα από την οδύνη της επανάληψης, τη σκουριά της καπιταλιστικής ομοιομορφίας και να το μετατρέψουν σε ένα νικηφόρο μήνυμα ενός άλλου «αύριο». Να που χρειάζεται και η Ποίηση για ν' αλλάξουμε τη ζωή μας, αρκεί η κάθε της Λέξη να είναι γεμάτη με το αίμα της Πράξης.


Του
Γιώργου ΧΟΥΡΜΟΥΖΙΑΔΗ



Διακήρυξη της ΚΕ του ΚΚΕ για τη συμπλήρωση 80 χρόνων από το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου και την Αντιφασιστική Νίκη των Λαών
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ