ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σάββατο 30 Απρίλη 2005 - Κυριακή 1 Μάη 2005
Σελ. /32
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
ΜΙΚΡΟΜΕΣΑΙΟΙ ΑΓΡΟΤΕΣ
«Μέλλον» μαζικού ξεκληρίσματος

Οι μικρομεσαίοι βαμβακοπαραγωγοί έχουν υποστεί τα πάνδεινα τα τελευταία τέσσερα χρόνια, με αποκορύφωμα τη φετινή χρονιά και στο νέο σκηνικό που έχει στηθεί για μετά το 2006 τα πράγματα χειροτερεύουν

Eurokinissi

Οι μικρομεσαίοι βαμβακοπαραγωγοί έχουν υποστεί τα πάνδεινα τα τελευταία τέσσερα χρόνια, με αποκορύφωμα τη φετινή χρονιά και στο νέο σκηνικό που έχει στηθεί για μετά το 2006 τα πράγματα χειροτερεύουν
Από το 1992 και μετέπειτα η Κοινή Αγροτική Πολιτική (ΚΑΠ) της ΕΕ δείχνει ξεκάθαρα ότι οι μικρομεσαίοι αγρότες δεν έχουν θέση στα νέα ευρωσχέδια του μεγάλου κεφαλαίου και της λεγόμενης παγκοσμιοποίησης. Τρία χαρακτηριστικά ελληνικά προϊόντα, το βαμβάκι, το λάδι και ο καπνός, που αποτελούν και σήμα κατατεθέν για την Ελλάδα, επλήγησαν ανελέητα από τις διαδοχικές αντιαγροτικές αποφάσεις στα πλαίσια της ΚΑΠ, της ΓΚΑΤΤ (Γενική Συμφωνία Δασμών και Εμπορίου) ή του ΠΟΕ (Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου). Το ίδιο βέβαια συνέβη και στα υπόλοιπα αγροτικά προϊόντα. Κι όπως όλα δείχνουν, μέσα στα επόμενα χρόνια δεκάδες χιλιάδες μικρομεσαίοι αγρότες δε θα τη βγάλουν καθαρή...

Η καπνοκαλλιέργεια φαντάζει ως το μεγαλύτερο θύμα της ακολουθούμενης αντιαγροτικής πολιτικής. Ο «φερετζές» στην προκειμένη περίπτωση είναι πάντα η προστασία της υγείας των καταναλωτών, λες και η ΕΕ νοιάζεται πραγματικά για την υγεία και τη μακροζωία των υπηκόων της... Αφού προηγουμένως χιλιάδες καπνοπαραγωγοί οδηγήθηκαν σε αναδιάρθρωση καλλιέργειας και τους έβαλαν στα «Βιρτζίνια», το 1992 μειώθηκε δραστικά η εθνική ποσόστωση καπνού και ορίστηκε στους 126.000 τόνους. Οι εμπορικοί όροι βέβαια ήταν και παραμένουν κομμένοι και ραμμένοι στα μέτρα των καπνεμπόρων - βιομηχάνων. Αυτό επιβεβαιώθηκε το 1998 που βελτιώθηκαν διά κανονισμού οι όροι αγοραπωλησιών υπέρ των καπνεμπόρων - πολυεθνικών, όπως επίσης και το 2002 που δόθηκε τριετής παράταση του ισχύοντος κοινοτικού καθεστώτος. Βέβαια, τον Απρίλη του 2004 η κυβέρνηση της ΝΔ, πιστή και αυτή στις αντιαγροτικές επιταγές της ΕΕ, έβαλε την «ταφόπλακα» στην καπνοκαλλιέργεια.

Καπνά τέλος...

Προκειμένου να προσαρμοστούν στα νέα δεδομένα οι καπνέμποροι - καπνοβιομήχανοι, αποφασίστηκε ότι θα υπάρχει Κοινή Οργάνωση Αγοράς στον τομέα του καπνού μέχρι το 2009. Στη συνέχεια δε θα υπάρχει τίποτα και από το 2010 κόβεται και το 50% του πριμ. Στην πράξη, ΕΕ και κυβερνώντες συρρικνώνουν την καπνοκαλλιέργεια και δημιουργούν όρους όπου οι μικροί καπνοπαραγωγοί δεν μπορούν να επιβιώσουν από το 2006 και μετά. Το δέλεαρ είναι το λεγόμενο αποσυνδεμένο πριμ, το ποσοστό του οποίου δεν έχει οριστικοποιηθεί ακόμα. Ομως ό,τι κι αν αποφασιστεί σχετικά δε θα αλλάξει τα πράγματα προς το καλύτερο, αφού το «παιχνίδι» της ΕΕ είναι κομμένο και ραμμένο στα μέτρα των μεγαλοεπιχειρηματιών φάρμερ και των εμποροβιομηχάνων - πολυεθνικών. Οι μικροί καπνοπαραγωγοί εξωθούνται, από φέτος, πριν ακόμα ξεκινήσει η εφαρμογή της νέας ΚΑΠ, στο να μην ξανακαλλιεργήσουν. Κι αυτό επιτυγχάνεται διά των τιμών! Γιατί όταν ένας παραγωγός «Βιρτζίνια» για παράδειγμα έπαιρνε το 1990 εμπορική τιμή 500 δρχ./κιλό (1,5 ευρώ) και το 2005 παίρνει από 20 ή 30 λεπτά το κιλό, πώς και με τι κουράγιο να ξανακαλλιεργήσει;.. Και η ειρωνεία είναι ότι πολλοί παραγωγοί «Βιρτζίνια» εξαναγκάζονται σε εγκατάλειψη της καπνοκαλλιέργειας, ενώ ακόμα χρωστάνε τα δάνεια που πήραν για τα ξηραντήρια - φούρνους...

Η σφαγή του βαμβακιού

Στο βαμβάκι επίσης οι τιμές και οι επιδοτήσεις είναι «παγωμένες» τα τελευταία δέκα - δεκαπέντε χρόνια. Μάλιστα, στις αναθεωρήσεις το 1995 και του 2001 τα πρόστιμα συνυπευθυνότητας αυξήθηκαν απελπιστικά. Κι εδώ λειτούργησε πρωτίστως το πνεύμα της δημοσιονομικής πειθαρχίας της ΕΕ και της προσαρμογής της ΚΑΠ στις επιταγές του ΠΟΕ. Και το όλο σκηνικό στήθηκε ώστε οι μικροί και μεσαίοι βαμβακοπαραγωγοί να μην μπορούν να σταθούν και να καλλιεργήσουν. Οταν το κόστος παραγωγής έχει ανέβει αλματωδώς, πώς να βγει ένας βαμβακοπαραγωγός των 50 ή των 100 στρεμμάτων, όταν η τιμή του 1995 και του 2005 είναι πάνω - κάτω ίδια και η επιδότηση ροκανισμένη από τη συνυπευθυνότητα; Το 1990 ένας βαμβακοπαραγωγός με 50 στρέμματα μπορούσε να τα βγάλει πέρα κουτσά - στραβά, αλλά τώρα αυτό δε γίνεται ούτε με 150 στρέμματα.

Το κακό με το βαμβάκι παράγινε μετά το 2001, όταν η ΕΕ και η προηγούμενη κυβέρνηση επέβαλαν εξωφρενικό πρόστιμο συνυπευθυνότητας. Και την απόφαση αυτή επιχειρεί να υλοποιήσει και η τωρινή κυβέρνηση της ΝΔ. Βέβαια, οι μικρομεσαίοι βαμβακοπαραγωγοί έχουν υποστεί τα πάνδεινα τα τελευταία τέσσερα χρόνια, με αποκορύφωμα τη φετινή χρονιά. Κι εκεί που το 2000 καλλιεργούσαν βαμβάκι 100.000 βαμβακοπαραγωγοί, φέτος μετά βίας ο αριθμός τους φτάνει τις 82.000. Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι το 2001 καλλιεργήθηκαν 4.230.000 στρέμματα και φέτος η κυβέρνηση της ΝΔ έχει βάλει στόχο να μην ξεπεράσει η βαμβακοκαλλιέργεια τα 3.600.000 στρέμματα. Αφήστε που πέρσι τον Απρίλη η κυβέρνηση της ΝΔ, με τα όσα ψήφισε για τον νέο κανονισμό στο βαμβάκι, έθεσε ως ανώτατο επιδοτούμενο στρεμματικό πλαφόν της βαμβακοκαλλιέργειας τα 3.700.000, αλλά στην πράξη έθεσε τις βάσεις για να μην ξεπερνάει η ελληνική βαμβακοκαλλιέργεια τα 3.000.000 στρέμματα. Οχι βέβαια ότι θα γινόταν κάτι διαφορετικό αν ήταν στην κυβέρνηση το ΠΑΣΟΚ. Και φυσικά στο νέο σκηνικό που έχει στηθεί για μετά το 2006 οι μικροί και μεσαίοι βαμβακοπαραγωγοί δεν έχουν θέση. Αλλά αυτό ποιος το ομολογεί από την κυβέρνηση της ΝΔ και την αξιωματική αντιπολίτευση του ΠΑΣΟΚ, που από κοινού συναποφασίζουν με την ΕΕ και μετά εφαρμόζουν εν Ελλάδι...

«Πάει» και το λάδι

Την πολιτική περιορισμού της αγροτικής παραγωγής γεύτηκαν για τα καλά και οι ελαιοπαραγωγοί από το 1998 και μετά, όταν επιβλήθηκε το πλαφόν των 419.000 τόνων. Παράλληλα, επιβλήθηκε και κατάργηση της τιμής παρέμβασης, η οποία αντικαταστάθηκε με την ιδιωτική αποθεματοποίηση.

Το αποτέλεσμα ήταν η τιμή του λαδιού να κατρακυλήσει προς τα κάτω, σε όφελος βέβαια των εμποροβιομηχάνων - πολυεθνικών και όχι φυσικά των καταναλωτών. Από τις 1.200 δρχ./κιλό που ήταν τότε η τιμή παραγωγού για το έξτρα παρθένο λάδι, έπεσε μέσα στα επόμενα χρόνια και στις 700 δρχ./κιλό, για να φτάσει για παράδειγμα φέτος στις 850-900 δρχ./κιλό, βασικά λόγω έλλειψης παραγωγής. Ομως και εδώ οι προοπτικές δε διαφαίνονται ευοίωνες και όπως όλα δείχνουν οι μικροί και μεσαίοι ελαιοπαραγωγοί εξωθούνται στο να περιμένουν να πάρουν το νέο αποσυνδεμένο πριμ, ως ένα επίδομα ανεργίας ή ως ένα προνοιακό επίδομα εγκατάλειψης της ελαιοκαλλιέργειας. Κι ένα κατεξοχήν ελληνικό προϊόν, όπως το λάδι, οδηγείται στην εγκατάλειψη από τους μικροπαραγωγούς, αφού δε συμφέρει πλέον η συγκομιδή του και στην παράδοσή του σε χέρια μεγαλοεπιχειρηματιών και μεσαζόντων των βιομηχάνων - πολυεθνικών.

Ευρω-καταποντισμός

Εκτός αυτών, τα ίδια ισχύουν στην πράξη και για τα υπόλοιπα αγροτικά προϊόντα, όπως σιτηρά, ρύζι, πατάτες, σταφίδα, οπωροκηπευτικά, σταφύλια, τομάτες, ροδάκινα κ.ά. Κι αυτό ισχύει είτε μπήκαν στην αναθεώρηση της νέας ΚΑΠ, όπως π.χ. τα σιτηρά, το καλαμπόκι και το ρύζι, είτε όχι, όπως τα οπωροκηπευτικά, οι τομάτες και τα ροδάκινα, που πρόκειται να υποστούν αναθεώρηση. Οι εξευτελιστικές τιμές που δίνονται στους μικρομεσαίους αγρότες δεν αποτελούν πια μεμονωμένα και παροδικά φαινόμενα και δεν οφείλονται σε συγκυριακή ή διαρθρωτική υπερπαραγωγή. Είναι γενικευμένα φαινόμενα και παίρνουν πια μόνιμα χαρακτηριστικά. Συνυπάρχουν με τη στασιμότητα και τη συρρίκνωση της εγχώριας αγροτικής παραγωγής και έχουν σαν αιτία τους τις συνδυασμένες συνέπειες των αναθεωρήσεων της ΚΑΠ που ξεκίνησαν το 1992 και συνεχίζονται μέχρι τώρα, είτε ως «Ατζέντα 2000», είτε ως ενδιάμεση αναθεώρηση της ΚΑΠ.

Από τις αναθεωρήσεις της ΚΑΠ και τη συμφωνία του ΠΟΕ γίνεται φανερό ότι τα μονοπώλια και οι κυβερνήσεις των καπιταλιστικών χωρών αποτελούν ένα ενιαίο αντιλαϊκό, αντιδραστικό μπλοκ, με στόχο να μεγαλώσουν τα κέρδη τους και να ισχυροποιήσουν την κυριαρχία τους σε βάρος των μικρομεσαίων αγροτών και των λαών όλων των χωρών, αναπτυσσόμενων και ανεπτυγμένων. Στο αντιδραστικό αυτό μπλοκ οι μικρομεσαίοι αγρότες μαζί με την εργατική τάξη και τα άλλα λαϊκά στρώματα των αναπτυσσόμενων και ανεπτυγμένων χωρών χρειάζεται να αντιπαραθέσουν την ενότητά τους και την πάλη τους για ριζικές κοινωνικές αλλαγές σε εθνικό και σε διεθνές επίπεδο, που θα αμφισβητούν την κυριαρχία των μονοπωλίων και των κυβερνήσεών τους. Πάντως, όσον αφορά την Ελλάδα, όπως ήδη αναφέρουν σχετικές μελέτες, από τις 800.000 που είναι τώρα ο αριθμός των αγροτικών εκμεταλλεύσεων, μετά το 2010 θα πέσουν στις 450.000. Κατά τ' άλλα, οι τωρινοί κυβερνώντες της ΝΔ και οι προηγούμενοι κυβερνώντες του ΠΑΣΟΚ πολυδιαφημίζουν τη λεγόμενη ανάπτυξη της υπαίθρου...


Κώστας ΔΕΤΣΙΚΑΣ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ