«Μετανάστες», 2000 |
Ο Στ. Μεταξάς σπούδασε στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών, στην οποία κατόπιν δίδαξε για πολλά χρόνια. Ηδη, από την περίοδο των σπουδών του απέκτησε ένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τα υλικά, τις τεχνικές και την τεχνολογία των υλικών. Το ενδιαφέρον του αυτό τον ώθησε σε μια προσωπική έρευνα πάνω στο αντικείμενο, η οποία σταδιακά εξελίχτηκε και κορυφώθηκε με τη διδασκαλία του στην ΑΣΚΤ.
Μετά τις σπουδές του στην ΑΣΚΤ κοντά στους Γ. Μόραλη, Γ. Μαυροΐδη και Κώστα Γεωργακόπουλο, ο Στ. Μεταξάς βρέθηκε το 1968 «σε ένα πολύ μεγάλο σχολείο», στο Παρίσι. Ο απόηχος των γεγονότων ήταν ένα καζάνι που έβραζε ακόμη, κάνοντας τον καλλιτέχνη να δει ξεκάθαρα τα πράγματα.
«Εσωτερικό με καθιστή φιγούρα», 1972 |
Μετά τη σιωπηλή περίοδο της χούντας, ο καλλιτέχνης συνέχισε την προγενέστερη θεματογραφία του, ενώ το 1980 άρχισε με νέα πράγματα, νέα θέματα πιο διευρυμένης χειρονομίας, περισσότερο συγκινησιακά.
«Αρχίζει να εργάζεται έργα σε μεγαλύτερες διαστάσεις, με συνθέσεις διαφόρων θεματογραφικών αφετηριών», σημειώνει ο Χρ. Χρήστου. «Συνεχίζει να έχει σαν αφετηρία, στις περισσότερες περιπτώσεις, την αντικειμενική πραγματικότητα, αλλά δεν περιορίζεται στην πιστή απόδοση των εξωτερικών στοιχείων της. Ενδιαφέρεται, μετά από προσωπική μελέτη, να εντοπίσει τον πυρήνα της δομής της και να μεταφέρει στο έργο του το εσωτερικό τους περιεχόμενο».
«Εγώ, θέλω τον καλλιτέχνη να είναι και λίγο φιλόσοφος», τονίζει ο Στ. Μεταξάς. «Να βάζει ένα θεώρημα που να το αποδεικνύει. Να μην είναι μόνο ένας αισθαντικός άνθρωπος που επηρεάζεται από τη φύση ή από ένα γεγονός».
«Η αναδρομική παρουσίαση έχει να κάνει με την προσωπική μου πορεία στην τέχνη, τη μαθητεία μου, τις αναφορές μου στα καλά διδάγματα, στα πολιτικά πράγματα. Ηθελα να δείξω ποιος είμαι και πώς τα έχω διατυπώσει όλα αυτά... Ολα τα παρουσιαζόμενα έργα έχουν έναν εσωτερικό ιστό που τα συνδέει. Το ίδιο νήμα μπορεί να συνδέει, για παράδειγμα, την "Εκτέλεση" του Γκόγια, ή την "Εκτέλεση στην Κορέα" του Πικάσο, ή ένα έργο του Πιέρο ντε λα Φραντσέσκα, με τα πονεμένα πρόσωπα... Η ενότητα δε σημαίνει, κατ' ανάγκη, μια μικρή χρονική περίοδο, μπορεί να βαστήξει πολλά χρόνια...».
«Περίπλους Ι», 1995 |
«Πιστεύω στο δανεισμό. Στην καλή, όμως, επιλογή και στη διήθησή του. Πιστεύω στην πορεία του έργου που "χτίζεται" με την ειλικρίνεια και όχι σε ένα δανεισμό που δε σε αφήνει να προχωρήσεις. Δεν πρέπει να υπάρχει μίμηση. Εάν θα μιμηθώ, θα μιμηθώ μόνο μερικά πράγματα της τεχνολογίας. Η τεχνολογία σήμερα είναι τα μηχανικά μέσα που έχουμε στα χέρια μας».
Στο χώρο της έκθεσης παρουσιάζονται και μερικά σχέδια. «Δείχνουν την πορεία της σκέψης, το πώς θα διερευνήσω τεχνικά το έργο. Η τεχνική υποδομή είναι ένα από τα προτερήματα που αν και δε φαίνεται στο έργο, παίζει πολύ σημαντικό ρόλο. Το πρώτο "κλειδί" που έχουμε στα χέρια μας είναι η φύση. Η φύση όπως γεννήθηκε και όπως την αντιλαμβανόμαστε. Στη ζωή έχουμε βρεθεί τυχαία, αλλά δεν πρέπει να πορευτούμε τυχαία. Πρέπει να συμβάλλουμε, ώστε το έργο μας να έχει τις προεκτάσεις μιας παιδείας. Και όλα τα έργα τα καλά έτσι είναι, από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα, σε όλους τους τομείς της τέχνης...».
«Είναι θέμα διαχείρισης των αισθήσεων και των γνώσεων του καλλιτέχνη, αλλά και εκείνων που επιδιώκουν να του επιβάλλουν τις απόψεις τους. Οπότε εδώ υπάρχει μια διαφορά πολύ μεγάλη. Από τη μια, ο καλλιτέχνης πρέπει να είναι μορφωμένος, για να μπορέσει να διαχειριστεί το χώρο του. Από την άλλη μεριά, υπάρχει ένα σημείο που εμένα με έχει αφήσει πίσω στα πράγματα, να τα σκέφτομαι και να μη μετέχω. Πρόκειται για την ηγεμονία αυτού που θέλει τους καλλιτέχνες να είναι "υπάκουοι" με την έννοια του ότι όλοι έχουμε γίνει εμπορεύματα, αλλά και σε σχέση με την ανυπομονησία, ή αυτήν την περίεργη κατάσταση των εμπορευματοποιημένων χειρισμών της κοινωνίας προς τον καλλιτέχνη. Ολοι νομίζουν ότι θα γίνουν πλούσιοι από τα έργα τέχνης από την πρώτη στιγμή. Αν λοιπόν ο καλλιτέχνης, από τα πρώτα του βήματα, αποφασίσει να εκποιήσει το ταλέντο του, θα φτάσει σε σημείο που δε θα ξέρει πού πρέπει να σταματήσει... Αν νομίζουμε ότι όλοι έχουμε γίνει Πικάσο, είμαστε απατημένοι».
«Η πολυμορφία της τέχνης σήμερα συμβάλλει σε αυτό. Εγινε ένα τεράστιο σύστημα με τις γκαλερί, με τα μέσα ενημέρωσης και διαρκώς χτυπιέται ο θεατής με πράγματα της αγοράς: εμπορεύματα... τέχνη... καλλιτέχνες... Εκεί μέσα συνθλίβεται ο δημιουργός και αναγκάζεται να παρεκκλίνει. Και αυτή η παρέκκλιση είναι μια παραπλάνηση από την αλήθεια της τέχνης».
«Το έργο τέχνης, όταν επισκέπτομαι τα μουσεία, δεν το βλέπω μεμονωμένα, αλλά σα σύνολο μιας τέχνης πανανθρώπινης, που αν τυχόν αρχίσω να κατακερματίζω θα χάσω την ουσία. Εάν προσέξουμε τον άνθρωπο, για παράδειγμα, του απαρτχάιντ μόνο του, μπορεί να μη μας λέει τίποτε. Σαν σύνολο όμως θα μας δώσει όλες τις συνισταμένες αυτής της ζωής που περνάει. Τότε το έργο θα είναι αληθινό. Δεν μπορείς να κάνεις μια εικαστική χειρονομία επάνω στο χαρτί. Πρέπει να μπει και η ψυχή του πράγματος μέσα, να υπάρχει ένα συγκινησιακό στοιχείο».