ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Τρίτη 2 Μάρτη 2004
Σελ. /48
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
ΚΑΘΑΡΑ ΚΕΡΔΗ ΤΡΑΠΕΖΩΝ
Απογειώθηκαν κατά 55,4%!

Πρόσθετα κέρδη 389 εκατ. ευρώ μοιράστηκαν πέρσι οι 5 μεγάλοι όμιλοι τραπεζών, που δηλώνουν αισιόδοξοι για διεύρυνση της κερδοφορίας τους

Πρόσθετα κέρδη, συνολικού ύψους 389 εκατ. ευρώ απέσπασαν το 2003, συγκριτικά με το 2002, οι 5 μεγάλοι τραπεζικοί όμιλοι της χώρας (Εθνική, Eurobank, AlphaBank, Εμπορική και Πειραιώς), που μοιράστηκαν μεταξύ τους συνολικά πάνω από 1 δισ. ευρώ καθαρά κέρδη. Η εξέλιξη αυτή δείχνει ότι ο πλούτος που παράγουν οι εργαζόμενοι, και που τον λυμαίνονται τα τζάκια της πλουτοκρατίας, είναι υπεραρκετός για την ουσιαστική αύξηση των μισθών και των συντάξεων σε επίπεδα τέτοια που να καλύπτουν τις σύγχρονες ανάγκες της λαϊκής οικογένειας.

Με βάση τα στοιχεία από τους ισολογισμούς των 5 τραπεζικών ομίλων, που επεξεργάστηκε και δημοσιεύει σήμερα ο «Ρ», η μάζα των καθαρών κερδών του τραπεζικού κεφαλαίου εμφάνισε το 2003 αύξηση σε ποσοστό 55,4%, ήτοι κατά 388,8 εκατ. ευρώ. Το ποσοστό αύξησης της κερδοφορίας των 5 τραπεζικών ομίλων είναι σχεδόν 20 φορές πάνω από τον πληθωρισμό! Οπως προκύπτει από τα στοιχεία των ισολογισμών τους, καταφέρνουν και αποσπούν καθαρό κέρδος πάνω από 3 εκατ. ευρώ (ή 1 δισ. δρχ.) τη μέρα!

Θεωρώντας, προφανώς... χαμηλή την κερδοφορία των μεγάλων επιχειρήσεων, οι ηγεσίες του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ δίνουν και νέες υποσχέσεις στην ολιγαρχία και τους μεγαλοτραπεζίτες για την περαιτέρω αύξηση της κερδοφορίας τους. Στα πλαίσια αυτά, για παράδειγμα, η Γιούρομπανκ (Eurobank) (όμιλος Λάτση) προβλέπει αύξηση της κερδοφορίας τουλάχιστον 20% το χρόνο για τη διετία 2004-2005. Ο όμιλος της Εμπορικής Τράπεζας προσδοκά «τριπλασιασμό των κερδών το 2006, έναντι του τέλους του 2003»...

Κοινό γνώρισμα στους δημοσιευμένους ισολογισμούς των τραπεζικών ομίλων αποτελεί και η συρρίκνωση των μισθολογικών κονδυλίων που επιτυγχάνεται με την εφαρμογή των λεγόμενων προγραμμάτων εθελούσιας εξόδου εργαζομένων, που ανάλογα και με τους διαμορφούμενους συσχετισμούς μπορούν να πάρουν και τη μορφή ανοιχτών απολύσεων.

Μπουμ στα κέρδη

Από τους δημοσιευμένους ισολογισμούς των τραπεζικών ομίλων για το 2003 προκύπτουν τα καθαρά κέρδη (μετά τους φόρους) για τη χρήση του 2003, που απέσπασαν οι μεγάλοι τραπεζικοί όμιλοι (Εθνική, Eurobank, AlphaBank, Εμπορική, Πειραιώς) έφτασαν σε 1,1 δισ. ευρώ (περίπου 380 δισ. δρχ) από 702 εκατ. το 2002. Τα ποσοστά αύξησης ξεκινούν από 37,4% (για την Εμπορική) και φτάνουν μέχρι 69% (Εθνική)! Η μέση αύξηση του 2003 διογκώθηκε στο 55,4%! Η Αγροτική Τράπεζα Ελλάδας (ΑΤΕ) πέτυχε να αυξήσει τα προ φόρων κέρδη της στα 132,8 εκατ. ευρώ ή σε ποσοστό 38,76% αφαιμάζοντας εκτός των άλλων και τη φτωχομεσαία αγροτιά.

Η λεηλασία των λαϊκών εισοδημάτων καταγράφεται στο κονδύλι «καθαρά έσοδα τόκων» που έβαλαν στο χέρι οι τραπεζίτες. Πρόκειται για πραγματική πρόκληση. Το ποσό αυτό (για τους 5 μεγαλύτερους ομίλους) ξεπέρασε το αστρονομικό ύψος των 4 δισ. ευρώ (από 3,59 δισ. ευρώ το 2002). Με άλλα λόγια η αύξηση της τοκογλυφίας των τραπεζών (ανάμεσα στο 2003 και το 2002) έφτασε σε 12,7%. Σε καθημερινή βάση οι 5 τραπεζικοί όμιλοι εισπράττουν από τόκους πάνω από 11 εκατ. ευρώ ή περισσότερα από 3,8 δισ. δρχ.!

ΕΙΣΗΓΜΕΝΕΣ ΕΤΑΙΡΙΕΣ
Κέρδη - πρόκληση και το 2003

Τα 6 δισ. ευρώ άγγιξαν τα μέσα καθαρά κέρδη των εισηγμένων το 2003, εμφανίζοντας αύξηση 27% (6,7 φορές υψηλότερη του πληθωρισμού)

Κέρδη-πρόκληση, αυξημένα κατά 27% - σε καιρούς χαλεπούς για τα εκατομμύρια των μισθοσυντήρητων, των συνταξιούχων και των ανέργων που δοκιμάζονται ποικιλότροπα από τις άγριες πολιτικές λιτότητας - εμφάνισαν οι εισηγμένες εταιρίες του Χρηματιστηρίου της Αθήνας το 2003.

Τα στοιχεία αυτά, τα οποία καταμαρτυρούν τους αίτιους και τους μεγάλους ωφελημένους από τα αλλεπάλληλα κύματα ακρίβειας που σημειώθηκαν το προηγούμενο έτος, αλλά και την ταξικότητα της ακολουθούμενης οικονομικής πολιτικής της ευρωσύγκλισης και των μονόδρομων, προκύπτουν από σχετικούς πίνακες που δημοσίευσε χτες η οικονομική εφημερίδα «Ημερησία», με βάση τους δημοσιοποιημένους ισολογισμούς των εισηγμένων επιχειρήσεων. Η μάζα των συνολικών κερδών ανήλθε στα 5,99 δισ. ευρώ έναντι 4,72 δισ. ευρώ το 2002 και εμφανίζει ποσοστό αύξησης 27%. Ο κύκλος εργασιών ανήλθε στα 47,10 δισ. ευρώ έναντι 43,11 δισ. ευρώ το 2002 και εμφανίζει ποσοστό αύξησης 9,2%.

Ετσι, σε μια χρονιά που τα λαϊκά στρώματα δοκιμάστηκαν σκληρά από την ακρίβεια και την ανεργία (τα δύο αυτά προβλήματα βρέθηκαν στις πρώτες θέσεις όλων των δημοσκοπήσεων), οι εισηγμένες εταιρίες εμφάνισαν μέσα κέρδη (κερδοφόρες εταιρίες μείον ζημιογόνες) 6,7 φορές υψηλότερα από το μέσο πληθωρισμό, ο οποίος διαμορφώθηκε στο 3,5%. Ενα άλλο στοιχείο, που προκύπτει και πάλι από τα στοιχεία των εισηγμένων, είναι η παρατηρούμενη υψηλή συγκέντρωση κεφαλαίου. Από τις 340 εισηγμένες οι 20 πρώτες εταιρίες είχαν κύκλο εργασιών ίσο με το 51,6% του συνόλου (24,3 δισ. ευρώ σε σύνολο 47,1 δισ. ευρώ). Με κριτήριο τα κέρδη οι 10 πρώτες εταιρίες εμφάνισαν το 55% των συνολικών κερδών και οι 20 πρώτες το 74,5% του συνόλου. Στις πρώτες θέσεις της κερδοφορίας η ΔΕΗ (474 εκατ. ευρώ), η Εθνική (409 εκατ. ευρώ), ο ΟΤΕ (396 εκατ. ευρώ), ο ΟΠΑΠ (381 εκατ. ευρώ), η Cosmote (360 εκατ. ευρώ), η Alpha Τράπεζα (356 εκατ. ευρώ), η EFG Eurobank (330 εκατ. ευρώ), η Vodafon-Panafone (251 εκατ. ευρώ) κλπ.

ΑΛΗΘΕΙΕΣ & ΨΕΜΑΤΑ
Φορομπηχτική ... ανανέωση

Σχετικά λίγος χρόνος έχει περάσει από τα μέσα του Δεκέμβρη, όταν ο Κώστας Σημίτης μιλούσε στα εγκαίνια του «Ταμείου Εγγυοδοσίας», το οποίο υποτίθεται ότι θα διευκολύνει τη χρηματοδότηση των μικρών επιχειρήσεων. Ο πρωθυπουργός μίλησε τότε και για το φορολογικό, δίνοντας έμφαση στον τελευταίο σχετικό νόμο, για να καταλήξει: «Αυτή την πορεία θέλουμε να τη συνεχίσουμε για την επόμενη 4ετία». Ωστόσο, και αυτός ο τελευταίος νόμος αναιρεί τις δημαγωγικές δηλώσεις για δήθεν κατάργηση των αντικειμενικών κριτηρίων και για δικαιότερους φορολογικούς ελέγχους. Γιατί η φορολόγηση θα συναρτάται από τις φορολογικές παραβάσεις που διαπιστώνονται, ανεξάρτητα μάλιστα από το αν είναι γίνονται από πρόθεση ή από λάθος. Ετσι, η φορολόγηση, μέσω των λογιστικών βιβλίων, μπαίνει σε δεύτερη μοίρα. Επιπρόσθετα, είναι δεδομένο ότι θα συσσωρευτούν «ανέλεγκτες χρήσεις», λόγω της ανεπάρκειας των φορολογικών μηχανισμών. Τότε, η όποια κυβέρνηση θα κρίνει η ίδια με ποιο τρόπο θα «τακτοποιηθούν» οι εκκρεμότητες. Εν ολίγοις, ίδιο - αυθαίρετο - αποτέλεσμα από άλλο δρόμο.

Η αντιλαϊκή φορολογική πολιτική αποτελεί καθεστώς και γνώρισμα του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ. Με τη φορολογική επιβάρυνση των μικρών επιχειρήσεων - των πραγματικά μικρών, εκείνων που ταλαντεύονται ανάμεσα στη μετά βίας επιβίωση και σε ένα χειρότερο ή καλύτερο μεροκάματο των ιδιοκτητών τους - να παίρνει τεράστιες διαστάσεις. Ενδεικτικά, την περίοδο 1996 - 2003 η φορολογία των ΕΒΕ αυξήθηκε κατά 450%. Η αύξηση αυτή έχει άμεση σχέση με τα διάφορα συστήματα φορολόγησης που θέσπισε και υλοποίησε η κυβέρνηση. Εάν υπολογιστεί η ωρίμανση των κερδών, ο επιπλέον φόρος που πλήρωσαν οι ΕΒΕ αυτή την περίοδο ήταν 273% που μεταφράζεται σε επιπλέον 3,5 δισ. ευρώ, έναντι του ποσού που θα πλήρωναν χωρίς την εφαρμογή μέτρων, όπως η συνάφεια τριετίας και το εκβιαστικό κλείσιμο των βιβλίων της εξαετίας.

Τώρα γίνεται πολύς λόγος για το «νέο» που πρεσβεύει ο Γιώργος Παπανδρέου, αλλά αυτός δεν είναι ...λόγος, για να χαίρονται οι μικροί επαγγελματίες, βιοτέχνες και έμποροι. Γιατί όσα έχει εξαγγείλει μέχρι σήμερα ο νεοεκλεγείς πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ επιβεβαιώνουν ότι τίποτα το «νέο» δεν πρόκειται να εφαρμοστεί όσον αφορά στη φορολόγησή τους, εκτός από κάποιο νέο φορομπηχτικό μέτρο σε βάρος τους. Που με περισσή χαρά θα το λάβει και μια ενδεχόμενη κυβέρνηση της ΝΔ, από θέση και λόγω θέσεων. Γιατί τα δύο κόμματα και οι αρχηγοί τους είναι πολιτικά κλάσματα με ίδιο παρονομαστή: τις ντιρεκτίβες της Ευρωπαϊκής Ενωσης, των οποίων δηλώνουν ένθερμοι υποστηρικτές χωρίς καμία αμφισβήτηση. Η πηγή της πολιτικής κατά των μικρών ΕΒΕ, σε όλα τα επίπεδα και όχι μόνο το φορολογικό, είναι η Ευρωπαϊκή Ενωση. Και όσοι πολιτικοί σχηματισμοί αποδέχονται τους σχεδιασμούς της, συνομολογούν ότι θα εφαρμόσουν μια εχθρική πολιτική για τα λαϊκά συμφέροντα γενικά και τους εκατοντάδες χιλιάδες μικρούς ΕΒΕ.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ