Πίσω από τις κυβερνητικές κορόνες περί παροχών βρίσκεται η προώθηση των αναδιαρθρώσεων, που αξιώνει το μεγάλο κεφάλαιο και στο χώρο του Δημοσίου
Οπου να' ναι θα φορέσουν και πατίνια |
Νομοσχέδιο αυτού του μισθολογίου δεν έχει δώσει ακόμα η κυβέρνηση. Παρ' όλα αυτά, από τα γραπτά κείμενα που έχει δώσει μέχρι τώρα ο υπουργός Οικονομίας στις συναντήσεις με την ΑΔΕΔΥ και ιδιαίτερα από το κείμενο που έδωσε στα τέλη Ιούλη, όπου παρουσιάζεται το νέο μισθολόγιο, μόνο σε ό,τι αφορά τον εισαγωγικό και καταληκτικό μισθό όλων των κατηγοριών, μπορούμε να βγάλουμε τα πρώτα συμπεράσματα για τις πολιτικές, οικονομικές και άλλες διαστάσεις αυτού του μισθολογίου.
Κατ' αρχήν, στα δύο από τα γραπτά κείμενα που έδωσε ο υπουργός επισημαίνεται επί λέξει: «Κατόπιν των συναντήσεων του υπουργού Οικονομικών με το προεδρείο της ΑΔΕΔΥ διαμορφώθηκε ένα νέο μισθολόγιο». Ετσι δικαίως ο υπουργός κάνει συνένοχό του το προεδρείο της ΑΔΕΔΥ (ΠΑΣΚ - ΔΑΚΕ - «Αυτόνομη Παρέμβαση»), αφού ποτέ, ούτε με έργα ούτε με λόγια, δεν αμφισβήτησαν αυτόν τον ισχυρισμό του.
Στα ίδια κείμενα αναφέρεται ότι από οικονομική άποψη θα πρέπει το νέο μισθολόγιο να κινείται «στο πλαίσιο της συνολικής δημοσιονομικής δαπάνης για τους μισθούς και τις συντάξεις», δηλαδή να είναι στο πλαίσιο της μόνιμης λιτότητας στο όνομα της διαβόητης ανταγωνιστικότητας των κερδών του κεφαλαίου. Ετσι, σύμφωνα με τις πρώτες εκτιμήσεις και παρά τα όσα ισχυρίζεται η κυβέρνηση περί μεγάλων αυξήσεων, οι αυξήσεις που δίνει είναι πολύ χαμηλότερες από μια εισοδηματική πολιτική του 2,5%.
Κύριος σκοπός της κυβέρνησης, όπως λένε αυτά τα κείμενα, είναι να στελεχωθεί το δημόσιο με «ικανά στελέχη, που θα είναι σε θέση να απασχοληθούν πιο αποδοτικά και αποτελεσματικά για μια επιτελική Δημόσια Διοίκηση, προσανατολισμένη στην επίτευξη στόχων». Αυτή η φράση, που είναι και ο τίτλος του νέου κυβερνητικού νομοσχεδίου για τη Δημόσια Διοίκηση, αποκαλύπτει ότι κύρια επιδίωξη της κυβέρνησης είναι το νέο μισθολόγιο να αποτελέσει μηχανισμό πειθαναγκασμού και χειραγώγησης των Δημοσίων Υπαλλήλων σε μια Δημόσια Διοίκηση που το εν λόγω νομοσχέδιο την αναδιαρθρώνει, την αναδομεί και την καθιστά από τη μια πιο εχθρική για τους εντός και εκτός αυτής εργαζόμενους και από την άλλη πιο φιλική, αποτελεσματική και συμβατή στην υπερκερδοφορία του κεφαλαίου, στη νεοταξική παγκοσμιοποίηση, στην Ευρωπαϊκή Ενωση και στους άλλους κοινωνικοοικονομικούς ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς του κεφαλαίου.
Η ανατροπή των συσχετισμών στο συνδικαλιστικό κίνημα, υπέρ των ταξικών δυνάμεων, αναδεικνύεται σε προϋπόθεση για θετικές εξελίξεις |
Πρώτον, αυτός ο νέος βασικός μισθός δεν ενσωματώνει όλα τα επιδόματα, που πολύ σωστά απαιτεί το ταξικό συνδικαλιστικό κίνημα, ώστε να απαλλαγούν οι δημόσιοι υπάλληλοι από το «διαίρει και βασίλευε» της επιδοματικής πολιτικής των πολλαπλών πολιτικών σκοπιμοτήτων.
Δεύτερον, η ενσωμάτωση του επιδόματος εξομάλυνσης δεν έχει κανένα αντίκρισμα για τις συντάξεις, αφού το επίδομα αυτό απομειώνεται και μηδενίζεται στα συντάξιμα μισθολογικά κλιμάκια.
Τρίτον, η ενσωμάτωση του χρονοεπιδόματος είναι δώρο άδωρο, αφού και σήμερα ως ξεχωριστό ποσό ενέχει θέση βασικού μισθού και συνυπολογίζεται με το βασικό μισθό σ' όλες τις οικονομικές μεταβολές και λειτουργίες του. Ωστόσο, η ενσωμάτωσή του στο νέο βασικό μισθό απονεκρώνει τον ποσοστιαίο χαρακτήρα της αύξησής του και επιπλέον δίνει τη δυνατότητα στις κυβερνητικές πολιτικές σκοπιμότητες να αμφισβητήσουν και από τους δημόσιους υπάλληλους, αλλά και απ' όλους τους εργαζόμενους τα δικαιώματα που απορρέουν από τις εργασιακές τους πολυετίες (διετίες, τριετίες κλπ.).
Μετά απ' όλα αυτά η πραγματική ενσωμάτωση είναι τα 43, τα 54, τα 44 και τα 58 ευρώ για τις κατηγορίες ΥΕ, ΔΕ, ΤΕ, και ΠΕ αντίστοιχα, ποσά που αποτελούν ένα μέρος που αφαιρείται από το κίνητρο απόδοσης για κάθε κατηγορία υπαλλήλων. Αυτά τα ελάχιστα ποσά είναι και τα μοναδικά που θα συμπεριληφθούν στον υπολογισμό των συντάξεων, με ελάχιστες φυσικά συνταξιοδοτικές αποδόσεις. Τώρα πώς αυτά τα ποσά «υπερκαλύπτουν και απορροφούν τη σταδιακή ενσωμάτωση των 176 ευρώ στις συντάξεις, η οποία (ενσωμάτωση των 176 ευρώ) καταργείται», όπως μας διαβεβαιώνει στα κείμενά του ο υπουργός, μόνο ένας καλός αλχημιστής μπορεί να το βεβαιώνει. Σ' αυτήν τη φράση του, ο υπουργός αναφέρεται στον νέο αντιασφαλιστικό νόμο, που για να τον περάσει η κυβέρνηση πιο εύκολα στη Βουλή πέρυσι είχε συμπεριλάβει διάταξη σ' αυτόν το νόμο για σταδιακή ενσωμάτωση 176 ευρώ στο βασικό μισθό όλων των μισθολογικών κλιμακίων. Είχε, δηλαδή, νομοθετήσει το σταδιακό υπολογισμό των συντάξεων και πάνω στα 176 ευρώ. Μάλιστα, από την 1/1/2003 όλοι οι δημόσιοι υπάλληλοι πληρώνουν ασφαλιστική εισφορά 10,67% και επ' αυτού του ποσού. Τώρα, ο υπουργός λέει ότι καταργείται αυτή η διάταξη της ενσωμάτωσης των 176 ευρώ στο βασικό μισθό. Οι κρατήσεις όμως του 10,67% επί των 176 ευρώ θα συνεχίσουν να γίνονται μέχρι τις 31/12/2003 και θα τις σφετεριστεί η κυβέρνηση.
Παραπέρα, ο υπουργός, καταργώντας την ενιαία κλίμακα μισθών για όλες τις κατηγορίες και αντικαθιστώντας την με τέσσερις μισθολογικές κλίμακες, από μια για κάθε κατηγορία, επιδιώκει την κατάργηση του ενιαίου χαρακτήρα του μισθολογίου και συνακόλουθα την αποδυνάμωση της δυναμικής που περιέχει η ενιαία απ' όλους τους δημόσιους υπάλληλους διεκδίκηση ενιαίων μισθολογικών αυξήσεων.
Οσο για τη διατυμπανιζόμενη στα υπουργικά κείμενα βελτίωση των σχέσεων ανάμεσα στα μισθολογικά κλιμάκια και τις κατηγορίες, πρέπει να πούμε ότι το σωστό αίτημα του συνδικαλιστικού κινήματος, για κατά κατηγορία εσωτερική σχέση εισαγωγικού προς καταληκτικό μισθό 1 προς 2 και για εξωτερική σχέση κατώτατου προς ανώτατο μισθό 1 προς 3, δε «χωράει» στις αντίστοιχες σχέσεις 1 προς 1,72 και 1 προς 2,41 που δίνει το νέο κυβερνητικό μισθολόγιο. Βέβαια, ο υπουργός ισχυρίζεται ότι επιφέρει κάποια σχετική βελτίωση σε σχέση με τα ισχύοντα σήμερα. Ομως, αν υπολογίσουμε στις προαναφερόμενες σχέσεις αθροιστικά τα ποσά του βασικού μισθού και του χρονοεπιδόματος, που σήμερα παίζουν το ρόλο του βασικού μισθού και συνυπάρχουν στο νέο βασικό μισθό του νέου μισθολογίου, τότε θα διαπιστώσουμε ότι αυτές οι σχέσεις, με αθροισμένα αυτά τα ποσά, σήμερα είναι καλύτερες, συγκρινόμενες μ' αυτές των νέων βασικών μισθών, χωρίς βέβαια και πάλι να καλύπτουν το αίτημα του συνδικαλιστικού κινήματος.
Αρνητικό, επίσης, είναι το γεγονός ότι ο υπουργός όχι μόνο δε δέχτηκε την ενσωμάτωση του επιδόματος των 176 ευρώ, αλλά με την κατάργησή του και τη διατήρησή του ως προσωπική διαφορά για όσους το παίρνουν σήμερα, δημιουργεί και πρόσθετα οικονομικά προβλήματα, αλλά και ανισοτιμία σε βάρος των νέων εργαζομένων που θα προσληφθούν και θα εργάζονται σε εργασιακούς χώρους με συναδέλφους τους με τα ίδια προσόντα, που όμως θα παίρνουν την προσωπική διαφορά των 176 ευρώ, επειδή έτυχε να διοριστούν έστω και μια μέρα πριν την ψήφιση του νέου μισθολογίου.
Με «όχημα» το νέο μισθολόγιο, η κυβέρνηση εξέφρασε και άλλες αντεργατικές προθέσεις. Ο υπουργός από τις πρώτες συναντήσεις του με την ΑΔΕΔΥ, αλλά και με σχετικό νομοσχέδιο που μπλόκαρε το ελεγκτικό συνέδριο, επέμενε στην αποσύνδεση των συντάξεων από τους μισθούς. Με μια τέτοια ρύθμιση, που ο εκάστοτε υπουργός θα αποφασίζει και θα διατάζει το πόσο θα καθηλώνονται και θα μειώνονται οι συντάξεις, επιζητεί η κυβέρνηση να εξαναγκάζει τον εργαζόμενο να προτιμά να παραμένει στην ενεργό υπηρεσία μέχρι τα βαθιά γεράματα και μέχρι το «μοιραίο», για να αποφύγει την παραπάνω κυβερνητική αυθαιρεσία και έτσι και με τη «θέλησή» του να καταργηθεί ουσιαστικά το ηλικιακό δικαίωμά του στη σύνταξη, καθώς και το δικαίωμα του συνολικού εργάσιμου βίου.
Επίσης, στο πρώτο κείμενό του ο υπουργός θέτει και θέμα δημιουργίας ασφαλιστικού και συνταξιοδοτικού φορέα, που θα διαχειρίζεται τις κύριες και επικουρικές συντάξεις των εργαζομένων στο δημόσιο, και όσον αφορά στην είσπραξη των εισφορών και όσον αφορά στην καταβολή των συντάξεων. Με την πρόταση αυτή ο υπουργός στοχεύει σ' ένα επιπλέον πρόσθετο χτύπημα των συντάξεων. Με δεδομένη την επιχειρούμενη αποσύνδεση των συντάξεων από τους μισθούς, που προαναφέραμε, καθώς και με την καταλήστευση των αποθεματικών των σημερινών Ασφαλιστικών Ταμείων, αν γίνει ο φορέας που πρότεινε ο υπουργός, θα συμβεί το εξής: Πρώτον, τα μελλοντικά αποθεματικά του Ταμείου θα γίνουν αντικείμενο λεηλασίας από το μεγάλο κεφάλαιο και δεύτερον, σε περιπτώσεις που το Ταμείο εμφανίζει ελλείμματα, θα δίνεται η δυνατότητα στην εκάστοτε κυβέρνηση να αποφασίζει την αύξηση των εισφορών των εργαζομένων και τη μείωση των συντάξεων. Ενώ, με βάση και την πρόσφατη εμπειρία, είναι σίγουρο ότι το καπιταλιστικό κράτος δε θα καταβάλλει ούτε τις εργοδοτικές εισφορές.
Eurokinissi |
Παρά τις «αγωνιστικές κορόνες» η ηγετική ομάδα της ΑΔΕΔΥ δεν μπορεί να κρύψει τις τεράστιες ευθύνες της για τις εξελίξεις στο μισθολόγιο |
Είναι χρήσιμο να θυμίσουμε ότι το ζήτημα - θεσμό «νέο μισθολόγιο», το ανακίνησε πριν από 2,5 χρόνια, η πλειοψηφία της ΑΔΕΔΥ, με προεξάρχουσες τις ηγεσίες των παρατάξεων ΠΑΣΚ, ΔΑΚΕ, ΑΠ (ΣΥΝ) και, όπως στην πορεία αποδείχτηκε, καθ' υπαγόρευσιν της κυβέρνησης.
Οι ταξικές δυνάμεις, το ΠΑΜΕ, εκτίμησαν εξαρχής ότι, σε μια εποχή, όπως η σημερινή, αρνητικών για το κίνημα συσχετισμών, η κυβέρνηση ενσωματώνει το κάθε θεσμικό εργατικό αίτημα στην αντιδραστική αναδιαρθρωτική πολιτική της. Το κύριο για τους εργαζόμενους δεν ήταν ο θεσμός «νέο μισθολόγιο» αλλά ήταν και είναι η διεκδίκηση άμεσα αυξήσεων αντίστοιχων με τις σύγχρονες ανάγκες τους που θα δρουν ενισχυτικά και σε μελλοντικό θεσμό μισθολογίου. Γι' αυτό αντιτάχθηκαν κατηγορηματικά στη «θεσμο-λογική» της πλειοψηφίας της ΑΔΕΔΥ και πρόταξαν την ανάγκη για δυναμικούς αγώνες για άμεσες ουσιαστικές αυξήσεις με πρώτο κατώτατο μισθό 1.100 Ευρώ και ανάλογη κλιμάκωση για όλα τα μισθολογικά κλιμάκια. Ομως, με πρόσχημα το αίτημα του νέου μισθολογίου, η πλειοψηφία της ΑΔΕΔΥ τα τρία τελευταία χρόνια, παρ' όλο που αναγνώριζε απώλειες μισθών κατά 30%, δε διεκδικούσε οικονομικά αιτήματα, στο όνομα των «παχυλών» αποδοχών που θα 'ρχονταν «οσονούπω» μέσα από το νέο μισθολόγιο. Ετσι, η κυβέρνηση, με τη στήριξη της ΑΔΕΔΥ, διαιώνιζε, τη σε βάρος των εργαζομένων στο Δημόσιο, λιτότητα και ταυτόχρονα, μέσα από τη σχετική κυβερνητική επιτροπή Κιντή και όχι μόνο, απεργαζόταν ένα μισθολόγιο της θεσμοθετημένης μόνιμης λιτότητας και του νέου αυταρχισμού. Μ' αυτόν τον τρόπο το «νέο μισθολόγιο» έγινε η κολυμβήθρα του Σιλωάμ για τον εξαγνισμό της αντιλαϊκής κυβερνητικής λιτότητας και σήμερα, με βάση και τις αποκαλύψεις του υπουργού, αποδείχνεται και δούρειος ίππος για το πέρασμα των πιο σκληρών αντεργατικών αναδιαρθρώσεων του κυβερνητικού αντιδημοσιοϋπαλληλικού προγράμματος «ΠΟΛΙΤΕΙΑ». Και τώρα πάλι η πλειοψηφία της ΑΔΕΔΥ ψελλίζει μεν, κατ' ιδίαν, κάποια αντίθεση σ' αυτό το μισθολόγιο αλλά δεν το καταδικάζει, δε ζητάει την απόσυρσή του, αρνείται την οργάνωση αγώνων που προτείνουν οι ταξικές δυνάμεις στην ΑΔΕΔΥ και δίνει έτσι και προεκλογική αβάντα στην κυβέρνηση, αφήνοντάς τη να το παρουσιάζει και ως παροχολόγιο, δημιουργώντας εντυπώσεις ενόψει των επερχόμενων βουλευτικών εκλογών.
Ολα αυτά συνιστούν ραγδαίες αρνητικές εξελίξεις. Οι εργαζόμενοι στο Δημόσιο θα πρέπει να βγάλουν τα συμπεράσματά τους. Να εγκαταλείψουν μαζικά αυτές τις συνένοχες συνδικαλιστικές ηγεσίες. Να συμπορευτούν με τις ταξικές δυνάμεις, με το ΠΑΜΕ, και να οργανώσουν δυναμικούς ταξικούς αγώνες σύγκρουσης και ρήξης με το σύνολο της κυβερνητικής πολιτικής του κεφαλαίου που γεννά διαιωνίζει και οξύνει όλα τα προβλήματα σε βάρος του βιοτικού επιπέδου των εργαζομένων. Θα πρέπει ακόμα να καταδικάσουν και με την ψήφο τους όλους αυτούς τους λαομπαίχτες του ΠΑΣΟΚ της ΝΔ και του ΣΥΝ που τώρα, για να υφαρπάξουν την ψήφο των εργαζομένων στις επικείμενες βουλευτικές εκλογές τάζουν λαγούς με πετραχήλια και μερικοί μάλιστα υποδύονται και τους αγωνιστές, ενώ όλο το υπόλοιπο διάστημα προσκυνούν τα μοναστήρια των ευρωμονοδρόμων και αφορίζουν όσους εναντιώνονται σ' αυτές τις αντεργατικές επιλογές κεφαλαίου - κυβέρνηση - Ευρωπαϊκής Ενωσης που είναι υπαίτιες για όλα μας τα προβλήματα.