ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σάββατο 24 Μάη 2003
Σελ. /48
ΡΕΠΟΡΤΑΖ
ΠΕΛΛΑ - ΗΜΑΘΙΑ
Συρρικνώνουν την εργατιά, διαλύουν δικαιώματα

Η ανεργία και η υποαπασχόληση καλπάζουν, αλλά οι κυβερνώντες το μόνο που κάνουν είναι να χαρίζουν επιδοτήσεις στους βιομήχανους, που τους επιδοτούν ακόμα και τη συσκευή του FΑΧ...

Τα «πέτρινα χρόνια» για την περιοχή, που άλλοτε άκμαζε από ζωή, ξεκινούν από τα μέσα της δεκαετίας του '80. Τότε που άρχισαν να κλείνουν το ένα μετά το άλλο τα εργοστάσια κλωστοϋφαντουργίας και να καταστρέφεται η βιομηχανία του νομού, στο όνομα της πολιτικής που ήθελε τη χώρα γυμνή από βιομηχανική παραγωγή, με διογκωμένο τον τριτογενή τομέα. Τα στοιχεία είναι αδιάψευστα: Από το 47% του εργατικού δυναμικού που απασχολούνταν στην περιοχή της Νάουσας στο δευτερογενή τομέα το 1981, μόλις 20% έχει απομείνει σήμερα, με το μεγαλύτερο κομμάτι του να δουλεύει στη μεταποίηση των αγροτικών προϊόντων. Αν συνυπολογίσει κανείς τη μείωση του πληθυσμού την τελευταία εικοσαετία, τότε βλέπει ότι ο δευτερογενής τομέας συρρικνώθηκε στην περιοχή κατά 31,25%, την ίδια περίοδο που ο τριτογενής αυξήθηκε κατά 23%.

Οσα εργοστάσια έμειναν, επιδοτήθηκαν αδρά με κονδύλια που έβγαιναν από τις τσέπες του λαού. Οχι βέβαια για να σωθούν οι εργάτες. Τουλάχιστον 950 θέσεις εργασίας χάθηκαν μόνο την τριετία 1989-94 στη Νάουσα, με την ανεργία να καλπάζει. Με τον ιδρώτα των εργατών της περιοχής, οι βιομήχανοι έχτισαν παλάτια. Σήμερα ζητούν κι άλλα κέρδη. Με τις ευλογίες κυβέρνησης και ΕΕ συνεχίζουν να λιανίζουν την εργατιά. Το παρόν και το μέλλον της εργατικής τάξης, όπως σχεδιάζεται στα επιτελεία των πολυεθνικών, προμηνύει μόνο σύνθλιψη των δικαιωμάτων της. Μερική απασχόληση. Εργασία χωρίς αμοιβή. Μειωμένη ή και καθόλου ασφάλιση. Μειωμένη ή και καθόλου σύνταξη. Μαύρη ζωή.

Ομως για το κεφάλαιο, τα κέρδη δεν είναι ποτέ αρκετά. Ετσι, οι επιχειρηματίες άρχισαν να μεταναστεύουν, σε χώρες που η εργατική δύναμη κοστίζει λιγότερο. Για να ξεζουμίσουν και εκεί την εργατική τάξη, έχοντας πάντα τις ευλογίες και την απλόχερη οικονομική στήριξη της ελληνικής κυβέρνησης, που τους επιδοτεί ακόμη και για το FAX που θα εγκαταστήσουν...

Οι επιπτώσεις αυτής της πολιτικής δε μετριούνται μόνο πάνω στους εργάτες και τους άνεργους. Τα σημάδια της τα βλέπεις σε κάθε βήμα. Οι έμποροι στενάζουν, τα χωριά ερημώνουν και οι νέοι μεταναστεύουν σε ξένους τόπους.

Αυτή είναι η ισχυρή Ελλάδα που χτίζει η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, με τη στήριξη της ΝΔ και τις πλάτες του ΣΥΝ. Σ' αυτή την ισχυρή Ελλάδα, η εργατική τάξη, η αγροτιά, οι μικρομεσαίοι, η νεολαία στενάζουν καθημερινά.

ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΣΟΚ
Ποσοστό ανεργίας 49,5!

Από τη μία μεριά αυξάνονται τα κέρδη των βιομηχάνων και από την άλλη εντείνεται η εκμετάλλευση και η επίθεση στα εργασιακά δικαιώματα. Πετάει στα ύψη η ανεργία. Μόνο στη Νάουσα, ένα δήμο 25.000 κατοίκων, μέσα σε μια 10ετία χάθηκαν 3.500 θέσεις εργασίας, από τους κλάδους της υφαντουργίας, του έτοιμου ενδύματος, τη βιομηχανία ξύλου, τις οικοδομικές κατασκευές, το χονδρικό εμπόριο. Η ανεργία το 2002 έφτασε στο 49,5%!

Η πορεία συρρίκνωσης δεν είναι καιρούρια. Ξεκίνησε πολύ πριν. Στο χώρο της κλωστοϋφαντουργίας το 1985. Εκλεισε η ΥΦΕΝ πετώντας στο δρόμο 73 εργαζόμενους. Ακολούθησε, το 1987, το κλείσιμο της επιχείρησης του Πέτρου Γεωργιάδη που απασχολούσε 140 εργαζόμενους. Λουκέτο έβαλαν το 1990 η «Πέλλα - Ολυμπος» με 400 εργαζόμενους και η «Βέτλανς Νάουσα» με 430 εργαζόμενους. Η «Τρικολάν» μείωσε το προσωπικό της σταδιακά από 520 σε 120 εργαζόμενους.

Στα κλωστήρια Α', Γ' και Δ' του Λαναρά, αυτού του απίθανου παίχτη του Χρηματιστηρίου, την τελευταία 3ετία έχασαν τη δουλιά τους 100 εργάτες.

Στα Γιαννιτσά η ανεργία έφτασε πέρσι το 32%. Το 1998 έκλεισαν τα «Ελληνικά Κλωστήρια» που απασχολούσαν 164 εργαζόμενους. Η «Ελληνική Υφαντουργία» μείωσε το προσωπικό της κατά 200 άτομα.

Στην Εδεσσα το εργοστάσιο έτοιμων ενδυμάτων «Γεωργίου» ανέστειλε τη λειτουργία του από το φετινό Φλεβάρη και έμειναν στο δρόμο περίπου 150 εργαζόμενοι, ενώ άλλη μια επιχείρηση στην περιοχή της Αριδαίας ετοιμάζεται να στείλει στο δρόμο 100 εργάτες.

Οσοι συνεχίζουν να έχουν δουλιά στα εργοστάσια του ομίλου «Κλωνατέξ» της οικογένειας Λαναρά ή στο εργοστάσια του Βαρβαρέσου και του Ακκά στενάζουν κάτω από τις νέες εργασιακές συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί, ως αποτέλεσμα των πολιτικών επιλογών της κυβέρνησης και των «κοινωνικών διαλόγων» με τη ΓΣΕΕ.

Νέες συνθήκες εργασίας

Οι βιομήχανοι απαιτούν: Μερική απασχόληση, ενοικίαση εργαζομένων, ατομικές συμβάσεις για δουλιά δύο ή τριών ημερών ή ακόμη και ωρών. Ανάλογα το πόσο και πότε σε θέλουν τα αφεντικά. Εργολαβίες και υπεργολαβίες, μαύρη εργασία. Αυτά είναι τα «δώρα της ΕΕ» για την εργατιά.

Και όταν οι βιομήχανοι θέλουν περισσότερα κέρδη, σχεδιάζουν απολύσεις ή εκβιάζουν χρησιμοποιώντας τους εργαζόμενους και τους φορείς ως πολιορκητικό κριό.

Παράδειγμα πρόσφατο: Ο όμιλος «Κλωνατέξ», αποφάσισε να κλείσει το εργοστάσιο Δ' στη Νάουσα και να πετάξει στο δρόμο 80 εργαζόμενους. Μετά από πολυήμερο συντονισμένο αγώνα όλων των εργαζομένων του κλάδου ανακοίνωσε ότι σχεδιάζει να δημιουργήσει πλεκτήριο στο χώρο του εργοστασίου και να χρησιμοποιήσει τους 80 εργαζόμενους σε άλλους τομείς παραγωγής των εργοστασίων. Για να το κάνει όμως ζητά χρηματοδότηση από την κυβέρνηση. Νέα κίνητρα.

Στην «Τρικολάν», γνωστή και ως «Φάνκο», επιβλήθηκε στους εργαζόμενους να δουλεύουν το 20λεπτο διάλειμμά τους. Ετσι αντί να σχολούν στις 3 το μεσημέρι, σχολούν στις 3.20.

...και η περίπτωση «Βαρβαρέσου»

Στα κλωστήρια Βαρβαρέσου η επίθεση είναι ακόμη πιο βίαιη. Το 1980 στο ένα εργοστάσιο του Βαρβαρέσου απασχολούνταν 270 εργάτες και σήμερα στα 3 εργοστάσια πάλι το σύνολο των εργαζομένων είναι 270, ενώ η παραγωγή και τα κέρδη του έχουν πολλαπλασιαστεί.

Εμφανίζεται το φαινόμενο της ελάχιστης μερικής απασχόλησης (2-3 ημερών ή και ορισμένων ωρών) που τα προηγούμενα χρόνια επεκτάθηκε στις εποχιακές εργασίες στους κλάδους του ξύλου, της διαλογής και ψύξης.

Παράλληλα έδωσε σε εργολάβους τη φύλαξη, την καθαριότητα και τη συντήρηση των μηχανημάτων. Με μια από τις τρεις εταιρίες και συγκεκριμένα με την ΑΛΤΕΚΟ έχει υπογράψει και συμφωνία για αναπλήρωση των κενών θέσεων στον τομέα παραγωγής. Με αυτό τον τρόπο καλύπτει τα κενά που προκύπτουν από συνταξιοδοτήσεις εργαζομένων.

Οι εργαζόμενοι στους εργολάβους δεν αμείβονται και δεν ασφαλίζονται σύμφωνα με τις συμβάσεις των κλωστοϋφαντουργών, δεν κολλάνε βαρέα ένσημα και όπως οι ίδιοι δηλώνουν, δεν παίρνουν παραπάνω από 400 ευρώ το μήνα.

«Το υπαλληλικό προσωπικό πιάνει δουλιά στις 8 π.μ., σχολάει στη 1, ξαναπάει στις 2 μ.μ. και σχολάει όποτε τελειώσει η δουλιά, στις 5 ή και τις 7 το απόγευμα.

Αν εκτιμήσει ότι θέλει ένα μηχανικό, έναν ηλεκτρολόγο, έναν τεχνικό στις 4 τα χαράματα, τον παίρνει τηλέφωνο και πάει. Αυτό ισχύει στο σύνολο του υπαλληλικού προσωπικού που είναι περίπου 100 άτομα. Οποτε τους χρειαστεί ο βιομήχανος» αναφέρει ο Σ. Τσίτσης μέλος της διοίκησης του Σωματείου.

Πληροφορίες αναφέρουν πως η επιχείρηση σχεδιάζει τώρα, να δώσει όλα τα τμήματα παραγωγής, από την είσοδο του βαμβακιού έως την έξοδο του νήματος, στους εργολάβους. Τέλη Απρίλη κατέθεσε συμφωνητικό στην Επιθεώρηση Εργασίας, με το οποίο ζητούσε να παραδώσει το σύνολο των εργαζομένων στην παραγωγή σε εργολάβο και συγκεκριμένα στη «Νακόπουλος Λιπαντική ΑΕ». Αυτό αποτράπηκε μετά από αγωνιστικές κινητοποιήσεις των εργαζομένων.

Ποιος φταίει;

«Η πολιτική που εφαρμόζεται από την κυβέρνηση και οι «κοινωνικοί διάλογοι» της πλειοψηφίας της ΓΣΕΕ. Αλλωστε αποτέλεσμα του... «κοινωνικού διαλόγου» του 1996 είναι η εφαρμογή των ελαστικών μορφών απασχόλησης που σήμερα εφαρμόζονται και στον τόπο μας. Μόνο οι δυνάμεις του ΠΑΜΕ στάθηκαν κόντρα και πρότειναν αγωνιστικές δράσεις», αναφέρει ο Σ. Τσίτσης κλωστοϋφαντουργός, στέλεχος του ΠΑΜΕ.

Οι βιομήχανοι στην περιοχή δεν κάνουν τίποτε άλλο από το να εφαρμόζουν τους αντεργατικούς νόμους που ψηφίζει η κυβέρνηση. Ετσι αβγατίζουν τα κέρδη τους και από την άλλη ξεζουμίζουν τους εργάτες και τις εργάτριες. Επιχειρούν με κάθε τρόπο στο όνομα της ανταγωνιστικότητας να μειώσουν το εργατικό κόστος.

Μπροστά σ' αυτή την κατάσταση, τα Σωματεία, το Εργατικό Κέντρο και η Ομοσπονδία Κλωστοϋφαντουργών δεν έμειναν με σταυρωμένα χέρια. Οργάνωσαν κινητοποιήσεις σε όλα τα εργοστάσια της περιοχής.

Στην περίπτωση των επιχειρήσεων του ομίλου Λαναρά κέρδισαν το επίδομα βάρδιας (12.500 δρχ) που είχε απολεσθεί τα προηγούμενα χρόνια. Στου Βαρβαρέσου ετοιμάζονται νέες κινητοποιήσεις, ώστε να αποτραπεί η εγκατάσταση των εργολάβων, να σταματήσει η μερική απασχόληση και να προχωρήσει η υπογραφή ΣΣΕ με ικανοποιητικές αυξήσεις σε μισθούς και μεροκάματα.

«Μόνο μέσα από το συντονισμένο αγώνα μας μπορούμε να βάλουμε φρένο στη λυσσαλέα επίθεση που δεχόμαστε στα δικαιώματά μας. Να ανατρέψουμε τους αντεργατικούς νόμους και να διευρύνουμε τις κατακτήσεις μας», σημειώνει ο Σ. Τσίτσης. Αλλωστε, μέσα από αγώνες κατάφεραν να καταργήσουν τη συνεχόμενη 7ήμερη εργασία. Η δύναμη βρίσκεται στα χέρια τους.

Μεταφέρουν τους εργάτες σαν τα τσουβάλια...

Στις πλατείες των πόλεων, το πρωί βλέπεις τους γέρους να ξαποσταίνουν στον ήλιο. Οι περισσότεροι δούλεψαν χρόνια στα κλωστοϋφαντουργεία της περιοχής, «τότε που τα εργοστάσια δίνανε ζωή στον τόπο, πριν μαραζώσουν και γίνουν ερείπια». Σήμερα, βλέπουν τη νεολαία να φεύγει, τα παιδιά τους άνεργα, την πλατεία άδεια.

Ο Θανάσης Πουτκάρης είναι συνταξιούχος κλωστοϋφαντουργός. Σταμάτησε να δουλεύει το 1992, όταν πια μπροστά από τα μάτια του είχε περάσει κάθε στιγμή από την πορεία αποβιομηχάνισης στην περιοχή της Νάουσας. Αναπολεί την εποχή που η βιομηχανία και η βιοτεχνία άκμαζαν στην περιοχή. Θυμάται το κλείσιμο της «Βέτλανς», της «Πέλλα Ολυμπος», χωρίς να μετρήσει τις βιοτεχνίες που χάθηκαν, μετανάστευσαν ή έκλεισαν οριστικά. «Κάθε εργοστάσιο που πέθαινε» μας λέει, «έπαιρνε μαζί του και ένα κομμάτι από τη ζωή της περιοχής».

Τη χρονιά που έβγαινε στη σύνταξη ο μπάρμπα Θανάσης, έπιανε δουλιά στο «Βαρβαρέσο» ο Αρης Σεραφείμ. «Πριν δυο χρόνια παίρναμε τα ίδια λεφτά με σήμερα. Οι μισθοί είναι καθηλωμένοι, την ίδια στιγμή που το κόστος ζωής τραβάει την ανηφόρα. Τώρα μας ζητάνε να πληρώνουμε και τους παιδικούς σταθμούς. Πώς να βγεις με 750 ευρώ μηνιάτικο, με ενοίκια και δυο παιδιά;».

Τον ρωτάμε για τη δουλιά στα εργοστάσια. Μας περιγράφει την εντατικοποίηση της δουλιάς, αφού «κάποτε δούλευαν 40 άτομα στη βάρδια και τώρα έχουν απομείνει 20. Στην "Τρικολάν" ξεκίνησαν να προσλαμβάνουν και με συμβάσεις ημιαπασχόλησης. Εκεί να δεις τι γίνεται! Τους εργάτες τους μεταφέρουν σαν τσουβάλια, από δω κι από εκεί, ανάλογα με το πού έχει ανάγκες η παραγωγή»

ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΕΣ - ΕΜΠΟΡΟΙ
«Πάγωσε» και η αγορά

Μέχρι και τον τελευταίο, οι επαγγελματίες είναι χρεωμένοι στις τράπεζες

Αδειοι οι δρόμοι στη Νάουσα, στα Γιαννιτσά, στη Βέροια, στην Εδεσσα. Οι καταστηματάρχες βλέπουν τον τζίρο τους χρόνο με το χρόνο να μειώνεται και τα δάνεια να ανεβαίνουν. Τα λουκέτα στα μικρομάγαζα μπαίνουν το ένα μετά το άλλο. «Οι βιοτεχνίες πέθαναν τη δεκαετία του '80 και 4.000 εργαζόμενοι έμειναν στο δρόμο. Κάποιοι άνοιξαν μικρές επιχειρήσεις, που στη συνέχεια τις έκλεισαν την επόμενη δεκαετία», αναφέρει ο Δ. Πίγκας, πρόεδρος της Ομοσπονδίας Επαγγελματικών Βιοτεχνικών και Εμπορικών Σωματείων Πέλλας.

«Βογκάει ο κόσμος», λέει η Ευθυμία Τάμπαρη. Η ίδια διατηρεί καφετέρια στο κέντρο της Νάουσας και ξεπληρώνει ακόμα τα δάνεια από την προηγούμενη επιχείρηση. «Το πιο μικρό μαγαζί στην πόλη χρωστάει στις τράπεζες δέκα με δεκαπέντε εκατομμύρια τουλάχιστον. Κάποτε, όταν πλήρωναν τα εργοστάσια, γίνονταν πανικός στα μαγαζιά. Τώρα νέκρα. Εχω τρία παιδιά και τα παροτρύνω να φύγουν. Αγαπούν τον τόπο τους, αλλά εδώ δεν έχουν μέλλον...».

Η Ε. Κυριακίδου δούλευε στη «Βέτλανς» μέχρι και το 1990, που έβαλε λουκέτο. Η ίδια και ο άντρας της βρέθηκαν άνεργοι για τέσσερα χρόνια, ύστερα από μια εικοσαετία δουλιάς στο εργοστάσιο. Σήμερα έχει κατάστημα στη Νάουσα. «Ξανάρθανε τα τεφτέρια. Εχω πελάτες που χρωστάνε από το φθινόπωρο. Αν έλεγε σήμερα η ΔΕΗ να κλείσει το ρεύμα σε όσους χρωστάνε, θα βούλιαζε στο σκοτάδι ο μισός νομός. Η νεολαία εξαφανίστηκε. Κι αυτοί που έμειναν, είναι άνεργοι και ανασφάλιστοι».

Δεν είναι μόνον η μείωση της αγοραστικής δύναμης, που χτυπάει τους μικροκαταστηματάρχες. Είναι και η εξοντωτική φορολογία, τα κίνητρα που δίνονται στα μεγαθήρια για να ανοίξουν τα πολυκαταστήματά τους, την ίδια στιγμή που χιλιάδες επαγγελματίες και μικροβιοτέχνες της περιοχής στενάζουν και κλείνουν, μην μπορώντας να αντέξουν τον ανταγωνισμό. «Στα προάστια της Βέροιας ξεφύτρωσαν την τελευταία δεκαετία πολυκαταστήματα πολυεθνικών», μας λένε οι επαγγελματίες. Τα μπακάλικα εξαφανίστηκαν. «Την ίδια στιγμή, στο κέντρο της πόλης, εκεί που κάποτε ο κόσμος σκοτωνόταν για να αγοράσει τον "αέρα", τώρα έχει γεμίσει άδεια μαγαζιά που ψάχνουν ενοικιαστές».

Το ίδιο και στην Εδεσσα. «Μέσα σε μια δεκαετία, μειώθηκαν τα καταστήματα, από 400 σε 300. Τότε απασχολούσαν 250 άτομα προσωπικό, σήμερα ούτε τα 30. Η ανεργία, τα προβλήματα στην αγροτιά έχουν άμεση επίπτωση στο δικό μας εισόδημα», αναφέρει ο Γ. Καρανίκας, πρόεδρος του Εμπορικού Συλλόγου. Τα κλειστά καταστήματα θα ήταν περισσότερα. Ομως, με τα προγράμματα δήθεν στήριξης, εμφανίζεται το φαινόμενο να παίρνουν κάποιοι την επιδότηση, να ανοίγουν μαγαζί και στη συνέχεια μετά από 1- 2 χρόνια, αφού διαπιστώσουν ότι δε βγάζουν ούτε μεροκάματο, να το κλείνουν. Και όσοι καταφέρνουν ακόμη να επιβιώνουν, καθημερινά πρέπει να παλεύουν με τα μεγάλα πολυκαταστήματα, που μέσα σε λίγα χρόνια πήραν το 50% του τζίρου της αγοράς. Προσπαθούν να επιβιώσουν από τον αθέμιτο ανταγωνισμό, το ωράριο λειτουργίας που είναι προσαρμοσμένο στα μέτρα των μεγάλων. Γνωρίζουν, όμως, πως η πολιτική στήριξης των μικρομεσαίων που πολυδιαφημίζει η κυβέρνηση δεν αφορά τους χιλιάδες μικροεπαγγελματίες που δουλεύουν από το πρωί μέχρι το βράδυ για ένα μεροκάματο.

ΑΥΡΙΟ:

Εργάτες χωρίς δουλιά, αγρότες χωρίς παραγωγή, ΕΒΕ χωρίς πελάτες...

ΑΠΟΣΤΟΛΗ:

Αννα ΑΝΑΝΙΑΔΟΥ

Περικλής ΚΟΥΡΜΟΥΛΗΣ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ