Ξεκινάμε με μια πλάκα κουβερτούρας και την ξύνουμε στον τρίφτη του τυριού. Βάζουμε το μπλέντερ σε μια λεκανίτσα και προσθέτουμε το καλαμποκέλαιο και το μισό ξύσμα σοκολάτας Ανακατεύομε καλά μέχρι να γίνουν τα υλικά σα λάσπη. Με τη βοήθεια ενός κουταλιού απλώνουμε το μείγμα στον πάτο μιας φόρμας, έστι ώστε η σοκολατένια «λάσπη» να πάει παντού. Απογεμίζουμε τη φόρμα με παγωτό σοκολάτα. Ισιώνουμε από πάνω με ένα μαχαίρι, τοποθετούμε το αλουμινένιο στεφάνι της φόρμας και το βάζουμε στην κατάψυξη να παγώσει. Οταν γίνει σαν πέτρα αφαιρούμε στεφάνι της φόρμας. Επειτα λιώνουμε τη δεύτερη πλάκα κουβερτούρας σιγά-σιγά σε μπεν μαρί. Προσθέτουμε το κράμα και το κονιάκ. Τέλος, περιχύνουμε την τούρτα με τη λιωμένη σοκολάτα, αφού φυσικά πρώτα την αφήσουμε να κρυώσει και πασπαλίζουμε με την υπόλοιπη τριμμένη σοκολάτα.
Ο συγγραφέας, ανάμεσα σε άλλα, σημειώνει στον πρόλογό του: «Τέλος, θέλω να πω: Νιώθω ιδιαίτερη χαρά, γιατί αυτό το βιβλίο το κάνω δωρεά στον "Πολιτιστικό, Μορφωτικό, Περιβαλλοντικό και Εξωραϊστικό Σύλλογο Μενδενίτσας" (το δικαιούται, άλλωστε), του παραχωρώ και τα συγγραφικά μου δικαιώματα, για όποια άλλη επανέκδοση στο μέλλον. Ειλικρινά, δεν έχω την αίσθηση κάποιας σπουδαίας προσφοράς...».
Εδώ θα διαφωνήσουμε μαζί του. Ολοι όσοι γνωρίζουν καλά τον συγγραφέα - και εμείς έχουμε αυτήν την τύχη - θα ξέρουν και τη σεμνότητα που τον διακρίνει, γι' αυτό είμαστε σίγουροι ότι η προσφορά του είναι σπουδαία. Παραβλέπουμε, λοιπόν, τα τελευταία λόγια και σκύβουμε με προσοχή στο βιβλίο. Η ανάγνωση αρχίζει, η αφήγηση μάς παρασύρει:
Το χωριό έχει περίπου 250 σπίτια, όλα σχεδόν δίπατα και πέτρινα. Τα περισσότερα καταλαμβάνουν τη σχετικά επίπεδη έκταση ανάμεσα στα υψώματα από τα Αλώνια έως τη Βαλόγουρνα. Ενα φτερό ξεμακραίνει από το Βράχο μέχρι τα Ταμπούρια. Τα υπόλοιπα είναι σκαρφαλωμένα στις εσωτερικές πλαγιές του Κάστρου, του Κουτλούμ και του Κούκου. Τα πιο πολλά σπίτια είναι παλιά. Αρκετά όμως απ' αυτά, ιδιαίτερα στο Κουτλούμ και το Κάστρο, είναι παμπάλαια και φέρνουν τη σφραγίδα της φραγκοκρατίας και της τουρκοκρατίας. Από κείνες τις εποχές - εκτός του κάστρου - κρατάνε και άλλα χτίσματα (μάντρες, δρόμοι με καλντερίμι και πέτρινα σκαλοπάτια, στοά, πηγάδι κλπ.). Ανάλογα με τις τοποθεσίες, το χωριό χωρίζεται σε μερικές γειτονιές (Κάστρο, Κουτλούμ, Βαλόγουρνα κ.ά.). Οι πιο θεαματικές γειτονιές είναι του Κάστρου και του Κουτλούμ, που τα σπίτια φαίνονται σα να είναι το ένα πάνω στο άλλο. Ενα τμήμα του χωριού, αυτό που κλείνεται ανάμεσα Κάστρο - Κουτλούμ - Κούκο - Καραβιδόραχη, είναι σε γούπατο και δεν έχει καθόλου θέα. Αντίθετα, την πιο υπέροχη θέα έχουν τα σπίτια που είναι χτισμένα στο Βράχο και στην ανατολική παρυφή του Κάστρου.
Χορεύοντας στο κάστρο... |
Σε διάφορες εξοχικές τοποθεσίες, κοντά ή μακριά από το χωριό, υπάρχουν αρκετά ξωκλήσια (Αϊ - Αντώνης, Αγία Παρασκευή, Αϊ - Κωνσταντίνος κ.ά.). Το σημαντικότερο απ' αυτά είναι το Παλιομανάστηρο ή Παλιοδαμάστα ή απλά Παναγία ("Κοίμησις της Θεοτόκου"). Βρίσκεται στους πρόποδες του Λαφοβουνιού μέσα σε πυκνά ελάτια και απέχει από το χωριό περίπου δύο ώρες. Εκεί κάθε Δεκαπενταύγουστο γίνεται πανηγύρι και συγκεντρώνονται πανηγυριώτες απ' όλα τα γύρω χωριά. Κοντά στο Παλιομανάστηρο το καλοκαίρι υπάρχουν κατασκηνώσεις παραθεριστών. Οι κάτοικοι της Βοδονίτσας είναι κυρίως γεωργοκτηνοτρόφοι. Το χωριό δεν είναι από τα πιο φτωχά. Εχει αρκετή γεωργική και κτηνοτροφική παραγωγή. Ομως, για πολλούς λόγους, η ζωή των περισσότερων χωριανών είναι φτωχή και δύσκολη. Γι' αυτό πολλοί έφυγαν και φεύγουν στα καμποχώρια και στις πόλεις προς αναζήτηση καλύτερης τύχης. Είναι χαρακτηριστικό ότι, σύμφωνα με τα στοιχεία δύο απογραφών, στη δεκαετία 1951-1961, ο πληθυσμός του χωριού έμεινε στάσιμος».
«Είναι γλυκιά σαν μέλι»... Πόσες φορές δεν το έχουμε ακούσει και πόσες φορές δεν επιθυμήσαμε να γίνουμε και εμείς τόσες γλυκιές; Πολλές. Μα τώρα είναι αργά για να προσπαθήσουμε να γίνουμε «ζαχαρένιες και μελένιες». Εκείνο, όμως, που μπορούμε, που οφείλουμε στον εαυτό μας, θα έλεγα, είναι να μην τον αφήνουμε στο έλεος του χρόνου. Οχι πως είμαστε σε θέση να εμποδίσουμε την επέλασή του, αλλά είμαστε ικανές να κάνουμε πιο γλυκό, πιο ανώδυνο το πέρασμά του... Να γίνουν τα ίχνη του λιγότερο εμφανή. Θα πλύνουμε, λοιπόν καλά το πρόσωπό μας, και θα το περάσουμε με μια λοσιόν ή ροδόνερο (θα έχουμε αγοράσει από το φαρμακείο). Επειτα θα απλώσουμε μια μάσκα για να γίνει το χρώμα του πιο φωτεινό, πιο διαυγές, πιο ξεκούραστο. Επειτα θα πάρουμε μια μικρή σπάτουλα και θα απλώσουμε στο πρόσωπό μας και στο λαιμό μας με μέλι. Θα αφήσουμε να περάσει λίγη ώρα, πέντε με δέκα λεπτά της ώρας το πολύ, θα βγάλουμε το μέλι με ένα βρεγμένο, σε δροσερό νερό, βαμβάκι. Είναι τόσο εύκολο και τόσο αποτελεσματικό. Θα το κάνετε; Εμείς πάντως, ναι.