Πίσω έχει η αχλάδα την ουρά, όπως λέει κι ο λαός μας. Ερευνα της ΝΑΣΑ, που δόθηκε στη δημοσιότητα πριν από μερικές μέρες, αποκαλύπτει ότι όπως φάνηκε από δορυφορικές μετρήσεις η ποσότητα του πάγου στην Ανταρκτική αυξάνεται διαρκώς από το 1979 και τουλάχιστον ως το 1999. Οι αλλαγές στην παγοκάλυψη του πλανήτη είναι σημαντικές όχι μόνο γιατί αποτελούν ενδείξεις ενδεχόμενων μεταβολών της μέσης θερμοκρασίας της ατμόσφαιρας, αλλά και γιατί μπορούν παραπέρα να επιφέρουν τέτοιες μεταβολές. Με περισσότερο πάγο, περισσότερη ηλιακή ακτινοβολία ανακλάται μακριά από τη Γη. Ακόμα, ο επιπλέον πάγος στη θάλασσα μονώνει καλύτερα τους ωκεανούς από την ατμόσφαιρα. Λιγότερος πάγος έχει τα αντίθετα αποτελέσματα.
Η νέα μελέτη ανέλυσε τη διάρκεια της περιόδου εμφάνισης των πάγων σε ολόκληρο το Νότιο Αρκτικό Ωκεανό για να εντοπίσει τάσεις μεταβολής. Διαπίστωσε ότι κατά μέσο όρο η περιοχή όπου εμφανίζονται επιπλέοντες πάγοι στη θάλασσα τουλάχιστον κατά μια επιπλέον ημέρα το χρόνο, είναι τώρα διπλάσια από την περιοχή που εμφανίζονται πάγοι κατά μία ημέρα λιγότερο. Σύμφωνα με την Κλερ Πάρκινσον, που διεξήγαγε τη μελέτη, τα δεδομένα έρχονται σε αντίθεση με το απλό σενάριο του φαινομένου του θερμοκηπίου και υποδείχνουν ένα πιο πολύπλοκο σύστημα αλληλεπιδράσεων.
Η διάρκεια της παγοκάλυψης που φαίνεται στο διάγραμμα αναφέρεται στον αριθμό ημερών του έτους που η κάθε περιοχή είναι καλυμμένη με πάγους τουλάχιστον κατά 15%. Μερικές περιοχές της Ανταρκτικής έχουν μόνιμα πάγους, αλλά μια ευρύτερη περιοχή στο Νότιο Ωκεανό είναι παγοσκεπής μόνο μια περίοδο του έτους και σ' αυτές τις περιοχές η παγοκάλυψη μπορεί να ποικίλλει έντονα από χρόνο σε χρόνο.
Κάτι παράξενο συμβαίνει κάτω από τα πόδια μας τα τελευταία τέσσερα χρόνια. Το βαρυτικό πεδίο της Γης ξαφνικά ανέκρουσε πρύμνα και από κει που γινόταν όλο και πιο σφαιρικό, άρχισε και πάλι να γίνεται πιο πεπλατυσμένο στους πόλους και εξογκωμένο στον ισημερινό. Οι επιστήμονες που παρατήρησαν τη μεταβολή υποψιάζονται, χωρίς να είναι βέβαιοι, ότι η ίδια η Γη πλαταίνει στους πόλους με τους ωκεανούς να διογκώνονται στον ισημερινό.
Εκείνο που ξέρουν με βεβαιότητα είναι πως ως αποτέλεσμα της περιστροφής της η Γη ποτέ δεν ήταν ολοστρόγγυλη. Ηταν πάντα διογκωμένη στον ισημερινό, και μάλιστα σήμερα είναι εκεί κατά 0,3% πιο «παχιά». Ομως, από το τέλος της πιο πρόσφατης εποχής των Παγετώνων και έπειτα, ο πλανήτης μας είχε αρχίσει να στρογγυλεύει, απαλλαγμένος από το βάρος ενός στρώματος πάγων με πάχος χιλιομέτρων, που κάλυπτε τις αρκτικές περιοχές του. Ως αποτέλεσμα σε ορισμένα σημεία της Σκανδιναβίας και του Καναδά, το έδαφος ανεβαίνει ένα εκατοστό κάθε χρόνο.
Οι δορυφορικές μετρήσεις είχαν δείξει από τη δεκαετία του 1970 ότι αυτό το στρογγύλεμα του πλανήτη προκαλεί αντίστοιχο στρογγύλεμα (ομοιόμορφο μέγεθος) του γήινου βαρυτικού πεδίου. Ομως, το 1998 τα φαινόμενα αντιστράφηκαν. Οι επιστήμονες δε θεωρούν ότι έπαψε το στρογγύλεμα του πλανήτη. Η σκέψη ότι η μεταβολή του βαρυτικού πεδίου οφείλεται σε κινήσεις του μάγματος δεν υποστηρίζεται από τις μετρήσεις. Ούτε και ενδεχόμενη μείωση του πάγου στους πόλους με αντίστοιχη αύξηση του νερού σε υγρή μορφή στους ωκεανούς μπορεί να εξηγήσει τα δεδομένα. Ετσι, πιθανολογούν - και συλλέγουν στοιχεία - για το ενδεχόμενο η μεταβολή να οφείλεται σε ωκεάνια ρεύματα μεγαλύτερης κλίμακας ακόμα και από το Ελ Νίνιο, που μεταφέρουν τεράστιες ποσότητες νερού στην κατεύθυνση βορράς-νότος, όπως η Δεκαετής Παλινδρόμηση του Ειρηνικού. Οι νέες μετρήσεις θα δώσουν την οριστική απάντηση.
Οι κινητήρες σκράμτζετ δε χρειάζεται να κουβαλούν και το οξειδωτικό όπως οι πύραυλοι γιατί χρησιμοποιούν το αραιό οξυγόνο που υπάρχει στα μεγάλα ύψη της ατμόσφαιρας, το υπερσυμπιέζουν και οξειδώνουν μ' αυτό το καύσιμο υδρογόνο που μεταφέρουν. Επειδή μπορούν να λειτουργούν σε μεγάλα ύψη, όπου η τριβή του αεροσκάφους με την αραιή ατμόσφαιρα είναι μικρή, υπολογίζεται ότι αν μπορέσουν να αξιοποιηθούν εμπορικά θα μειώσουν σημαντικά τους διηπειρωτικούς χρόνους πτήσης. Κινητήρες σκράμτζετ θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν και στο τελευταίο στάδιο πυραύλων που μεταφέρουν μικρούς δορυφόρους σε χαμηλή τροχιά γύρω από τη Γη, μειώνοντας σημαντικά το κόστος της εκτόξευσης. Οι μετρήσεις και οι υπολογισμοί των Αυστραλών ερευνητών δόθηκαν στη διεθνή επιστημονική κοινότητα για έλεγχο και επιβεβαίωση. Αν δεν υπάρξει αμφισβήτηση, η Αυστραλία θα έχει πετύχει εκεί που απέτυχαν η Ιαπωνία και οι ΗΠΑ τα δύο τελευταία χρόνια.