Στο προηγούμενο άρθρο αναφέρθηκαν μια σειρά σημεία της «θεωρίας της παγκοσμιοποίησης». Από σήμερα θα συνεχίσουμε με αναλυτική κριτική αυτών των επιχειρημάτων από τη σκοπιά του μαρξισμού - λενινισμού.
Σε γενικές γραμμές θα λέγαμε πως η μεν σοσιαλδημοκρατία συντάσσεται με την απαισιόδοξη εκδοχή, ο δε κλασικός νεοφιλελευθερισμός με την αισιόδοξη, χωρίς όμως να λείπουν και οι «κριτικές» φωνές.
Σε άρθρα του «Le Monde» ο Riccardo Petrella αναφερόμενος στο πέρασμα απ' τους εθνικούς καπιταλισμούς στην παγκοσμιοποίηση, αποφαίνεται πως είναι μια διαδικασία «που στηρίζεται όλο και λιγότερο στην κατοχή υλικών στοιχείων (γη, φυσικούς πόρους, μηχανήματα) και αναπτύσσεται χάρις στην κυριαρχία της σε μη υλικούς παράγοντες (επιστημονική γνώση, υψηλή τεχνολογία, πληροφορίες, επικοινωνίες, διαφήμιση, χρηματοπιστωτική δραστηριότητα). Η οικονομία από-υλοποιείται». Και συνεχίζει: «Θέλετε ένα σημάδι αυτής της από-υλοποίησης; Ανάμεσα στις πρώτες είκοσι βιομηχανικές επιχειρήσεις στον κόσμο συγκαταλέγονται σήμερα έξι εταιρίες του τομέα της μικροηλεκτρονικής και της πληροφορικής - πριν από είκοσι μόλις χρόνια δεν υπήρχε καμία» 1 .
Ετσι ανάμεσα στις γνωστές θεωρίες περί άυλου προϊόντος - που εδράζονται στην αυταπάτη ότι το κεφάλαιο είναι πράγμα (μηχανήματα, υλικά στοιχεία) και όχι κοινωνική σχέση - η «παγκοσμιοποίηση» (η διεθνοποίηση του κεφαλαίου στις νέες συνθήκες θα λέγαμε εμείς) οφείλεται σε αυτές καθαυτές τις νέες τεχνολογίες. Αυτές είναι το αίτιο των όποιων αλλαγών. Τούτο το συμπέρασμα φαίνεται ακόμα πιο ξεκάθαρα σε άρθρο του ίδιου τεύχους του προαναφερθέντος περιοδικού: «Ζούμε στην αυτοκρατορία της τεχνολογίας. Ζούμε υπό την εξουσία της. Τη βλέπουμε να παραβιάζει σύνορα και να εκμεταλλεύεται καλλιεργήσιμες περιοχές και παραδοσιακές τεχνογνωσίες, μέχρι να τις εξαντλήσει εντελώς και να τις κάνει παρωχημένες και άχρηστες. Φαίνεται ότι ισχυρό εφαλτήριο που τροφοδοτεί την αδιάκοπη εμφάνιση νέων τεχνολογιών δεν είναι άλλο από την ίδια την επιθυμία, την επιθυμία που εξ ορισμού θα μένει ανικανοποίητη στο διηνεκές, την επιθυμία της νίκης, πραγματικής ή επιφαινόμενης, την επιθυμία του παιχνιδιού και της επιβολής, την επιθυμία να κινηθεί ο άνθρωπος πιο γρήγορα, πιο μακριά, πιο ψηλά, πιο βαθιά, από τον πυρήνα της ύλης ως τα όρια του σύμπαντος»2.
Οσον αφορά στον κλασικό νεοφιλελευθερισμό, η άποψή του για τις νέες τεχνολογίες δεν αποτελεί παρά μια μετεξέλιξη των τεχνοειδυλλιακών αντιλήψεων που εμφανίστηκαν περίπου εξήντα χρόνια πριν (Μπρζεζίνσκι, Ντάνιελ Μπελ, Φουραστιέ, Μπέρνχαμ κ.ά.) και κατά το πέρασμα του χρόνου πήραν διάφορες μορφές. Φθάνοντας στο σήμερα ο Ν. Νεγρεπόντης γράφει: «Ο ψηφιακός κόσμος προσφέρει μια νότα αισιοδοξίας. Οπως και μια δύναμη της φύσης, έτσι και την ψηφιακή εποχή δεν μπορείς να την αμφισβητήσεις ή να τη σταματήσεις. Εχει τέσσερις πολύ σημαντικές ιδιότητες, που θα συνεισφέρουν στον τελικό της θρίαμβο: την αποκέντρωση, την οικουμενικότητα, την αρμονικότητα και την ενδυνάμωση». Συμπληρώνοντας τη σκέψη του μας λέει πως «στον ψηφιακό κόσμο, λύσεις που μέχρι σήμερα είχαν χαρακτηριστεί ανεφάρμοστες αρχίζουν να είναι υλοποιήσιμες». 3
Κατά τον Α. Ανδριανόπουλο η εκμετάλλευση παύει να υφίσταται και διερωτάται: «Ποιανού ακριβώς την υπεραξία εκμεταλλεύεται όποιος διακυβεύει τα εισοδήματά του με επενδυτικές διακινδυνεύσεις στο χρηματιστήριο, σε ομόλογα, σε derivatives και σε options; O "εργαζόμενος της γνώσης" δε συμβάλλει με την οκτάωρη απασχόλησή του στην κατασκευή κάποιου προϊόντος επί του οποίου ο εργοδότης εξασφαλίζει κάποιο πρόσθετο αδικαιολόγητο κέρδος. Αντιθέτως, με την εξειδικευμένη του γνώση παράγει ένα αυτόνομο προϊόν ασκώντας εξουσία στον εργοδότη αν υπάρχει, με το μονοπώλιο που ασκεί πάνω στη συγκεκριμένη γνώση».4
Ποιος έχει στην κατοχή του τα επιστημονικο-τεχνικά επιτεύγματα και για ποιο σκοπό;
Αυτά είναι από μόνα τους καταστροφικά ή παίζει ρόλο από ποιόν χρησιμοποιούνται;
Η ανάπτυξη της τεχνολογίας αλλάζει τις σχέσεις παραγωγής;
Η εργατική τάξη υφίσταται λιγότερη εκμετάλλευση και καταργείται η παραγωγή υπεραξίας; Αν ναι, από πού πηγάζει το κέρδος;
O Μαρξ πολύ πριν τους αστούς και μικροαστούς διανοητές που νομίζουν πως ανακάλυψαν την Αμερική, διαπίστωσε πως η επιστήμη μετατρέπεται σε άμεση παραγωγική δύναμη:
«Η ιδιοποίηση της ζωντανής εργασίας από το κεφάλαιο αποκτά και από αυτή την άποψη στα μηχανήματα άμεση πραγματικότητα: Από τη μια μεριά αυτό που επιτρέπει στη μηχανή να εκτελεί την ίδια εργασία που εκτελούσε προηγούμενα ο εργάτης είναι η ανάλυση και η εφαρμογή χημικών και μηχανικών νόμων, που πηγάζει άμεσα από την επιστήμη. Η ανάπτυξη ωστόσο των μηχανημάτων σε αυτή την κατεύθυνση παρουσιάζεται μόνον όταν η μεγάλη βιομηχανία έχει φτάσει ήδη σε ανώτερη βαθμίδα και όλες οι επιστήμες έχουν αιχμαλωτιστεί στην υπηρεσία του κεφαλαίου και απ' την άλλη μεριά, όταν τα ίδια τα διαθέσιμα μηχανήματα ήδη προσφέρουν μεγάλους πόρους. Τότε η εφεύρεση γίνεται επιχείρηση και η εφαρμογή της επιστήμης στην ίδια την άμεση παραγωγή γίνεται σκοπιά που την καθορίζει και την παρακινεί».5
Ακόμα, κάνοντας κριτική στον Τζον Στιούαρτ Μιλ για το έργο του «Αρχές της Πολιτικής Οικονομίας», όπου υποστηρίζει ότι οι μηχανικές εφευρέσεις ανακουφίζουν τον καθημερινό μόχθο, γράφει: «Αλλά δεν είναι καθόλου αυτός ο σκοπός των μηχανών που χρησιμοποιούνται με κεφαλαιοκρατικό τρόπο. Οπως και κάθε άλλη ανάπτυξη της παραγωγικής δύναμης της εργασίας έτσι και η ανάπτυξή της με τις μηχανές έχει σκοπό να φτηναίνει τα εμπορεύματα και να συντομέψει το μέρος εκείνο της εργάσιμης ημέρας που χρειάζεται ο εργάτης για τον εαυτό του, για να μεγαλώσει το άλλος μέρος της εργάσιμης ημέρας του, που το δίνει δωρεά στον κεφαλαιοκράτη. Οι μηχανές είναι μέσο για την παραγωγή της υπεραξίας».6
Συνεχίζεται
1.«Le Monde Diplomatique», τ. 10, σελ. 10. Ελληνική έκδοση.
2.«Le Monde Diplomatique»: τ. 10, σελ. 27, Ελληνική έκδοση.
3. Ν. Νεγρεπόντης: «Ψηφιακός κόσμος», εκδ. «Καστανιώτης», σελ. 234-236.
4. Α. Ανδριανόπουλος: «Η γοητεία της "Νέας Οικονομίας"», www.andrianopoulos.gr.
5. Κ. Μαρξ: «GR UNDRISSE», τόμος Β', εκδ. «Στοχαστής», σελ. 535-537.
6. Κ. Μαρξ: «Το Κεφάλαιο», τ. 1, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», σελ. 386.