Οχι μόνο με αφορμή την πρόσφατη Παγκόσμια Μέρα Περιβάλλοντος, αλλά καθημερινά αναδεικνύεται η δραματική αντίθεση ανάμεσα στις προσδοκίες των λαών για σταμάτημα της καταστροφής και υποβάθμισης του περιβάλλοντος και της ζωής στον πλανήτη και τα συμφέροντα των καπιταλιστικών κρατών. Η καταστροφή των τροπικών δασών, το φαινόμενο του θερμοκηπίου, διατροφική εξάρτηση του πληθυσμού από τα μονοπωλιακά συγκροτήματα των ορμονών και των γενετικά μεταλλαγμένων, η μείωση της στιβάδας του όζοντος, η ερημοποίηση, η ανεξέλεγκτη πυρηνική δραστηριότητα, είναι μόνο μερικές από τις χέουσες πληγές. Κι όμως, όπως θα δούμε στο επόμενο άρθρο, οι μεγάλες καπιταλιστικές χώρες δε διστάζουν να ανάγουν, με πρόσχημα την προστασία του περιβάλλοντος, σε κανόνα διεθνούς δικαίου τις πιο βάρβαρες αντιλήψεις, όπως το εμπόριο ρύπων.
Στη χώρα μας το φυσικό, το οικιστικό, το εργασιακό περιβάλλον και η υγεία των εργαζομένων βρίσκονται πάντοτε στη σκοτεινή πλευρά των κυβερνητικών επιλογών, που, όπως αποδεικνύεται στη συνέχεια μοιάζει με καταστροφική λαίλαπα κατά του περιβάλλοντος.
Οπως βέβαια δίκαια τονίζει και η ανακοίνωση του ΚΚΕ «το πρόβλημα της προστασίας του περιβάλλοντος δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί ξεχωριστά από τα άλλα προβλήματα των εργαζομένων. Απαιτεί μια πολιτική διαμετρικά αντίθετη από τη βάρβαρη καπιταλιστική λογική του κέρδους και της ελεύθερης αγοράς. Απαιτεί τη συγκρότηση και ισχυροποίηση του Αντιμονοπωλιακού, Αντιιμπεριαλιστικού Μετώπου δράσης, αντίστασης και αντεπίθεσης του λαού».
Μόνο τις νομοθετικές παρεμβάσεις του τελευταίου χρόνου που αφορούν το περιβάλλον να κοιτάξει κανείς, εύκολα μπορεί να καταλάβει τα παραπάνω. Κορυφαία στιγμή η περιβαλλοντοκτόνα αναθεώρηση του άρθρου 24 του Συντάγματος, που άνοιξε διάπλατα τους ασκούς του Αιόλου για τη «νόμιμη» καταστροφή δασών και δασικών εκτάσεων. Ακολούθησαν: Ο νόμος που επιτρέπει την τσιμεντοποίηση των αιγιαλών και των παραλιών από περιώνυμα ιδιωτικά συμφέροντα. Ο εντελώς ψευδεπίγραφος νόμος «περί βιώσιμης ανάπτυξης στην Αττική», που μετατρέπει ολόκληρο το Λεκανοπέδιο σε μια απέραντη βιομηχανική ζώνη. Οι νόμοι για την εκτέλεση των Ολυμπιακών Εργων με βάση τους οποίους και στο όνομα του... αθάνατου ολυμπιακού πνεύματος αφανίζονται δασικές εκτάσεις και πολύτιμοι ελεύθεροι χώροι, μπαζώνονται θάλασσες και καταστρέφονται αρχαιολογικά μνημεία. Τέλος, ο νόμος που ψηφίστηκε πρόσφατα και προβλέπει την κατάργηση του Ν. 1650/86 για το περιβάλλον όσον αφορά την προέγκριση χωροθέτησης για τις πιο ρυπογόνες εγκαταστάσεις, αίροντας και τους ελάχιστους περιορισμούς στην ασύδοτη περιβαλλοντοκτόνα δράση του μεγάλου κεφαλαίου στη χώρα μας.
Ας δούμε, όμως πώς έχει η κατάσταση σε ορισμένους βασικούς τομείς του περιβάλλοντος, ύστερα από 8 χρόνια διακυβέρνησης από το ΠΑΣΟΚ.
1. Δάση και Δασικά Οικοσυστήματα: Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία από το 1995 ως το 2000 σημειώθηκαν 8.900 πυρκαγιές που έκαψαν 7.700.000 στρέμματα περίπου δασών και δασικών εκτάσεων, ενώ την ίδια περίοδο αναδασώθηκαν μόλις 167.000 στρέμματα! Ακόμη και το Εθνικό Κέντρο Περιβάλλοντος στη συνοπτική έκθεσή του, που εκδόθηκε πέρσι, αναφέρει ότι η διαχείριση των προστατευόμενων δασικών περιοχών (10 Εθνικά Πάρκα, 19 Αισθητικά Δάση και ένα Μνημείο της Φύσης) είναι γενικά ανεπαρκής. Οπως επισημαίνει, «το βασικότερο εμπόδιο στην εφαρμογή της δασικής πολιτικής και στην προστασία των δασικών εκτάσεων από την αστικοποίηση είναι η έλλειψη ενός Εθνικού Σχεδιασμού για τα Δάση».
2. Χωροταξική και Οικιστική Πολιτική: Οπως επισημαίνει η ίδια έκθεση που επικαλεστήκαμε παραπάνω «κατά την περίοδο 1950-1980 το σύνολο σχεδόν των περιοχών που εντάσσονταν στο σχέδιο πόλης ήταν εκτάσεις αυθαιρέτων. Το αντίστοιχο ποσοστό για την περίοδο 1980-1995 (θα λέγαμε εμείς και μέχρι τώρα) άγγιξε το 80%». Η κυβέρνηση επομένως συνεχίζει την ίδια τακτική «πρώτα χτίζουμε και μετά πολεοδομούμε», προς εξυπηρέτηση των πελατειακών σχέσεων. Οπως προστίθεται στην ίδια έκθεση: «Στοιχείο - κλειδί της πολεοδομικής πολιτικής υπήρξε η επιδίωξη ελαχιστοποίησης των διατιθέμενων - δημόσιων και ιδιωτικών - πόρων για την κατασκευή των απαραίτητων υποδομών. Η ένταξη εκτάσεων αυθαίρετης δόμησης στον αστικό ιστό οδήγησε στην οικοδόμηση των εναπομεινάντων ελεύθερων χώρων». Η ίδια η υπουργός ΠΕΧΩΔΕ Β. Παπανδρέου πρόσφατα ομολόγησε ότι ο πολεοδομικός σχεδιασμός έπιασε πάτο. Από τις 104 μελέτες που είχαν ενταχθεί στο Β` ΚΠΣ έχουν τελειώσει μόλις οι 10! Ο δε χωροταξικός σχεδιασμός ακόμη αναμένεται να ολοκληρωθεί...
Eurokinissi |
4. Διαχείριση Αποβλήτων: Μόνο το γεγονός ότι παραμένουν ακόμη ενεργές 2.000 περίπου ανεξέλεγκτες χωματερές στη χώρα μας επιβεβαιώνει την αποτυχία της πολιτικής της κυβέρνησης και στον τομέα αυτό. Η χώρα μας άλλωστε είναι η πρώτη που έφαγε πρόστιμο από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο για το θέμα αυτό με αφορμή τον Κουρουπητό. Οσον αφορά δε τη διαχείριση των 300.000 τόνων επικίνδυνων και τοξικών αποβλήτων που παράγονται κάθε χρόνο στη χώρα μας, ακόμη εκκρεμεί η κατασκευή των Κέντρων Διαχείρισής τους. Ετσι σημαντικές ποσότητες απορρίπτονται όπως όπως και ρυπαίνουν ανεξέλεγκτα.
5. Ποιότητα Ατμόσφαιρας: Η ατμοσφαιρική ρύπανση της Αθήνας είναι η πλέον γνωστή περίπτωση, αλλά δεν είναι η μόνη. Ατμοσφαιρική ρύπανση υπάρχει πλέον και σε όλες τις άλλες μεγάλες πόλεις της χώρας, όπως η Θεσσαλονίκη, ο Βόλος, η Πάτρα, το Ηράκλειο κ.λπ. Μπορεί στην Αθήνα οι κυβερνώντες να επικαλούνται την πρόσκαιρη μείωση ορισμένων ρύπων για να θριαμβολογήσουν, γεγονός όμως παραμένει ότι υπάρχει αύξηση σε άλλους, όπως το όζον, ενώ εμφανίζονται πλέον οι πιο απειλητικοί «μοντέρνοι» ρύποι, όπως το βενζόλιο, το τολουόλιο και τα αιωρούμενα σωματίδια.
6. Διαχείριση Υδατικών Πόρων: Ενα στοιχείο που αναφέρεται στην έκθεση που προαναφέραμε αρκεί: «Το 1/4 των λιμνών της χώρας είναι ευτροφικές»! Παράλληλα, όπως εντοπίζεται στην ίδια έκθεση, η νομοθεσία για τη διαχείριση των υδατικών πόρων παραμένει ουσιαστικά ανενεργός.
7. Μηχανισμοί Ελέγχου: Οπως ανέφεραν σε πρόσφατη συνέντευξη Τύπου οι εκπρόσωποι του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδας, είμαστε η μόνη χώρα της ΕΕ που στον τομέα των μηχανισμών ελέγχου της ρύπανσης παίρνουμε ένα ολοστρόγγυλο «μηδέν».
Τι είναι όμως το λεγόμενο «εμπόριο δικαιωμάτων ρύπων» και πώς θα ισχύσει; Πριν προχωρήσουμε σε κάποια ανάλυση, πρέπει να αναφέρουμε ότι οι χώρες που προσυπέγραψαν το Πρωτόκολλο του Κιότο, ανέλαβαν τη δέσμευση να μειώσουν τις εκπομπές των ρύπων που ευθύνονται για το φαινόμενο του θερμοκηπίου (διοξείδιο του άνθρακα, μεθάνιο, υποξείδιο του αζώτου κλπ.) με διάφορες δράσεις και μέτρα την περίοδο 2008 - 2012 σε κάποιο ποσοστό σε σχέση με τα επίπεδα των εκπομπών που υπήρχαν το 1990. Ετσι η Ευρωπαϊκή Ενωση δεσμεύτηκε για μείωση των εκπομπών της κατά 8%, η Ιαπωνία κατά 6% κλπ. Από τις χώρες της ΕΕ η Ελλάδα, επειδή ανήκει στις υπό ανάπτυξη χώρες, δεσμεύτηκε η αύξηση των εκπομπών της να μην υπερβεί το 25% σε σχέση με τα επίπεδα του 1990, στόχος πολύ δύσκολος, καθώς το 2000 η αύξηση αυτή είχε ξεπεράσει το 23%.
Οι διάφορες δράσεις και αντιρρυπαντικά μέτρα, που, αξίζει να σημειωθεί αγγίζουν όλα τα επίπεδα των εθνικών οικονομιών, θα διανθιστούν με σοβαρά οικονομικά κίνητρα στο μεγάλο κεφάλαιο προκειμένου να εφαρμόσουν τα αντιρρυπαντικά μέτρα, ενώ θα έχουν σημαντικές επιπτώσεις σε μεγάλες μάζες του πληθυσμού (αξίζει να αναφέρουμε ότι για τη χώρα μας ως ένα από τα μέτρα αναφέρεται ακόμη και η «συνέχιση των προγραμμάτων αγρανάπαυσης»!). Βεβαίως, η κάθε χώρα, σε περίπτωση που δεν εφαρμόζει τα αντιρρυπαντικά μέτρα θα πρέπει ή να υποστεί τις προβλεπόμενες κυρώσεις ή να αγοράσει τα δικαιώματα εκπομπών ρύπων από την ελεύθερη αγορά, δηλαδή να αγοράζουν δικαιώματα εκπομπής ρύπων από χώρες που έχουν το δικαίωμα λόγω ανάπτυξης, να εκπέμπουν περισσότερους ρύπους. Μέσω, λοιπόν, διαφόρων μηχανισμών που θα δημιουργηθούν, οι αναπτυγμένες χώρες θα μπορούν να εξακολουθούν να παράγουν όση ρύπανση θέλουν και στη συνέχεια να μπορούν να αντισταθμίζουν τη ρύπανση αυτή, αγοράζοντας «δικαιώματα ρύπανσης» από τις υποανάπτυκτες χώρες, οι οποίες και με τον τρόπο αυτό στο πλαίσιο της παγκοσμιοποιημένης οικονομίας καταδικάζονται να παραμείνουν υπανάπτυκτες, αφού θα πληρώνονται για να μην αναπτύξουν περισσότερο τις παραγωγικές τους δυνάμεις! Το «κόστος» φαίνεται ότι δεν επηρεάζει τα κέρδη, αφού και αυτό μετακυλίεται στις πλάτες των εργαζομένων.
Σύμφωνα με το Εθνικό Πρόγραμμα Δράσης, σε περίπτωση που η χώρα μας αναγκαστεί να αγοράσει για το σύνολο των εκπομπών παρόμοια «δικαιώματα» από την ελεύθερη αγορά που θα αναπτυχθεί και με εκτιμούμενη τιμή γύρω στα 30 δολάρια ανά τόνο, τότε θα απαιτηθούν πιστώσεις ύψους 351 εκατ. δολαρίων ετησίως.
Πρέπει επίσης να επισημανθεί ότι με βάση το Πρωτόκολλο του Κιότο η εμπορία των εκπομπών μπορεί να εφαρμοστεί και στο εσωτερικό μιας χώρας, ως μία από τις εθνικές δράσεις για τη... μείωση των εκπομπών της ρύπανσης. Σύμφωνα με διάφορους εμπειρογνώμονες, η διαδικασία αυτή φαίνεται ότι μπορεί να αναπτυχθεί ως εξής: Σε ένα βιομηχανικό κλάδο, θα τεθεί ένα ανώτατο όριο εκπομπών, που σημαίνει ότι η κάθε βιομηχανία του κλάδου θα έχει ένα «μερίδιο εκπομπής». Το μερίδιο αυτό θα έχει αντίκρισμα σε έναν αριθμό «αδειών εκπομπής». Οταν λοιπόν κάποια βιομηχανία αποκτήσει τις άδειες αυτές και διαπιστώσει ότι δεν τις χρειάζεται όλες, είτε γιατί είναι τέτοια η παραγωγική της διαδικασία που εκπέμπει λιγότερους ρύπους είτε η διαδικασία αυτή και τα προϊόντα της είναι «οικολογικά» (π.χ., επιχειρήσεις Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας - Αιολικά Πάρκα κλπ. για τις οποίες οι άδειες εκπομπής θα ισοδυναμούν με τα «πράσινα πιστοποιητικά» που θα εκδίδονται από διεθνείς οργανισμούς και θα μπορούν και αυτά να εμπορεύονται), τότε θα μπορεί να πουλήσει τις πλεονάζουσες άδειες ή τα «πράσινα πιστοποιητικά» σε άλλες βιομηχανίες οι οποίες θα εκπέμπουν περισσότερους ρύπους από αυτούς που τους αναλογούν με βάση τον εθνικό σχεδιασμό. Ετσι θα διαμορφωθεί και ένα εγχώριο εμπόριο «αδειών εκπομπής» και «πράσινων πιστοποιητικών», που θα μεταβιβάζονται και θα μεταπωλούνται με βάση τους νόμους της ελεύθερης αγοράς. Ετσι οι βιομηχανίες και άδειες θα έχουν και ρύπους θα εκπέμπουν.
Να επισημάνουμε ότι η διαδικασία ενός παρόμοιου εμπορίου ρύπων εφαρμόζεται ήδη στις ΗΠΑ, ενώ η ΕΕ είναι έτοιμη να εκδώσει σχετική Οδηγία για την εφαρμογή της και στα κράτη - μέλη της. Στις ΗΠΑ τα λεγόμενα «πράσινα πιστοποιητικά» στην αγορά κυμαίνονται ανάλογα με την πολιτική της κάθε Πολιτείας, αλλά και με τις τοπικές και εποχιακές συνθήκες. Για παράδειγμα, οι τιμές για τις εκπομπές διοξειδίου του θείου το 2001 κυμάνθηκαν από 150 ως 220 δολάρια τον τόνο. Για τα οξείδια του αζώτου η μέση τιμή το 2001 ήταν 675 δολάρια τον τόνο, ενώ το 2002 εκτινάχτηκε στα 900 δολάρια τον τόνο.
Φανταστείτε τι έχει να γίνει όταν ένα τέτοιο εμπόριο γενικευτεί. Κάποιοι θα επωφελούνται πουλώντας «αέρα», οι πολλοί θα πληρώνουν διότι όλες αυτές οι αξίες θα μετακυλίονται ασφαλώς στις τιμές των προϊόντων και βέβαια ο πλανήτης θα εξακολουθεί να κινδυνεύει από το φαινόμενο του θερμοκηπίου, προς δόξαν των οικολογούντων ηγετών των καπιταλιστικών χωρών που ετοιμάζονται προφανώς και για άλλα παρόμοια μέτρα στην Παγκόσμια Διάσκεψη του Γιοχάνεσμπουργκ...