Εξι εναλλακτικά σενάρια για το νέο προϋπολογισμό, με κοινό παρονομαστή τις περικοπές των δαπανών κοινωνικού χαρακτήρα
Οι δαπάνες κοινωνικού χαρακτήρα είναι οι πρώτες στη λίστα των περικοπών που επεξεργάζεται το οικονομικό επιτελείο, στα πλαίσια της κατάρτισης του νέου προϋπολογισμού του 2002. Ειδικά για αυτές του υπουργείου Υγείας συζητούσαν από το καλοκαίρι ακόμα να περικοπούν μέχρι και 15%. Στην κυβέρνηση μάλιστα έχουν βρει και τη δικαιολογητική βάση: Η επερχόμενη διεθνής ύφεση και φυσικά το τρομοκρατικό χτύπημα στις ΗΠΑ που έχει επιδεινώσει το οικονομικό κλίμα...
Μπορεί στο τέλος του Σεπτέμβρη, το υπουργείο Οικονομικών να παρουσιάσει το προσχέδιο του προϋπολογισμού του 2002, όμως, όπως αναφέρουν στο «Ρ» αρμόδιοι παράγοντες, η Διεύθυνση Μακροοικονομικής Πολιτικής του υπουργείου Εθνικής Οικονομίας επεξεργάζεται αυτή τη στιγμή, ούτε ένα ούτε δύο, αλλά έξι εναλλακτικά σενάρια για το νέο προϋπολογισμό. Είναι και αυτό ενδεικτικό της μεγάλης αβεβαιότητας που έχει καταλάβει τον καπιταλιστικό κόσμο. Οπως εξηγούν οι ίδιοι παράγοντες, το μεγάλο ζητούμενο είναι βέβαια η άνοδος του ΑΕΠ τον επόμενο χρόνο, στοιχείο το οποίο καθορίζει τόσο την πολιτική εσόδων όσο και την πολιτική δαπανών. Ηδη οι εκτιμήσεις για τις προοπτικές αύξησης του ΑΕΠ έχουν ήδη αναθεωρηθεί από 5,5% που προβλέπει το Πρόγραμμα Σταθερότητας για το 2002 στο 4,8%.
Αλλά και αυτό είναι στοιχείο επί χάρτου καθώς αυτή τη στιγμή πειραματίζονται με σενάρια για ΑΕΠ από 3% μέχρι και 4,8%. Τα πράγματα έχουν και το στοιχείο του κωμικού, καθώς η «ισχυρή οικονομία» της ευρωσύγκλισης, αποδεικνύεται διάτρητη, χωρίς ακόμα να την έχει αγγίξει η ύφεση. Μια όμως μείωση του ρυθμού ανόδου του ΑΕΠ θα έχει αντίκτυπο στα έσοδα, καθώς εκτιμάται ότι μια μονάδα ανόδου ή πτώσης του ΑΕΠ αυξάνει ή μειώνει τους φόρους κατά 150 - 200 δισ. δραχμές. Αν όμως μειωθούν τα έσοδα θα πρέπει να μειωθούν και οι δαπάνες. Οχι βέβαια όλες. Ορισμένες, όπως αυτές των ολυμπιακών αγώνων θα αυξηθούν. Από το μιλιταριστικό κλίμα των ημερών που καλλιεργείται από τον διεθνή ιμπεριαλισμό και την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, στο υπουργείο Αμυνας, όχι μόνο δεν προβλέπονται περικοπές αλλά αντίθετα αυξήσεις δαπανών για να ανταποκριθεί η χώρα στις διεθνείς της υποχρεώσεις... Το ίδιο θα πρέπει να αναμένεται και για τις δαπάνες υπουργείων που έχουν σχέσεις με τους κατασταλτικούς μηχανισμούς. Επίσης οι δαπάνες για τοκοχρεολύσια δημόσιου χρέους θεωρούνται ανελαστικές (οι υποχρεώσεις προς τις τράπεζες θεωρούνται ιερές). Επομένως μένουν όλες οι υπόλοιπες. Κυρίως αυτές των υπουργείων Παιδείας, Υγείας, Κοινωνικών Ασφαλίσεων, καθώς και οι δαπάνες για μισθούς - συντάξεις. Στο υπουργείο Οικονομικών μάλιστα αναφέρουν ότι πολύ πριν από την κρίση, συζήτησαν με τον υπουργό Υγείας Αλ. Παπαδόπουλο, για την ανάγκη μείωσης των δαπανών του υπουργείου του κατά 15%! Αυτός αντέτεινε μόνο, ότι τέτοιου ύψους περικοπές δεν μπορούν να γίνουν αμέσως και ζήτησε μια περίοδο πενταετίας... Στο υπουργείο επεξεργάζονται αυτή τη στιγμή «σκληρά» και λιγότερο «σκληρά» σενάρια για το νέο προϋπολογισμό. Τα «σκληρά» σενάρια προβλέπουν πως το σύνολο των επιπτώσεων από μια ενδεχόμενη μείωση των εσόδων, θα το φέρουν οι δαπάνες οι οποίες προβλέπεται ότι θα μειωθούν ισόποσα. Τα λιγότερο «σκληρά» προβλέπουν επιμερισμό των επιπτώσεων ανάμεσα στις δαπάνες και στο ύψος του πλεονάσματος. Δηλαδή στο νέο προϋπολογισμό το πλεόνασμα να μην είναι 1,5% που προβλέπεται στο Πρόγραμμα Σταθερότητας αλλά 1% ή και ακόμα πιο μικρό. Τι τελικά θα επιλεγεί, θα εξαρτηθεί βέβαια από το γενικότερο πολιτικό κλίμα και φυσικά το βαθμό του πολιτικού καιροσκοπισμού της κυβέρνησης.
Με την επιτάχυνση των διαρθρωτικών αλλαγών, δηλαδή το ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας και την κατάργηση του ασφαλιστικού συστήματος, θα αντιμετωπίσει η ελληνική οικονομία τα προβλήματα που εμφανίζονται στην οικονομία σε διεθνές επίπεδο, μετά την απειλούμενη ύφεση λόγω των γεγονότων στις ΗΠΑ. Αυτό υποστήριξε χτες ο υπουργός Ανάπτυξης Ν. Χριστοδουλάκης, μιλώντας σε ραδιοφωνικό σταθμό, κάνοντας πως ξεχνά ότι, σε περίπτωση οικονομικής κρίσης, τουλάχιστον το ένα σκέλος της κυβερνητικής πολιτικής (οι ιδιωτικοποιήσεις) θα τιναχτεί στον αέρα, κάτι που θα οδηγήσει σε ακόμα μεγαλύτερη ένταση των αντιλαϊκών μέτρων. Ο ίδιος πάντως στα λόγια υποστηρίζει ότι με βάση τα διεθνή σημερινά δεδομένα «θα πρέπει να γίνονται οι αναγκαίες ευέλικτες προσαρμογές, χωρίς καμία θυσία του κοινωνικού προσανατολισμού(!) της κυβέρνησης, χωρίς καμία ατόνηση ή εγκατάλειψη ή ακύρωση του διαρθρωτικού προσανατολισμού της οικονομικής πολιτικής. Ισα - ίσα με ενίσχυση αυτού του χαρακτήρα».
Αναφερόμενος στην πτώση των χρηματιστηρίων σε διεθνές επίπεδο, την απέδωσε ως αποτέλεσμα μιας αναμονής που υπάρχει για το ποιο είδος δράσης θα αναλάβουν οι ΗΠΑ, και όχι ως αποτέλεσμα οικονομικής κρίσης, εκτιμώντας ότι το φαινόμενο αυτό δε θα έχει μόνιμα χαρακτηριστικά. Αναφορικά με το αν οι ΗΠΑ έχουν μπει σε φάση ύφεσης, απάντησε «δεν το δέχομαι αυτό».
Ο υπουργός Ανάπτυξης, αξιολογώντας τα μηνύματα από τις ΗΠΑ, θεωρεί ότι η αμερικανική κοινωνία «αντιδρά, δεν είναι διατεθειμένη να παγιδεύσει ή να μπλοκάρει την προοπτική ευημερίας και ανάπτυξης που έχει με μία μακροχρόνια εμπλοκή σε πολεμικές αναμετρήσεις σε όλο τον κόσμο». Ωστόσο, προέβλεψε ότι η παρούσα συγκυριακή αρνητική κατάσταση θα αρθεί αμέσως μετά τις κινήσεις των ΗΠΑ.
Συνεχίστηκε και χτες η έντονα πτωτική τάση των τιμών
Χτες ο δείκτης έπεσε και κάτω από τις 2.000 μονάδες. Λίγο πριν τις 2 το μεσημέρι, οι απώλειες έφταναν το -6,4% και ο δείκτης βρέθηκε στις 1.997,8 μονάδες. Σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις σ' αυτό το σημείο φαίνεται να χτύπησε κάποιο καμπανάκι (είτε από τους υπαλλήλους της κυβέρνησης στις τράπεζες, είτε από τα λεγόμενα μεγάλα χαρτοφυλάκια) και μέχρι το τέλος της συνεδρίασης οι ζημιές περιορίστηκαν, ο δείκτης έκλεισε στις 2.105,6 μονάδες με ποσοστό πτώσης -1,31%.
Από το σύνολο των μετοχών που διακινήθηκαν στη συντριπτική πλειοψηφία (300 μετοχές), παρουσίασαν ζημιές, 16 έμειναν σταθερές και 46 βελτίωσαν την τιμή τους. Είναι περιττό να πει κανείς ότι το σύνολο των μετοχικών τίτλων βρίσκονται στα κατώτατα επίπεδα των τελευταίων χρόνων, ενώ πολλές μετοχές διαπραγματεύονται σε τιμές που είναι χαμηλότερες ακόμα και από τη λογιστική αξία των αντίστοιχων επιχειρήσεων.