Αποσπάσματα από την ομιλία της Ελένης Μπέλλου, μέλους του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, στην εκδήλωση με αυτό το θέμα, που έγινε την περασμένη εβδομάδα
Η εκδήλωση και το περιεχόμενό της εντάχθηκε στην προσπάθεια του ΚΚΕ και της ΚΝΕ στα ΑΕΙ να ενισχύσουν την ιδεολογική αντεπίθεση, διαδίδοντας την κομμουνιστική αντίληψη για σύνθετα κοινωνικά ζητήματα κόντρα στο ρεύμα του ανορθολογισμού, που κυριαρχεί και στο συγκεκριμένο πανεπιστήμιο. Οπως σημείωσε η Ελ. Μπέλλου στην ομιλία της, «εξειδικεύεται στις κοινωνικές επιστήμες και είναι ένα από τα επίκεντρα στη διαμόρφωση των γνωστών ως "σπουδών φύλου"», που περιλαμβάνουν τη φεμινιστική θεωρία και τις «θεωρίες φύλου» που παρουσιάζονται με τον μανδύα του «προοδευτικού» και «πρωτοπόρου».
Αναφερόμενη στο κριτήριο με το οποίο τοποθετείται το ΚΚΕ για το αν τελικά αυτό το περιεχόμενο των «σπουδών φύλου» είναι προοδευτικό, σημείωσε ότι το ΚΚΕ τις κρίνει «από τη μέθοδο διερεύνησης, που οδηγεί συνειδητά σε πλάνες παρακάμπτοντας ή αλλοιώνοντας την ήδη υπάρχουσα επιστημονική γνώση», ξεκαθαρίζοντας ότι άλλο είναι η μερική γνώση ή και η πλάνη στη διαδικασία της γνώσης, άλλο ο συνειδητός αποπροσανατολισμός στο πλαίσιο του αστικού πανεπιστημίου.
Συνεχίζοντας, επισήμανε ότι οι σπουδές φύλου κυρίως αναφέρονται στην «κοινωνική ανισοτιμία της γυναίκας και των σχέσεων μεταξύ των δύο φύλων - άντρα και γυναίκας - επιχειρώντας την εξήγηση επιβαρυντικών συμπεριφορών του άντρα απέναντι στη γυναίκα, κυρίως μέσα από τις διαπροσωπικές τους σχέσεις.
Βέβαια το ζήτημα της γυναικείας ανισοτιμίας σε μεγάλο βαθμό αφορούσε και την γυναίκα της άρχουσας τάξης, της τάξης που βρισκόταν στην εξουσία, που ήταν εκμεταλλεύτρια τάξη.
Ηταν και είναι, λοιπόν, ένα ακόμα σύνθετο κοινωνικοπολιτικό ζήτημα που προσδιορίζεται ιστορικά.
Δηλαδή, η ανισοτιμία της γυναίκας σε σχέση με τον άντρα εξελίχθηκε σε μεγάλες χρονικές περιόδους, αλλά πυρήνας ήταν και είναι: Ο κοινωνικοοικονομικός σχηματισμός, το σύστημα οργάνωσης της οικονομίας και συνολικότερα της κοινωνίας, που αποτέλεσε το υπόβαθρο για να εμφανιστεί η κοινωνική ανισοτιμία της γυναίκας. Και στον πυρήνα αυτού του συστήματος το καθοριστικό είναι οι σχέσεις ατομικής ιδιοκτησίας στα μέσα παραγωγής και σε ποιους συγκεντρώνεται ο κοινωνικός πλούτος που παράγει ο άνθρωπος».
Η θεωρία της "πατριαρχικής εξουσίας" ή αλλιώς η λεγόμενη "ανδροκρατούμενη κοινωνία" φέρνει στο επίκεντρο, για να γίνει πιο πειστική, ορισμένα πραγματικά φαινόμενα που σήμερα ζούμε με μεγαλύτερη οξύτητα», σημείωσε η ομιλήτρια αναφερόμενη στη βία κατά των γυναικών, το πισωγύρισμα ή τη διατήρηση ορισμένων αναχρονιστικών πρακτικών απέναντι στις γυναίκες σε καπιταλιστικά κράτη, όπως η απαγόρευση των αμβλώσεων, την αναλογικά χαμηλότερη συμμετοχή των γυναικών της αστικής τάξης σε διευθυντικές ή επιτελικές θέσεις εργασίας, σε όργανα εξουσίας.
«Και όλα αυτά παρά την αύξηση των γυναικών στην κοινωνική εργασία και παρά τον εκσυγχρονισμό που έχει επέλθει στα περισσότερα καπιταλιστικά κράτη, τουλάχιστον της Δυτικής Ευρώπης, της Αμερικής κ.α. όσον αφορά το Δίκαιο (εργατικό, οικογενειακό και άλλες πλευρές του Δικαίου), στο εκπαιδευτικό σύστημα».
Αφού επισήμανε πως στα πανεπιστήμια, όπως και στο Πάντειο, δεν περιλαμβάνονται στη βιβλιογραφία οι αυθεντικές πηγές της μαρξιστικής αντίληψης για τη γυναικεία ανισοτιμία και την προέλευσή της, όπως είναι το εμβληματικό έργο του Φρ. Ενγκελς «Η καταγωγή της οικογένειας, της ατομικής ιδιοκτησίας και του κράτους», πέρασε στην ουσία της μαρξιστικής θεωρίας, «που αναδεικνύει με ιστορικά δεδομένα ότι η ρίζα της γυναικείας ανισοτιμίας είναι ταξική.
(...) Δεν υπήρχε πάντα κοινωνική ανισοτιμία ανάμεσα στα δύο φύλα. Δεν υπήρχε στις πρωτόγονες κοινότητες, όταν δεν υπήρχε ακόμα η ατομική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής και στην ατομική ιδιοποίηση του συγκεντρωμένου πλούτου με τη μορφή αποθεμάτων.
Ο μαρξισμός ανέδειξε πώς διαμορφώθηκε η γυναικεία ανισοτιμία μέσα στην οικογένεια, μέσα στην κοινωνία - γιατί και η οικογένεια είναι στοιχείο της κοινωνίας, είναι μία μονάδα της, κατώτερη μονάδα της κοινωνικής οργάνωσης - υπηρετώντας μία αναγκαιότητα: Να συνεχιστεί η ατομική ιδιοκτησία μέσω της μεταφοράς της στους πραγματικούς απογόνους του κατόχου των μέσων παραγωγής, του κοινωνικού πλούτου.
Ετσι έγινε η ιστορική υποταγή της γυναίκας στον άντρα, προκειμένου να υπάρχει έλεγχος για το ποια είναι τα πραγματικά παιδιά - κληρονόμοι του κατόχου της ατομικής ιδιοκτησίας.
Ομως, αυτή η διαδικασία δεν υπέταξε τη δούλη στον δούλο, αλλά και τους δύο - και τον άντρα δούλο και τη γυναίκα δούλη - στον δουλοκτήτη.
Βέβαια, γυναίκα και άντρας μέσα στην άρχουσα τότε τάξη των δουλοκτητών δεν είχαν απόλυτα ισοτιμία μεταξύ τους. Αυτό πρέπει να το αναγνωρίσουμε. Ακόμα αυτό συνέβαινε και μεταξύ άντρα - γυναίκας στην οικογένεια των ελεύθερων παραγωγών...
Υπήρχε, λοιπόν, η υποταγή της γυναίκας στον άντρα ταυτόχρονα και στην τάξη των δουλοκτητών, αλλά ταυτόχρονα υπήρχαν και γυναίκες στην εξουσία, στα όργανα εξουσίας αυτής της δουλοκτητικής κοινωνίας.
(...) Υπήρχαν βασίλισσες, αυτοκράτειρες. Πολύ πιο διευρυμένα στην ύστερη φεουδαρχία οι δέσποινες ασκούσαν σημαντικό ρόλο στα διπλωματικά, πολιτικά, οικονομικά πράγματα της εποχής τους. Και αυτά είναι ιστορικά καταγεγραμμένα μέσα από την ιστορική λογοτεχνία».
Στη συνέχεια έθεσε το ερώτημα: «Σήμερα δεν υπάρχουν γυναίκες στα αστικά επιτελεία που εξίσου με τους άνδρες ασκούν είτε μια τυπικά "ειρηνική" ή καλυμμένη "πολεμική" είτε καθαρά πολεμική διπλωματία και εξωτερική πολιτική;
Επομένως, είναι συνειδητά παραπλανητική η φεμινιστική κοινωνιολογική προσέγγιση που καταδικάζει μεν την ανισότητα των φύλων, που μιλά για τα δικαιώματα των γυναικών, για την ανάγκη μεγαλύτερης συμμετοχής των γυναικών σε όργανα εξουσίας, σε ανώτερα όργανα διοικήσεων, αλλά ρίχνει στην ανδρική εξουσία τις ευθύνες για τις προβληματικές κοινωνικές καταστάσεις που επιφέρουν οι συγκεκριμένες πολιτικές, ενός αστικού κράτους, μιας πιο οργανωμένης διακρατικής συμμαχίας, όπως είναι η ΕΕ ή το ΝΑΤΟ κ.λπ.
Το κάλεσμα "συμπερίληψης" των γυναικών στα όργανα εξουσίας και διοίκησης αφορά τις γυναίκες της αστικής τάξης, που λόγω αναχρονιστικών επιβιώσεων που διατρέχουν και την ίδια την αστική τάξη, είναι πίσω από τη συμμετοχή των αντρών». Επισήμανε την αντίστοιχη κατεύθυνση της 4ης Διάσκεψης Φεμινιστικής Διπλωματίας που πραγματοποιήθηκε στη Γαλλία στα τέλη Οκτώβρη, η οποία είχε διευρυμένη συμμετοχή και πήραν μέρος ΥΠΕΞ των κρατών, επικεφαλής από καπιταλιστικούς φορείς, τράπεζες, μεγάλες βιομηχανικές επιχειρήσεις, ΜΚΟ κ.λπ.
«Ομως, η μεγαλύτερη συμμετοχή γυναικών στα όργανα εξουσίας του αστικού κράτους δεν θα προωθήσει την "ευαισθησία" για να γίνει πιο εργατική - λαϊκή η πολιτική ενός αστικού κράτους, να συμπεριλάβει δηλαδή το λεγόμενο "κοινωνικό κράτος" και τις οξυμένες ανάγκες των εργατικών - λαϊκών, γενικότερα των εργαζόμενων δυνάμεων».
Σε αυτή τη βάση, η Ελ. Μπέλλου στην ομιλία της ανέφερε εμβληματικά παραδείγματα αστών γυναικών που έχουν διακριθεί για την αντιλαϊκή πολιτική, στην προώθηση της πολεμικής οικονομίας και των ιμπεριαλιστικών επεμβάσεων και συγκρούσεων.
Συνεχίζοντας, σημείωσε σχετικά με τις «σπουδές φύλου»: «Αν ήταν πραγματικά επιστημονικές, αν δεν καθοδηγούνταν από καπιταλιστική εκλεπτυσμένη πολλές φορές και συγκαλυμμένη ταξική σκοπιμότητα, αν ήταν συνεπείς στην κοινωνική πολιτική που θέλει να προάγει ακόμα περισσότερο και ουσιαστικά τη γυναικεία ισοτιμία και χειραφέτηση, θα έπρεπε να περιλαμβάνουν όλα τα εθνολογικά, ιστορικά, επιστημονικά δεδομένα και ευρήματα που επιβεβαιώνουν το γεγονός ότι η ρίζα της γυναικείας ανισοτιμίας, της βίας - είτε είναι εργοδοτική, είτε οικογενειακή, είτε εξαιτίας πολέμου - προκαλείται από το σύστημα της εκμετάλλευσης, από το γεγονός ότι η κοινωνία είναι ταξικά διαχωρισμένη. Και πλέον φρενάρει και την κοινωνική εξέλιξη, την πρόοδο, φρενάρει και την ανάπτυξη της ισοτιμίας μεταξύ άνδρα και γυναίκας.
Επομένως, η ένταξη της γυναίκας στην κοινωνική - πολιτική δράση έχει ταξική αναφορά, ταξικό πρόσημο.
Για την επαναστατική εργατική, κομμουνιστική πολιτική έχει σημασία η συμμετοχή της γυναίκας της εργατικής - λαϊκής ένταξης ή καταγωγής στο εργατικό - λαϊκό κίνημα, πολύ περισσότερο στην πολιτική του έκφραση, στο Κομμουνιστικό Κίνημα και η ουσιαστική υποβοήθηση για την ανάδειξή της στα όργανα αυτών των κινημάτων.
Γι' αυτό και παλεύουμε για την εξάλειψη κάθε κατάλοιπου ανισοτιμίας που αφορά ακόμα και την Εκπαίδευση, αφορά και στις διαπροσωπικές σχέσεις, αφορά στην ηθική, που αναχρονιστικές αναβιώσεις ή επιβιώσεις παρουσιάζουν μεγαλύτερη αντοχή».
«Η σεξουαλικότητα της γυναίκας ή και του άνδρα ΔΕΝ ήταν ποτέ η κύρια αιτία διαμόρφωσης θεσμών, όπως αυτός της οικογένειας.
Αυτό αφορά και την "ελευθερία" ή τον "περιορισμό" της σεξουαλικότητας για την γυναίκα. Αφορά και τη μορφή έκφρασης της σεξουαλικής έλξης, που μπορεί να προκύπτει όχι μόνο απέναντι στο άλλο φύλο, αλλά και προς το ίδιο φύλο ή κατά περίπτωση και προς τα δύο φύλα.
Η σεξουαλικότητα δεν είναι και δεν πρέπει να θεωρείται ως το κύριο χαρακτηριστικό της προσωπικότητας.
Ούτε η σεξουαλική καταπίεση της γυναίκας ήταν το κύριο, το πρωτογενές στην ανισοτιμία της γυναίκας. Ηταν παράγωγο της αποξένωσής της από την κοινωνική εργασία.
Εχει σημασία αυτό, γιατί αποτελεί βάση για να απαντήσουμε στο εξής ερώτημα που μας γίνεται πολλές φορές: "Γιατί το ΚΚΕ στήριξε και στηρίζει το ριζοσπαστικό γυναικείο κίνημα, αλλά δεν στηρίζει το «λοάτκι κίνημα» που παλεύει για τα δικαιώματα με βάση τον σεξουαλικό προσανατολισμό, τη σεξουαλική ταυτότητα των ατόμων;".
Εμείς λέμε το εξής: Ο σεβασμός στην προσωπικότητα πρέπει να είναι υπόθεση συνολικότερα του εργατικού - λαϊκού κινήματος, φοιτητικού, του μαθητικού κινήματος... Το ΚΚΕ και η ΚΝΕ σεβόμαστε τον σεξουαλικό προσανατολισμό και καταδικάζουμε οποιαδήποτε βία, διάκριση, κοινωνική αποξένωση με κριτήριο αποκλειστικά και μόνο τον σεξουαλικό προσανατολισμό... Και με βάση αυτό η ΚΝΕ και το ΚΚΕ είναι συνεπείς απέναντι σε οποιαδήποτε φαινόμενα παρουσιάστηκαν στο σχολείο, στη σχολή, στον εργασιακό χώρο, στη γειτονιά.
Δεν αφορά, λοιπόν, κάποια περιορισμένη ομάδα ανθρώπων να τα αντιμετωπίσει, αποκλειστικά μόνη της, πράγμα που οδηγεί - και έχουμε τέτοια ιστορικά παραδείγματα ακόμα και στις μέρες μας - σε κοινωνική απομόνωση.
Καλώς, λοιπόν, λέμε, οι νόμοι, η ηθική, η κοινωνική συμπεριφορά αλλάζουν απέναντι σ' αυτό το ζήτημα, επιδιώκοντας να καταρρίψουν, να απομονώσουν αναχρονιστικές επιβιώσεις. Απαιτούμε να υπάρχει αλληλοσεβασμός και από τις δύο πλευρές στην σεξουαλική, ερωτική σχέση.
Οχι όμως να γυρίσουμε στο παρελθόν, σε περιόδους κρίσης κοινωνικοοικονομικών σχηματισμών, σε περιόδους που το υπάρχον κοινωνικοοικονομικό σύστημα σάπιζε, όπως συνέβη με τη σαπίλα του ύστερου δουλοκτητικού συστήματος, του ύστερου φεουδαρχικού συστήματος, που άγγιξε και την κρίση στη σεξουαλική ζωή.
Και προκαλούσε, αφού προερχόταν από την άρχουσα τάξη, την ανοχή της κοινωνίας και παρέσερνε και τμήματα εργαζομένων σε αυτή την κρίση προσωπικότητας και σεξουαλικότητας...
Και σήμερα, λοιπόν, καλλιεργείται μια τέτοια τάση, "η ευτυχία θα έρθει από το πολύ, το αχαλιναγώγητο, το χωρίς φραγμούς σεξ". Σκεφτείτε αν αυτό είναι που θα κάνει τον μαθητή, τον φοιτητή, τον αυριανό εργαζόμενο ευτυχισμένο. Δεν υποτιμώ την ανάγκη του έρωτα και της σεξουαλικής ζωής για τις δικές σας ηλικίες, ακόμα και για πολύ μεγαλύτερες ηλικίες, κάθε άλλο».
Η ομιλήτρια έθεσε το ερώτημα: «Στο όνομα αυτού μπορείς να κλείνεις τα μάτια στη βαρβαρότητα του νέου νόμου για 13 συνεχείς ώρες εργασίας, για το ξεκλήρισμα των αγροτών που βρίσκονται αυτή τη στιγμή στους δρόμους σε όλη την Ελλάδα; Μπορούμε να κλείνουμε τα μάτια για το πτυχίο που συνήθως δεν έχει κατοχύρωση επαγγελματική και εξασφάλιση ανάλογης, με την επιστημονική γνώση και κατάρτιση, εργασίας;
"Ψυχική Υγεία" είναι να βρεις τον σεξουαλικό, ερωτικό σύντροφο μέσα από την κοινωνική συναναστροφή, στη δουλειά, στη σχολή, στη γειτονιά, στους φορείς, έτσι ώστε να υπάρχει αλληλεπίδραση συναισθηματική, νοητική και σωματική στη διαδικασία της έλξης. Ετσι μόνο μπορεί να προκύπτει ευχαρίστηση, ευφορία.
Οι κοινωνικές επιστήμες θα έπρεπε να συμβάλλουν προς αυτήν την κατεύθυνση της ανάπτυξης της προσωπικότητας και της κοινωνικότητάς της μέσα από τη στέρεη γνώση και όχι να "θολώνουν τα νερά" με ανορθολογικές θεωρίες».
«Η ομοφυλοφιλία ή και η αμφιφυλοφιλία ΔΕΝ καταργεί το φύλο, δεν οδηγεί στο "άφυλο", στο "πολλαπλό φύλο" κ.λπ., δεν δικαιώνει επιστημονικά τις "θεωρίες φύλου" όπως τις διδάσκεστε...
Το "φύλο", δηλαδή η θέση στην ανθρώπινη αναπαραγωγή και μόνο, δεν μπορεί να είναι από μόνο του πηγή "δυσφορίας" ή "ευφορίας", όπως προβλήθηκε σε συγκεκριμένη εκδήλωση εδώ στο Πάντειο.
Η επιστήμη, λοιπόν, πρέπει να βοηθά τον άνθρωπο να κατανοεί τις κοινωνικές αιτίες - σε ατομικό και ευρύτερο κοινωνικό επίπεδο - που μπορεί να προκαλούν μια "δυσφορία"... Να μπορεί να την εξηγεί και να μπορεί να ζει μέσα στην κοινωνία, να παλεύει σύμφωνα με τα ταξικά του συμφέροντα...
Σήμερα παρουσιάζεται ως "πρόοδος" η υιοθέτηση του ουδέτερου φύλου - το γνωστό @ - στη γλώσσα, προβάλλοντας ότι με αυτόν τον τρόπο υπάρχει σεβασμός στο πώς νιώθει ένας άνθρωπος. Είναι, όμως, έτσι τα πράγματα;
Η γλώσσα είναι μέσο επικοινωνίας, οργάνωσης της σκέψης και της δράσης. Και με αυτό το μέσο κατανοεί ο άνθρωπος την αντικειμενική πραγματικότητα.
Η πραγματικότητα υπάρχει ερήμην του, ανεξάρτητα τι πιστεύει ο ίδιος για την πραγματικότητα. Ομως, στην προσπάθεια να την κατανοήσει, δηλαδή με ποιους νόμους κινείται - είτε είναι φυσικοί, είτε είναι κοινωνικοί - μπορεί να αλλάξει την πραγματικότητα προς όφελός του, χρησιμοποιώντας συνειδητά τις νομοτέλειες. Και βέβαια το έχει κάνει, έτσι προάχθηκε ο πολιτισμός.
Η γλώσσα υπάρχει για να συνεννοούνται οι άνθρωποι και κατηγοριοποιεί με βάση γενικά χαρακτηριστικά αυτού που θέλει να αποδώσει... Για παράδειγμα, στη λέξη άνθρωπος - homo αλλιώς - δηλώνει τα πολύ γενικά και μοναδικά χαρακτηριστικά που έχει ο άνθρωπος σε σχέση με άλλα ζώντα είδη, ακόμα και σε σχέση με τους προγόνους του, τους ανθρωπίδες.
Ετσι, με βάση καταρχήν τη θέση τους στην ανθρώπινη αναπαραγωγή κατηγοριοποιήθηκαν οι άντρες και οι γυναίκες. Διαμορφώθηκε, δηλαδή, η κατηγορία του βιολογικού φύλου "άνδρας - γυναίκα".
Στην έννοια άντρας - γυναίκα στην πορεία εντάχθηκαν οι διαφοροποιημένες κοινωνικές θέσεις του άντρα και της γυναίκας που δεν υπήρχαν από πάντα, όπως είπαμε προηγούμενα. Στην πορεία διαμορφώθηκε και μία ας το πούμε γλωσσολογική κατηγορία του λεγόμενου "κοινωνικού φύλου". Ομως, δεν χρησιμοποιείται από όλους με τον ίδιο τρόπο με τον οποίο αρχικά προβλήθηκε αμέσως μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο...
Αρα, η γλώσσα έχει διαμορφώσει κάποια διαφοροποίηση όσον αφορά άντρα - γυναίκα στην αναπαραγωγή του είδους αποκλειστικά και μόνο; Οχι, αλλά προσπάθησε να το αποδώσει.
Η γλώσσα, λοιπόν, αντανακλά την εξέλιξη, τη βιολογική σε συνάρτηση με την κοινωνική... Εφτασε στον άντρα να αποδίδει ένα κοινωνικό στερεότυπο, πρότυπο που εμπεριέκλειε έναν ιδιαίτερο κοινωνικό ρόλο του άντρα, διαφορετικό από τον κοινωνικό ρόλο της γυναίκας, σε συνθήκες ατομικής ιδιοκτησίας και υποταγής της γυναίκας στον άντρα όπως αναφέρθηκε ήδη.
Φυσικά, ενδεχομένως μπερδεύει το γεγονός ότι υπάρχουν γλώσσες που έχουν γένη - αρσενικό, θηλυκό, ουδέτερο - για να αποδώσουν κατηγορίες... π.χ. "το φιτίλι", "το ποτήρι" που έχουν μια ιστορική εξήγηση... Αλλά αυτή η γλωσσική κατηγοριοποίηση - αρσενικό, θηλυκό, ουδέτερο - δεν σημαίνει πάντα ότι εμπεριέχει και μία κοινωνική διαφοροποίηση. Ενα απλό παράδειγμα, χρησιμοποιούμε τη λέξη κοπέλα και κορίτσι. Ουσιαστικά είναι το ίδιο πράγμα: Το ένα αποδίδεται γλωσσικά με θηλυκό γένος, το άλλο με ουδέτερο γένος. Δεν αναφερόμαστε, λοιπόν, σε αυτές τις περιπτώσεις. Αναφερόμαστε στην έννοια άντρας - γυναίκα, που η κατηγοριοποίηση σχετίζεται με την διαφοροποιημένη και συμπληρωματική - τη δυαδική - θέση τους στην αναπαραγωγή του είδους».
Στη συνέχεια της ομιλίας αναφέρθηκε στις θεωρίες περί «φάσματος του φύλου», που αποπροσανατολίζουν τις νέες και τους νέους, με αποτέλεσμα να δυσκολεύονται να κατανοήσουν «τι σημαίνει δυαδικότητα του φύλου στην αναπαραγωγική διαδικασία.
Γιατί την μπερδεύουν με τα χαρακτηριστικά του ενός ή του άλλου φύλου που είναι αποτελέσματα - προϊόντα της κοινωνικής εξέλιξης. Είτε μπερδεύονται γιατί γνωρίζουν ορισμένες διαφοροποιήσεις κατά τη διαδικασία γενετικής διαφοροποίησης του φύλου.
Οπωσδήποτε, η παρέκκλιση στα στάδια πριν τη γέννηση, δηλαδή κατά την κύηση, δεν δίνει κάποια τρίτη ή τέταρτη, πέμπτη ή πολλοστή κατηγορία φύλου. Δεν δίνει κάποιο φύλο πέρα από το αντρικό ή το γυναικείο, ένα φύλο που να μπορεί να παίξει έναν ρόλο στην αναπαραγωγή του είδους. Οπως και να προκύψει η διαφοροποίηση, είτε θα είναι αρσενικό είτε θηλυκό ή με αδυναμίες και ατέλειες δεν θα μπορέσει να έχει ενεργητικό ρόλο στην αναπαραγωγή του είδους και όχι στη σεξουαλική - ερωτική ζωή. Αυτό είναι άλλο πράγμα.
Από αυτή την άποψη είναι ανορθολογισμός οι διάφορες αντιλήψεις "περί ρευστότητας φύλου", περί "αυτομεταβαλλόμενου φύλου" κ.λπ.
Συνοπτικά, μπορούν να προκύψουν "παραλλαγές", δηλαδή αριθμητικές χρωμοσωμικές ανωμαλίες στο χρωμοσωμικό προσδιορισμό ΧΧ που αφορά στη γυναίκα και ΧΥ που αφορά στον άντρα, με πιο χαρακτηριστικές περιπτώσεις τα διαφυλικά ή αλλιώς intersex άτομα.
Καμία τέτοια, όμως, ιδιαιτερότητα δεν διαμορφώνει άλλο φύλο ή την αναγκαιότητα κατηγοριοποίησής τους σε μία ξεχωριστή κατηγορία με την οποία να απευθυνόμαστε με ουδέτερο και με @. Γιατί, αν θέλετε, αυτή η κατηγοριοποίηση θα οδηγήσει σε περισσότερες δυσκολίες αυτά τα άτομα.
Ούτε κάποιοι τέτοιοι γλωσσικοί ακροβατισμοί μπορούν να αντιμετωπίσουν ομοφοβικές συμπεριφορές.
Αυτονόητο είναι ότι το βιολογικό φύλο δεν σχετίζεται με τον σεξουαλικό προσανατολισμό ενός ατόμου.
Ενδεχομένως κάποια δυνητική βιολογική προδιάθεση μόνο υπό προϋποθέσεις, κυρίως κοινωνικές προϋποθέσεις και συνθήκες, μπορεί να επηρεάσει τον σεξουαλικό προσανατολισμό ή και την ψυχολογία ενός ανθρώπου, που να συγκλίνει σε χαρακτηριστικά περισσότερο του άλλου φύλου ή και των δύο φύλων. `Η αν θέλετε - επειδή έγινε πολλή συζήτηση με βάση και την ανακοίνωση της ΟΒ Ψυχολογίας της ΚΝΕ - προσωπικά βιώματα μπορεί να επιδράσουν και βεβαίως δεν τα υποτιμάμε. Αλλά η ουσία είναι να ερμηνεύσουμε τα προσωπικά βιώματα, να τα γνωρίσουμε και να αντιμετωπίσουμε και δυσλειτουργίες στις σχέσεις που μπορεί να έχουν προκαλέσει τέτοια βιώματα. Αλλά χρειάζεται να αντιμετωπιστούν επιστημονικά και διεπιστημονικά, θέλει συνεργασία περισσότερων επιστημόνων, δεν αρκεί μία επιστήμη».
«Συμπερασματικά, το ΚΚΕ και η ΚΝΕ καταδικάζουμε και αντιπαλεύουμε κάθε βία, κάθε ρατσιστική συμπεριφορά με κριτήριο τον σεξουαλικό προσανατολισμό.
Ταυτόχρονα, αντιπαλεύουμε τις διαχωριστικές γραμμές της κοινωνικής συμπεριφοράς ανάμεσα στον άνδρα και στην γυναίκα, ως προϊόντα μιας μακρόχρονης διαδικασίας.
Εξηγούμε πώς ιστορικά προήλθε και τι ρόλο έπαιξε ο θεσμός της οικογένειας, που ποτέ δεν υπήρξε "φωλιά" του έρωτα, αλλά αποτέλεσε και αποτελεί μορφή κοινωνικής συμβίωσης για την αναπαραγωγή του είδους/ του εργατικού δυναμικού.
Εξηγούμε πώς προέκυψαν ιστορικά οι διαχωρισμοί των διαφορετικών "κοινωνικών ρόλων", όπου ο άνδρας ήταν υπεύθυνος για την επιβίωση και η γυναίκα υπεύθυνη για τα παιδιά, τους χρόνια πάσχοντες, τους ηλικιωμένους στην οικογένεια. Αρνούμαστε αυτούς τους "κοινωνικούς ρόλους" και καλούμε να διαμορφωθεί αντίληψη και ανάλογη στάση - όχι μόνο ατομική αλλά και κοινωνική - ώστε να μην ταυτίζεται ο άντρας με ορισμένα χαρακτηριστικά, η γυναίκα με ορισμένα άλλα. Εξηγούμε την προέλευση για τα "κοινωνικά στερεότυπα", όπως της "αρρενωπότητας", που ταυτίζεται με τη δύναμη, την εξουσία, και της "θηλυκότητας", που ταυτίζεται με την υποταγή, και τα αντιπαλεύουμε.
Παλεύουμε για την κοινωνία που η στήριξη της νέας ζωής δεν θα είναι κυρίως ατομική υπόθεση, αλλά τα ζητήματα της γονικής ευθύνης των δύο γονέων απέναντι στα παιδιά θα έχουν τη στήριξη του κράτους. Και η κοινή γονική ευθύνη προς όφελος του παιδιού θα υπάρχει ανεξάρτητα αν συνεχίζεται η μεταξύ τους συμβίωση, η ερωτική σεξουαλική σχέση.
Υποστηρίζουμε ότι οι σύγχρονες σεξουαλικές - ερωτικές σχέσεις θα πρέπει να στηρίζονται στην προσπάθεια για ολόπλευρα αναπτυγμένη προσωπικότητα και στον αλληλοσεβασμό στη σχέση».
Συνεχίζοντας την ομιλία της η Ελ. Μπέλλου σημείωσε: «Δεν είναι καινούργιο στην αστική ιδεολογία, στην οπορτουνιστική να παρουσιάζει αντεστραμμένα την εξής σχέση: Τα ζητήματα του σεξ, του έρωτα κ.λπ. να παρουσιάζονται ως κύρια κοινωνικά ζητήματα, ως καθοριστικά για την παραγωγή αξιών όπως η "ελευθερία", η "δημοκρατία", ακόμα και κορυφαίων κοινωνικών καταστάσεων, όπως είναι η επανάσταση. Παρουσιάζεται, δηλαδή, ότι η κοινωνική επανάσταση θα προκληθεί εφόσον προκύψει η σεξουαλική επανάσταση.
Και όχι, όπως στην πραγματικότητα είναι όλα αυτά, ως συμπληρώματα στο κύριο κοινωνικό ζήτημα που είναι η κατάργηση της ατομικής ιδιοκτησίας στα μέσα παραγωγής, η ανατροπή της καπιταλιστικής εξουσίας, η δυνατότητα κατάκτησης της επαναστατικής εργατικής εξουσίας, για να στηρίξει και να οικοδομήσει την κοινωνική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής μέσω του επιστημονικού κοινωνικού σχεδιασμού.
Αυτό που πρέπει να εκλείψει από τις σχέσεις μεταξύ των δύο φύλων είναι όντως η υποκρισία, το ψέμα», ενώ στη συνέχεια σημείωσε ότι πρέπει να εξαλειφθούν οι πατριαρχικές αντιλήψεις στο πλαίσιο των οικογενειακών σχέσεων. «Να απαλλαγεί η εκπαίδευση από κάθε κατάλοιπο, μεταξύ αυτών και από τα θρησκευτικά δόγματα.
Οσο εξελίσσονται λοιπόν οι ανθρώπινες μορφές συμβίωσης, θα αναπτύσσονται συναισθήματα όπως η τρυφερότητα, η φροντίδα, η αλληλοαποδοχή της ερωτικής ψυχικής κατάστασης και ευφορίας, ο σεβασμός στα συναισθήματα του εκάστοτε ερωτικού συντρόφου, που είναι γνωρίσματα της ανθρώπινης αγάπης αλλά στην πιο γνήσια και αληθινή και βαθιά της έννοια, που είναι ακόμα ζητούμενο. Στον καπιταλισμό μπορούν να εμφανιστούν μόνο ως φύτρα στους κομμουνιστές, στις κομμουνίστριες, γενικότερα στους επαναστάτες, ακόμα και σε ριζοσπαστικές προσωπικότητες, πρωτοπόρους εργαζόμενους. Χωρίς να αποσπόμαστε από το γεγονός ότι ζούμε στην καπιταλιστική κοινωνία και δεχόμαστε όλες τις αρνητικές της επιδράσεις, τους θεσμούς της, την ιδεολογία και τις συνέπειές της.
Επομένως, απαιτείται συνεχής ανεβασμένη κομμουνιστική συνείδηση και προσπάθεια στην καθημερινή πρακτική, να συνειδητοποιούμε αυτή την αναγκαιότητα και να προσπαθούμε σε αυτή την κατεύθυνση, που πηγαίνει χέρι χέρι με την κοινωνική - πολιτική μας δράση για τον σοσιαλισμό, για την επαναστατική ανατροπή στις δοσμένες συνθήκες».