Ακρίβεια, αστεγία, χρέη, απολύσεις, περικοπές στα επιδόματα, ενώ η κυβέρνηση προετοιμάζει τους Γερμανούς για «τα χειρότερα»...
Από την πρόσφατη κινητοποίηση των εργατών της «Bosch» στο Βάιμπλιγκεν |
Η τάση επιδείνωσης των όρων διαβίωσης και εργασίας προϋπήρχε και στα χρόνια της καπιταλιστικής ανάπτυξης, των πλεονασμάτων σε εμπόριο και προϋπολογισμούς, του χαμηλού κρατικού χρέους.
Σήμερα, σε συνθήκες που η ισχυρότερη καπιταλιστική οικονομία της ΕΕ βρίσκεται σε επίμονη στασιμότητα και ύφεση, ο ανταγωνισμός με ΗΠΑ και Κίνα οξύνεται, λιμνάζοντα κεφάλαια αναζητούν κερδοφόρα διέξοδο και η Γερμανία προετοιμάζεται για πόλεμο αναζητώντας αγορές, επενδύσεις, γεωπολιτική επιρροή, ο γερμανικός λαός ήδη βιώνει τις επιπτώσεις και θα υποφέρει περισσότερο στο μέλλον από τα μέτρα της κυβέρνησης Χριστιανοδημοκρατών (CDU/CSU) - Σοσιαλδημοκρατών (SPD).
Στη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης, τουλάχιστον 1.029.000 άνθρωποι ήταν πέρυσι άστεγοι, από 928.000 το 2023, σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσίευσε η οργάνωση «Ομοσπονδιακή Ενωση για την Βοήθεια στους Αστέγους» (BAGW) στο συνέδριό της στο Βερολίνο (17/11/2025).
Από αυτούς, περίπου 56.000 ζούσαν στους δρόμους, οι υπόλοιποι ήταν φιλοξενούμενοι σε καταφύγια, κοινωνικά ιδρύματα ή στον καναπέ γνωστών. Αυτήν την «αόρατη αστεγία» καταγράφει η έκθεση της BAGW.
Να σημειωθεί ότι και η τελευταία σχετική κυβερνητική έκθεση, στις αρχές του 2025, είχε δείξει μια ανησυχητική τάση, αναφέροντας πως 531.600 άνθρωποι ήταν χωρίς μόνιμη στέγη το 2024, και παρότι τα επίσημα στοιχεία θεωρούνται πολύ ελλιπή, επρόκειτο για αύξηση σχεδόν 100% σε σχέση με την προηγούμενη κυβερνητική εκτίμηση το 2022...
Σύμφωνα με τα στοιχεία της BAGW, οι 765.000 (74%) χωρίς σταθερή στέγη είναι ενήλικες και οι 264.000 (26%) είναι παιδιά και έφηβοι.
Μακράν η πιο πληττόμενη ομάδα είναι αυτή των προσφύγων και μεταναστών, που αποτελούν το 80% όλων των αστέγων. Το 20% είναι άνθρωποι με γερμανική υπηκοότητα.
Η αύξηση των ενοικίων και των τιμολογίων Ενέργειας, η «κρίση κόστους ζωής», οι συνεχείς περικοπές στο κράτος πρόνοιας και η φτωχοποίηση όλο και μεγαλύτερου μέρους του πληθυσμού - παρότι αρκετοί από τους αστέγους έχουν εργασία - είναι οι κύριοι λόγοι για την αύξηση της αστεγίας.
Είναι ενδεικτικό ότι περίπου 4,2 εκατ. νοικοκυριά στη Γερμανία δυσκολεύονταν σοβαρά το 2024 να πληρώσουν λογαριασμούς ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου.
Το 1/3 του πληθυσμού δεν έχει χρήματα στην άκρη ούτε για «απρόβλεπτα έξοδα», τα οποία καθορίζονται σε έως 1.250 ευρώ. Αυτό σημαίνει ότι ακόμη και μικρά έκτακτα έξοδα μπορούν να τους φέρουν σε δεινή θέση.
Οχι τυχαία, καταγράφεται μεγάλη ζήτηση για μικροδάνεια, κάτω των 1.000 ευρώ. Από 20% στο σύνολο όλων των δανείων το 2020, πέρυσι τα μικροδάνεια αντιστοιχούσαν σχεδόν στο 50%.
Από τον Γενάρη του 2026, η γερμανική κυβέρνηση προχωρά σε ανατροπές στο προνοιακό «Επίδομα του Πολίτη» - περίπου αντίστοιχο με το «Ελάχιστο Εγγυημένο Εισόδημα» στην Ελλάδα.
Τα νέα μέτρα περιλαμβάνουν από αυστηρότερες κυρώσεις για την άρνηση εργασίας ή την απουσία από ραντεβού, έως ανώτατο όριο στις επιδοτήσεις στέγασης. Πρακτικά σημαίνει μείωση των παροχών, επηρεάζοντας 5,5 εκατ. άνεργους και εργαζόμενους.
Ο καγκελάριος, Φρ. Μερτς, μιλά για εξοικονόμηση 5 δισ. ευρώ ετησίως.
Επομένως, είναι υπαρκτός ο κίνδυνος αύξησης του αριθμού των αστέγων, ειδικά μεταξύ ευάλωτων ομάδων, όπως οικογένειες με παιδιά, μονογονεϊκές και άτομα με αναπηρία.
Την ίδια ώρα, το 17% όλων των εγκαταστάσεων και υπηρεσιών «επείγουσας στεγαστικής βοήθειας» απειλούνται ή επηρεάζονται ήδη από περικοπές χρηματοδότησης. Πρόκειται για υπηρεσίες που δεν προσφέρουν μόνο προσωρινά καταφύγια ή επείγουσα περίθαλψη, αλλά και προληπτική βοήθεια για την αποτροπή της αστεγίας.
Οι περικοπές επιδομάτων στους ανέργους και ο εξαναγκασμός τους να δεχτούν οποιαδήποτε θέση εργασίας ανεξαρτήτως ειδίκευσης ή απόστασης από τον τόπο διαμονής, γίνεται σε μια περίοδο που πραγματοποιείται ένα μπαράζ απολύσεων στη γερμανική βιομηχανία.
Εκθεση της γερμανικής στατιστικής αρχής (21/11/2025) αναφέρει ότι η απασχόληση στην αυτοκινητοβιομηχανία - την «ατμομηχανή» της γερμανικής οικονομίας - βρίσκεται στο χαμηλότερο επίπεδο των τελευταίων 14 ετών, λόγω του ανταγωνισμού με την Κίνα, τους δασμούς των ΗΠΑ κ.ά.
Στην αυτοκινητοβιομηχανία, συμπεριλαμβανομένων των προμηθευτών - κατασκευαστών εξαρτημάτων, απασχολούνταν στο τέλος του περασμένου Σεπτέμβρη 721.400 εργαζόμενοι. Είναι ο χαμηλότερος αριθμός από τα μέσα του 2011 - στην περίοδο της καπιταλιστικής κρίσης - όταν και οι εργαζόμενοι έφτασαν τους 718.000.
Στα τέλη Σεπτεμβρίου του 2025, ο κλάδος απασχολούσε 48.700 εργαζομένους λιγότερους σε σχέση με έναν χρόνο νωρίτερα, μείωση 6,3%.
Μάλιστα, αυτή η πτώση είναι η μεγαλύτερη από κάθε άλλον βιομηχανικό κλάδο που απασχολεί πάνω από 200.000 εργαζομένους.
Η συνολική μεταποίηση απασχολούσε στο τέλος Σεπτέμβρη περίπου 5,43 εκατ. εργαζόμενους - 120.300 λιγότερους από την προηγούμενη χρονιά, μείωση 2,2%.
Παρ' όλα αυτά, η αυτοκινητοβιομηχανία παραμένει ο δεύτερος μεγαλύτερος βιομηχανικός κλάδος της Γερμανίας όσον αφορά την απασχόληση, μετά τη μηχανολογία, η οποία απασχολεί περίπου 934.000 εργαζομένους.
Τους τελευταίους μήνες, πολλές αυτοκινητοβιομηχανίες και οι προμηθευτές τους έχουν ανακοινώσει ότι πρόκειται να περικόψουν και άλλες θέσεις εργασίας, επομένως δεν αποκλείεται αυτός ο αριθμός να πέσει σύντομα κάτω από το όριο των 700.000 εργαζομένων.
Ενδεικτικά η «Volkswagen», ο μεγαλύτερος όμιλος του κλάδου στη Γερμανία, από το τέλος του 2023 μέχρι σήμερα, έχει μειώσει το προσωπικό της στα 10 γερμανικά εργοστάσια κατά περισσότερους από 11.000 εργαζόμενους. Το συνολικό της σχέδιο προβλέπει περικοπές 35.000 εργαζομένων έως το 2030, εκ των οποίων πάνω από 25.000 έχουν ήδη συμφωνηθεί και εκτελούνται.
Η «Bosch» ανακοίνωσε πρόσφατα κλείσιμο ενός εργοστασίου στη Γερμανία, ενώ συνολικά ο όμιλος αναμένεται να καταργήσει 13.000 θέσεις.
Δυσαρέσκεια για τον καγκελάριο, απαιτώντας ακόμα περισσότερες ενισχύσεις, εκφράζουν οι Γερμανοί εργοδότες, εν μέσω επίμονης στασιμότητας της οικονομίας και οξυμένου παγκόσμιου ανταγωνισμού.
«Σας χρειαζόμαστε ως καγκελάριο Ανάπτυξης και όχι μόνο ως καγκελάριο Εξωτερικών», δήλωσε ο πρόεδρος της Ενωσης Εργοδοτών Ράινερ Ντούλγκερ κατά την Ημέρα των Εργοδοτών (25 Νοέμβρη).
Δυσαρέσκεια υπάρχει και στον Σύνδεσμο Οικογενειακών Επιχειρήσεων, ο οποίος ανακοίνωσε ότι δεν θέλει πλέον να απορρίπτει τα στελέχη της ακροδεξιάς Εναλλακτικής για την Γερμανία (AfD) ως συνομιλητές, όπως έκανε μέχρι τώρα.
Ο Ντούλγκερ συμφώνησε επίσης με τη Νεολαία των Χριστιανοδημοκρατών, Junge Union (JU), που αντιτάχθηκε στο κυβερνητικό νομοσχέδιο που κατοχυρώνει «εγγύηση των συντάξεων» έως το 2031 στο 48% του καθαρού μισθού που εισέπραττε ως εργαζόμενος έκαστος ασφαλισμένος. Η Νεολαία το θεωρεί «άδικο», λέγοντας πως θα μεταφερθεί το βάρος στους σημερινούς εργαζόμενους, ζητώντας δηλαδή περαιτέρω μείωση των συντάξεων...
Στους κόλπους της JU ανήκουν 18 βουλευτές στην Ομοσπονδιακή Βουλή, ενώ ο κυβερνητικός συνασπισμός έχει πλειοψηφία μόλις 12 εδρών, επομένως αν καταψηφίσουν το νομοσχέδιο η κυβέρνηση Μερτς θα χρειαστεί στήριξη από βουλευτές της αντιπολίτευσης.
Στο μεταξύ, στην έκθεσή του για τη Γερμανία το ΔΝΤ, εκτός από τη σύνδεση των συντάξεων με τον πληθωρισμό, συνιστά αυξημένες κρατήσεις για πρόωρη συνταξιοδότηση, «προκειμένου να δημιουργηθούν αποταμιεύσεις και ταυτόχρονα να τονωθεί η ανάπτυξη μέσω βελτιωμένων κινήτρων για μεγαλύτερη εργασιακή ζωή».
Η κυβέρνηση συνασπισμού έχει ήδη περάσει μέτρο για παράταση του εργασιακού βίου με αφορολόγητα έως 2.000 ευρώ για συνταξιούχους που εργάζονται...
«Αυτή η διαμάχη για τις συντάξεις δεν είναι τίποτα σε σχέση με αυτό που πραγματικά διακυβεύεται: Ο πόλεμος στην Ευρώπη, οι ΗΠΑ, οι οποίες δεν είναι πλέον αξιόπιστες, η Κίνα που γίνεται όλο και πιο επιθετική, η εξωτερική απειλή και γενικά ένας κόσμος γεμάτος προκλήσεις», δήλωσε ο Μερτς.
Η δήλωση του Συνδέσμου Οικογενειακών Επιχειρήσεων για την AfD προκάλεσε αντιδράσεις που αντικατοπτρίζουν τις αντιθέσεις μέσα στο γερμανικό κεφάλαιο που οξύνονται και από τη γεωπολιτική κατάσταση στην Ευρώπη.
Αποστάσεις κράτησε η Ομοσπονδία Γερμανικών Βιομηχανιών (BDI), επαναλαμβάνοντας ότι δεν επιθυμεί διάλογο με την ΑfD, η οποία «με τις λαϊκιστικές θέσεις της προσπαθεί να υπονομεύσει τις σταθερές συνθήκες πλαισίου».
Αντιδρώντας στην απόφαση του Συνδέσμου Οικογενειακών Επιχειρήσεων, η Deutsche Bank ανακοίνωσε ότι αρνείται στο εξής να του παραχωρεί αίθουσές της για εκδηλώσεις. Οι επικεφαλής του Συνδέσμου είχαν προσκαλέσει εκπροσώπους της AfD στην κοινοβουλευτική τους βραδιά σε ένα υποκατάστημα της DB «χωρίς η τράπεζα να γνωρίζει τη λίστα των καλεσμένων και χωρίς να έχει επιρροή σε αυτήν».
Σε αντιπαράθεση με την κυβέρνηση στη Βουλή, η συμπρόεδρος της AfD Αλις Βάιντελ παρομοίασε τη Γερμανία με τον «Τιτανικό» και πρότεινε το δικό της «σχέδιο 12 σημείων» για «έξοδο από την κρίση», ζητώντας ακόμα δραστικότερο περιορισμό της μετανάστευσης, περικοπές σε κοινωνικά επιδόματα, επιστροφή σε ενεργειακές συμφωνίες με τη Ρωσία και χρήση πυρηνικής ενέργειας.
Ολα αυτά στο έδαφος των δυσκολιών της γερμανικής καπιταλιστικής οικονομίας να ανακάμψει σε σχέση με τους ανταγωνιστές της και να προσελκύσει επενδύσεις.
Η γερμανική οικονομία έμεινε στάσιμη το γ' τρίμηνο του 2025 σε σύγκριση με το προηγούμενο τρίμηνο, με τις αδύναμες εξαγωγές να έχουν «αποθαρρυντική επίδραση» στην οικονομική δραστηριότητα, όπως ανακοίνωσε η στατιστική υπηρεσία την περασμένη βδομάδα. Σε ετήσια βάση, η γερμανική οικονομία αυξήθηκε κατά μόλις 0,3% το γ' τρίμηνο.