2025 The Associated Press. All |
Από στρατιωτική βάση στις Αλπεις (φωτ.) ανακοίνωσε τα νέα μέτρα ο Γάλλος Πρόεδρος |
Σε αυτό το πλαίσιο, ο Γάλλος Πρόεδρος ανακοίνωσε αλλαγές που επαναφέρουν μια μορφή στρατιωτικής θητείας στη χώρα, καθώς και το Παρίσι αναζητά να προετοιμάσει «κρέας για τα κανόνια», για τις επερχόμενες ιμπεριαλιστικές συγκρούσεις.
Αντίστοιχα μέτρα, άλλωστε, ανακοινώνουν και επεξεργάζονται και άλλες χώρες της ΕΕ, ως ένα κομμάτι της ολόπλευρης ενίσχυσης της πολεμικής προπαρασκευής, η οποία περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, μεγάλη αύξηση των στρατιωτικών δαπανών, στροφή στην πολεμική οικονομία, πολύμορφη ενίσχυση των «αμυντικών» βιομηχανιών, αύξηση του μεγέθους των στρατευμάτων και της εφεδρείας κ.ά.
Π.χ. η Γερμανία μέχρι το 2029 στοχεύει να έχει αυξήσει τις στρατιωτικές δαπάνες της στα 153 δισ. ευρώ ετησίως (3,5% του ΑΕΠ της), ενώ για το 2026, σχεδιάζονται δαπάνες πάνω από 108 δισ. ευρώ. Η δε γερμανική κυβέρνηση προωθεί ένα μεικτό μοντέλο, που επαναφέρει μια μορφή υποχρεωτικότητας της στρατιωτικής θητείας, στο βαθμό που η εθελοντική στράτευση δεν καλύπτει τις αυξημένες ανάγκες της πολεμικής προετοιμασίας.
Στην Ιταλία, ο υπουργός Αμυνας, Γκ. Κροζέτο, δήλωσε χτες ότι και το ιταλικό υπουργικό συμβούλιο θα συζητήσει το επόμενο διάστημα αλλαγές στη στρατιωτική θητεία, που θα «μπορούν να εγγυηθούν την ασφάλεια της χώρας μας τα επόμενα χρόνια. Δεν θα αφορούν μόνον τον αριθμό των στρατιωτών, αλλά την οργάνωση και τους κανόνες».
Στη Γαλλία, έχει ανακοινωθεί εδώ και μήνες πως μέχρι το 2027 οι «αμυντικές δαπάνες» θα φτάσουν τα 64 δισ. ευρώ, δηλαδή θα διπλασιαστούν (!) σε σχέση με τα 32 δισ. ευρώ που δαπανούσε η χώρα το 2017, όταν ο Μακρόν εκλέχτηκε πρώτη φορά πρόεδρος.
Η αποφασιστικότητα για δραστική αύξηση των στρατιωτικών δαπανών της χώρας, η οποία εξελίσσεται παράλληλα με το μεγάλο τσεκούρωμα σε κοινωνικές δαπάνες, συνδέεται με την εντεινόμενη πολεμική προπαρασκευή του ευρωατλαντικού μπλοκ, αλλά και με την ανησυχία της γαλλικής πλουτοκρατίας για τον συσχετισμό δυνάμεων εντός της ΕΕ.
Ιδιαίτερα ανησυχεί το γαλλικό κεφάλαιο για τη Γερμανία, η οποία αυξάνει κατακόρυφα την ταχύτητά της σε αυτήν την «κούρσα», με την οικονομία της - παρά τη στασιμότητα των τελευταίων χρόνων - να βρίσκεται σε πολύ καλύτερη κατάσταση, για να υποστηρίξει αυτό το εγχείρημα, σε αντίθεση με τα συνεχιζόμενα ζόρια της γαλλικής οικονομίας.
Η Γαλλία είναι η μοναδική πυρηνική δύναμη της ΕΕ και αυτό βαραίνει στη ζυγαριά των ανταγωνισμών, ωστόσο οι κινήσεις του Βερολίνου - αλλά και άλλων χωρών, όπως η Πολωνία - θέτουν σε αμφισβήτηση το προβάδισμα της Γαλλίας σε ό,τι αφορά τις συμβατικές στρατιωτικές δυνάμεις.
«Καταφέραμε να ενισχύσουμε τον πιο αποτελεσματικό στρατό στην Ευρώπη. Σκοπεύουμε να παραμείνουμε έτσι», δήλωσε χτες ο Μακρόν, που θύμισε ότι «η Εθνική Στρατηγική Ανασκόπηση» (Revue Nationale Strategique) που επικαιροποιήθηκε τον περασμένο Ιούλη «επικύρωσε αυτήν την προσέγγιση, αλλά ενόψει της νέας επιτάχυνσης των κινδύνων, μας έκανε να προσαρμόσουμε ξανά την προσπάθεια», με μεγαλύτερη απαιτητικότητα.
Μεταξύ άλλων, κατέληξε λέγοντας ότι «χρειαζόμαστε κινητοποίηση. Κινητοποίηση του έθνους για να υπερασπιστεί τον εαυτό του. Οχι ενάντια στον "α" ή τον "β" εχθρό, αλλά για να είμαστε έτοιμοι και σεβαστοί συνολικότερα».
Σε αυτές τις συνθήκες, ο Μακρόν ανακοίνωσε χτες τη λεγόμενη «Εθνική Καθολική Θητεία» (Service National Universel - SNU).
Οπως είπε, θα ξεκινήσει σταδιακά μια νέα εθνική θητεία, ξεκινώντας από το καλοκαίρι του 2026, με τη συμμετοχή 3.000 νέων (18 και 19 ετών) που θα επιλεγούν από ευρύτερη λίστα αιτούντων εθελοντών. Στόχος είναι αυτός ο αριθμός να αυξηθεί στους 10.000 ετησίως μέχρι το 2030, ώστε οι έφεδροι να «αγγίξουν» τους 80.000, από 45.000 που είναι περίπου σήμερα.
Εξήγησε ακόμα ότι οι εθελοντές αυτοί θα λαμβάνουν μισθούς και εξοπλισμό, ενώ μετά από «εκπαίδευση ενός μήνα», θα τοποθετούνται για εννέα μήνες σε συγκεκριμένη στρατιωτική μονάδα, στην οποία θα συμμετέχουν και θα εκτελούν κοινές αποστολές, μαζί με το υπόλοιπο ενεργό στρατιωτικό προσωπικό. Στη συνέχεια, θα εντάσσονται στους εφέδρους, όπου θα συνεχίζουν την εκπαίδευση, ενώ «όσοι το επιθυμούν», θα μπορούν να ξεκινήσουν «μια επαγγελματική σταδιοδρομία στον ενεργό στρατό».
Ο Γάλλος Πρόεδρος ανέφερε ακόμα ότι σε «εξαιρετικές περιστάσεις» η Εθνοσυνέλευση θα μπορεί να ζητήσει τη στρατολόγηση όλων εκείνων των οποίων «οι δεξιότητες εντοπίστηκαν» στη διάρκεια της Journee Defense et Citoyennete (JDC - «Ημέρας Αμυνας και Ιθαγένειας»).
Πρόκειται για την ημερήσια «εκπαίδευση» που καθιερώθηκε το 2011 (στη Γαλλία η στρατιωτική θητεία έπαψε να είναι υποχρεωτική το 1997) για όλους τους νέους και τις νέες από 16 μέχρι 25 ετών, υποχρεωτικά, με ζητούμενο - σύμφωνα με το υπουργείο Αμυνας, «να θυμηθούν όλοι ότι η ελευθερία μας έχει ένα τίμημα», προσθέτοντας ότι «αποτελεί επίσης μια μοναδική ευκαιρία να ανακαλυφθεί ο κόσμος των ενόπλων δυνάμεων και τα πολλαπλά επαγγέλματα που αυτός περιλαμβάνει».
Μόνο για την επόμενη διετία, η «Εθνική Καθολική Θητεία» θα αυξήσει κατά 6,5 δισ. ευρώ τις στρατιωτικές δαπάνες της χώρας.
Μόλις την περασμένη βδομάδα (18/11) ο επικεφαλής του Γενικού Επιτελείου των ενόπλων δυνάμεων της χώρας, Φ. Μαντόν, από το βήμα του ετήσιου συνεδρίου των δημάρχων της Γαλλίας, μίλησε για την «πολύ σκοτεινή» κατάσταση που έχει διαμορφωθεί για την ασφάλεια της χώρας, ορίζοντας ως βασική προϋπόθεση για την υπεράσπισή της το «να αποδεχτούμε πως ζούμε σε έναν κόσμο που κινδυνεύει και είμαστε ικανοί να χρησιμοποιήσουμε βία!»
Με φόντο σκληρούς ιμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς που οξύνονται μεγαλώνοντας την ανησυχία για το γαλλικό μεγάλο κεφάλαιο και την ανάγκη «κινητοποίησής» του με κάθε μέσο, ώστε να υπερασπιστεί την παγκόσμια θέση του (και δεν εξαντλούνται σε κινήσεις της Ρωσίας, αλλά είναι ευρύτεροι, όπως αποτύπωσε άλλωστε πολύ αναλυτικά η ετήσια Εθνική Στρατηγική Ανασκόπηση που δόθηκε στη δημοσιότητα τον περασμένο Ιούλη), ο Μαντόν έκρινε ότι «είμαστε δυνατοί (...) Εχουμε τα πάντα για να αποτρέψουμε τη Μόσχα. Αυτό που μας λείπει είναι το σθένος να δεχτούμε ότι θα υποστούμε κι ίδιοι πλήγματα για να υπερασπιστούμε το έθνος».
Ενώ, με την ευθύτητα που επιβάλλει και η ανάγκη να σφυρηλατηθεί η λεγόμενη κοινωνική συνοχή, η πλήρης υποταγή στις επιταγές της πλουτοκρατίας, ξεκαθάρισε ότι «πρέπει να αποδεχτούμε την απώλεια των παιδιών μας, να υποφέρουμε οικονομικά», κρίνοντας ότι «αν δεν είμαστε έτοιμοι για αυτό, τότε κινδυνεύουμε...».
Οι διατυπώσεις είναι αποκαλυπτικές για την ορμή, με την οποία οι μηχανισμοί της αστικής εξουσίας «κινητοποιούνται», ώστε να πείσουν και να εξαναγκάσουν τους εργάτες να χωνέψουν πως ξεκινάει μια εποχή που το ζωνάρι θα σφίγγει ακόμα πιο γρήγορα αλλά και θα πέφτουν στα πεδία των ιμπεριαλιστικών πολέμων, από τα υπερσύγχρονα οπλικά συστήματα που οι ίδιοι θα καλούνται να φτιάχνουν με ρυθμούς όλο και πιο καταιγιστικούς...
«Πρέπει να το συζητήσουμε (σ.σ. την ετοιμότητα των Γάλλων για όλα τα παραπάνω) στους δήμους σας», κατέληξε.
Τον Μοντάν συμπλήρωσε λίγες μέρες μετά και η υπουργός Ενόπλων Δυνάμεων (δεν αποκαλείται πλέον στη Γαλλία υπουργός Αμυνας), Κατρίν Βοτρίν, που είπε πως ο Μαντόν χρησιμοποίησε «τη στρατιωτική γλώσσα ενός ηγέτη που, κάθε μέρα, γνωρίζει ότι οι νέοι στρατιώτες ρισκάρουν τη ζωή τους για το έθνος» και τόνισε πως «πρέπει να προετοιμαστούμε για το ενδεχόμενο στρατιωτικής αντιπαράθεσης και να "εδραιώσουμε" πνεύμα άμυνας»...
Επιστρέφοντας στις αρχές της βδομάδας από περιοδεία του στην Αφρική, ο Εμ. Μακρόν σε δηλώσεις του εμφανίστηκε να απευθύνεται σε όσους κατηγορούν την κυβέρνηση για «πολεμοχαρείς» διακηρύξεις, λέγοντας ότι «βεβαίως θέλουμε ειρήνη, αλλά όχι (...) συνθηκολόγηση» - αναφερόμενος στα παζάρια για τον πόλεμο στην Ουκρανία.
Αν και οι επισημάνσεις του συνδέθηκαν με τη Ρωσία (η αντιπαράθεση με την οποία δεν περιορίζεται στην Ευρώπη, αλλά επεκτείνεται και σε άλλες κρίσιμες περιοχές, όπως τη ζώνη του Σαχέλ στην Αφρική, όπου η Μόσχα ενισχύει τη θέση της και η «επιρροή» της Γαλλίας αποδυναμώνεται), η «Εθνική Στρατηγική Ανασκόπηση» της χώρας αντανακλά την προτεραιότητα που δίνει το Παρίσι και στην αναβάθμισή του έναντι δυνάμεων και εντός Ευρώπης.
Μπορεί να μην αναφέρεται ρητά π.χ. η Γερμανία, αλλά η Επισκόπηση επισημαίνει την ανάγκη για «μετασχηματισμό των δυνατοτήτων των στρατών μας και της βιομηχανικής μας βάσης», σημειώνει πως «η αμυντική τεχνολογία πρέπει να ολοκληρωθεί τόσο σε εθνικό όσο και σε ευρωπαϊκό επίπεδο», κρίνοντας μάλιστα πως «κατά κάποιο τρόπο, αυτός ο μετασχηματισμός πρέπει να είναι μια πραγματική επανάσταση: Πρέπει να αλλάξει η κλίμακα των ποσών που αφιερώνονται στην άμυνα, να εξεταστεί διαφορετικά το μοντέλο μας και να δημιουργηθεί μια ευέλικτη αμυντική βιομηχανία. (...) Πρέπει να ληφθούν υπόψη οι εξελίξεις που παρατηρούνται στον τρόπο διεξαγωγής των πρόσφατων πολέμων. Οι μελλοντικές δυνατότητες που θα πρέπει να κατέχουμε για να έχουμε τον πιο αποτελεσματικό στρατό στην ήπειρο, έτοιμο να δράσει σε συνασπισμό με τους συμμάχους και τους εταίρους της, πρέπει να αναπτυχθούν και να μελετηθούν χωρίς καθυστέρηση».
Ενδεικτικές είναι δε και οι επισημάνσεις που αφορούν την ανάγκη όλες οι διαθέσιμες πρώτες ύλες αλλά και οι όροι απασχόλησης του εργατικού δυναμικού να διατεθούν στην «πολεμική μηχανή», για λογαριασμό των γαλλικών μονοπωλίων.
«Αυτοί οι μετασχηματισμοί πρέπει να καταστήσουν δυνατό να έχουμε όλα τα απαραίτητα υλικά, σε επαρκή ποσότητα, στους συντομότερους κύκλους παραγωγής δυνατό. Οι στρατηγικές δυνατότητες των στρατών μας θα ενισχυθούν και η πυρηνική αποτροπή να εκσυγχρονιστεί», τονίζεται.