Το επόμενο Σαββατοκύριακο η επίσκεψη - προσκύνημα στη Γυάρο
Η «Ρωγμή». Το έργο του Αντ. Μυρωδιά, μνημείο που έχει στήσει το ΚΚΕ στο νησί |
Το ΚΚΕ για μια ακόμα φορά τιμάει τους χιλιάδες κρατούμενους και αγωνιστές που βγήκαν με το κεφάλι ψηλά από το κολαστήριο της Γυάρου, απέναντι στα σχέδια εξόντωσης από το αστικό κράτος. Ταυτόχρονα, και με αυτή την επίσκεψη απαιτεί να υλοποιηθεί η απόφαση για την ανάδειξη της Γυάρου ως Τόπου Ιστορικής Μνήμης και να πραγματοποιηθούν παρεμβάσεις, όπως αναστήλωση κτιρίων, δημιουργία προβλήτας, για να καταστεί το νησί επισκέψιμο, απέναντι και στα σχέδια κυβέρνησης - επιχειρηματικών ομίλων, που έχουν στόχο να αλλοιωθεί η φυσιογνωμία του νησιού.
«Δε μας άφηκαν μήδε τοίχο ν' ακουμπήσουμε τη ράχη, μήτε ραβδί και παιδί ν' ακουμπήσει η καρδιά μας»
Γιάννης Ρίτσος, Μαντατοφόρες, Γυάρος - Σάμος, 1967-1969
Η τρίτη περίοδος λειτουργίας του κάτεργου της Γυάρου ήταν διακεκομμένη και αφορά τα χρόνια της στρατιωτικής δικτατορίας 1967-1974 (1η περίοδος 1947-1952 και 2η 1955-1961). Η επαναλειτουργία για τρίτη φορά έγινε τον Μάη του 1967, μετά από την επιβολή της απριλιανής χούντας. Το φακέλωμα και η πάγια αντικομμουνιστική «μέριμνα» από τον κρατικό μηχανισμό της περιόδου της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας προετοίμασαν το έδαφος ώστε σε λίγες μέρες να γίνουν χιλιάδες συλλήψεις κομμουνιστών, άλλων αγωνιστών ή και απλώς υπόπτων σε όλη την Ελλάδα.
Σύντομα οι καραβιές των νέων φυλακισμένων έφταναν στη Γυάρο. Στοιβάχτηκαν σε άθλιες συνθήκες, στα βρώμικα και εγκαταλειμμένα για χρόνια κτίρια και σε σκηνές στους όρμους του νησιού. Στη Γυάρο εκείνη την περίοδο κρατήθηκαν και εκατοντάδες γυναίκες.
«Το στήσιμο της σκηνής». Εργο του Γιώργου Φαρσακίδη, από τη μεριά του 5ου Ορμου. Πάνω είναι το κτίριο των φυλακών |
Η γενικότερη κατάσταση του Κόμματος με διαλυμένες τις Οργανώσεις του είχε ως αποτέλεσμα αρκετοί να βρεθούν απροετοίμαστοι στις πιέσεις. Φυσικά, υπήρχαν και πολλοί κρατούμενοι που είχαν πιαστεί στον σωρό και δεν είχαν δεσμούς με το κίνημα. Χιλιάδες κρατούμενοι άντεξαν περήφανα, ούτε υποχώρησαν, ούτε εξοντώθηκαν. Σ' αυτές τις συνθήκες, σφυρηλατήθηκε μια νέα γενιά μελών και στελεχών του ΚΚΕ.
Η Γυάρος έκλεισε τον Νοέμβρη του 1968, καθώς υπήρξε έντονη κατακραυγή για τις απαράδεκτες συνθήκες κράτησης και άνοιξε ξανά τον Νοέμβρη του 1973, μέχρι το τέλος της χούντας, τον Ιούλη του 1974.
Σε σχετικό του αφιέρωμα για την αντιδικτατορική πάλη του λαού ο «Ριζοσπάστης» (13/6/1976) γράφει για τις αντίξοες συνθήκες που αντιμετώπισαν οι κρατούμενοι στο «εξοντωτήριο της Γυάρου». Ηδη από τη μεταφορά τους εκεί αναφέρεται ανάμεσα σε άλλα ότι «υπήρξαν περιπτώσεις που οι κρατούμενοι έμειναν και μέχρι μια βδομάδα στην κοιλιά του αρματαγωγού καθώς αυτό γύριζε από λιμάνι σε λιμάνι και παραλάβαινε κρατούμενους. Οι κακουχίες, το βρώμικο νερό, το φαγητό κ.λπ. έχουν τα αποτελέσματά τους. Πληθαίνουν οι λιποθυμίες και οι καρδιακές κρίσεις...».
Aεροφωτογραφία στο ιταλικό περιοδικό «L' Europeo», Αύγουστος 1967. Διακρίνονται το κτίριο των φυλακών και ο 5ος Ορμος να είναι ασφυκτικά γεμάτος με σκηνές |
«...Το ακατοίκητο νησί βρέθηκε ξαφνικά να κατοικείται στις 15 Μαΐου από 6.500 ανθρώπους. Το κλίμα είναι τέτιο που σκοτώνει και την φυσική βλάστηση. Λιγοστά χόρτα πασχίζουν να κρατηθούν στα βράχια της Γιούρας. Δυνατοί άνεμοι σαρώνουν το νησί κάθε μέρα. Ο καιρός αλλάζει από ώρα σε ώρα. Νότιοι και βόρειοι άνεμοι, υγρασία, κρύο, ζέστη. Η άμμος και ο άνεμος δεν επιτρέπουν σε κανέναν να βρει ένα κατάλληλο μέρος να ησυχάσει... Η πολιτεία χωρίστηκε σε 5 τομείς... Σύνολο 6.299 κατοίκους... Από αυτούς 1.742 είχαν τοποθετηθεί στο γνωστότατο κτίριο που ο δικαστής του εφετείου κ. Μπιζίμης το περιέγραψε σαν "καταχθόνιο" (σ.σ. το 1952). Είναι φτιαγμένο μόνο από τούβλα και τσιμέντο. Οι υπόλοιποι τοποθετήθηκαν σε σκηνές εκτεθειμένοι σε όλα τα στοιχεία της φύσης».
Συγκλονιστική είναι επίσης η μαρτυρία του κομμουνιστή ηθοποιού Τζαβαλά Καρούσου. Η χούντα αναγκάστηκε να τον αφήσει ελεύθερο για λόγους υγείας και μετά από διεθνή κατακραυγή, ωστόσο οι συνθήκες κράτησης και η στέρηση ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης έφεραν τον πρόωρο θάνατό του τις πρώτες μέρες του 1969. Η πρώτη έκδοση του έργου του, «Τζαβαλά Καρούσου: Γυάρος, Εditions Nouvelles Frontier», έγινε στο Μόντρεαλ του Καναδά και αποτέλεσε ένα όπλο για τη διεθνή κινητοποίηση και καταγγελία της Γυάρου.
«Μας οδηγούν στις φυλακές. Ενας μεγάλος σκοτεινός διάδρομος χωρίς κανένα φως. Τα παπούτσια μας βουλιάζουν στη σκόνη. Εδώ κι εκεί σκοντάφτουμε σε μεγάλα θάμνα ξερά, απ' αυτά τα καφετιά, που τα ξερίζωσαν όπως ήταν και τα χρησιμοποιούν για σκούπες.
Στο τέλος του διαδρόμου δεξιά κι αριστερά πόρτες. Οδηγούν στις ακτίνες. Λάμπες πετρελαίου φωτίζουν και δημιουργούν αλλόκοτους ίσκιους. Από δω αρχίζουν σκάλες προς τα κάτω, όπου είναι πάλι διάδρομος, πάλι σκάλες, πάλι διάδρομος, πάλι σκάλες ώσπου φτάνεις στην έξοδο σ' ένα πλάτωμα, έπειτα δρόμος και κάτω ο γκρεμός. Και κάτω ακτίνες, αναρρωτήριο, ιατρείο, καντίνα, γραφεία, κρατητήρια, απομόνωση. Οπως περνάς κι ακούς από κάτω τον ρόχθο του πελάγου και τα σφυρίγματα των ανέμων έχεις την εντύπωση πως ταξιδεύεις με κανένα υπερωκεάνιο χτισμένο με τσιμέντο, με τούβλα και μια λάσπη που χρόνια πέρασαν κι ακόμα δεν λέει να στεγνώσει...
Ο θάλαμος μέσα στο χώμα. Πού θα κοιμηθούμε; Μερικά παλικάρια μας έβγαλαν έξω εμάς τους περιττούς να κάνουμε καμιά βόλτα κι ανασκουμπώθηκαν μες στο σκοτάδι να παστρέψουν τον θάλαμο. Μάταιος κόπος. Ο,τι κι αν κάναμε ήθελε μέρες να καθαρίσει. Και ήθελε και σκούπες. Οχι φρύγανα. Τουλάχιστον λίγο νερό. Και φως...
Επειτα από λίγο φέρανε κάτι ντενεκέδες γεμάτους νερό. Από κει θα πίναμε προς το παρόν. Συσσίτιο τίποτα. Ούτε το βράδυ, ούτε το πρωί, ούτε το μεσημέρι, ούτε και τούτο το βράδυ. Πολύ επικερδής δουλειά ο αντικομμουνισμός. Είμασταν όλοι σκοτωμένοι. Τουλάχιστον λίγο νερό. Πίνουμε σκέτο πετρέλαιο. Πολύ το φτύναν, άλλοι το κάναν εμετό. Αλλοι στέριωναν την καρδιά τους και το έπιναν. Το ήπια κι εγώ...».
Κι όμως: Χιλιάδες, με τη δύναμη της Οργάνωσης και στις πιο αντίξοες συνθήκες, με τη δύναμη που δίνει ο αγώνας για ανώτερα ιδανικά και για τη νέα σοσιαλιστική κοινωνία, βγήκαν από το κολαστήριο με το κεφάλι ψηλά, νικητές απέναντι στο αστικό κράτος.