«Πράσινη μετάβαση», «κυκλική οικονομία» και «ενεργειακή δημοκρατία» έφεραν νέα κέρδη στο κεφάλαιο και μεγαλύτερη φτώχεια στα λαϊκά στρώματα της περιοχής
Eurokinissi |
Αποδεικνύεται πλέον με χειροπιαστά αποτελέσματα ότι το «νέο παραγωγικό μοντέλο» της Δυτικής Μακεδονίας, το οποίο ευαγγελίζονταν όλα τα αστικά κόμματα, έχει κερδισμένους τους επιχειρηματικούς ομίλους της Ενέργειας, των Κατασκευών κ.λπ. και χαμένο τον λαό της περιοχής.
Αποτελείται από τα ίδια παλιά υλικά της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης, της ανταγωνιστικότητας για να θωρακίζεται η κερδοφορία του κεφαλαίου, το οποίο καθορίζει τι, πού και πώς θα αναπτυχθεί, με αποτέλεσμα να καταστρέφονται ακόμα και παραγωγικές δυνάμεις στην περιοχή (π.χ. κλείσιμο λιγνιτικών σταθμών).
Μάλιστα είναι τέτοιες οι αντιφάσεις και τα αδιέξοδα του σημερινού καπιταλιστικού δρόμου ανάπτυξης, που ενώ δίνονται «γη και ύδωρ» στο μεγάλο κεφάλαιο για να διαμορφωθεί «φιλοεπενδυτικό περιβάλλον», επενδύσεις ακυρώνονται (π.χ. «Sunlight») λόγω παγκόσμιων ανταγωνισμών, γεωπολιτικής αστάθειας και κλιμάκωσης των πολεμικών συγκρούσεων, του «οικονομικού πολέμου» ή της επερχόμενης καπιταλιστικής κρίσης.
Στη Δυτική Μακεδονία «έτρεξαν» και «τρέχουν» μια σειρά αστικοί σχεδιασμοί για την καπιταλιστική ανάπτυξη, οι οποίοι μάλιστα επιταχύνθηκαν τα τελευταία χρόνια. Στόχος αυτών των σχεδιασμών ήταν και είναι να εξασφαλιστεί διέξοδος σε υπερσυσσωρευμένα κεφάλαια, να διαμορφωθούν νέα πεδία κερδοφορίας για λογαριασμό των επιχειρηματικών ομίλων.
Από την κινητοποίηση στην Κοζάνη ενάντια στην καρκινογόνα καύση σκουπιδιών |
Μάλιστα η σοσιαλδημοκρατία λάνσαρε και ένα πρόσθετο αφήγημα για να εγκλωβίσει τα λαϊκά στρώματα στους αστικούς σχεδιασμούς, αυτό της «ενεργειακής δημοκρατίας» που τάχα θα εξασφαλίσουν σχήματα όπως οι «ενεργειακές κοινότητες» - γι' αυτό στήριξαν και το κυβερνητικό «σχέδιο Απόλλων» - ενώ το τελευταίο διάστημα εμφάνισε ένα επιπρόσθετο εργαλείο εγκλωβισμού, που ακούει στο όνομα ...«ρήτρα δίκαιης μετάβασης».
Εμβληματικές αστικές κατευθύνσεις είναι η «πράσινη μετάβαση» και η «κυκλική οικονομία», βγαλμένες και οι δύο από τα συρτάρια των μονοπωλιακών ομίλων. Αποτελούν κατευθύνσεις της ΕΕ, τις οποίες έχουν ψηφίσει, ασπάζονται και προωθούν στην πράξη όλα τα αστικά κόμματα, αλλά και οι δυνάμεις τους στην Τοπική Διοίκηση και στο εργατικό κίνημα.
Αυτές οι εμβληματικές για το κεφάλαιο στρατηγικές έχουν δοκιμαστεί στην πράξη στη Δυτική Μακεδονία, με τραγικές συνέπειες για τον λαό και την περιοχή.
Μας έλεγαν οι υμνητές της «πράσινης μετάβασης» - απολιγνιτοποίησης ότι το «νέο παραγωγικό μοντέλο» θα φέρει «χιλιάδες καλοπληρωμένες θέσεις εργασίας».
Στην πραγματικότητα χάθηκαν χιλιάδες μόνιμες θέσεις εργασίας, και έπονται κι άλλες με το ολοκληρωτικό κλείσιμο ΑΗΣ και ορυχείων, ερημοποιήθηκαν ολόκληρες περιοχές, ενώ ο πληθυσμός της Δυτικής Μακεδονίας σημείωσε μείωση 10,3% την περίοδο 2011 - 2021.
Η ανεργία έφτασε στο 14,5% (το μεγαλύτερο ποσοστό από τις Περιφέρειες της χώρας), ενώ οι δουλειές στα έργα ΑΠΕ είναι με ημερομηνία λήξης, χωρίς Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας, με εντατικοποίηση, χωρίς τα αναγκαία μέτρα υγείας και ασφάλειας, με αποτέλεσμα να υπάρχουν και θανατηφόρα εργατικά «ατυχήματα».
Μας έλεγαν για το δήθεν φτηνό ρεύμα που θα έφερναν οι επενδύσεις των μονοπωλιακών ομίλων στις ΑΠΕ, ενώ στην πραγματικότητα τα τιμολόγια του ηλεκτρικού ρεύματος εκτοξεύτηκαν και η ενεργειακή φτώχεια εντάθηκε και στην περιοχή, στην οποία επικρατούν ιδιαίτερα χαμηλές θερμοκρασίες τον χειμώνα.
Μας έλεγαν ότι φροντίζουν για την προστασία του περιβάλλοντος, ενώ στην πράξη βλέπουμε την καταστροφή του και την υποβάθμιση της ποιότητας ζωής του λαού, με την άναρχη και ανεξέλεγκτη εγκατάσταση ΑΠΕ, ακόμα και σε περιοχές Natura, με φωτοβολταϊκά πάρκα να φτάνουν έξω από οικισμούς (Καλαμιά Κοζάνης) και σε γη υψηλής αγροτικής παραγωγικότητας ή βοσκοτόπια (Γαλατινή Κοζάνης), με σχεδιαζόμενα έργα αντλησιοταμίευσης να απειλούν να καταβροχθίσουν χιλιάδες στρέμματα παρθένου δημόσιου δάσους (Παλιουριά Γρεβενών), με ανεμογεννήτριες σε πολλές βουνοκορφές, επηρεάζοντας την υδρολογική ισορροπία της περιοχής, κ.λπ.
Στον αντίποδα, η «πράσινη μετάβαση» αύξησε την κερδοφορία της ΔΕΗ ΑΕ και των άλλων «πράσινων αρπακτικών», τα οποία έπεσαν με τα μούτρα στις «πράσινες» μπίζνες.
Σε σχέση με τη στρατηγική της «κυκλικής οικονομίας», έγινε φανερό ότι η κερδοφορία των επιχειρηματικών ομίλων είναι στο επίκεντρο και οι ανάγκες του λαού στο περιθώριο. Και αυτήν την αστική στρατηγική κατεύθυνση της ΕΕ αγκάλιασαν και στήριξαν όλα τα αστικά κόμματα και οι εκλεκτοί τους στην Τοπική Διοίκηση. Την παρουσίασαν ως την ύψιστη λύση για την προστασία του περιβάλλοντος από τη ρύπανση.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα εφαρμογής της «κυκλικής οικονομίας» στην πράξη είναι η διαχείριση των απορριμμάτων με τη μορφή Σύμπραξης Δημόσιου και Ιδιωτικού Τομέα (ΣΔΙΤ). Συγκροτήθηκε η διαδημοτική επιχείρηση ΔΙΑΔΥΜΑ ΑΕ, η οποία εδώ και πάνω από 10 χρόνια έχει συμπράξει με την εταιρεία ΕΠΑΔΥΜ (θυγατρική της ΗΛΕΚΤΩΡ ΑΕ, μέλος του ομίλου «Motor Οil»).
Αποδείχθηκε ότι για το κεφάλαιο και το κράτος του τα σκουπίδια είναι «χρυσός», και έτσι φτάσαμε στο σημείο ο λαός της Δυτικής Μακεδονίας να πληρώνει πανάκριβα δημοτικά τέλη (τέλος ταφής) και οι εργαζόμενοι στην ΕΠΑΔΥΜ να δουλεύουν με χαμηλούς μισθούς, χωρίς Συλλογική Σύμβαση Εργασίας, με εντατικοποίηση, με ελλιπή μέτρα υγείας και ασφάλειας.
Επιστέγασμα της στρατηγικής της «κυκλικής οικονομίας» είναι τα σχέδια για την καρκινογόνα καύση απορριμμάτων («Waste to Energy») που προωθεί η κυβέρνηση στη Δυτική Μακεδονία και σε άλλες περιοχές της χώρας. Μια πρακτική την οποία η ΕΕ θεωρεί «πράσινη» και «ψηλά» στις προτεραιότητές της, σύμφωνα με απάντηση που έδωσε η επίτροπος J. Roswall σε Ερώτηση της Ευρωκοινοβουλευτικής Ομάδας του ΚΚΕ.
Το τελευταίο διάστημα έχουν πληθύνει οι φωνές από το πολιτικό προσωπικό της αστικής τάξης στην περιοχή που διεκδικούν μερίδιο από την «πίτα» της στροφής στην πολεμική οικονομία, που διεκδικούν κονδύλια από το πρόγραμμα «ReArm Europe» για επένδυση στην πολεμική βιομηχανία. Το παρουσιάζουν πάλι ως «λύση» για τον λαό της περιοχής, για να ανοίξουν νέες θέσεις εργασίας.
Δηλαδή, για να έχουμε δουλειά θα πρέπει να υπηρετούμε τον στόχο της ελληνικής αστικής τάξης για βαθύτερη εμπλοκή στους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς και πολέμους, την πολεμική προετοιμασία για μεγαλύτερες συγκρούσεις, που αιματοκυλούν τους λαούς σε όλο τον πλανήτη. Μέχρι εκεί φτάνει ο κυνισμός τους.
Σε πανεπιστήμιο - επιχείρηση, ενταγμένο στις ανάγκες της «αγοράς», της «πράσινης μετάβασης» και της πολεμικής οικονομίας, μετατρέπεται το Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας, σύμφωνα με τις κατευθύνσεις όλων μέχρι σήμερα των κυβερνήσεων και της ΕΕ. Την ίδια ώρα που το Πανεπιστήμιο αδυνατεί να καλύψει τις σύγχρονες μορφωτικές ανάγκες των φοιτητών, ανοίγει διάπλατα τις πόρτες του στην πολεμική οικονομία, με την ίδρυση παραρτήματος του «DefenceEduNet».
Ταυτόχρονα, από εργαστήριο του Πανεπιστημίου ξεπήδησε και spin-off εταιρεία η οποία συνεργάζεται με τις ουκρανικές δυνάμεις, συμβάλλοντας στην αντιμετώπιση κυβερνο-επιθέσεων, ενώ συνεργάζεται και με το ΝΑΤΟ.
Γίνεται λοιπόν φανερό πώς εννοεί η κυβέρνηση την «αναπτυξιακή πορεία» του Ιδρύματος: Δεν πρόκειται απλώς για έναν ακόμα κρίκο στη σύνδεση των πανεπιστημίων με την πολεμική προετοιμασία και τους σχεδιασμούς της ΕΕ και του ΝΑΤΟ. Την ίδια ώρα, οι βασικές ανάγκες των φοιτητών παραμένουν ακάλυπτες.
Χαρακτηριστικός είναι και ο «νέος υγειονομικός χάρτης» που προωθούν η κυβέρνηση και η περιφερειακή αρχή και ο οποίος υποβαθμίζει τις παρεχόμενες υπηρεσίες Υγείας στην περιοχή, με συρρίκνωση δομών και μετατροπή νοσοκομείων σε Κέντρα Υγείας, στέλνοντας πελατεία στον ιδιωτικό τομέα.
Βασική κατεύθυνση αυτού του νέου «χάρτη», μάλιστα, είναι η προώθηση του «ιατρικού τουρισμού» για υψηλά εισοδήματα. Δηλαδή άλλη μια κερδοφόρα επιχειρηματική δραστηριότητα για τα «κοράκια» της Υγείας, ενώ ο λαός της περιοχής θα αρκείται στις «ελάχιστες παροχές».
Ολα τα παραπάνω αποδεικνύουν ότι η καπιταλιστική ανάπτυξη δεν έχει ως στόχο την ικανοποίηση των αναγκών του λαού. Αντίθετα, τις αντιμετωπίζει ως εμπόρευμα, για να μεγιστοποιεί τα κέρδη του κεφαλαίου.
Ο λαός της περιοχής έχει ανάγκη από έναν άλλο δρόμο ανάπτυξης, αυτόν του σοσιαλισμού - κομμουνισμού, που θα μπορέσει να «απογειώσει» τις παραγωγικές δυνατότητες της περιοχής και κυρίως να τις θέσει στην τροχιά της ολόπλευρης κάλυψης των σύγχρονων λαϊκών αναγκών.
Αυτός ο δρόμος απαιτεί σύγκρουση, ρήξη και ανατροπή του σημερινού καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής. Μόνο έτσι θα μπορέσει να εξασφαλιστεί η λαϊκή ευημερία, με το τιμόνι της εξουσίας και τα κλειδιά της οικονομίας στα χέρια του εργαζόμενου λαού.