ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σάββατο 28 Ιούνη 2025 - Κυριακή 29 Ιούνη 2025
Σελ. /40
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΕΝΣΤΟΛΟΥΣ
Το πρόγραμμα «ΑΝΤΙΝΕΡΟ»

Εχει προβληθεί από σύσσωμο το κυβερνητικό επιτελείο ως η μεγαλύτερη δράση πρόληψης των δασικών πυρκαγιών που έχει ποτέ εκπονηθεί. Μάλιστα το πρόγραμμα προβλέπει δαπάνη 415,1 εκατ. ευρώ συνολικά.

Η αποτελεσματική προστασία των δασών από τις δασικές πυρκαγιές αποτελεί ένα διαχρονικό ζητούμενο, το οποίο αν δεν συνδεθεί με το κεντρικό πρόβλημα των δασών δεν μπορεί ποτέ να αντιμετωπιστεί. Αυτό δεν είναι άλλο από το ότι έχει μετατραπεί το δάσος σε εμπόρευμα, που όταν φέρνει κέρδη από την αλλαγή της χρήσης του, μετατρέπεται σε οικισμούς, βιομηχανίες, ξενοδοχεία, βίλες, σούπερ μάρκετ, δασικά χωριά, λατομεία κ.λπ., ενώ όταν δεν φέρνει κέρδη, αφήνεται χωρίς διαχείριση και προστασία στο έλεος των δασικών πυρκαγιών και άλλων κινδύνων.

Θυμίζουμε ότι η πλήρης απαξίωση της πρόληψης ξεκίνησε το μακρινό 1998, όταν η τότε κυβερνητική πλειοψηφία (ΠΑΣΟΚ) αποφάσισε την αφαίρεση της αρμοδιότητας της δασοπυρόσβεσης από τη δασική υπηρεσία και την ανάθεσή της στο Πυροσβεστικό Σώμα. Ενέργεια πλήρως αντιεπιστημονική, αφού διέσπασε την ενιαία διαχείριση και προστασία του δάσους, διαχώρισε την πρόληψη από την κατάσβεση των δασικών πυρκαγιών και οδήγησε στην ουσιαστική ανυπαρξία κάθε είδους πρόληψης, ενώ ενισχύθηκε η κατάσβεση. Πολιτική απόφαση που αποδείχθηκε απόλυτα αποτυχημένη εκ των αποτελεσμάτων της υλοποίησής της, η οποία όμως δεν έχει αμφισβητηθεί από καμία κυβέρνηση που ακολούθησε.

Αντίθετα όλες οι κυβερνήσεις που ακολούθησαν, προχώρησαν στη συρρίκνωση και την πλήρη απαξίωση των δασικών υπηρεσιών. Γίνεται εύκολα κατανοητό ότι οι δασικές πυρκαγιές, για να αντιμετωπιστούν αποτελεσματικά, είναι αναγκαία η γνώση του δάσους. Η γνώση αυτή αφορά εκτός των άλλων και τις γεωμορφολογικές συνθήκες του κάθε δάσους, της πυκνότητας και της κατάστασης του δικτύου δασικών δρόμων, παράγοντες οι οποίοι μαζί με τη σύνθεση της δασικής βλάστησης και των βασικών κατευθύνσεων του ανέμου, θα πρέπει να καθορίζουν το είδος των επίγειων δυνάμεων που πριν το ξέσπασμα μιας πυρκαγιάς θα βρίσκονται ήδη και για όλο το 24ωρο μέσα στο δάσος σε συγκεκριμένες επιλεγμένες θέσεις (μεγάλα πυροσβεστικά, μικρά, αγροτικά με μισό τόνο νερού, μηχανές με 2 αναβάτες και επινώτιους πυροσβεστήρες κ.λπ.).

Τα παραπάνω δεν μπορούν να κατακτηθούν από τους πυροσβέστες, όσο φιλότιμη προσπάθεια κι αν κάνουν, ούτε αρκούν οι δασολόγοι των πρόσφατα ιδρυμένων Ειδικών Μονάδων Δασικών Επιχειρήσεων (ΕΜΟΔΕ) της Πυροσβεστικής, αφού για να εξασφαλιστεί η γνώση των ιδιαιτεροτήτων του κάθε δασικού συμπλέγματος, προϋποθέτει να είναι μόνιμοι δημόσιοι υπάλληλοι στο ίδιο δασαρχείο για τουλάχιστον 5 χρόνια. Είναι άρα δεδομένο ότι δεν υφίσταται πρόληψη χωρίς την ενίσχυση των δασικών υπηρεσιών με μόνιμο προσωπικό και πόρους και εξασφάλιση των προϋποθέσεων για εναέρια διαχείριση των δασών, για κατάργηση του διαχωρισμού της πρόληψης από την κατάσβεση των δασικών πυρκαγιών, και για τη μεταφορά της στη δασική υπηρεσία.

Με βάση τα παραπάνω, το πρόγραμμα «ΑΝΤΙΝΕΡΟ» με μια επιφανειακή ανάλυση θα μπορούσε να χαρακτηριστεί «ευχάριστη έκπληξη», αφού η κυβέρνηση αποφάσισε επιτέλους να δώσει βάρος στην πρόληψη. Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με τα λεγόμενα του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας το πρόγραμμα περιλαμβάνει: Βελτίωση και συντήρηση του δασικού οδικού δικτύου, καθαρισμούς δασών, βελτίωση και συντήρηση αντιπυρικών ζωνών, σχέδια αντιπυρικής προστασίας σε 3 φάσεις. Ξεκίνησε το 2022 και αναμένεται να ολοκληρωθεί στο τέλος του τρέχοντος έτους. Το πρόγραμμα, όπως ήταν αναμενόμενο, χρηματοδοτείται από την ΕΕ στο πλαίσιο του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης. Το ερώτημα επομένως που προκύπτει είναι με τι επιστημονικές προϋποθέσεις πραγματοποιούνται αυτές οι εκτεταμένες παρεμβάσεις στον δασικό ιστό.

Θα παραθέσουμε παρακάτω ορισμένους προβληματισμούς γύρω από την ίδια τη διαδικασία και τα επιστημονικά κριτήρια σύμφωνα με τα οποία υλοποιείται το πρόγραμμα. Οι εν λόγω ενστάσεις προέρχονται από συναδέλφους πυροσβέστες, από ανθρώπους της υπαίθρου που εξαρτώνται και οικονομικά από τα δάση, αλλά και από επιστημονικούς φορείς, και εκφράστηκαν σε ημερίδα που διοργανώθηκε τους προηγούμενους μήνες από το Επιμελητήριο Περιβάλλοντος και Βιωσιμότητας1. Αρχικά η επιστημονική κοινότητα των δασολόγων και όχι μόνο έχει εκφράσει έντονες ανησυχίες για τον τρόπο υλοποίησης του προγράμματος, οι οποίες συμπυκνώνονται στα ακόλουθα ζητήματα. Το πρόγραμμα βασίστηκε σε δασολογική μελέτη για το σύνολο της χώρας, η οποία καθορίζει τα βασικά χαρακτηριστικά των ενεργειών που πρέπει να γίνουν σε όλα τα δασικά συστήματα της επικράτειας και εκπονήθηκε πριν την έναρξη του προγράμματος. Συν τοις άλλοις, στην εν λόγω μελέτη γινόταν αναφορά στη μοναδικότητα κάθε δάσους από την οποία προκύπτει η ανάγκη πριν την οποιαδήποτε επέμβαση να γίνει ξεχωριστή μελέτη για κάθε δασικό σύστημα, ώστε να εξειδικευτούν οι ενέργειες που περιγράφονται κεντρικά.

Το παραπάνω μόνο ως αστείο κυκλοφορούσε στους υπαλλήλους των δασαρχείων, καθώς οι «εξειδικευμένες» μελέτες αποτελούσαν κόπια της κεντρικής, ενώ μάλιστα δεν έλειψαν και τα ευτράπελα με περιπτώσεις στις οποίες το ιδιωτικό μελετητικό γραφείο που εκπόνησε τη μελέτη δεν μπήκε καν στον κόπο να αλλάξει τις τοποθεσίες (ξέφυγαν από προηγούμενη μελέτη στο copy paste). Την ίδια στιγμή διευθυντικά στελέχη της Δασικής Υπηρεσίας πίεζαν τους υπαλλήλους να μη φέρνουν αντιρρήσεις στην παραπάνω κατάσταση, καθώς τα χρήματα προέρχονται από το Ταμείο Ανάκαμψης και έπρεπε να εκταμιευτούν γρήγορα για να μη «χαθούν». Ενώ συχνό είναι το φαινόμενο οι μελέτες να γίνονται από τις εταιρείες στις οποίες ανατέθηκαν συγκεκριμένα έργα ΜΕΤΑ ΤΟ ΠΕΡΑΣ ΤΩΝ ΕΡΓΩΝ.

Επίσης έγινε και διαγωνισμός για να προκύψει εταιρεία, η οποία θα συγκέντρωνε για αξιοποίηση την αφαιρεθείσα βιομάζα, τον οποίο κέρδισε μεγάλη εταιρεία του κλάδου. Ούτε αυτό προχώρησε βέβαια, καθώς η εν λόγω εταιρεία διαπίστωσε εκ των υστέρων ότι τα έξοδα περισυλλογής και μεταφοράς του παραπάνω υλικού ήταν ασύμφορα. Σε μια κίνηση εντυπωσιασμού η κυβέρνηση της ΝΔ, ύστερα από το παραπάνω ναυάγιο, αποφάσισε να δωρίσει μέρος της ξυλείας που προέκυψε στους κατοίκους των γύρω περιοχών, αλλά η τύχη της υπόλοιπης βιομάζας είτε κατέληξε διασκορπισμένη στις γύρω περιοχές είτε βρίσκεται ακόμη συγκεντρωμένη σε σωρούς μέσα ή στα όρια των δασών αποτελώντας πιθανή εστία πυρκαγιάς.

Εκτός των προαναφερόμενων, η κυβέρνηση στην προσπάθειά της να εξασφαλίσει «καθαρές» από βλάστηση περιοχές, για να έχει «το κεφάλι της ήσυχο» άφησε ουσιαστικά εν λευκώ τις εργοληπτικές εταιρείες να «ξυρίσουν» όλη τη βλάστηση συμπεριλαμβανομένων των θάμνων, και κατέστρεψαν όλο τον υπόροφο συμπεριλαμβανομένων και των δασικών ειδών που ήταν μικρά σε ηλικία και προέρχονται από φυσική αναγέννηση. Η καταστροφή αυτή θα έχει ως αποτέλεσμα τη διάβρωση και παράσυρση των δασικών εδαφών αν προκύψει έντονη βροχή, οπότε θα υπάρχει πιθανή αύξηση πλημμυρικών φαινομένων και τελικά θα προκύψει υποβάθμιση έως και πλήρης καταστροφή της δασικής αυτής περιοχής. Χαρακτηριστικά έχει καταγγελθεί2 περίπτωση δάσους στην Πάτρα που ενώ έχει χαρακτηριστεί περιοχή «NATURA», οι εργασίες που περιλαμβάνει το «ΑΝΤΙΝΕΡΟ προχώρησαν αποψιλώνοντας πλήρως σημαντικές εκτάσεις.

Εξίσου σημαντικό ζήτημα που προκύπτει κατά την εφαρμογή του προγράμματος είναι ότι ακόμη και αυτές οι παρεμβάσεις που προβλέπονται, δεν γίνονται, με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα το κλάδεμα των δέντρων. Είναι προφανές ότι το κλάδεμα των δέντρων που απαρτίζουν το δασικό οικοσύστημα είναι μια διαδικασία που απαιτεί τόσο επιστημονική μόρφωση όσο και εμπειρία, καθώς κάθε δέντρο απαιτεί διαφορετική αντιμετώπιση και λανθασμένες ενέργειες μπορούν εύκολα να προκαλέσουν σημαντικές ζημιές. Τα παραπάνω μπορούν να διαθέτουν μόνο οι δασικοί υπάλληλοι, οι οποίοι γνωρίζουν τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και τις ανάγκες του δάσους που έχουν στην ευθύνη τους. Συνεπώς, κατά την εκτέλεση των εργασιών είναι αναγκαία η παρουσία τους στο πεδίο για την καθοδήγηση του εργολάβου και του προσωπικού του. Το παραπάνω είναι κυριολεκτικά αδύνατο με βάση τη σημερινή τραγική κατάσταση ελλείψεων προσωπικού των δασικών υπηρεσιών. Την κατάσταση δυσχεραίνουν ακόμη περισσότερο οι εργολάβοι, οι οποίοι πιέζουν τους πληρωμένους με μισθούς πείνας εργάτες τους να βγει γρήγορα η δουλειά για ευνόητους λόγους. Στις περισσότερες περιπτώσεις μάλιστα το προσωπικό είναι ανειδίκευτο, με αποτέλεσμα ακόμη και στις ελάχιστες περιπτώσεις που είναι παρών ο υπάλληλος του δασαρχείου να είναι πολύ δύσκολη η επικοινωνία και η καθοδήγηση για τη σωστή εκτέλεση των εργασιών. Επισημαίνουμε ότι η αποψίλωση των περιοχών επιταχύνει την εκτέλεση των εργασιών π.χ. καθαρισμού, ενώ ταυτόχρονα μειώνουν το κόστος καθυστερήσεων σε προσωπικό και μέσα, καθώς αν γινόταν επιλογικά ο καθαρισμός, θα έπρεπε να χρησιμοποιηθούν εργάτες για μεταφορά των κλαδεύσεων ακόμη και με τα χέρια, αφού λόγω του ότι θα παρέμεναν δέντρα ή θάμνοι στις δασικές περιοχές, θα υπήρχε ισχυρό ενδεχόμενο να μην μπορούν τα οχήματα μεταφοράς των κλαδεύσεων να μπουν στο δάσος όπως αν ήταν τελείως καθαρισμένο.

Ολα τα παραπάνω δεν αφήνουν περιθώρια παρερμηνείας. Η κυβέρνηση με το πρόσχημα της πρόληψης μετατρέπει τα δάση σε πεδία επενδύσεων και κερδοφορίας για συγκεκριμένους εργολάβους και εταιρείες μέσω του προγράμματος «ΑΝΤΙΝΕΡΟ». Οι οποίες μάλιστα επενδύσεις πρέπει να προχωρήσουν με κάθε κόστος στο αποφασισμένο χρονοδιάγραμμα. Αυτό μάλιστα πήρε παράταση μέχρι και το 2027, γι' αυτό και έχει αναλάβει να τις «τρέξει» ο φορέας που έχει «γαλόνια» στο ξεπούλημα της λαϊκής περιουσίας, το ΤΑΙΠΕΔ. Κάποιος βέβαια θα μπορούσε να σκεφτεί ότι, αν παραβλέψει κανείς τα αρνητικά περιβαλλοντικά αποτελέσματα, κατασκευάστηκαν έστω κάποιες αντιπυρικές ζώνες, οπότε θα είναι πιο εύκολη η αντιμετώπιση των δασικών πυρκαγιών. Δυστυχώς όμως αυτά τα έργα είναι αποσπασματικά και επειδή δεν εντάσσονται στο πλαίσιο της διαχείρισης και προστασίας κάθε δάσους, δεν μπορούν αντικειμενικά να έχουν θετικά αποτελέσματα. Η περσινή εμπειρία δεν είναι καθόλου ενθαρρυντική, καθώς σε πολλές περιπτώσεις με πιο χαρακτηριστική τη ΒΑ Αττική, όπου έχουν πραγματοποιηθεί τέτοιες παρεμβάσεις και στα πλαίσια του «ΑΝΤΙΝΕΡΟ», αυτές δεν είχαν καμία θετική επίδραση στο έργο της δασοπυρόσβεσης. Αυτό επιβεβαιώνουν τα δεδομένα που έχει δημοσιοποιήσει η κυβέρνηση, ότι στους γειτονικούς δήμους με τον Βαρνάβα, όπου ξεκίνησε η καταστροφική πυρκαγιά τον Αύγουστο του 2024, είχαν καθαριστεί πάνω από 6.700 στρέμματα, αυτό όμως σε τίποτα δεν εμπόδισε την πυρκαγιά να κάψει 104.000 στρέμματα και να στοιχίσει μια ανθρώπινη ζωή.

Με άλλα λόγια, η πολιτική της κυβέρνησης της ΝΔ αλλά και όσων προηγήθηκαν αντιμετωπίζει το δάσος ως εμπόρευμα, ως κερδοφόρα διέξοδο για τους επιχειρηματικούς ομίλους και όχι ως κοινωνικό αγαθό. Οχι μόνο κι όχι κυρίως με το πρόγραμμα «ΑΝΤΙΝΕΡΟ». Αλλά με ένα πλέγμα νόμων με πιο χαρακτηριστικό τον πρόσφατο νόμο 5106/2024, ο οποίος προβλέπει την εκχώρηση της διαχείρισης των κρατικών δασικών οικοσυστημάτων που αποτελούν πάνω από το 55% της χερσαίας έκτασης της χώρας μας στους ξυλοβιομήχανους και τους ξυλέμπορους.

Η κατεύθυνση αυτή είναι σε πλήρη αντίθεση με τα συμφέροντα λαού και πυροσβεστών τόσο στο παρόν, αφού υπονομεύει τη διαχείριση και προστασία των δασών αλλά και το έργο της δασοπυρόσβεσης με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τη λαϊκή περιουσία και την υγεία των πυροσβεστών, όσο και στο μέλλον, καθώς ναρκοθετεί την ίδια την επιβίωση των δασικών οικοσυστημάτων.

Είναι εμφανές πλέον και στον πιο δύσπιστο ότι επιχειρηματική δραστηριότητα και προστασία του δάσους είναι έννοιες ασυμβίβαστες. Μοναδική λύση να συναντηθούν οι ανησυχίες μας με την πρόταση του ΚΚΕ:

  • Για ολοκληρωμένη και ενιαία διαχείριση και προστασία των δασών με κριτήριο τις λαϊκές ανάγκες και την προστασία του περιβάλλοντος.
  • Για κατάργηση κάθε είδους επιχειρηματικής δραστηριότητας στα δάση.
  • Για άμεση και ουσιαστική ενίσχυση των δασικών υπηρεσιών με μέσα, μόνιμο προσωπικό και χρηματοδότηση από τον προϋπολογισμό
  • Για κάλυψη όλων των οργανικών κενών του Πυροσβεστικού Σώματος.

Παραπομπές:

1. https://www.youtube.com/watch?v=omz88-cv4Yc

2. https://www.oikipa.eu/antinero


Αξιωματικός Πυροσβεστικής



Διακήρυξη της ΚΕ του ΚΚΕ για τη συμπλήρωση 80 χρόνων από το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου και την Αντιφασιστική Νίκη των Λαών
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ