Ο υπότροφος συνθέτης κοιτάζει στον καθρέφτη του Παρισιού το πρόσωπό του μέσα από την ελληνική παράδοση | Κωδικοποιεί την ιδιαίτερη αρμονική γλώσσα του πάνω στις τροπικές κλίμακες της δημοτικής μουσικής
Ο Μίκης Θεοδωράκης το 1954, τη χρονιά που με υποτροφία σύνθεσης πάει στο Παρίσι (Αρχείο Μίκη Θεοδωράκη) |
«Εν Αθήναις την 29ην Σεπτεμβρίου 1954, ημέραν του έτους Τετάρτην, μεταξύ αφενός του Ιδρύματος Κρατικών Υποτροφιών, εκπροσωπουμένου υπό του Γενικού αυτού Διευθυντού κ. Κ. Δημαρά, αφετέρου του κ. Μιχαήλ Θεοδωράκη, κατοίκου Αθηνών οδός Κωνσταντινουπόλεως αρ. 39, συνομολογούνται τα ακόλουθα:
Ο κ. Μιχαήλ Θεοδωράκης, επιτυχών εις τον διαγωνισμόν υποτροφίας διά Σύνθεσιν και πληρών πάσας τας υπό των νόμων και κανονισμών προβλεπομένας προϋποθέσεις, ανακηρύσσεται διά της παρούσης και υπό τους ακολούθους όρους υπότροφος του Ι.Κ.Υ., κατονομαζόμενος περαιτέρω διά του όρου "Υπότροφος"».
Είχε προηγηθεί επιστολή του Κ. Δημαρά «προς τον Κύριον Μιχαήλ Θεοδωράκην / Κωνσταντινουπόλεως 39 / Ενταύθα», στην οποία του ζητά να εξεταστεί εκ νέου στην ξένη γλώσσα, καθώς οι γνώσεις του προς αυτήν κρίθηκαν ανεπαρκείς:
«Ευχαρίστως σας αναγγέλλομεν ότι η Εκτελεστική Επιτροπή του Ιδρύματος κατά τη Συνεδρίαν της 15-1-1954 ενέκρινε τα αποτελέσματα των εξετάσεών σας εις την Σύνθεσιν.
Κατ' αυτά φέρεσθε 1ος κατά σειράν επιτυχίας επί Ι θέσεως υποτρόφων. Οπως γνωρίζετε η υποτροφία αυτή είχε προκηρυχθή διάστημα 1-3 ετών.
Ως προς την ξένην γλώσσαν εκρίθησαν αι γνώσεις σας ανεπαρκείς. Κατά ταύτα δικαιούσθε όπως εντός εξαμήνου από της εκδόσεως των αποτελεσμάτων, ήτοι της 31ης Δεκεμβρίου 1953, επανέλθητε άπαξ εις νέαν εξέτασιν ως προς την ξένην γλώσσαν, οπότε, εάν μεν επιτύχητε, θα συνεχισθή η προβλεπομένη διαδικασία διά την ανακήρυξίν σας, εν εναντία δε περιπτώσει χάνετε το δικαίωμα της υποτροφίας».
Η Μυρτώ Αλτίνογλου - Θεοδωράκη στις 30 Ιούλη 1955 στη Βασιλεία της Ελβετίας, στον ποταμό Ρήνο (Αρχείο Μίκη Θεοδωράκη) |
«Καθώς η πρώτη μουσική ύλη» - αναφέρεται στις υπό επεξεργασία συνθέσεις του - «είχε τις ρίζες της μέσα στη δημοτική μας μουσική, στράφηκα σε μια προσπάθεια καταγραφής και συστηματοποίησης των μουσικών "τρόπων", επιδιώκοντας μέσα από αυτή να κωδικοποιήσω κατά το δυνατόν την αρμονική μου γλώσσα».
Οπωσδήποτε, χωρίς τη διδασκαλία του Ολιβιέ Μεσιάν στη σύνθεση, δεν θα είχε αναζητήσει την πρωτοτυπία της πρωτογενούς σύλληψης των συνθέσεών του στις ρίζες της δημοτικής παράδοσης. Με τα δικά του λόγια και τις δικές του σκέψεις:
«Παράλληλα η διδασκαλία του Μεσιάν σε σχέση με την ανάπτυξη των ρυθμών με βοήθησε στις ρυθμικές μου αναζητήσεις. Ηχητικά βρισκόμουν μέσα στο κυρίαρχο χρώμα της μουσικής modale ("τροπικής") που διακρίνει τα γνησιότερα δημοτικά μας τραγούδια, και ιδιαίτερα τα κρητικά».
«Σε κάποια στιγμή» - η εκ των υστέρων αποτίμησή του - «όπως είναι φυσικό χρησιμοποιώ τη "σειρά" στο δεύτερο μέρος της "Δεύτερης Σουίτας". Ομως με τρόπο ελεύθερο. Το ίδιο πράγμα θα κάνω στα 1958 με το αργό μέρος του έργου "Κοντσέρτο για πιάνο". Καρποί αυτής της "δημοτικής", ας την πούμε, εποχής (1954 - 1958) υπήρξαν ο "Κύκλος" για φωνή και πιάνο και οι δύο "Σονατίνες" για βιολί και πιάνο, η "Σονατίνα" για πιάνο και το finale του έργου "Piano Concerto".
Η επιστολή του Κ. Δημαρά, προέδρου του Ιδρύματος Κρατικών Υποτροφιών, προς τον νέο συνθέτη και η δισέλιδη σύμβαση (Αρχείο Μίκη Θεοδωράκη) |
Πώς ήταν όμως η ζωή στο Παρίσι για το νέο ζευγάρι; Αλήθεια με κάμποσα προσκόμματα, όμως φαίνεται ότι η νεότητα τα υπερπηδά. Πόσο μάλλον όταν και οι δυο τους είναι πλήρως εργαζόμενοι: Ο Μίκης ως συνθέτης, η Μυρτώ ως γιατρός στο Αντικαρκινικό Ινστιτούτο Κιουρί. Ο λόγος και πάλι στον μελοποιό της μεταπολεμικής τομής στη νεοελληνική μουσική:
«Η ζωή μας στο Παρίσι ήταν ασκητική. Η Μυρτώ ξύπναγε μες στα βαθιά χαράματα. Επρεπε ν' αλλάξει δύο μετρό για να φτάσει στην άλλη άκρη του Παρισιού, στη Rive Gauche, κοντά στο Pantheon, όπου βρισκότανε το Hopital Curie. Εκεί στην αρχή ειδικεύτηκε και μετά δούλεψε σαν κανονική γιατρός στη θεραπεία του καρκίνου με την τεχνική του κοβαλτίου.
Εγώ ξυπνούσα αργότερα. Εφτιαχνα τον ιταλικό καφέ μου και κατά τις 9 καθόμουν στο γραφείο, γράφοντας και αντιγράφοντας, έως ότου με πιάσει η όρεξη για σύνθεση. Τότε καθόμουν στο πιάνο και δεν σηκωνόμουν παρά μόνο όταν τελικά έμπαινα σε κάποιο καινούργιο μονοπάτι. Δούλευα έτσι έως τις 4 το απόγευμα, όταν δεν είχα ωδείο. Εβγαινα τότε για να κάνω ψώνια που μου είχε αναθέσει η Μυρτώ: Ψωμί, κρέας και στον μπακάλη.
Και μετά είτε την περίμενα να γυρίσει είτε πήγαινα σ' ένα μπιστρό στη rue Soufflot, όπου συχνά μαζί με τον συγγραφέα και φίλο Αριστοτέλη Νικολαΐδη παρασυρόμασταν σ' εκείνες τις απέραντες συζητήσεις που γεννούσαν οι μεταπολεμικοί καιροί. Εως ότου η γυναίκα μου κάνει κι αυτή τα δικά της ψώνια, για να προστεθεί αργότερα στη συντροφιά μας.
Η επιστολή του Κ. Δημαρά, προέδρου του Ιδρύματος Κρατικών Υποτροφιών, προς τον νέο συνθέτη και η δισέλιδη σύμβαση (Αρχείο Μίκη Θεοδωράκη) |
Οταν μέναμε σπίτι, πράγμα που γινότανε τις πιο πολλές μέρες, μελετούσαμε και οι δυο σιωπηλοί. Μετά η Μυρτώ ετοίμαζε το φαγητό και το βράδυ το περνούσε συνήθως με συντροφιά τον Γιάννη και την Μαίρη Χρονοπούλου, που έμεναν μαζί μας στην ίδια pension και σπούδαζαν (...) βιολοντσέλο και πιάνο.
Κάπου κάπου πηγαίναμε όλοι μαζί στο σπίτι πότε του ενός και πότε του άλλου. Η συντροφιά μας ήταν ο δικηγόρος Γιάννης Πάσχος με τη γυναίκα του, την Χριστίνα. Ο γιατρός Δημητρός Βαλής και η γυναίκα του, Πέπη. Και ο ψυχίατρος Τάκης Σακελλαρόπουλος με τη γυναίκα του, Ελια, που σπούδαζε (...) δικηγόρος». Μέσα σ' αυτό το φιλικό περιβάλλον θα κυοφορηθεί το έργο - τομή του 20ού αιώνα, ο «Επιτάφιος».
(Συνεχίζεται)
Η επιστολή του Κ. Δημαρά, προέδρου του Ιδρύματος Κρατικών Υποτροφιών, προς τον νέο συνθέτη και η δισέλιδη σύμβαση (Αρχείο Μίκη Θεοδωράκη) |
Σε νεαρή ηλικία ο συγγραφέας και ψυχίατρος - ψυχαναλυτής Αριστοτέλης Νικολαΐδης (1922 - 1996), προνομιακός συνομιλητής του Μίκη Θεοδωράκη κατά τα χρόνια της σπουδής στην ξενιτιά |