Απεργιακές κινητοποιήσεις σε ξενοδοχεία που παραβιάζουν την κλαδική Συλλογική Σύμβαση
Με κάτι τέτοιους τίτλους υποδέχεται ο τοπικός Τύπος της Κέρκυρας το φετινό καλοκαίρι, προβάλλοντας τη γνωστή εικόνα: Την ανάδειξη του νησιού σε έναν από τους κορυφαίους τουριστικούς προορισμούς, προς όφελος των μεγαλοξενοδόχων, των τουριστικών πρακτόρων και των μονοπωλίων στις μεταφορές.
Ομως, πίσω από τις βιτρίνες του τουριστικού «θαύματος» οι εργαζόμενοι ζουν τη σκληρή πραγματικότητα, την άλλη όψη των κερδών των μεγάλων τουριστικών ομίλων. Βλέπουν και ακούν για τα νέα ρεκόρ στις αφίξεις, ενώ οι ίδιοι παλεύουν να επιβιώσουν κάτω από άθλιες συνθήκες δουλειάς, με μισθούς που δεν φτάνουν ούτε για να ξεχρεώσουν τον περασμένο χειμώνα. «Λιώνουν» στη δουλειά το καλοκαίρι, για να μπουν τον χειμώνα στη φτώχεια και την ανεργία.
Πρόκειται για την αντίφαση που χαρακτηρίζει το νησί, όπως και πολλές άλλες περιοχές της χώρας. Αντίφαση που πηγάζει από τον ίδιο τον καπιταλιστικό δρόμο ανάπτυξης και την πολιτική στήριξης του κέρδους απ' όλα τα αστικά κόμματα και τις κυβερνήσεις, στον βωμό του οποίου θυσιάζονται τα δικαιώματα και οι ανάγκες των εργαζομένων και του λαού.
Από κινητοποιήσεις σε μεγάλα ξενοδοχεία της Κέρκυρας |
Η συζήτησή μας ξεκινάει με τις κινητοποιήσεις που πραγματοποιήθηκαν τους προηγούμενους δύο μήνες. Η σεζόν ξεκίνησε φέτος με την πίεση στους χώρους δουλειάς να αυξάνεται αισθητά από τις πρώτες μέρες. Μόνιμη δικαιολογία από την πλευρά των ξενοδόχων η έλλειψη εργατικών χεριών. Αν εστιάσει όμως κανείς στην πραγματικότητα που βιώνουν οι χιλιάδες εργαζόμενοι στα ξενοδοχεία, αποκαλύπτεται η μεγάλη αλήθεια: Οι μεγαλοξενοδόχοι δεν ψάχνουν για εργαζόμενους, αλλά για σύγχρονους «δούλους».
Η εργοδοσία χρησιμοποιεί ευρέως το εργαλείο των ατομικών συμβάσεων, εκμεταλλευόμενη σχετικές διατάξεις του νόμου Γεωργιάδη (5053/23) που επιτρέπει τη σύναψη ατομικής σύμβασης ακόμα και όπου ισχύουν κλαδικές. Οι εργοδότες, ιδίως οι μονοπωλιακοί όμιλοι, επιβάλλουν τις ατομικές συμβάσεις, συχνά με τεχνάσματα, εκμεταλλευόμενοι την άγνοια των εργαζομένων ή ακόμα και εκβιαστικά.
Ο πρόεδρος του Εργατικού Κέντρου καταγγέλλει χαρακτηριστικά ότι πολυεθνικός όμιλος με δύο ξενοδοχεία στην Κέρκυρα ζήτησε από εργαζόμενους να υπογράψουν ατομικές συμβάσεις ως όρο για την επαναπρόσληψή τους, ενώ δεν τους δόθηκε καν η δυνατότητα να τις διαβάσουν.
Το Συνδικάτο παρενέβη άμεσα, απέσπασε το περιεχόμενο των ατομικών συμβάσεων και αποκάλυψε την παγίδα: Εδιναν στην εργοδοσία το δικαίωμα να αλλάζει μονομερώς ειδικότητα, ωράριο, τόπο δουλειάς και να απολύει χωρίς αποζημίωση με πρόφαση τη «μειωμένη απόδοση». Ακολούθησαν συσκέψεις, οι εργαζόμενοι απαίτησαν τις συμβάσεις πίσω και ξεκίνησε αγώνας. Επίκεντρο ξενοδοχείο στους Ερμονες, με απεργίες και συλλαλητήριο τον Απρίλη και τον Μάη.
Η ενημέρωση από χώρο σε χώρο για τις κινητοποιήσεις και τα αποτελέσματά τους είναι κρίσιμη. Από τη μάχη με τον όμιλο FTI, μέχρι τις κινητοποιήσεις στο «Dreams» τα προηγούμενα χρόνια, η πείρα των εργαζομένων γίνεται «όπλο» στη διεκδίκηση. Μαθαίνουν να αναγνωρίζουν τις ατομικές συμβάσεις, να αντιδρούν έγκαιρα και να απευθύνονται στο Συνδικάτο.
Σε πολλές ξενοδοχειακές επιχειρήσεις, η εργοδοσία επιβάλλει ατομικές συμβάσεις με «μισθούς - πακέτα», που δίνουν στον εργαζόμενο λιγότερα απ' όσα πραγματικά αντιστοιχούν στη δουλειά του, σύμφωνα με την Κλαδική Σύμβαση. Στοχεύει κυρίως σε εργαζόμενους από άλλες περιοχές, που αντιμετωπίζουν τη δουλειά ως εφήμερη, ενδιαφέρονται περισσότερο για τον άμεσο μισθό και λιγότερο για μακροπρόθεσμα ή οργανωμένα συλλογικά δικαιώματα. Εδώ ο εργοδότης μπορεί να πληρώσει παραπάνω για στέγη ή φαγητό, αλλά κερδίζει κάτι πολύτιμο: Εναν ξεμοναχιασμένο, απόλυτα ελεγχόμενο εργαζόμενο. Με αυτό το μοντέλο υποσκάπτει τα δικαιώματα όλων.
Αντίστοιχα, ένα ολόκληρο τμήμα του προσωπικού - σχεδόν το ένα τρίτο - ανειδίκευτοι εργάτες, υπάλληλοι γραφείου και νέες ειδικότητες όπως οι beach boys, βρίσκονται εκτός Συλλογικής Σύμβασης, έρμαια στις ορέξεις της εργοδοσίας. Την ίδια ώρα, επιχειρήσεις που λειτουργούν εντός ξενοδοχείων - από mini market μέχρι γουναράδικα - απασχολούν προσωπικό με διαφορετικό ΑΦΜ, παρακάμπτοντας προκλητικά την υποχρέωση να εφαρμόζουν τη σύμβαση των ξενοδοχοϋπαλλήλων. Ετσι, μαζί με τα κέρδη, «αυγατίζουν» και οι διαφορετικές μορφές ευελιξίας, φτάνοντας σήμερα να μετράμε εργαζόμενους 14 διαφορετικών «ταχυτήτων».
Σε ένα τέτοιο τοπίο, τα εργατικά «ατυχήματα» πληθαίνουν επικίνδυνα. Οι ξενοδοχοϋπάλληλοι δουλεύουν χωρίς βασικά μέσα προστασίας - εξοπλισμό που καλούνται να αγοράσουν μόνοι τους - ενώ εκτίθενται σε επικίνδυνες ουσίες και βαριά καθήκοντα χωρίς καμία εκπαίδευση. Καμαριέρες και σερβιτόρες υποχρεώνονται να χειρίζονται οχήματα τύπου Golf cart, με τραγικά αποτελέσματα: Σε μία περίπτωση έσπασαν τα φρένα, σε άλλη το όχημα ξέφυγε από τον έλεγχο.
Μπροστά στην εργασιακή ζούγκλα, κυβέρνηση και εργοδοσία κουνάνε το δάχτυλο, επικαλούμενες την ψηφιακή κάρτα εργασίας. Ενα «εργαλείο διαφάνειας» που στην πράξη μετατρέπεται σε εργαλείο συγκάλυψης. Αντί να καταγράφουν οι ίδιοι οι εργαζόμενοι την προσέλευση και την αποχώρησή τους, τη δουλειά την κάνουν οι προϊστάμενοι και τα HR - με τα ρολόγια να γράφουν ό,τι βολεύει την επιχείρηση. Ετσι, τη στιγμή που οι εργαζόμενοι εξαντλούνται σε 12ωρα χωρίς ρεπό, στο σύστημα φαίνονται... εντάξει. Μια ψηφιακή «κανονικότητα» που νομιμοποιεί το ξεχείλωμα κάθε έννοιας ωραρίου.
Παράλληλα, οι μεγαλοξενοδόχοι αξιοποιούν εργαζόμενους από τρίτες χώρες μέσω «διακινητών», στήνοντας ένα καλοκουρδισμένο σύστημα εκμετάλλευσης. «Τυπικά εμφανίζονται να δουλεύουν με σύμβαση οκταώρου και πενθήμερου, αλλά στην πραγματικότητα δεν πληρώνονται υπερωρίες, δεν βλέπουν ρεπό, δουλεύουν Κυριακές και αργίες χωρίς καμία αποζημίωση», τονίζει ο συνδικαλιστής, μεταφέροντας τις καθημερινές μαρτυρίες των εργαζομένων. Το πιο εξοργιστικό; «Απ' όσα μπαίνουν στον τραπεζικό λογαριασμό, μόνο τα μισά φτάνουν στον μετανάστη. Τα υπόλοιπα τα παίρνει ο "διακινητής", με πρόσχημα την παροχή υπηρεσιών και εύρεση δουλειάς».
Είναι φανερό πως ό,τι εγγυάται την κερδοφορία για τους επιχειρηματίες του Τουρισμού, διασφαλίζει ταυτόχρονα και τη βάρβαρη «κανονικότητα» για χιλιάδες εργαζόμενους.
Ενας κύκλος πλατιάς ενημέρωσης ολοκληρώνεται αυτές τις μέρες, όπως σημειώνει ο Σταμάτης Πελάης, με το Συνδικάτο να απευθύνεται ακόμη και με ξενόγλωσση ανακοίνωση ειδικά στους αλλοδαπούς οικονομικούς μετανάστες. Το Συνδικάτο, στις 7 Μάη, συγκέντρωσε τα παράπονα και τις καταγγελίες των εργαζομένων και τα μετέφερε «θεσμικά» στην Ενωση Ξενοδόχων. Αυτή η διαδικασία έδωσε πείρα, ένωσε φωνές από επιχείρηση σε επιχείρηση, διαχύθηκε η γνώση και ενισχύθηκε η επαγρύπνηση απέναντι στην εργοδοτική αυθαιρεσία.
Παράλληλα, το Συνδικάτο κατέθεσε πρόταση διαπραγμάτευσης. Οι διεκδικήσεις παραμένουν: Αυξήσεις 15%-25%, ένταξη όλων των ειδικοτήτων στη σύμβαση, καθορισμός καθηκόντων (π.χ. αριθμός δωματίων ανά καμαριέρα ανάλογα με τα αστέρια του ξενοδοχείου), παροχή δωρεάν τροφής και στέγης, κατάργηση της παρακράτησης 7% και 2%.
«Αυτή τη στιγμή δίνουμε μάχη για να πάρει πίσω η εργοδοσία τις ατομικές συμβάσεις. Δεν ξέρουμε πόσο θα κρατήσει, αλλά εμείς δεν κάνουμε πίσω», δηλώνει αποφασιστικά ο πρόεδρος του Εργατικού Κέντρου.
Ο Ιούνης άλλωστε ξεκίνησε ήδη με απεργιακές κινητοποιήσεις, την Παρασκευή και σήμερα Σάββατο σε ξενοδοχεία που παραβιάζουν την κλαδική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας. Ο σχεδιασμός περιλαμβάνει κινητοποιήσεις και τον Ιούλιο, με στόχο καλύτερους όρους αμοιβής και εργασίας. «Δεν είναι μόνο το άμεσο αποτέλεσμα, είναι η διατήρηση ζωντανού του κλίματος διεκδίκησης και η ενίσχυση του προσανατολισμού που πρέπει να έχει το εργατικό - λαϊκό κίνημα», υπογραμμίζει ο Στ. Πελάης. Γιατί το ζητούμενο δεν είναι «πόσοι λείπουν», αλλά πώς θα γίνει πράξη η ανάγκη για φθηνό, ποιοτικό τουρισμό και μόνιμη, σταθερή δουλειά με δικαιώματα.
Εξάλλου, η κλάψα των μεγαλοξενοδόχων για την έλλειψη προσωπικού προδίδει αυτό που τρέμουν περισσότερο: Τους ίδιους τους εργαζόμενους. Αυτούς που κρατούν όρθια την τουριστική βιομηχανία - όχι οι επενδυτές, ούτε οι υπουργοί. Είναι οι καμαριέρες, οι μάγειρες, οι σερβιτόροι, οι λαντζέρηδες. Κι όταν αυτοί λείπουν, το «πάρτι» της κερδοφορίας τελειώνει. Κι αυτό είναι η πιο τρανταχτή απόδειξη της δύναμής τους.