Κορυφαίος τερματοφύλακας όλων των εποχών ανακηρύχθηκε πρόσφατα η «μαύρη αράχνη» της ΕΣΣΔ
Το ποδοσφαιρικό μέγεθος του Λεβ Γιασίν, και κυρίως η σφραγίδα που άφησε στο άθλημα, ακόμα και σήμερα, 35 χρόνια μετά τον θάνατό του, είναι αδύνατο να μην αναγνωριστούν. Αυτό αποδείχθηκε και πρόσφατα με τη διάκριση που του απένειμε η Διεθνής Ομοσπονδία Ιστορίας και Στατιστικής του Ποδοσφαίρου (IFFHS), η οποία αναγνώρισε τον σπουδαίο τερματοφύλακα της ΕΣΣΔ και της Ντιναμό Μόσχας ως τον κορυφαίο όλων των εποχών.
Γεννημένος το 1929 στη Μόσχα, ο Γιασίν μεγάλωσε σε μια ΕΣΣΔ πληγωμένη από την τεράστια προσπάθεια που κατέβαλε για να κατατροπώσει τις ναζιστικές δυνάμεις κατά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Αρχικά εργάστηκε σε εργοστάσιο αεροπλάνων, αλλά κατάφερε να ασχοληθεί και με το αγαπημένο του άθλημα, αγωνιζόμενος ως τερματοφύλακας. Μάλιστα, αν και η οικογένειά του υποχρεώθηκε λόγω του πολέμου να φύγει από τη Μόσχα και να καταφύγει στη μακρινή πόλη Ουλιανόφσκ, με τον ίδιο να πραγματοποιεί εκεί τα πρώτα του ποδοσφαιρικά βήματα, στην εργασιακή ομάδα «Κόκκινος Οκτώβρης», το ταλέντο του δεν άργησε να εντοπιστεί σε πιο κεντρικό επίπεδο, παρόλο που βρισκόταν περίπου 700 χλμ. από τη ρωσική πρωτεύουσα.
Συνδυάζοντας ευκινησία, παρά το ύψος του (1,89 μ.), υψηλή συγκέντρωση και αντίληψη την ώρα του αγώνα - οδηγώντας τον έτσι στις εντυπωσιακές αποκρούσεις του - αλλά και ηγετικές ικανότητες, από τα πρώτα ποδοσφαιρικά χρόνια του Γιασίν ήταν εμφανές ότι επρόκειτο για έναν ξεχωριστό παίκτη, που θα έφερνε επανάσταση στη θέση του τερματοφύλακα. Το πιο χαρακτηριστικό στοιχείο ήταν η ικανότητά του να κινείται στα ευρύτερα όρια της περιοχής, συχνά πολύ έξω από τη γραμμή του τέρματος, ένας τρόπος παιχνιδιού πραγματικά ρηξικέλευθος για τερματοφύλακα. Ιδιαίτερα διακρίθηκε ο Γιασίν για το «διάβασμα» των φάσεων, αλλά και για τη γρήγορη μετάβαση της μπάλας στους συμπαίκτες του προκειμένου να ξεκινήσουν αντεπίθεση.
Δεν είναι λίγες οι σπουδαίες μορφές του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου που κατά καιρούς έχουν κάνει ιδιαίτερη αναφορά στις εμφανίσεις του Γιασίν στο τέρμα. Ειδικά μάλιστα από τη στιγμή που αγωνιζόμενος με την φανέλα της ΕΣΣΔ σε διεθνείς διοργανώσεις (Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα, Μουντιάλ, φιλικά παιχνίδια) έγινε γνωστός σε ευρύτερο επίπεδο, αφού οι ομάδες της Σοβιετικής Ενωσης άρχισαν να συμμετέχουν στις διοργανώσεις της UEFA πιο αργά, το 1966, και ενώ ο Γιασίν είχε μπει στην τελική ευθεία της αθλητικής του πορείας. «Αυτός ξέρει περισσότερη μπάλα από μένα», φέρεται να έχει πει ο σπουδαίος Σάντρο Ματσόλα, της Ιντερ και της Εθνικής ομάδας της Ιταλίας, σχολιάζοντας χαμένο πέναλτι απέναντι στον Σοβιετικό πορτιέρο σε αγώνα μεταξύ των δύο χωρών. Ενδεικτική είναι και η περιγραφή που δίνει ο Γιώργος Κούδας, μεγάλη μορφή του ΠΑΟΚ και του ελληνικού ποδοσφαίρου, αναφερόμενος στον Γιασίν στην αυτοβιογραφία του: «Δεν υπάρχει επιθετικός παίκτης που να βρέθηκε κοντά στα καρέ του Γιασίν και να μην ένιωσε δέος, ότι παίζει εναντίον ενός ανίκητου τερματοφύλακα».
Οπως και σε άλλες περιπτώσεις σπουδαίων αθλητών που με τις εμφανίσεις τους άφησαν τη δική τους σφραγίδα στα αγωνίσματα με τα οποία ασχολήθηκαν, έτσι και στην περίπτωση του Γιασίν η όλη εξέλιξή του και οι διακρίσεις που απέσπασε δεν αποτέλεσαν μόνο προσωπικό επίτευγμα. Ηταν ταυτόχρονα το αποτέλεσμα ενός ανώτερου αθλητικού μοντέλου που εφαρμόστηκε στην ΕΣΣΔ, μέσω του οποίου προσφέρονταν σε όλους τους αθλητές οι κατάλληλες αθλητικές εγκαταστάσεις, η υλικοτεχνική υποδομή, η ολοκληρωμένη επιστημονική στήριξη και κυρίως οι προϋποθέσεις σε προπονητές, αθλητές και αθλούμενους σε μαζικό επίπεδο, προκειμένου να ασχοληθούν με τον αθλητισμό απρόσκοπτα.
Ηταν αυτό το μοντέλο ανάπτυξης π.χ. στο ποδόσφαιρο που, δίνοντας έμφαση στην επιστημονική προπόνηση και στην ομαδικότητα στο παιχνίδι, αποτέλεσε το εφόδιο για τον Γιασίν ώστε να αναπτύξει περαιτέρω τις ικανότητές του, να διορθώσει τις αδυναμίες του και, χάρη και στη σωματική του ευκινησία, να φτάσει στην κορυφή. Ο ίδιος κάποτε, εξηγώντας την πεμπτουσία της ποδοσφαιρικής καριέρας του, σε συνδυασμό με τη φιλοσοφία του στη ζωή γενικότερα, είπε:
«Το ποδόσφαιρο, όσο κι αν αλλάξει, θα ανήκει πάντα στην εργατική τάξη. Γεννήθηκα ανάμεσα σε δύο παγκόσμιους πολέμους και μία επανάσταση. Το μόνο που ήθελα ήταν να βοηθάω τους συνανθρώπους μου, τους συμπαίκτες μου και να χαίρομαι το ποδόσφαιρο. Αυτό πρέπει να το θες, δεν μετριέται με χρήματα».
Την Κυριακή 1η Ιούνη στις 7.30 μ.μ. στην πλατεία Νέας Σμύρνης
Στην εκδήλωση θα μιλήσουν ο Γιάννης Κορφιάτης, επικεφαλής της «Λαϊκής Συσπείρωσης» Νέας Σμύρνης, ο Νάσος Μπράτσος, συγγραφέας και δημοσιογράφος, ο Πάνος Τσελέντης, μέλος του Πανιωνίου ΓΣΣ, και ο Μίλτος Λαζαρίδης, πρώην πρόεδρος του Πανιωνίου ΓΣΣ και γενικός γραμματέας της Ομοσπονδίας μπάσκετ. Χαιρετισμό θα απευθύνει ο Θοδωρής Ντάντος, πρόεδρος του Ερασιτέχνη Πανιωνίου. Τη συζήτηση θα συντονίσει ο δημοσιογράφος του «Ριζοσπάστη» Κώστας Πασακυριάκος.