«Να μην είναι η Ελλάδα η επόμενη Πορτογαλία» αναφωνούν διάφορα επιτελεία της σοσιαλδημοκρατίας και του οπορτουνισμού στη χώρα μας, με πιο χαρακτηριστική την τοποθέτηση του προέδρου της ΝΕΑΡ, Αλ. Χαρίτση, σχολιάζοντας τα αποτελέσματα των πορτογαλικών εκλογών, με τη νέα εκτίναξη του ακροδεξιού κόμματος Chega, την εκλογική ήττα και σημαντική πτώση των Σοσιαλιστών και το νέο ιστορικό χαμηλό για το Πορτογαλικό ΚΚ.
Βρίσκει μάλιστα ο ίδιος ευκαιρία να «αναστήσει» ως δήθεν «αντίδοτο» τον χρεοκοπημένο μύθο της «κυβερνώσας Αριστεράς» και των «προοδευτικών κυβερνήσεων» στο έδαφος του καπιταλισμού, λέγοντας χαρακτηριστικά ότι «η Αριστερά μπορεί να ανακόψει την ακροδεξιά όταν έχει ριζοσπαστικό πρόγραμμα, συμμετέχει ενεργά στην προώθηση εφαρμοσμένων πολιτικών που αλλάζουν τη ζωή των ανθρώπων και υπερβαίνει τον εαυτό της στις κρίσιμες στιγμές. Αλλιώς κινδυνεύει να βρεθεί στο περιθώριο»...
Κάτι «ξεχνούν», βέβαια, ο ίδιος και τα άλλα επιτελεία που αναπαράγουν παρόμοιες απατηλές τοποθετήσεις. «Ξεχνούν» τι προηγήθηκε και τι οδήγησε στη σημερινή κατάσταση...
Γιατί πριν το «να μη γίνουμε Πορτογαλία» προηγήθηκε επί χρόνια το... «κάντο όπως η Πορτογαλία»! Η καραμέλα δηλαδή που λάνσαραν ο ΣΥΡΙΖΑ και άλλες δυνάμεις στη χώρα μας, που εκθείαζαν τη στήριξη του Πορτογαλικού ΚΚ και οπορτουνιστικών δυνάμεων όπως το «Αριστερό Μπλόκο» σε αστικές σοσιαλδημοκρατικές κυβερνήσεις από το 2015, όπως και πιο πριν, άλλα επιτελεία εκθείαζαν τη «συναίνεση των πολιτικών δυνάμεων» στην Πορτογαλία για την «έξοδο από τα μνημόνια».
Των τωρινών εκλογικών αποτελεσμάτων προηγήθηκε αυτό ακριβώς που οι ίδιοι παρουσίαζαν ως «φάρμακο»: Η «προοδευτική κυβέρνηση» μειοψηφίας των Σοσιαλιστών, με πρωθυπουργό τον Αντ. Κόστα - πρόεδρο σήμερα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου... - την οποία στήριξαν στη Βουλή το Πορτογαλικό ΚΚ και το «Μπλόκο», με προγραμματική συμφωνία μετά τις εκλογές του 2015 και «κατά περίπτωση» μετά τις εκλογές του 2019... «για να φύγει η Δεξιά» και να εφαρμοστούν «προοδευτικά μέτρα».
Ποιο ήταν το αποτέλεσμα; Αφενός, η κυβέρνηση Κόστα συνέχισε την αντιλαϊκή πολιτική και τη βαθύτερη εμπλοκή στους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς ΝΑΤΟ και ΕΕ, υπηρετώντας τα συμφέροντα του κεφαλαίου, ενώ την ίδια ώρα ο πορτογαλικός λαός όχι μόνο δεν βελτίωσε τη θέση του, αλλά συνέχισε να έρχεται αντιμέτωπος με χαμηλούς μισθούς και συντάξεις, με τα ελάχιστα ψίχουλα στον κατώτατο μισθό να είναι σταγόνα στον ωκεανό σε σχέση με το αυξανόμενο κόστος ζωής, με επέκταση της «ευελιξίας» στις εργασιακές σχέσεις κ.ο.κ.
Αφετέρου, όχι μόνο επέστρεψε η «δεξιά» στη διακυβέρνηση (ενώ και ως αντιπολίτευση ψήφιζε μια σειρά αντιλαϊκά μέτρα όποτε το είχε ανάγκη η... «προοδευτική κυβέρνηση»), αλλά η ακροδεξιά «απογειώθηκε», ξεπερνώντας πλέον το 22,5%, ενώ το Πορτογαλικό ΚΚ - κόμμα με ιστορικές ρίζες και αγωνιστικές παραδόσεις - μετά τη στήριξή του σε αστικές κυβερνήσεις καταγράφει τα χαμηλότερα ποσοστά της ιστορίας του, με τον εκλογικό συνασπισμό του με τους «Πράσινους» να λαμβάνει μόλις 3% και να πέφτει από τις 445 χιλιάδες ψήφους το 2015 στις 180 χιλιάδες ψήφους το 2025...
Οπως και με την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ στην Ελλάδα, οι «προοδευτικές κυβερνήσεις» στην Πορτογαλία έδωσαν τελικά το «φιλί της ζωής» στην καπιταλιστική σταθερότητα, συνέβαλαν στον εγκλωβισμό της λαϊκής δυσαρέσκειας και ριζοσπαστικών δυνάμεων. Η διάψευση ελπίδων οδήγησε σε απογοήτευση και αναδίπλωση, έστρωσε το έδαφος για τη σημερινή κατάσταση. Με μια σημαντική διαφορά: Στη χώρα μας υπάρχει το ΚΚΕ και το έμπρακτο παράδειγμα της στάσης του Κόμματος την περίοδο 2012 - 2015, απέναντι στις αντιλαϊκές «προοδευτικές» κυβερνήσεις του ΣΥΡΙΖΑ και στα τότε κελεύσματα του... «κάντο όπως η Πορτογαλία».
Η στάση αυτή του ΚΚΕ και η επιβεβαίωσή της αποτελεί σπουδαία παρακαταθήκη για το εργατικό - λαϊκό κίνημα. Είναι αυτή που διαμόρφωσε τις προϋποθέσεις ώστε να μην αφοπλιστεί και να μπορεί σήμερα να οργανώνεται με καλύτερους όρους η λαϊκή αντεπίθεση απέναντι στην αντιλαϊκή πολιτική, να διευρύνεται η πολιτική επιρροή του Κόμματος, να διαμορφώνονται όροι για την ισχυροποίησή του, για τη συγκέντρωση δυνάμεων για την πραγματική ανατροπή.
Τα σημαντικά πολιτικά συμπεράσματα αυτής της περιόδου δεν αφορούν μόνο σε μια ιστορική αποτίμηση. Είναι πολύτιμα στο σήμερα, για να μην εγκλωβίζονται ριζοσπαστικές δυνάμεις σε παλιές και «νέες» αυταπάτες για κυβερνητικές και φιλολαϊκές λύσεις εντός του συστήματος, για να αναδεικνύονται ο πραγματικός ταξικός αντίπαλος και η μόνη διέξοδος υπέρ των εργαζομένων και του λαού, να ενισχύεται ο αγώνας τους στην προοπτική του σοσιαλισμού - κομμουνισμού.