Ηταν τότε που έμεινε στην Ιστορία ο ηρωικός ταξικός αγώνας για την επιβολή της 8ωρης εργασίας ως ημερήσιου εργάσιμου χρόνου, αντί της 10ωρης, 11ωρης έως και 14ωρης που επικρατούσαν.
Ανεξίτηλα παραμένουν τα συνθήματα, τα τραγούδια που έβγαιναν από τα χείλη χιλιάδων εργαζομένων:
«Σκοπεύουμε ν' αλλάξουμε τα πράγματα. Οχι πια να μοχθούμε απ' τα χαράματα, ίσα - ίσα μόνο για να ζούμε, να μην έχουμε ποτέ μια ώρα για να σκεφτούμε», διεκδικώντας «Οχτώ ώρες για εργασία, οχτώ ώρες για ανάπαυση κι οχτώ ώρες για ό,τι θέλουμε».
Η 8ωρη εργάσιμη μέρα ως ιδέα υπήρχε πολύ πιο πριν, ενώ εντατικοί αγώνες για αυτόν τον σκοπό άρχισαν σχεδόν μετά τον αμερικάνικο εμφύλιο (1861-1865).
Αναφέρει χαρακτηριστικά ο Καρλ Μαρξ: «Ο πρώτος καρπός του εμφυλίου πολέμου ήταν η ζύμωση για το οκτάωρο, που με ταχύτητα ατμομηχανής προχωρεί από τον Ατλαντικό ως τον Ειρηνικό Ωκεανό, από τη Νέα Αγγλία ως την Καλιφόρνια. Το πανεργατικό συνέδριο της Βαλτιμόρης (16 Αυγούστου 1866) διακηρύχνει: "Η πρώτη και μεγάλη απαίτηση της σημερινής εποχής για ν' απελευθερωθεί η εργασία αυτής της χώρας από την καπιταλιστική σκλαβιά, είναι η έκδοση ενός νόμου που θα καθορίζει ότι το 8ωρο θα αποτελεί την κανονική εργάσιμη ημέρα σ' όλες τις Πολιτείες της αμερικανικής Ενωσης. Είμαστε αποφασισμένοι να καταβάλουμε όλες μας τις δυνάμεις ώσπου να πετύχουμε αυτό το ένδοξο αποτέλεσμα"» (Κ. Μαρξ: «Το Κεφάλαιο», εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», τόμος Πρώτος, σελ. 314 - 315).
Στην πρωτομαγιάτικη απεργία του 1886 στις ΗΠΑ πήραν μέρος περίπου μισό εκατομμύριο εργάτες, με διαδηλώσεις στις περισσότερες από τις μεγάλες πόλεις. Το Σικάγο αναδείχθηκε στο επίκεντρο του αγώνα.
Στις 3 Μάη, η αστυνομία πυροβόλησε εν ψυχρώ εναντίον εργατών που διαδήλωναν. Την επομένη, 4 Μάη, έγινε διαδήλωση διαμαρτυρίας στο Χέιμαρκετ, όπου κάποιος προβοκάτορας έριξε βόμβα εναντίον αστυνομικών.
Η αστυνομία εκμεταλλεύτηκε αυτήν την αφορμή και χτύπησε τη συγκέντρωση, ενώ το αστικό κράτος βρήκε την ευκαιρία να συλλάβει τους ηγέτες των εργατών. Συγκεκριμένα, οδηγήθηκαν σε σκηνοθετημένη δίκη οχτώ άνθρωποι. «Κρεμάστε τους πρώτα κι ύστερα τους δικάζετε», ήταν η αξίωση κράτους και αφεντικών. Κι αυτό έγινε, στις 11 Νοέμβρη του 1887, με τους Πάρσονς, Σπάις, Φίσερ και Εγκελ να οδηγούνται στην αγχόνη, περνώντας στην αιωνιότητα των ηρώων της εργατικής τάξης.
«Αν σας περνάει η ιδέα στα σοβαρά πως με τις κρεμάλες σας μπορείτε να σταματήσετε το κίνημα που εξωθεί εκατομμύρια γονατισμένων από την καταπίεση εργατών στην εξέγερση, είστε, μα την αλήθεια, "πτωχοί τω πνεύματι"»: Τα συγκλονιστικά αυτά λόγια του Σπάις στο δικαστήριο τα επαλήθευσε η πάλη των εργατών. Η πρωτομαγιάτικη απεργία του 1886 είχε ως αποτέλεσμα 185.000 εργάτες να κερδίσουν το 8ωρο και τουλάχιστον 200.000 εργάτες να μειώσουν τον χρόνο εργασίας τους από τις 12 στις 10 και 9 ώρες.
Σε πολλές περιοχές κερδήθηκε η ημιαργία του Σαββάτου, ενώ αρκετές βιομηχανίες σταμάτησαν την κυριακάτικη εργασία. Το 1889 στο Ιδρυτικό της Συνέδριο η Β' Διεθνής αποφάσισε τον γιορτασμό της Πρωτομαγιάς ως παγκόσμιας μέρας εργατικών διεκδικήσεων.
Τα γεγονότα εκείνων των ημερών ζωντανεύουν μέσα από το έργο των Ρίτσαρντ Ο. Μπόγιερ και Χέρμπερτ Μ. Μόρε, «Η άγνωστη Ιστορία του εργατικού κινήματος των ΗΠΑ», εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή».
«"Παντού βλέπει κανείς αναταραχή για το οχτάωρο", έγραφε ο Τζον Σουίντον στην εφημερίδα του, στις 18 του Απρίλη 1886. Οι εργάτες διαδήλωναν και τραγουδούσαν από τη Νέα Υόρκη μέχρι το Σαν Φρανσίσκο. Οι εφημερίδες, ομόφωνα και με μικρές διαφοροποιήσεις, δήλωναν ότι το κίνημα ήταν "κομμουνιστικό, ανατριχιαστικό και αχαλίνωτο". Δήλωναν ότι θα έφερνε "μείωση μισθών, φτώχεια και κοινωνική υποβάθμιση του Αμερικανού εργάτη", ενώ θα έσπρωχνε τους εργάτες σε "αλητεία και χαρτοπαιξία, βία, κραιπάλη και αλκοολισμό". Η Νιου Γιορκ Τάιμς, στις 25 του Απρίλη 1886, χαρακτήρισε το κίνημα "αντιαμερικανικό", προσθέτοντας ότι "οι εργατικές αναταραχές προκαλούνται από ξένους"...
Οι εφημερίδες και οι βιομήχανοι διέδιδαν ότι η 1η του Μάη ήταν η ημερομηνία που θα γινόταν μια κομμουνιστική εργατική εξέγερση, σύμφωνα με το μοντέλο της Παρισινής Κομμούνας...
Η 1η του Μάη ήταν μια θαυμάσια μέρα... Ολα ήταν ήσυχα, τα εργοστάσια άδεια, οι αποθήκες κλειστές, τα φορτηγά βαγόνια αχρησιμοποίητα, οι δρόμοι έρημοι, οι οικοδομές παρατημένες, δεν έβγαινε καπνός από τα φουγάρα των εργοστασίων και οι μάντρες των ζώων ήταν σιωπηλές.
Ηταν Σάββατο, εργάσιμη μέρα. Ομως οι εργάτες γελώντας, κουβεντιάζοντας και ντυμένοι με τα καλά τους, κατευθύνονταν μαζί με τις γυναίκες και τα παιδιά τους στη λεωφόρο Μίτσιγκαν. Ο δρόμος είχε αποκτήσει ατμόσφαιρα γιορτής...
Εξω από τον κύριο όγκο της διαδήλωσης και στους γειτονικούς δρόμους, ήταν παραταγμένοι λόχοι αστυνομικών και ειδικών δυνάμεων, έτοιμοι να επιβάλουν "τον νόμο και την τάξη". Σε στρατηγικά σημεία, στις στέγες, ήταν μαζεμένοι αστυνομικοί, Πίνκερτον και αξιωματικοί της εθνοφρουράς, κρατώντας όπλα και άλλα σύνεργα πολέμου. Στους στρατώνες, 1.350 εθνοφρουροί με στολή, οπλισμό και πολυβόλα περίμεναν το σύνθημα για να δράσουν. Σε ένα κεντρικό κτίριο γραφείων μαζεύτηκαν ηγετικά στελέχη της Επιτροπής Πολιτών. Συνεδρίαζαν όλη τη μέρα και έπαιρναν αναφορές από έξω για την επικείμενη σύγκρουση. Αυτοί ήταν το γενικό επιτελείο που συντόνιζε τη μάχη για τη διάσωση του Σικάγου από το κομμουνιστικό οχτάωρο...
Γύρω στους 340.000 εργάτες διαδήλωναν σε όλη τη χώρα. Περίπου 190.000 είχαν κατέβει σε απεργία. Στο Σικάγο 80.000 απεργούσαν για το οχτάωρο και οι περισσότεροι, είπε ο Σπάις δείχνοντας με συγκίνηση, βρίσκονταν εδώ και περίμεναν να αρχίσει η διαδήλωση. Μια δεύτερη σκέψη πέρασε από το μυαλό του και είπε στον Πάρσονς να διαβάσει το κύριο άρθρο της Μέιλ:
"Στην πόλη μας υπάρχουν δύο επικίνδυνοι κακοποιοί, δύο ακαμάτηδες δειλοί που πάνε να δημιουργήσουν φασαρίες. Ο ένας λέγεται Πάρσονς, ο άλλος Σπάις...".
"Θυμηθείτε τα ονόματά τους σήμερα. Παρακολουθήστε τους. Θεωρήστε τους προσωπικά υπεύθυνους για όποια φασαρία δημιουργηθεί. Τιμωρήστε τους παραδειγματικά αν σημειωθούν ταραχές!".
Η διαδήλωση άρχιζε, οι χιλιάδες ξεκινούσαν την πορεία και ο καθένας ένιωθε μέσα του τη δύναμη, την τεράστια δύναμη της αλληλεγγύης... όλοι αποφασισμένοι στη διεκδίκηση του οχτάωρου.
Ο Πάρσονς βάδιζε κοντά στην κεφαλή της πορείας... Η πορεία κατευθύνθηκε προς τη λίμνη Φροντ, όπου θα γίνονταν ομιλίες στα αγγλικά, στα τσέχικα, στα γερμανικά και τα πολωνικά. Ο Πάρσονς μίλησε για την ακατανίκητη δύναμη της ενωμένης εργατικής τάξης. Ο Σπάις, τριάντα ενός χρόνων, εκδότης της γερμανόφωνης εργατικής εφημερίδας Αρμπάιτερ - Τσάιτουνγκ και εξίσου εύγλωττος στη μητρική του γλώσσα και στα αγγλικά, ήταν πολύ αγαπητός στους συγκεντρωμένους... Καθώς τα χειροκροτήματα για τον Σπάις έσβηναν, η Πρωτομαγιά ανήκε πια στο παρελθόν.
Δεν έγινε αιματοχυσία, ούτε επαναλήφθηκε η Παρισινή Κομμούνα... Τη Δευτέρα η απεργία απλώθηκε και πολλές χιλιάδες εργατών του Σικάγου κατάκτησαν το οχτάωρο, ενώ η Επιτροπή Πολιτών εξακολουθούσε να υποστηρίζει ότι κάτι έπρεπε να γίνει.
Η αστυνομία, εξοργισμένη από τη διάψευση των υψηλών προσδοκιών της για την Πρωτομαγιά, παρηγορήθηκε κάπως χτυπώντας τους εργαζόμενους στο λοκ άουτ του εργοστασίου θεριστικών μηχανών του Μακ Κόρμικ και βάζοντας μέσα 300 απεργοσπάστες. Την ώρα που έκλεινε το εργοστάσιο, ένα μεγάλο πλήθος εργατών περίμενε να βγουν οι απεργοσπάστες. Τότε, ξαφνικά, τα όπλα των αστυνομικών στράφηκαν καταπάνω τους. Εκείνοι υποχώρησαν και έκαναν να φύγουν, όταν η αστυνομία, σύμφωνα με έναν αυτόπτη μάρτυρα, "άρχισε να πυροβολεί τους εργάτες πισώπλατα. Μερικοί άντρες και αγόρια σκοτώθηκαν καθώς έτρεχαν να φύγουν". Οι νεκροί ήταν έξι. Ο Σπάις, που μιλούσε εκεί κοντά σε συγκέντρωση απεργών εργατών ξυλουργείων, είδε τη σφαγή και το ανέφερε στους συντρόφους του. Αποφασίστηκε να οργανωθεί συγκέντρωση διαμαρτυρίας για την αστυνομική βία, το επόμενο βράδυ στην πλατεία Χεϊμάρκετ...
Το πλήθος δεν έφτανε να γεμίσει την πλατεία, γι' αυτό ο Σπάις, που είχε πάει πρώτος, έσπρωξε ένα άδειο βαγόνι στη γωνία του λιθόστρωτου δρόμου, μισό τετράγωνο πιο πέρα, για να το χρησιμοποιήσουν σαν εξέδρα οι ομιλητές...
Ο Σπάις μιλούσε από το βαγόνι, όταν είδε τον Πάρσονς να φτάνει μαζί με την γυναίκα του και τα παιδιά του. Τον είδε και ο κόσμος και ξέσπασε σε χειροκροτήματα. Ο Πάρσονς έβαλε την οικογένειά του σε ένα άλλο άδειο βαγόνι, πήγε στην αυτοσχέδια εξέδρα, σκαρφάλωσε και άρχισε την ομιλία του. "Δεν βρίσκομαι εδώ για να ξεσηκώσω κανέναν", είπε, "αλλά για να πω τα πράγματα έτσι όπως έχουν"...
Η ομιλία του Πάρσονς τέλειωσε στις δέκα... Τώρα μιλούσε ο Σαμ Φίλντεν... "Είναι αλήθεια ή όχι", έλεγε, "ότι δεν εξουσιάζουμε την ίδια μας τη ζωή, ότι άλλοι διαμορφώνουν τις συνθήκες ύπαρξής μας, ότι...". Ξαφνικά φωνές ακούστηκαν: "Προσοχή! Η αστυνομία!". Από το τέρμα του δρόμου φάνηκαν οι 180 αστυφύλακες σε στρατιωτικό σχηματισμό, με τα γκλομπ στα χέρια. Επικεφαλής ήταν ο αστυνόμος Μπόνφιλντ και ο αστυνόμος Γουόρντ. Ο κόσμος άρχισε να τρέχει. Ο Γουόρντ σταμάτησε μπρος στο βαγόνι και είπε στον κατάπληκτο Φίλντεν: "Εν ονόματι του λαού της πολιτείας του Ιλινόις, διατάζω να διαλυθεί αμέσως και ειρηνικά αυτή η συγκέντρωση".
"Μα, Αστυνόμε", είπε ο Φίλντεν με σβησμένη φωνή, "είμαστε ειρηνικοί".
Για μια στιγμή έγινε σιωπή. Μέσα στη νύχτα ακουγόταν ο θόρυβος των ποδιών που έτρεχαν. Ξαφνικά ένα κόκκινο φως έλαμψε και ακούστηκε μια τρομερή έκρηξη. Κάποιος είχε ρίξει μια βόμβα...
Την άλλη μέρα, το Σικάγο και όλη η χώρα είχαν μεταμορφωθεί σε ένα τέρας που διψούσε για εκδίκηση... "ο Τύπος έχασε και το τελευταίο ίχνος αντικειμενικότητας... Ενας χαρακτηριστικός τίτλος ούρλιαζε: ΤΩΡΑ ΑΙΜΑ!... Μια βόμβα που ρίχτηκε στις γραμμές της αστυνομίας εγκαινιάζει το έργο του θανάτου"».
Η ιστορία όμως τελικά γράφτηκε από τους πραγματικούς πρωταγωνιστές, τους αγωνιζόμενους εργάτες: Η τάξη τους είχε νικήσει και είχε ανοίξει νέες σελίδες στην πάλη τους. Το 8ωρο κατακτήθηκε.