Ερωτήσεις και απαντήσεις για το αντιδραστικό ταξικό μέτρο που σχεδιάζει να εφαρμόσει η κυβέρνηση το 2025
Η «Πανσπουδαστική Κίνηση Συνεργασίας» απευθύνεται με κάλεσμα αγώνα στους φοιτητές και τις φοιτήτριες μέσα στις σχολές αλλά και στην κοινωνία, τη συναίνεση της οποίας προσπαθεί να αποσπάσει η κυβέρνηση, δηλώνοντας πως «δεν θα αφήσουμε να διαγραφούν οι προσπάθειες και οι θυσίες εμάς και των οικογενειών μας! Με τους φοιτητικούς συλλόγους μπορούμε να αφήσουμε τον νόμο στα χαρτιά», τονίζει η ΠΚΣ και παραθέτει ερωτήσεις και απαντήσεις γύρω από το θέμα των διαγραφών ως εξής:
Καθορίζει "ανώτατο όριο φοίτησης" για όλους τους φοιτητές στα ν+2 ή ν+3 έτη με τις πρώτες διαγραφές να σχεδιάζονται για τον Σεπτέμβρη 2025.
Δεν πρόκειται για μια "εκκαθάριση" του μητρώου των πανεπιστημίων από όσους εισήχθησαν στα ΑΕΙ την προηγούμενη χιλιετία ή όσων έχουν παρατήσει τις σπουδές τους. Αφορά όσους ήδη σπουδάζουν και ισχύει αναδρομικά. Δηλαδή όσους εισήχθησαν στις σχολές από το 2018 και πριν, ακόμα και φοιτητές που είναι 24 χρονών!
Οι διαγραφές απειλούν ενεργούς φοιτητές! Οπως αποκαλυπτικά τονίζουν σε κοινή ανακοίνωσή τους οι πρόεδροι Μαθηματικών τμημάτων, πάνω από το 50% όσον πήραν πτυχίο μεταξύ 2023-'24 θα είχαν διαγραφεί με βάση τον νόμο.
Είναι fake news ότι υπάρχουν 333.741 "αιώνιοι φοιτητές". Σκόπιμα τσουβαλιάζονται όσοι δεν φοιτούν εντός της διάρκειας που η κυβέρνηση κρίνει ως "ενεργή" (ν+2 ή ν+3), ακόμα και σε σχολές που οι μέσοι όροι αποφοίτησης είναι μεγαλύτεροι.
Τα χιλιοειπωμένα περί "αιώνιων φοιτητών" και άλλα ψέματα αποτελούν το προπέτασμα καπνού για να καταφέρουν τη συναίνεση της κοινωνίας, κρύβοντας ότι πρόκειται για ένα άδικο και ταξικό μέτρο.
Ολοι οι φοιτητές και φοιτήτριες θα ήθελαν γρήγορα να πάρουν το πτυχίο τους. Το υπαρκτό ζήτημα της καθυστέρησης στην ολοκλήρωση των σπουδών τους σχετίζεται με τους όρους σπουδών σήμερα, με την ανύπαρκτη στήριξή τους.
Η διαχρονική πολιτική των κυβερνήσεων ευθύνεται...
Που 1 στους 2 φοιτητές εργάζονται για να αντεπεξέλθουν στο γιγάντιο κόστος σπουδών, με αποτέλεσμα να μην μπορούν να αφοσιωθούν στις σπουδές τους.
Που η φοιτητική μέριμνα είναι ανύπαρκτη και οδηγεί όσους δεν φοιτούν στον τόπο μόνιμης κατοικίας τους να "παλεύουν" τις σπουδές από απόσταση ή και να τα παρατάνε.
Που κυριαρχεί η υποστελέχωση, με μαθήματα να ξεκινούν στα μέσα του εξαμήνου γιατί στηρίζονται σε έκτακτο διδακτικό προσωπικό, άλλα δεν προσφέρονται ή αλλάζουν ανάλογα με τους διαθέσιμους καθηγητές.
Που δεν "χωράνε" όλοι στις λίστες εργαστηρίων λόγω ανεπάρκειας υποδομών και προσωπικού καθυστερώντας ολόκληρα εξάμηνα.
Που δεν υπάρχουν ειδικά μέτρα στήριξης των εργαζόμενων φοιτητών αλλά και διπλές εξεταστικές.
Που τα ελάχιστα μέλη ΔΕΠ δεν επαρκούν για την εκπόνηση των διπλωματικών εργασιών.
Που η εξεύρεση της υποχρεωτικής πρακτικής άσκησης είναι ατομική υπόθεση των φοιτητών και η αναμονή καθυστερεί τη λήψη του πτυχίου.
Που δεν υπάρχουν υποδομές ψυχολογικής υποστήριξης.
Που υποβαθμίζεται η αξία των πτυχίων με αποτέλεσμα σε σχολές με μεγάλη ανεργία και ετεροαπασχόληση να είναι έντονο το φαινόμενο της έλλειψης κινήτρου για ολοκλήρωση των σπουδών.
Που συχνά το περιεχόμενο της παράδοσης των μαθημάτων και τα θέματα των εξετάσεων είναι αναντίστοιχα, με αποτέλεσμα μεγάλα ποσοστά αποτυχίας στις εξεταστικές.
Οι φοιτητές δεν είναι "λιμνάζοντες" αλλά αβοήθητοι!
Η ευθύνη για όλα αυτά βρίσκεται στη διαχρονική πολιτική ΕΕ - κυβερνήσεων που γεμίζουν εμπόδια τις σπουδές των φοιτητών και θέλουν να διαγράφουν όσους σκόνταψαν.
Ο καθορισμός ανώτατης διάρκειας φοίτησης δεν έχει καμία σχέση με την αντιμετώπιση των αιτιών που ευθύνονται για τις δυσκολίες των φοιτητών να ολοκληρώσουν τις σπουδές τους, αντίθετα τους προσθέτει έξτρα άγχος και εμπόδια.
Καμία έρευνα δεν αποδεικνύει ότι ο "φόβος της διαγραφής" θα συμβάλει στην ολοκλήρωση των σπουδών, αλλά περισσότερο θα αποτελεί παράγοντα παραίτησης από την προσπάθεια ολοκλήρωσής τους.
Ερευνες που διεξάγουν τα ΑΕΙ επιβεβαιώνουν ότι οι κοινωνικές - οικονομικές δυσκολίες σε συνδυασμό με την έλλειψη μέριμνας και ακαδημαϊκής στήριξης έχουν κεντρικό ρόλο στην καθυστέρηση ολοκλήρωσης των σπουδών που εκφράζεται από τα πρώτα έτη σπουδών.
Αν η κυβέρνηση ήθελε να τα αντιμετωπίσει, θα υλοποιούσε τις διεκδικήσεις των Φοιτητικών Συλλόγων και θα στήριζε ολόπλευρα τους φοιτητές για να αποφοιτούν νωρίτερα.
Οσα προβλέπονται δεν αντιμετωπίζουν το πρόβλημα. Η κατάσταση για να αντιστραφεί απαιτεί γενναία αύξηση της κρατικής χρηματοδότησης και μέτρα πραγματικής στήριξης.
Η δήθεν "διευκόλυνση των εργαζόμενων φοιτητών" και ο... εξαναγκασμός της "μερικής φοίτησης" είναι κοροϊδία. Προϋποθέτει απόδειξη τουλάχιστον 20 ωρών εβδομαδιαίας εργασίας όταν στους φοιτητές κυριαρχεί η μαύρη - ανασφάλιστη δουλειά. Επίσης όποιος ενταχθεί στη ρύθμιση δεν μπορεί να δηλώσει περισσότερα από τα μισά μαθήματα (π.χ. σε ένα εξάμηνο με 5, μπορεί μόλις 2)! Ετσι, παραμένει το όριο φοίτησης χωρίς κάποια διευκόλυνση.
Οσοι φοιτητές έχουν ξεπεράσει το όριο φοίτησης ούτε "καταλαμβάνουν θέσεις" (οι εισακτέοι δεν σχετίζονται με το πόσοι είναι εγγεγραμμένοι), ούτε "κοστίζουν" στο κράτος, αφού δεν τους παρέχεται κάτι.
Βάρος για τα πανεπιστήμια δεν είναι οι φοιτητές, αλλά η πολιτική της κυβέρνησης που τα αφήνει να ασφυκτιούν στην υποχρηματοδότηση και τις συνέπειες από τις προτεραιότητες της επιχειρηματικής λειτουργίας τους.
Κυβέρνηση και ΕΕ στοχεύουν στη μαζική παραγωγή αποφοίτων διαφόρων κατηγοριών - επιπέδων εκπαίδευσης, ώστε να διαμορφώνονται "δεξαμενές" εργαζομένων με πιστοποιημένα προσόντα, για να διαλέγουν οι εργοδότες.
Ετσι, επειδή ο "χρόνος είναι χρήμα" και κέρδος από την εκμετάλλευση... ζητούμενο είναι η ταχύτητα αποφοίτησης για να παράγονται απόφοιτοι σε επαρκή αριθμό και όσοι δεν τα "καταφέρνουν", να στρέφονται "μια ώρα αρχύτερα" σε δομές κατάρτισης.
Αυτό απασχολεί τις... "αξιολογήσεις" τους. Δεν είναι τυχαίο ότι οι διαγραφές σχεδιάστηκαν πρώτη φορά το 2007 (κυβέρνηση ΝΔ) και ψηφίστηκαν το 2011 ("Νόμος Διαμαντοπούλου" - ΠΑΣΟΚ)».
Σοβαρές αντιρρήσεις για την πρόβλεψη του νόμου - πλαίσιο για τις διαγραφές φοιτητών προβάλλουν πολλά συλλογικά όργανα πανεπιστημιακών, παρουσιάζοντας εμπεριστατωμένα επιχειρήματα.
Στο πλαίσιο αυτό ο Ενιαίος Σύλλογος ΔΕΠ (ΕΣΔΕΠ) του ΑΠΘ σημειώνει μεταξύ άλλων ότι η εφαρμογή των σχετικών διατάξεων του νόμου - πλαίσιο «θα οδηγήσει στη διαγραφή 333.790 φοιτητών σε πανελλαδικό επίπεδο, αριθμός που αντιστοιχεί στο 48% του συνόλου των εγγεγραμμένων προπτυχιακών φοιτητών στη χώρα. Η αντίστοιχη εφαρμογή στο ΑΠΘ θα οδηγήσει στη διαγραφή 39.210 φοιτητριών και φοιτητών, που αντιστοιχεί στο 51% του συνόλου των εγγεγραμμένων προπτυχιακών φοιτητών», σύμφωνα με στοιχεία της ΕΘΑΑΕ και της ΕΛΣΤΑΤ.
«Η συζήτηση περί διαγραφών των φοιτητριών/τών», συνεχίζει ο ΕΣΔΕΠ, «πέρα από κοινωνικά ανάλγητη και ταξικά τιμωρητική, είναι εντελώς αποπροσανατολιστική, καθώς δεν απαντά σε κανένα από τα μεγάλα πραγματικά προβλήματα που αντιμετωπίζουν τα δημόσια ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα, όπως η χρόνια υποχρηματοδότηση και υποστελέχωσή τους, η απουσία συντήρησης και ανανέωσης των κτιριακών υποδομών και του εξοπλισμού τους, η χωρίς προϋποθέσεις και επιχειρηματικού τύπου στήριξη των ΔΕΠ στην έρευνα, και ιδίως οι τραγικές ελλείψεις στη φοιτητική μέριμνα.
Οι καθυστερήσεις στην αποφοίτηση πολλών φοιτητών/τριών σχετίζονται πρώτα και κύρια με τις συνθήκες διαβίωσης και εκπαίδευσής τους», επισημαίνει. Αναφέρει ότι πολλοί φοιτητές αναγκάζονται να δουλεύουν παράλληλα με τις σπουδές αυξάνοντας το ποσοστό των φοιτητών που εξαναγκάζονται σε παράταση των σπουδών τους (από 44,8% επί του συνόλου το 2021 σε 48,0% το 2023). «Επιπλέον, για την καθυστέρηση στις σπουδές δεν είναι μικρή η ευθύνη της πολιτείας που δεν εξασφαλίζει τις απαραίτητες φοιτητικές εστίες», επισημαίνει ο ΕΣΔΕΠ, κάνοντας λόγο για φοιτητές που ουσιαστικά σπουδάζουν εξ αποστάσεως και προσθέτει ότι «ο περιορισμένος αριθμός θέσεων για πρακτική και εργαστηριακή άσκηση των φοιτητών καθώς και η υποστελέχωση σε μέλη ΔΕΠ για επίβλεψη και εκπόνηση των υποχρεωτικών πτυχιακών διπλωματικών εργασιών καθιστούν σε πολλές περιπτώσεις πρακτικά αδύνατη την ολοκλήρωση των σπουδών εντός των προβλεπόμενων χρονικών ορίων».
Η εφαρμογή του άρθρου για τις διαγραφές των φοιτητών, όπως λέει ο Ενιαίος Σύλλογος ΔΕΠ Οικονομικών και Πολιτικών Επιστημών του ΕΚΠΑ, «θα προκαλέσει άνευ λόγου σοβαρά προβλήματα στην ακαδημαϊκή λειτουργία διότι ο νόμος αντιμετωπίζει ενιαία έναν πολύ μεγάλο αριθμό ετερογενών φοιτητών. Χωρίς εξαιρέσεις και προσαρμογές δεν μπορούν να διαγραφούν αυτομάτως πάνω από 300.000 φοιτητές. Δεν μπορεί είτε κάποιος χρωστά 1 μάθημα είτε 40 μετά τον Σεπτέμβρη, να διαγράφεται. Αυτό είναι άδικο για αυτούς που έφτασαν κοντά στο τέλος γιατί δεν τους αναγνωρίζει την προσπάθεια», σημειώνει ο Σύλλογος και ζητά να δοθεί χρόνος σε όσους μετά τη δημοσίευση του νόμου προσπάθησαν να ολοκληρώσουν τις σπουδές τους αλλά δεν τα κατάφεραν ακόμη. «Μακροχρόνια το πρόβλημα μπορεί να βελτιωθεί σημαντικά μόνον αν αυξηθεί ο αριθμός των διδασκόντων ώστε να έχουν άμεση επαφή και γνώση των φοιτητών και των προβλημάτων (μαθησιακών, κοινωνικών, προσωπικών) που τους οδηγούν σε αποτυχίες», τονίζει.
Αντίστοιχα ο Ενιαίος Σύλλογος ΔΕΠ του ΠαΔΑ σημειώνει μεταξύ άλλων ότι «το φαινόμενο της μεγάλης απόκλισης μεταξύ της θεωρητικής και της πραγματικής διάρκειας των σπουδών δεν καταγράφεται μόνο στην Ελλάδα αλλά διεθνώς, και οι πολιτικές αντιμετώπισης δεν περιλαμβάνουν τη διαγραφή των φοιτητών αλλά τη στήριξή τους. Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΟΟΣΑ, μόλις το 39% των φοιτητών αποφοιτά στον θεωρητικό χρόνο σπουδών, ενώ το ποσοστό αυτό αυξάνεται στο 67% μετά από 3 έτη». Ο Σύλλογος επισημαίνει, όπως και άλλοι Σύλλογοι, ότι οι λεγόμενοι «λιμνάζοντες» φοιτητές δεν επιφέρουν επιπλέον δημοσιονομικό κόστος.