Ερώτηση βουλευτών του ΚΚΕ στη Βουλή, ενώ η Ομοσπονδία Υπαλλήλων καταγγέλλει την ιδιωτικοποίηση και τις μεθοδεύσεις αποτίμησης
Το λιμάνι του Πειραιά |
Στην Ερώτηση επισημαίνεται ότι με την ιδιωτικοποίηση του ΟΛΠ η κυβέρνηση παραδίνει στο πολυεθνικό κεφάλαιο έναν ευαίσθητο τομέα στρατηγικής σημασίας, στα πλαίσια μιας πολιτικής «που υπηρετεί την παραπέρα ενίσχυση της δύναμης και της εξουσίας των μονοπωλίων, την ασυδοσία των πολυεθνικών και τον μονοπωλιακό ανταγωνισμό, την ιμπεριαλιστική διείσδυση στα Βαλκάνια και στην ευρύτερη περιοχή». Σημειώνεται ότι «με την ιδιωτικοποίηση του ΟΛΠ οι πολυεθνικές, το εφοπλιστικό κεφάλαιο βάζουν κάτω από τον άμεσο έλεγχό τους και μονοπωλούν το μεγαλύτερο λιμάνι της Μεσογείου και ένα από τα μεγαλύτερα του κόσμου».
Στη συνέχεια αναφέρεται ότι η ιδιωτικοποίηση θα πλήξει τα εργασιακά-ασφαλιστικά δικαιώματα των εργαζομένων στο λιμάνι, στη Ναυπηγοεπισκευαστική Ζώνη και των ναυτεργατών, ενώ θα αυξήσει την ανεργία και τη «μαύρη εργασία». Σημειώνεται ακόμη ότι ο τελωνειακός μηχανισμός θα δεχτεί συντριπτικό πλήγμα, με συνέπεια το φούντωμα του λαθρεμπορίου, ενώ αναμένεται η εκτίναξη των τιμολογίων γενικά και ιδιαίτερα της ακτοπλοΐας.
Για τη Ναυπηγοεπισκευαστική Ζώνη τονίζεται ότι «θα λειτουργεί στη λογική του κόστους-ωφέλειας των μονοπωλίων», ενώ το μέλλον της θα εξαρτηθεί «με βάση τι συμφέρει τις πολυεθνικές και τους εφοπλιστές».
Οι βουλευτές του ΚΚΕ επισημαίνουν ότι «στο λιμάνι θα δημιουργηθούν γκέτο και μονοπωλιακές καταστάσεις και θα εκτοπιστούν βίαια εκατοντάδες επαγγελματίες, βιοτέχνες και μικρέμποροι». Διαπιστώνουν επίσης τα προβλήματα άμυνας και ασφάλειας της χώρας και τονίζουν πως ο στρατηγικής σημασίας χώρος του λιμανιού «δεν πρέπει ν' αφεθεί στα χέρια των εφοπλιστών, του μονοπωλιακού κεφαλαίου που δρα με μοναδικό κριτήριο την αύξηση του κέρδους».
Επίσης αναφέρουν: «Στα πλαίσια μιας άλλης πολιτικής, που θα έχει στόχο την εξυπηρέτηση των συμφερόντων των πλατιών λαϊκών στρωμάτων, που θα αξιοποιεί τις παραγωγικές δυνατότητες της χώρας και θα ικανοποιεί τις ανάγκες των εργαζομένων, το λιμάνι του Πειραιά, δημόσιο και οργανικά ενταγμένο σ' αυτό το πλαίσιο, μπορεί ν' αναπτυχθεί και ν' αποτελεί εργαλείο άσκησης διακρατικών σχέσεων και εξωτερικής πολιτικής για συνεργασία με τους λαούς και τις χώρες της ευρύτερης περιοχής μας, στη βάση του αμοιβαίου οφέλους. Μόνο με μια τέτοια πολιτική το λιμάνι του Πειραιά θα στηρίζει και θα υπηρετεί την απασχόληση, οργανικά δεμένο με την παραγωγή, θα προωθεί τις διακλαδικές σχέσεις και θα βοηθά τη ναυπηγοεπισκευή, θα διευκολύνει την επικοινωνία και την οικονομία του νησιωτικού συμπλέγματος, αξιοποιώντας και τον εθνικό φορέα ακτοπλοΐας, που - στα πλαίσια της ίδιας πολιτικής - πρέπει να δημιουργηθεί».
«Στην αντίθετη ακριβώς κατεύθυνση κινείται η κυβέρνηση», επισημαίνουν οι βουλευτές, χαρακτηρίζοντας «προκλητικά συνοπτικές» και «αμφίβολης νομιμότητας» τις διαδικασίες αποτίμησης στα πλαίσια ξεπουλήματος του ΟΛΠ.
Οι υπουργοί ερωτώνται «εάν η κυβέρνηση προτίθεται να αναθεωρήσει την ολοφάνερα επιβλαβή και επικίνδυνη για τους εργαζόμενους, για ολόκληρο το λαό και τον τόπο επιλογή της ιδιωτικοποίησης του λιμανιού, παίρνοντας υπόψη την καθολική απαίτηση των εργαζομένων για κατά 100% δημόσιο ΟΛΠ».
Τη διοίκηση του Οργανισμού Λιμένα Πειραιά καταγγέλλει με ανακοίνωσή της η Ομοσπονδία Υπαλλήλων Λιμανιών Ελλάδας, επειδή «ως άκριτος εντολοδόχος της κυβέρνησης, με συνοπτικές-αδιαφανείς-διαβλητές και παράνομες διαδικασίες - και μάλιστα μέσα στον Αύγουστο - επιχειρεί τη βίαιη εισαγωγή του ΟΛΠ στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών».
Η Ομοσπονδία εκφράζει την αντίθεσή της στη μεταβολή του ιδιοκτησιακού καθεστώτος του ΟΛΠ «με την παραχώρηση μετοχών σε ιδιώτες», καταγγέλλει τη διαδικασία που ακολουθείται ως ξεπούλημα και ζητά να σταματήσει, προειδοποιώντας για αγωνιστικές κινητοποιήσεις. Η «Δημοσιοϋπαλληλική Ενότητα» στην Ομοσπονδία έχει επισημάνει την ανάγκη άμεσης αγωνιστικής αντίδρασης, πέρα από την καταγγελία.
Στην ανακοίνωση σημειώνεται ότι «η αποτίμηση του ΟΛΠ έγινε χωρίς διαφάνεια και μάλιστα χωρίς να ακολουθηθεί η ίδια διαδικασία με τον ΟΛΘ», με διαβλητό αποτέλεσμα, καθώς το λιμάνι του Πειραιά αποτιμήθηκε στα 40 δισ. δραχμές ενώ ο ΟΛΘ σε 25 δισ. δραχμές, με δεδομένη την πολλαπλάσια διαφορά των δυο Οργανισμών σε όλους τους τομείς. Καταγγέλλει ακόμη τη σύμβαση με την οποία τα πάγια περιουσιακά στοιχεία παραχωρούνται από το ελληνικό δημόσιο στον ΟΛΠ μέχρι την 1.8.2001, τη στιγμή που αυτά έχουν φτιαχτεί με χρήματα του Οργανισμού.
Η κατάργηση της υπόστασης και αυτονομίας των νοσοκομείων, πρώτο μέλημα των διοικήσεων των ΠεΣΥ
«Αταλάντευτη» στην εφαρμογή της αντιΕΣΥ μεταρρύθμισης, που σηματοδοτήθηκε με την ψήφιση του νόμου με τον ψευδεπίγραφο τίτλο «Βελτίωση και Εκσυγχρονισμός του Εθνικού Συστήματος Υγείας», εμφανίζεται, κατά την πάγια τακτική της, η ηγεσία του υπουργείου Υγείας, η οποία με χτεσινή ανακοίνωσή της ενημερώνει για την ολοκλήρωση της διαδικασίας επιλογής των Αναπληρωτών - Γενικών Διευθυντών των 17 Περιφερειακών Συστημάτων Υγείας (ΠεΣΥ).
Η τοποθέτηση των παραπάνω στελεχών, καθώς και η προκήρυξη των 68 θέσεων Ειδικού Επιστημονικού Προσωπικού, ολοκληρώνουν, σύμφωνα με το υπουργείο, τη διαδικασία για την έναρξη της λειτουργίας των Κεντρικών Υπηρεσιών των ΠεΣΥ, που θα γίνει σταδιακά από τις αρχές Σεπτέμβρη ξεκινώντας από την Κεντρική Μακεδονία.
Πρώτο μέλημα των προέδρων και αναπληρωτών γενικών διευθυντών των ΠεΣΥ, που θα αναλάβουν μέχρι το τέλος Οκτώβρη το σύνολο των αρμοδιοτήτων τους, η κατάργηση των Διοικητικών Συμβουλίων των νοσοκομείων και της υπόστασής τους ως Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου. Επόμενο βήμα του υπουργείου η επιλογή και τοποθέτηση των διοικητών - μάνατζερ στα νοσοκομεία της χώρας, που θα αναλάβουν μαζί με τις διοικήσεις των ΠεΣΥ την επονομαζόμενη «αναδιοργάνωση» των νοσοκομείων, σύμφωνα με όσα προβλέπει η αντιΕΣΥ μεταρρύθμιση.
Κατά τα άλλα, σύμφωνα με το νόμο 2889/01, οι αναπληρωτές γενικοί διευθυντές των υπερσυγκεντρωτικών μηχανισμών διοίκησης των νοσοκομείων είναι αρμόδιοι για τα θέματα Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας, αναπληρώνουν τον πρόεδρο στη διοίκηση των ΠεΣΥ, ασκούν τις αρμοδιότητες που ο πρόεδρος τους εκχωρεί με αποφάσεις του και υπογράφουν κατ' εντολή του διάφορα υπηρεσιακά έγγραφα. Οι αναπληρωτές γενικοί διευθυντές, όπως και οι πρόεδροι των ΠεΣΥ είναι πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης και διορίζονται με πενταετή θητεία, που μπορεί να ανανεώνεται.
Οι αναπληρωτές γενικοί διευθυντές, όπως αυτοί τοποθετήθηκαν από τον υπουργό Υγείας Αλ. Παπαδόπουλο είναι οι εξής:
Με τρεις 48ωρες απεργιακές κινητοποιήσεις από το Σάββατο 18 Αυγούστου, συνεχίζουν οι εργαζόμενοι στα «Ελληνικά Πετρέλαια» και τις θυγατρικές (ΕΚΟ, ΕΛΔΑ, ΑΣΠΡΟΦΟΣ) τη 12ημερη απεργία που είχαν ξεκινήσει στις 24 Ιούλη και ανέστειλαν μετά από έξι ημέρες. Με αυτό το τρόπο απαντούν αγωνιστικά στα σχέδια της κυβέρνησης να ξεπουλήσει ακόμα μία επιχείρηση στρατηγικής σημασίας, στο μεγάλο ιδιωτικό κεφάλαιο.
Η απεργία θα ξεκινήσει το Σάββατο από τις μονάδες παραγωγής των εγκαταστάσεων των ΕΛΠΕ σε Ασπρόπυργο και Θεσσαλονίκη, καθώς και στην τροφοδοσία των βυτιοφόρων, ενώ τη Δευτέρα θα απεργήσει όλο το προσωπικό της εταιρίας. Η απεργία προχωράει τμηματικά λόγω του χαρακτήρα της λειτουργίας των Διυλιστηρίων, ενώ την Πέμπτη, τελευταία ημέρα της απεργίας, έχει προγραμματιστεί σύσκεψη της Ομοσπονδίας μαζί με αλλά σωματεία του κλάδου (εμπορία, ιδιωτικά διυλιστήρια) ώστε να αποφασιστεί κλιμάκωση και μεγαλύτερος συντονισμός.
Η ιδιωτικοποίηση των ΕΛΠΕ προβλέπεται σε τροπολογία στο πολυνομοσχέδιο του υπουργείου Ανάπτυξης. Στο ίδιο νομοσχέδιο -προβλέπεται να ψηφιστεί στις 22 με 23 Αυγούστου- η κυβέρνηση μαζί με τα ΕΛΠΕ σχεδιάζει να ιδιωτικοποιήσει και άλλες δύο στρατηγικής σημασίας επιχειρήσεις, αυτές των Ναυπηγείων Σκαραμαγκά και της ΔΕΗ, εφαρμόζοντας, στην καρδιά του καλοκαιριού, την πολιτική του συνοπτικού ξεπουλήματος της δημόσιας περιουσίας στο μεγάλο ιδιωτικό κεφάλαιο.