Με την προσοχή στραμμένη στον «ρόλο της Γαλλίας στο εξωτερικό»
Copyright 2024 The Associated |
Ο Μ. Μπαρνιέ (δεξιά) με τον προκάτοχό του στην πρωθυπουργία, Γκ. Ατάλ |
Σε προχτεσινή του συνέντευξη στον σταθμό TF1 είπε ότι αναδείχθηκε στη θέση αυτή επειδή «έχει τη δυνατότητα να διαπραγματεύεται, να συσπειρώνει τον κόσμο», συμπληρώνοντας όλο νόημα ότι «μετρούν και οι ψήφοι της "Εθνικής Συσπείρωσης" (RN)». Λίγα 24ωρα αφού η ηγεσία της RN είπε ότι περιμένει «να ακούσει» την κυβέρνηση Μπαρνιέ και δεν σχεδιάζει άμεσα κατάθεση πρότασης μομφής, ο νέος πρωθυπουργός είπε ότι προτεραιότητές του είναι ο «έλεγχος των μεταναστευτικών ροών με συγκεκριμένα μέτρα» αλλά και η αντιμετώπιση του «δημοσιονομικού ελλείμματος», μιλώντας για «επείγουσα κατάσταση» και προκρίνοντας «μεγαλύτερη φορολογική δικαιοσύνη».
Απαντώντας σε ερώτηση για πιθανά νέα μέτρα σε Ασφαλιστικό - Συνταξιοδοτικό, υποσχέθηκε «βελτιώσεις» αλλά «με σεβασμό στο δημοσιονομικό πλαίσιο», για να καταλήξει σε διατυπώσεις τις οποίες χρησιμοποιούν αυτολεξεί οι ίδιοι οι εκπρόσωποι των μονοπωλιακών κολοσσών: «Χρειαζόμαστε και ανάπτυξη», η οποία «δεν πέφτει από τον ουρανό, δεν προέρχεται από τη διοίκηση» του κράτους, «προέρχεται από επιχειρήσεις, μικρές, μεγάλες ή μεσαίες», ξεχωρίζοντας τη σημασία που έχει «ο ρόλος των Γάλλων στο εξωτερικό».
Χτες ο Μπαρνιέ συνέχισε σειρά επαφών με τις ηγεσίες των κοινοβουλευτικών κομμάτων, ενώ ενδεικτικές είναι και δηλώσεις που εμφανίζουν ως πιθανή τη συμμετοχή διαφόρων δυνάμεων στο νέο σχήμα. Ο πρώην πρωθυπουργός Ζαν Πιερ Ραφαρέν (2002 - 2005, επί προεδρίας Σιράκ) δήλωσε ότι στη νέα κυβερνητική ομάδα «θα υπάρχουν αριστεροί» και ότι ο διορισμός του Μπαρνιέ σηματοδοτεί την «επιστροφή στη σοβαρή, νηφάλια και στιβαρή πολιτική».
Στο μεταξύ ο εισηγητής του γενικού προϋπολογισμού στην Εθνοσυνέλευση, Σαρλ ντε Κουρσόν, δήλωσε ότι είναι «αδύνατο» στην «τρέχουσα πολιτική κατάσταση» για τη Γαλλία να μειώσει το δημόσιο έλλειμμα στο 3% του ΑΕΠ έως το 2027 (όπως προβλέπουν οι κατευθύνσεις που συναποφασίζονται στις Βρυξέλλες), κρίνοντας ότι «οι προσπάθειες είναι εντελώς δυσανάλογες, δεδομένης τη σύνθεσης της Εθνοσυνέλευσης».
Επίσης, ο σημερινός πρόεδρος του γαλλικού Ελεγκτικού Συνεδρίου, πρώην υπουργός και πρώην επίτροπος της ΕΕ Ζαν Πιερ Μοσκοβισί, μιλώντας στη «Λε Παριζιέν» είπε ότι το δημοσιονομικό έλλειμμα θα μπορούσε να φτάσει το 5,6% του ΑΕΠ φέτος - αντί για 5,1% που είχε προγραμματιστεί - και να ανεβεί στο 6,2% το 2025. Υπενθύμισε δε τη διαδικασία που άνοιξε η ΕΕ κατά της Γαλλίας, λέγοντας ότι «υπάρχει έκτακτη ανάγκη» για νέα μέτρα και ότι «μια χώρα που είναι πολύ χρεωμένη είναι μια χώρα ανίσχυρη», και ζητώντας «αξιόπιστα μέτρα και μεταρρυθμίσεις».
Από τη δική της μεριά η Μαρίν Λεπέν, επικεφαλής της κοινοβουλευτικής ομάδας της RN, σχολιάζοντας στην εφημερίδα «Tribune» τη δήλωση του Μπαρνιέ ότι «οι ψήφοι στην RN μετρούν», είπε ότι «επιστρέφουμε στην κανονική δημοκρατική λειτουργία, και αυτό είναι όφελος για όλους».
Πρόσθεσε μάλιστα ότι «αδιαμφισβήτητα ο Μισέλ Μπαρνιέ φαίνεται να έχει το ίδιο συμπέρασμα με το δικό μας για τη μετανάστευση. Τώρα περιμένουμε να δράσει. Ο ίδιος είπε κατά την παραλαβή των καθηκόντων του: Λιγότερα λόγια, περισσότερα έργα».
Εντείνονται οι κόντρες ανάμεσα στην ΕΕ και αμερικανικά κορυφαία τεχνολογικά μονοπώλια μετά από τη χτεσινή απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ενωσης για δύο διαφορετικές υποθέσεις που αφορούν τις αμερικανικές εταιρείες «Apple» και «Google» και την προνομιακή φορολογική θέση που είχαν εξασφαλίσει στην Ιρλανδία, επιλέγοντας αυτή τη χώρα για την έδρα τους στην Ευρώπη.
Σε ό,τι αφορά την «Apple», το Δικαστήριο της ΕΕ αποφάνθηκε ότι η «Apple» θα πρέπει να επιστρέψει 13 δισ. ευρώ στην Ιρλανδία επειδή επωφελήθηκε από αδικαιολόγητα φορολογικά πλεονεκτήματα, τα οποία συνιστούν παράνομη κρατική επιδότηση.
Το ίδιο δικαστήριο που εδρεύει στο Λουξεμβούργο σε άλλη, ξεχωριστή απόφασή του κάλεσε την «Google» να καταβάλει στην ΕΕ πρόστιμο 2,4 δισ. ευρώ για μονοπωλιακές πρακτικές στην ευρωπαϊκή αγορά.
Οι εξελίξεις αυτές ικανοποίησαν την Ευρωπαία επίτροπο για τον Ανταγωνισμό, Μαργκρέτε Βεστάγκερ, που διαβεβαίωσε πως η ΕΕ θα συνεχίσει τη δουλειά της έναντι του «φορολογικού ανταγωνισμού» και του «επιθετικού σχεδιασμού της φορολογίας από χώρες της ΕΕ (σ.σ. όπως η Ιρλανδία)» και από πολυεθνικές.
Σε ό,τι αφορά την «Google», η δικαστική απόφαση προκάλεσε την έντονη δυσαρέσκεια της εταιρείας, που ανέφερε πως από το 2017 προχώρησε σε «αλλαγές» για να συμμορφωθεί με την απόφαση της Κομισιόν. «Η προσέγγισή μας λειτουργεί με επιτυχία εδώ και περισσότερα από επτά χρόνια, παράγοντας δισεκατομμύρια κλικ για πάνω από 800 υπηρεσίες σύγκρισης αγορών», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Κατολισθήσεις και πλημμύρες σε μια σειρά περιοχές είχαν προκαλέσει μια σειρά μεγάλα προβλήματα στα οδικά δίκτυα, στην ηλεκτροδότηση κ.τ.λ. Μόνο στην επαρχία Γεν Μπάι (φωτ.) πάνω από 59.000 άνθρωποι αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους, με σχεδόν 18.000 κατοικίες να έχουν πλημμυρίσει...
Ο τυφώνας εμφανίζεται ως «η πιο ισχυρή καταιγίδα που έχει πλήξει το Βιετνάμ τα τελευταία 30 χρόνια» και μόνο στον βορρά της χώρας εκτιμάται ότι 1,5 εκατομμύριο άνθρωποι έμειναν χωρίς ρεύμα.
Την πρώτη άμεση αντιπαράθεση σε σειρά πολιτικών και οικονομικών ζητημάτων είχαν προγραμματίσει αργά χτες το βράδυ (ώρα ΗΠΑ 4 π.μ., σήμερα Τετάρτη ώρα Ελλάδας) οι υποψήφιοι των Δημοκρατικών και των Ρεπουμπλικάνων στις προεδρικές εκλογές της 5ης Νοέμβρη, η Κάμαλα Χάρις και ο Ντόναλντ Τραμπ αντίστοιχα, δίνοντας «εξετάσεις» στα αμερικανικά μονοπώλια και στους δισεκατομμυριούχους που τους στηρίζουν για το ποιος θα υπηρετήσει καλύτερα ως Πρόεδρος τα συμφέροντά τους.
Μετά από βδομάδες αντεγκλήσεων και αντιπαραθέσεων μέσω δηλώσεων σε ανοιχτές συγκεντρώσεις ή αμερικανικά ΜΜΕ, οι δύο αντίπαλοι θα εμφανίζονταν στο «ABC News», στο Πίτσμπουργκ της Πενσιλβάνια (Πολιτείας με αριθμό - ρεκόρ εκλεκτόρων). Σύμφωνα με τον κανονισμό διεξαγωγής της τηλεμαχίας, θα είχαν 2 λεπτά για κάθε απάντηση, τα μικρόφωνα θα παρέμειναν κλειστά όταν μιλούσε ο άλλος, θα ήταν χωρίς κοινό, χωρίς σημειώσεις και η διάρκεια της τηλεμαχίας θα ήταν 90 λεπτά.
Πληροφορίες από το προεκλογικό επιτελείο του Τραμπ ανέφεραν ότι είχε επιλέξει να αναφερθεί πιο πολύ σε πολιτικά θέματα, δείχνοντας ότι η Χάρις ήταν συνυπεύθυνη για τις αποτυχίες της κυβέρνησης Μπάιντεν σε θέματα οικονομίας, μετανάστευσης, εσωτερικής και εξωτερικής πολιτικής. Η δε Χάρις θα κινούνταν στο αφήγημα ότι ο Τραμπ «νοιάζεται μόνο για τον εαυτό του» και θα επιχειρούσε να εμφανίσει ένα δήθεν φιλολαϊκό πρόσωπο των Δημοκρατικών.