Δήλωσε στήριξη για να πάρει το χρίσμα η νυν αντιπρόεδρος, Κάμαλα Χάρις
Copyright 2024 The Associated |
Η Χάρις στην πρώτη της δημόσια εμφάνιση μετά τη δήλωση στήριξης που της έδωσε ο Μπάιντεν |
Στην ανακοίνωσή του ανέφερε ότι «ενώ ήταν η πρόθεσή μου να ζητήσω επανεκλογή, πιστεύω ότι είναι προς το συμφέρον του κόμματός μου και της χώρας να αποσυρθώ και να επικεντρωθώ αποκλειστικά στην εκπλήρωση των καθηκόντων μου ως Πρόεδρος για το υπόλοιπο της θητείας μου».
Υπερασπιζόμενος τα πεπραγμένα της θητείας του, με φόντο την εντεινόμενη αντιπαράθεση για την πρωτοκαθεδρία στο διεθνές ιμπεριαλιστικό σύστημα, ανέφερε μεταξύ άλλων πως «η Αμερική δεν ήταν ποτέ σε καλύτερη θέση να ηγηθεί από ό,τι σήμερα», ενώ ισχυρίστηκε προκλητικά ότι «ξεπεράσαμε μια πανδημία που συμβαίνει μια φορά τον αιώνα και τη χειρότερη οικονομική κρίση από τη Μεγάλη Υφεση», όταν στην πραγματικότητα ο αμερικανικός λαός «ξεπέρασε» τα παραπάνω με πάνω από 1 εκατομμύρια νεκρούς από Covid-19 στη μητρόπολη του καπιταλισμού και με τεράστια επίθεση στα εργασιακά του δικαιώματα, για τη διαφύλαξη των κερδών των μονοπωλίων.
Ο Μπάιντεν δήλωσε πως θα παραμείνει στη θέση του μέχρι να παραδώσει τον Γενάρη του 2025 τη σκυτάλη στον νικητή των προεδρικών εκλογών, ενώ πρότεινε ως υποψήφια για το χρίσμα των Δημοκρατικών την νυν αντιπρόεδρο των ΗΠΑ, Κάμαλα Χάρις.
Η αποχώρηση του Μπάιντεν από την προεδρική κούρσα και η δήλωση στήριξης στην αντιπρόεδρό του δεν εξασφαλίζει αυτόματα το χρίσμα της υποψήφιας Προέδρου στην Κάμαλα Χάρις, παρότι ήδη μια σειρά «επενδυτές», «δωρητές» και στελέχη των Δημοκρατικών έχουν τοποθετηθεί υπέρ της.
Τυπικά η Χάρις πρέπει να εξασφαλίσει την πλειοψηφία των περίπου 3.800 αντιπροσώπων στο συνέδριο των Δημοκρατικών, ενώ το CNN αργά χτες βράδυ υπολόγιζε ότι ήδη 1.000 αντιπρόσωποι έχουν δηλώσει τη στήριξή τους.
Αμεσα υπέρ της υποψηφιότητας Χάρις τάχθηκαν ο πρώην Πρόεδρος των ΗΠΑ, Μπιλ Κλίντον, η σύζυγός του και πρώην ΥΠΕΞ, Χίλαρι Κλίντον, ο Αλεξάντερ Σόρος, γιος του γνωστού «επενδυτή» Τζορτζ Σόρος, και άλλοι, ενώ είναι ενδεικτικό πως προτού κλείσει ένα 24ωρο από την ανακοίνωση Μπάιντεν, η υποψηφιότητα της Χάρις συγκέντρωσε «δωρεές» πολλών δεκάδων εκατ. δολαρίων. Η επιτροπή «Future Forward» ανακοίνωσε χθες ότι μέσα σε 24 ώρες εξασφάλισε 150 εκατ. δολάρια από «δωρητές» των Δημοκρατικών...
Χτες βράδυ τη στήριξή της στην Χάρις εξέφρασε και η πρώην πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων, Νάνσι Πελόζι.
Ο πρώην Πρόεδρος των ΗΠΑ, Μπ. Ομπάμα, ο οποίος πίεσε μαζί με την Πελόζι και άλλους τις τελευταίες μέρες για την απόσυρση της υποψηφιότητας Μπάιντεν, μέχρι χτες αργά απέφυγε να στηρίξει ανοιχτά την Χάρις.
Παράλληλα, έντονες διεργασίες και παζάρια διεξάγονται στους Δημοκρατικούς και για την υποψηφιότητα του αντιπροέδρου, με πιθανούς διεκδικητές τον κυβερνήτη του Κεντάκι Αντι Μπεσίρ, τον υπουργό Μεταφορών Πιτ Μπούτιτζετζ, τον κυβερνήτη της Βόρειας Καρολίνας, Ρόι Κούπερ, τον κυβερνήτη της Καλιφόρνιας, Γκάβιν Νιούσομ, τον κυβερνήτη του Ιλινόις, Τζ. Μπ. Πρίτσκερ κ.ά.
Από την πλευρά των Ρεπουμπλικάνων, ο υποψήφιος Πρόεδρος Ντ. Τραμπ σε μία από τις πρώτες αντιδράσεις του ανέφερε πως ο Μπάιντεν ήταν από τους χειρότερους Προέδρους της χώρας και πως η Χάρις θα είναι ευκολότερη αντίπαλος για τον ίδιο.
Τους «αγώνες» του Μπάιντεν για τη «δημοκρατία και την ελευθερία» εξαίρουν με αφορμή την ανακοίνωσή του οι ηγέτες μιας σειράς χωρών του ευρωατλαντικού μπλοκ και των συμμάχων του, ξεχωρίζοντας μεταξύ άλλων τη συμβολή του στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο στην Ουκρανία. Ιδιαίτερα διάφοροι σοσιαλδημοκράτες ηγέτες επαινούν την «πολιτική γενναιότητά» του να αποσύρει την υποψηφιότητά του για το «καλό» των Δημοκρατικών.
Μεταξύ άλλων, ο σοσιαλδημοκράτης πρωθυπουργός της Ισπανίας Π. Σάντσεθ έγραψε χαρακτηριστικά στο «Χ»: «Ολος ο θαυμασμός και η αναγνώρισή μου για τη γενναία και αξιοπρεπή απόφαση του Προέδρου Τζο Μπάιντεν. Χάρη στην αποφασιστικότητα και την ηγεσία του, οι ΗΠΑ ξεπέρασαν την οικονομική κρίση μετά την πανδημία και τη σοβαρή επίθεση στο Καπιτώλιο και υπήρξαν υποδειγματικές στη στήριξή τους προς την Ουκρανία μπροστά στη ρωσική επιθετικότητα του Πούτιν. Μια μεγάλη χειρονομία από έναν μεγάλο Πρόεδρο που ανέκαθεν αγωνιζόταν για τη δημοκρατία και την ελευθερία».
Ο επίσης σοσιαλδημοκράτης Γερμανός καγκελάριος Ολαφ Σολτς δήλωσε: «Ο φίλος μου Πρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν έχει πετύχει πολλά: Για την χώρα του, για την Ευρώπη, για τον κόσμο. Χάρη σε αυτόν, η διατλαντική συνεργασία είναι στενή, το ΝΑΤΟ είναι ισχυρό και οι ΗΠΑ είναι για εμάς καλός και αξιόπιστος εταίρος. Η απόφασή του να μην είναι και πάλι υποψήφιος αξίζει αναγνώρισης».
Ο Ουκρανός Πρόεδρος Β. Ζελένσκι εξέφρασε ευγνωμοσύνη «για την ακλόνητη υποστήριξή του στον αγώνα της Ουκρανίας για ελευθερία, η οποία, όπως και η σθεναρή διακομματική υποστήριξη των ΗΠΑ, ήταν και συνεχίζει να είναι κρίσιμη».
Ο Ισραηλινός Πρόεδρος Ισαάκ Χέρτζογκ ευχαρίστησε τον Μπάιντεν «για τη φιλία του και την ακλόνητη στήριξή του στον ισραηλινό λαό», εννοώντας βέβαια τη στήριξη στις ισραηλινές κυβερνήσεις και τα εγκλήματά τους σε βάρος του παλαιστινιακού λαού.
Από τον κύκλο δηλώσεων δεν έλειψε ούτε ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, Στ. Κασσελάκης, που εξήρε την απόφαση Μπάιντεν να αποχωρήσει από την προεκλογική εκστρατεία, χαρακτηρίζοντάς την «πράξη πολιτικής γενναιότητας και ανιδιοτέλειας».
Στο Πεκίνο, η εκπρόσωπος του κινεζικού υπουργείου Εξωτερικών αρνήθηκε να σχολιάσει την απόσυρση του Αμερικανού Προέδρου Τζο Μπάιντεν από την προεδρική κούρσα, λέγοντας ότι πρόκειται για «εσωτερικό θέμα των Ηνωμένων Πολιτειών».
Στη Μόσχα ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου, Ντμίτρι Πεσκόφ, θύμισε πως ο Ρώσος Πρόεδρος Βλ. Πούτιν είχε χαρακτηρίσει τον Μπάιντεν προβλέψιμο υποψήφιο, που θα προτιμούσε η Μόσχα. Τόνισε επίσης πως «οι εκλογές απέχουν ακόμη τέσσερις μήνες» και αυτό «είναι μακρύ χρονικό διάστημα, κατά τη διάρκεια του οποίου μπορεί να αλλάξουν πολλά».
Μετά την ανακοίνωση της αποχώρησης του Τζο Μπάιντεν από την κούρσα των προεδρικών εκλογών στις ΗΠΑ, ακολούθησαν μια σειρά από «αγιογραφίες» και εγκώμια, από ηγέτες του ευρωατλαντικού μπλοκ και συμμάχων του, ιδιαίτερα από τη διεθνή σοσιαλδημοκρατία, καθώς και από ΜΜΕ των αντίστοιχων χωρών, μεταξύ αυτών και στη χώρα μας.
Στην πραγματικότητα, πέρα από τα εγκώμια στον Μπάιντεν, το μπαράζ αυτό προσπαθεί να «ξεπλύνει» ουσιαστικά την ίδια την ιμπεριαλιστική βαρβαρότητα των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ απέναντι στους λαούς, όπως και τον ρόλο των δήθεν «προοδευτικών» αστικών κυβερνήσεων.
Σε όλη τη διάρκεια της (πάνω από μισό αιώνα) πολιτικής του καριέρας, ο Μπάιντεν υπήρξε σταθερό «πρωτοπαλίκαρο» των αμερικανοΝΑΤΟικών ιμπεριαλιστικών επεμβάσεων σε όλο τον κόσμο.
Μεταξύ άλλων, ως μέλος του Κογκρέσου ψήφισε υπέρ όλων των «δυτικών» ιμπεριαλιστικών επεμβάσεων στην πρώην Γιουγκοσλαβία και γενικότερα στα Βαλκάνια, όπως και υπέρ των πολέμων σε Ιράκ και Αφγανιστάν.
Ο ίδιος προσωπικά επαιρόταν ότι πίεζε τον πρώην Πρόεδρο Μπ. Κλίντον να βομβαρδίσει τη Γιουγκοσλαβία, στήριξε όλα τα προσχήματα για τις επεμβάσεις των ΗΠΑ σε Αφγανιστάν και Ιράκ και ως αντιπρόεδρος του «προοδευτικού» πρώην Προέδρου των ΗΠΑ Μπαράκ Ομπάμα στήριξε τους πολέμους σε Συρία και Λιβύη.
Εβαλε γερά «πλάτες» σε όλα τα εγκλήματα του Ισραήλ σε βάρος του παλαιστινιακού λαού, πολύ περισσότερο στη γενοκτονία στη Γάζα από τον περασμένο Οκτώβρη μέχρι σήμερα, εξασφαλίζοντας δεκάδες δισεκατομμύρια στρατιωτικής βοήθειας και αμέτρητες βόμβες, πυρομαχικά, άρματα μάχης και μαχητικά αεροσκάφη στο κράτος - δολοφόνο. Τη στιγμή που έχυνε κροκοδείλια δάκρυα για τον χαμό δεκάδων χιλιάδων Παλαιστινίων αμάχων, ο Μπάιντεν και η κυβέρνησή του δεν διστάζουν να παζαρέψουν με πλούσιες χώρες του Κόλπου ακόμη μία συμφωνία του Αβραάμ, με πρώτη τη Σαουδική Αραβία.
Σε ό,τι αφορά το ΝΑΤΟ, ο Μπάιντεν προώθησε, όπως και οι προκάτοχοί του, την παραπέρα διεύρυνσή του, πίεσε και αυτός για την αύξηση των στρατιωτικών δαπανών των ευρωπαϊκών κρατών. Αλλωστε, ως γερουσιαστής ο Μπάιντεν ήδη από τη δεκαετία του 1990 υποστήριξε τη διεύρυνση του ΝΑΤΟ προς ανατολάς.
Η κυβέρνηση Μπάιντεν παίζει καθοριστικό ρόλο στην κλιμάκωση της ιμπεριαλιστικής σύγκρουσης στην Ουκρανία, ρίχνει δεκάδες δισ. δολάρια για τη στρατιωτική στήριξη του καθεστώτος Ζελένσκι, προκειμένου να προωθηθεί η γεωπολιτική ατζέντα των ΗΠΑ στην Ευρώπη και ευρύτερα.
Ο Μπάιντεν, όπως και ο Τραμπ, υπό το σύνθημα «Πρώτα η Αμερική», συνέχισε ακάθεκτα την όξυνση της αντιπαράθεσης με την Κίνα, με στρατιωτική στήριξη στην Ταϊβάν, με την προώθηση των σχεδίων για το «ασιατικό ΝΑΤΟ», με κυρώσεις εναντίον της Κίνας, επιβολή τεράστιων δασμών κ.ο.κ. με στόχο την εξασφάλιση της διεθνούς πρωτοκαθεδρίας των ΗΠΑ.
Εντός των συνόρων, ο Μπάιντεν έδωσε «τα ρέστα» του σε κατασκευαστικά και τεχνολογικά μονοπώλια και σε εταιρείες «πράσινης οικονομίας», μεταξύ άλλων υπογράφοντας τον Μάρτιο του 2021 νόμο για ένα τεράστιο πακέτο «ανάκαμψης της οικονομίας» από την πανδημία, ύψους 1,9 τρισ. δολαρίων, προσέφερε τεράστιες φορολογικές ελαφρύνσεις εκατοντάδων δισ. για την παραγωγή ηλεκτρικών οχημάτων, μπαταριών, υδρογόνου ή ηλιακών συλλεκτών στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Την ίδια ώρα, για τον αμερικανικό λαό δεν «περίσσεψαν» ούτε τα ψίχουλα που έταζε προεκλογικά το 2020, όπως οι υποσχέσεις του για το κατώτατο ωρομίσθιο κ.ά.