Η Κομισιόν έχει προειδοποιήσει τη Γερμανία για «ευαίσθητες» πληροφορίες και στρατηγικές υποδομές
Copyright 2022 The Associated |
Πλοία εμπορευματοκιβωτίων στο λιμάνι του Αμβούργου |
Στο μεταξύ, έρχονται στο προσκήνιο και οι αντιθέσεις ανάμεσα στα κράτη - μέλη της ΕΕ για τις κινεζικές επενδύσεις στην Ευρώπη, ιδιαίτερα σε υποδομές στρατηγικής σημασίας. Η «εξάρτηση» από την Κίνα ήταν μεταξύ των θεμάτων της Συνόδου Κορυφής της ΕΕ την περασμένη βδομάδα, καθώς εντείνεται ο ιμπεριαλιστικός ανταγωνισμός του ευρωατλαντικού μπλοκ με το Πεκίνο.
Ο Γάλλος Πρόεδρος, Εμ. Μακρόν, δήλωσε την Παρασκευή από τις Βρυξέλλες πως η ΕΕ πρέπει να επανεξετάσει τους όρους του εμπορίου με την Κίνα, με στόχο «πιο ίσους όρους ανταγωνισμού» ανάμεσα στις δύο εμπορικές δυνάμεις. «Εχουμε κάνει στρατηγικά λάθη στο παρελθόν με την πώληση υποδομών στην Κίνα», συμπλήρωσε.
Σύμφωνα με δημοσίευμα της γερμανικής εφημερίδας «Handelsblatt», η Κομισιόν προειδοποίησε τη γερμανική κυβέρνηση την περασμένη άνοιξη να μην εγκρίνει την επένδυση της κινεζικής COSCO στο λιμάνι του Αμβούργου. Ο κινεζικός ναυτιλιακός κολοσσός υπέβαλε προσφορά τον Σεπτέμβρη του 2021 για την απόκτηση μεριδίου 35% στον τερματικό σταθμό Tollerort (CTT) - έναν από τους τρεις τερματικούς σταθμούς - της εταιρείας λιμενικής εφοδιαστικής του Αμβούργου (HHLA).
Ο γερμανικός κυβερνητικός συνασπισμός είναι διχασμένος ως προς το αν θα εγκρίνει την επένδυση, και σύμφωνα με εκπρόσωπο του Σολτς ο Γερμανός καγκελάριος δεν έχει ακόμη συμφωνήσει με τους αρμόδιους υπουργούς για το πώς θα προχωρήσει.
Η ΕΕ προειδοποίησε ότι «ευαίσθητες πληροφορίες» σχετικά με την επιχείρηση θα μπορούσαν να περάσουν σε κινεζικά χέρια αν η Γερμανία επέτρεπε την επένδυση.
Πιέσεις δέχεται η Γερμανία και από το Πεκίνο. Σε αντάλλαγμα για το μερίδιο, η COSCO σκοπεύει να καταστήσει την CTT προτιμώμενο σημείο διακίνησης στην Ευρώπη, ενισχύοντας το μεγαλύτερο λιμάνι της Γερμανίας, το οποίο στο παρελθόν είχε χάσει έδαφος έναντι των μεγαλύτερων ανταγωνιστών του, του Ρότερνταμ και της Αμβέρσας.
«Πρέπει φυσικά να θέσουμε το ερώτημα: Τι θα συμβεί αν δεν εγκριθεί αυτή η συμμετοχή;», προειδοποιούν Γερμανοί οικονομολόγοι, υπονοώντας «αντίποινα» και υποβάθμιση του λιμανιού του Αμβούργου από τον κινεζικό όμιλο COSCO, που διαχειρίζεται επίσης την τέταρτη μεγαλύτερη ναυτιλιακή εταιρεία στον κόσμο.
Κι ενώ προετοιμάζεται η επικείμενη επίσκεψη Σολτς στο Πεκίνο, 6 Γερμανοί βουλευτές έφτασαν το Σαββατοκύριακο στην Ταϊβάν, στη δεύτερη επίσκεψη μελών της Μπούντεσταγκ στο νησί, αυτόν τον μήνα.
Ο επικεφαλής της γερμανικής αντιπροσωπείας, Π. Χάιτ (FDP), δήλωσε πως η επίσκεψη συνδέεται με τη δέσμευση της γερμανικής κυβέρνησης να «υποστηρίξει τις δημοκρατικές χώρες», χαρακτηρίζοντας ως λόγο μεγάλης ανησυχίας το ότι η Κίνα επιμένει να «θέλει να προσαρτήσει την Ταϊβάν, διά της βίας αν χρειαστεί». Πρόσθεσε δε ότι «οι απειλητικές χειρονομίες της Κίνας δεν πρέπει να μας εμποδίζουν να επισκεπτόμαστε και να υποστηρίζουμε ως κράτος την Ταϊβάν, η οποία μοιράζεται τις αξίες μας, τη δημοκρατία και την ελευθερία».
Ολοκληρώθηκε το Σάββατο το συνέδριο του κυβερνώντος κόμματος στην Κίνα, με φόντο την προσπάθεια του Πεκίνου να ενισχυθεί παραπέρα η θέση του στον εντεινόμενο ανταγωνισμό με τις ΗΠΑ για την πρωτοκαθεδρία στο διεθνές ιμπεριαλιστικό σύστημα.
Ο Κινέζος Πρόεδρος, Σι Τζινπίνγκ, επανεξελέγη για τρίτη φορά στη θέση του γγ του κυβερνώντος κόμματος, αφού είχε προηγηθεί η τροποποίηση των σχετικών καταστατικών διατάξεων που έθεταν όριο δύο θητειών.
Αποτυπώνοντας τη μεγάλη όξυνση του ιμπεριαλιστικού ανταγωνισμού, ο Σι στην παρέμβασή του έκανε ξανά λόγο για «ισχυρούς ανέμους» και «επικίνδυνες θύελλες» που μπορεί να βρεθούν μπροστά στη χώρα το επόμενο διάστημα, θίγοντας και τις «προκλήσεις άνευ προηγουμένου» με τις οποίες όλος ο κόσμος είναι σήμερα αντιμέτωπος.
Σε αυτό το πλαίσιο, εξάλλου, στις προτεραιότητες του επόμενου διαστήματος ξεχωρίζει η ολόπλευρη αναβάθμιση των Ενόπλων Δυνάμεων της χώρας.
Επιπλέον, σύμφωνα με σχετικά ρεπορτάζ, αλλά και όσα επίσημα κείμενα δημοσιεύτηκαν, η συζήτηση εστίασε σε μέτρα επιτάχυνσης «μεταρρυθμίσεων» που προτάχθηκαν όλα τα τελευταία χρόνια, για την παραπέρα εμβάθυνση των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής που έχουν κυριαρχήσει σε όλους τους τομείς της οικονομίας και για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας του κινεζικού κεφαλαίου στις διεθνείς αγορές.
Ακόμα, ως βασικό θέμα προβλήθηκε και η συνέχιση της «αντιμετώπισης της διαφθοράς», θέμα που και κατά το παρελθόν έχει αξιοποιηθεί για «αναδιατάξεις» σε ηγετικά κλιμάκια του κυβερνώντος κόμματος και της κυβέρνησης, με βάση αντιθέσεις για την πορεία ενίσχυσης του κινεζικού κεφαλαίου, τους όρους και τα όρια των «μπίζνες» και της αντιπαράθεσης με τη Δύση, τη σχέση με άλλα ιμπεριαλιστικά κέντρα, όπως η Ρωσία κ.ά.
Σε ένα τέτοιο πλαίσιο, η απόφαση του συνεδρίου που διένειμε στα Αγγλικά και το κρατικό πρακτορείο «Σινχουά» κάνει αναφορά σε «νέες στρατηγικές», «καθιέρωση ισχυρών συστημάτων για δημοκρατικές εκλογές», «λήψη αποφάσεων», «εγγύηση της ασφάλειας» κ.τ.λ.
Το συνέδριο εξέλεξε νέα Κεντρική Επιτροπή και Πολιτικό Γραφείο, για το οποίο σχολιάστηκε μεταξύ άλλων ότι για πρώτη φορά μετά από 25 χρόνια δεν συμμετέχει κάποια γυναίκα.
Στο μεταξύ, σε πλάνα που έκαναν τον γύρο του κόσμου από το κλείσιμο των εργασιών του συνεδρίου, καταγράφεται ο πρώην ηγέτης της χώρας (2003 - 2013) Χου Ζιντάο να απομακρύνεται χωρίς τη θέλησή του από την αίθουσα. Επισήμως, το «Σινχουά» μετέδωσε εκ των υστέρων ότι ο Χου Ζιντάο «δεν αισθανόταν καλά» και απομακρύνθηκε «για το καλό του». Σε κάθε περίπτωση, σε αυτήν την απομάκρυνση αποδίδεται έντονος συμβολισμός, καθώς ο Χου Ζιντάο θεωρείται ότι ανήκει σε ομάδα στελεχών με διαφορετική προσέγγιση για τη διεθνή ενίσχυση των κινεζικών μονοπωλίων.
Γενικότερα, διάφοροι αναλυτές από δυτικά επιτελεία μιλούν για ακόμα μεγαλύτερη ενίσχυση του Σι Τζινπίνγκ στα ανώτερα όργανα του κυβερνώντος κόμματος.
Χαιρετιστήριο μήνυμα στον Κινέζο Πρόεδρο έσπευσε να στείλει ο Ρώσος ομόλογός του, Βλ. Πούτιν, μιλώντας για αποτελέσματα που «επιβεβαιώνουν πλήρως το υψηλό σας πολιτικό κύρος και την ενότητα του κόμματος του οποίου ηγείστε».
Τα ηνία του κυβερνώντος κόμματος των Συντηρητικών στη Βρετανία και κατ' επέκταση την πρωθυπουργία της χώρας αναλαμβάνει ο 42χρονος, ινδικής καταγωγής, πρώην υπουργός Οικονομικών, Ρίσι Σούνακ, μετά την παραίτηση της πρωθυπουργού Λιζ Τρας την περασμένη βδομάδα και την αποχώρηση των άλλων δύο διεκδικητών της ηγεσίας του κόμματος.
Ο πρώην πρωθυπουργός Μπ. Τζόνσον αποχώρησε από την «κούρσα» προχτές βράδυ, επικαλούμενος τις εσωκομματικές διαφωνίες στο ενδεχόμενο επανόδου του στην ηγεσία και αναφέροντας ότι «δεν μπορείς να κυβερνήσεις αποτελεσματικά αν δεν έχεις ένα ενωμένο κόμμα στο Κοινοβούλιο». Ο ίδιος ισχυρίστηκε ότι συγκέντρωσε την απαιτούμενη στήριξη 100 βουλευτών για την κατάθεση υποψηφιότητας (παρότι οι δημόσιες δηλώσεις στήριξης ήταν πολύ λιγότερες), ενώ με τη φράση «πιστεύω ότι έχω πολλά να προσφέρω, αλλά φοβάμαι ότι απλώς δεν είναι η σωστή στιγμή», άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο επανόδου στο μέλλον.
Η δε αρμόδια υπουργός για τις σχέσεις της κυβέρνησης με το Κοινοβούλιο, Πένι Μόρντοντ, αποχώρησε χτες το μεσημέρι, λίγο πριν από τη λήξη της σχετικής προθεσμίας για την κατάθεση των δηλώσεων στήριξης, καθώς φαίνεται ότι δεν κατάφερε να συγκεντρώσει τον απαιτούμενο αριθμό βουλευτών.
Λίγη ώρα μετά την ανάδειξή του στην ηγεσία των Συντηρητικών, ο Σούνακ - που θα είναι ο τρίτος πρωθυπουργός της Βρετανίας μέσα στο 2022 - μίλησε στην κοινοβουλευτική ομάδα «κεκλεισμένων των θυρών», αναφέροντας ότι το κόμμα πλέον αντιμετωπίζει «υπαρξιακή απειλή». Απέκλεισε πρόωρες εκλογές, τονίζοντας ότι η βασική του προτεραιότητα θα είναι η επίτευξη «οικονομικής σταθερότητας», ενώ υποσχέθηκε πως στην κυβέρνηση θα εκπροσωπηθούν «όλες οι πτέρυγες» του κόμματος.
Στο πρώτο του δημόσιο μήνυμα, αναφέροντας ότι «αντιμετωπίζουμε μια βαθιά οικονομική πρόκληση», σημείωσε ότι «θα θέσω ως ύψιστη προτεραιότητά μου να ενώσω το κόμμα μας και τη χώρα μας», αποτυπώνοντας την προσπάθεια να εξασφαλιστεί συναίνεση των εργαζομένων και του λαού στην παραπέρα ένταση της αντιλαϊκής πολιτικής.
Την πρωθυπουργία της Ιταλίας ανέλαβε και επίσημα την Κυριακή η πρόεδρος του εθνικιστικού κόμματος «Αδέλφια της Ιταλίας» Τζ. Μελόνι.
Σήμερα το πρωί θα εκφωνήσει στη Βουλή την πρώτη της ομιλία, με παρουσίαση βασικών σημείων του κυβερνητικού προγράμματος, όπου ιδιαίτερη έμφαση αναμένεται να δοθεί στις δεσμεύσεις της να προωθήσει πιο αποφασιστικά τα «εθνικά» συμφέροντα της χώρας και των ιταλικών μονοπωλιακών ομίλων, τη θέση τους μέσα στις ιμπεριαλιστικές οργανώσεις ΝΑΤΟ - ΕΕ και στον κόσμο. Το βράδυ θα γίνει ψηφοφορία για την παροχή ψήφου εμπιστοσύνης στη νέα κυβέρνηση, ενώ αύριο θα πραγματοποιηθεί αντίστοιχη ψηφοφορία στη Γερουσία.
«Καλή πρώτη επικοινωνία» με την Μελόνι είχε το Σάββατο η πρόεδρος της Κομισιόν Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, τονίζοντας ότι «θα εργαστούμε μαζί για να αντιμετωπίσουμε τις κρίσιμες προκλήσεις της εποχής μας, από την Ουκρανία μέχρι την Ενέργεια».
Για «τον επιθετικό πόλεμο της Ρωσίας εναντίον της Ουκρανίας, την ενεργειακή κρίση και την οικονομική κατάσταση» στην ΕΕ συνομίλησε με την Μελόνι ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Σ. Μισέλ.
Συγχαρητήριο μήνυμα έστειλε ο γγ του ΝΑΤΟ Γ. Στόλτενμπεργκ, σημειώνοντας πως «η Ιταλία είναι ιδρυτικό μέλος του ΝΑΤΟ, δεσμευμένη στον διατλαντικό δεσμό, και συνεισφέρει ισχυρά στην ασφάλειά μας μέσα σε έναν πιο επικίνδυνο κόσμο».
Ο Γάλλος Πρόεδρος Εμ. Μακρόν ήταν ο πρώτος ηγέτης που συναντήθηκε με την νέα πρωθυπουργό στη Ρώμη. Υποσχέθηκε να συνεργαστεί μαζί της «με διάλογο και υψηλές προσδοκίες» προκειμένου Γαλλία και Ιταλία να συνεχίσουν «όλη τη δουλειά που έχουμε ξεκινήσει», σε μια περίοδο που τα δύο κράτη προωθούν μια άτυπη «συμμαχία» απέναντι στη Γερμανία, κυρίως στη δημοσιονομική πολιτική της ΕΕ.
Σύμφωνα με ανακοινωθέν της κυβέρνησης Μελόνι, Ιταλία και Γαλλία συμφώνησαν να συνεχίσουν τη συνεργασία «επί των μεγάλων κοινών προκλήσεων σε ευρωπαϊκό επίπεδο και με σεβασμό στα αμοιβαία εθνικά συμφέροντα».