Την Κυριακή 6 Φλεβάρη στην Αθήνα
«Συζητάμε τις εξελίξεις, διαμορφώνουμε το πλαίσιο πάλης και τα αιτήματά μας. Οργανώνουμε τη δράση μας, κλιμακώνουμε τις κινητοποιήσεις μας», αναφέρει στο κάλεσμά του ο ΠΜΣ, σημειώνοντας ότι η επίθεση στα εργασιακά δικαιώματα συνεχίζεται και την περίοδο ανοίγματος της οικονομίας.
«Η πανδημία λειτουργεί σαν καταλύτης για να προχωρήσουν και νέες αναδιαρθρώσεις που ήταν στα συρτάρια των υπουργείων εδώ και χρόνια. Η ανέχεια στην οποία έχουν φέρει τους εργαζόμενους του κλάδου μας με την απαγόρευση της εργασίας μας έχει δημιουργήσει ένα υπόβαθρο για νέες περικοπές. Αφού πληρώσαμε την κρίση τους, τώρα θα μας ζητήσουν να πληρώσουμε και την ανάκαμψή τους», υπογραμμίζει ο ΠΜΣ, τονίζοντας ότι το επόμενο διάστημα ο υφυπουργός Πολιτισμού θα φέρει τον νέο εργασιακό χάρτη για τους εργαζόμενους στον Πολιτισμό, ενώ κάνει αναφορά και στη νέα Οδηγία της ΕΕ για την αυτοαπασχόληση. «Ολες αυτές οι αναδιαρθρώσεις έρχονται με ψεύτικα μεγάλα λόγια για την ανάγκη να στηριχθούν οι εργαζόμενοι καλλιτέχνες, ενώ πίσω απ' αυτά θέλουν να φορτώσουν το ασφαλιστικό κόστος αποκλειστικά στις πλάτες μας. Θέλουν έναν νέο τρόπο εργασίας, που δεν θα είναι ακριβός για τους εργοδότες, αλλά για τους εργαζόμενους», σημειώνει.
«Οργανώνουμε τη διεκδίκησή μας απέναντι στη μεγάλη εργοδοσία, διεκδικώντας ΣΣΕ για κάθε χώρο εργασίας μουσικού», καταλήγει το κάλεσμα.
«Luzzu» |
Η στήλη αποχαιρετά και την μεγάλη Ιταλίδα πρωταγωνίστρια Μόνικα Βίτι, που «έφυγε» χτες από τη ζωή σε ηλικία 90 ετών. Γεννήθηκε το 1931 στη Ρώμη και σπούδασε Υποκριτική στην Εθνική Ακαδημία Δραματικών Τεχνών της Ρώμης. Το 1957 είναι η χρονιά ορόσημο για την καριέρα της, καθώς εντάχθηκε στο Teatro Nuovo di Milano του Μικελάντζελο Αντονιόνι. Εγινε η μούσα του και πρωταγωνίστησε σε κάποιες από τις σημαντικότερες ταινίες του. Η Περιπέτεια (1960), Η Νύχτα (1961), Η Εκλειψη (1962), Κόκκινη Ερημος (1964) έχουν το αποτύπωμά της. Συνεργάστηκε, ακόμα, με σπουδαίους σκηνοθέτες όπως οι Λουίς Μπουνιουέλ, Ντίνο Ρίζι, Μάριο Μονιτσέλι, Τζόζεφ Λόουζι και Εττορε Σκόλα. Βραβεύτηκε σε πολυάριθμα φεστιβάλ και το 1995 τιμήθηκε με τον Χρυσό Λέοντα στο φεστιβάλ της Βενετίας για το σύνολο της καριέρας της. Από το 2011 ζούσε αποτραβηγμένη από τα φώτα της δημοσιότητας και έδινε τη μάχη με τη νόσο Αλτσχάιμερ.
Στο «Luzzu» είχαμε αναφερθεί και στις ταινίες που είχαμε ξεχωρίσει από τα φεστιβάλ της χρονιάς. Πρόκειται για μια ταινία για την εργατική τάξη, στιβαρή από όλες τις απόψεις. Εχει ολοκληρωμένη ανάλυση στους χαρακτήρες και στις αντικειμενικές συνθήκες που καθορίζουν τους ήρωες και τις πράξεις τους. Αναλύει ενδελεχώς όλο το περιβάλλον του πρωταγωνιστή, τόσο μέσω των διαλόγων όσο και μέσω των εικόνων. Η κινηματογράφησή της είναι φυσική, σχεδόν ντοκιμαντερίστικη, με συμβολικά στοιχεία που δείχνουν τον κλοιό που περιορίζει τους ήρωες: Την ανάπτυξη του κεφαλαίου προς διαφορετικούς τομείς της οικονομίας, την απαξίωση και καταστροφή των μικρών ψαράδων με έντονο σχολιασμό της στρατηγικής που ακολουθεί η ΕΕ. Ακτινογραφεί τη διαπλοκή, τις διεφθαρμένες αρχές του λιμανιού, τους μεγαλοψαράδες, τη μαύρη αγορά.
Το «Σκαρί» όμως δεν στέκεται μόνο εκεί. Δείχνει την αγωνία και την απελπισία που οδηγεί τους ανθρώπους σε επιλογές που ποτέ δεν θα έκαναν. Δείχνει την ανασφάλεια του φτωχού που εάν χρειαστεί περίθαλψη, πρέπει να απευθυνθεί στον ιδιωτικό τομέα της Υγείας. Δείχνει ότι η φτώχεια είναι βραχνάς που απειλεί τις διαπροσωπικές σχέσεις, βραχνάς που οδηγεί τους ανθρώπους στην αλλοτρίωση. Το «Σκαρί» προβληματίζει για το πόσο δύσκολο είναι να αφήσει κανείς τη ζωή που επέλεξε, τη δουλειά των προγόνων του, τη θάλασσα που για τους ψαράδες είναι όλη τους η ζωή.
Ο κεντρικός πρωταγωνιστής (Γιέσμαρκ Σκικλούνα) είναι πραγματικός ψαράς, αλλά αναμετριέται επάξια με τους επαγγελματίες ηθοποιούς. Η γραφικότητα των σκαριών και του φυσικού τοπίου της Μάλτας κλέβει τις εντυπώσεις με την ομορφιά της απλότητάς του. Ο Καμιλέρι έκανε μια εντυπωσιακά καλή πρώτη μεγάλου μήκους ταινία.
Στη μεταπολεμική (Δυτική) Γερμανία, ο Χανς φυλακίζεται επαναλαμβανόμενα εξαιτίας της Παραγράφου 175, η οποία όριζε την ομοφυλοφιλία ως ποινικό αδίκημα. Η μόνη σχέση που καταφέρνει να κρατήσει είναι εκείνη με τον επί σειρά ετών συγκρατούμενό του και βαρυποινίτη Βίκτορ...
Από τα τέλη του 1800 ίσχυε η Παράγραφος 175. Οσοι καταδικάζονταν, φυλακίζονταν έως και για 10 έτη. Αυστηροποιήθηκε από τους ναζί και υιοθετήθηκε από τη μεταπολεμική Γερμανία, παρέμεινε σε ισχύ μέχρι το 1969 και εξαλείφθηκε από τον ποινικό κώδικα το 1994. Το συγκλονιστικό στοιχείο που μας δίνει η «Μεγάλη Απόδραση» είναι ότι οι κρατούμενοι στα στρατόπεδα συγκέντρωσης μεταφέρθηκαν απευθείας στη φυλακή για να εκτίσουν το υπόλοιπο της ποινής τους. Η ταινία μάς μεταφέρει σε διάφορες χρονικές περιόδους από το 1945 μέχρι και το 1969, εν είδει φλασμπάκ, όπου κυρίαρχος τόπος είναι οι φυλακές. Μας έλειψε, όμως, η αναφορά στη ζωή του Χανς και έξω από τη φυλακή. Ισως, βέβαια, χρησιμοποιεί τη φυλακή σαν μικρογραφία της κοινωνίας
Ο Χανς είναι ένας χαμηλών τόνων άνθρωπος, ιδιαίτερα ευαίσθητος και προστατευτικός με τους συγκρατούμενούς του, που έρχεται σε αληθινή επικοινωνία. Οι πρωταγωνιστικοί ρόλοι είναι πολύ καλά δουλεμένοι, αλλά ξεχωρίζει ο Φραντς Ρογκόφσκι (που πρόσφατα είδαμε στο «Undine»), δείχνοντας την κλάση του.
Από τις «Τρωάδες» που ανέβηκαν το περασμένο καλοκαίρι |
Σημειώνει ακόμα ότι «η καθημερινή μας δουλειά, τα ελαστικά ωράρια, η ανεργία, ο ελεύθερος χρόνος που εξαφανίζεται, δεν πρέπει να γίνουν εμπόδιο για όποιον αναγνωρίζει και αγαπάει την τέχνη και τις αξίες της.
Σε κάθε χώρο δουλειάς υπάρχουν εργαζόμενοι που απλά αγαπούν και θέλουν να εκφραστούν με τη μουσική, το βιβλίο, τον κινηματογράφο, το θέατρο, ή τον χορό. Υπάρχουν συναγωνιστές που μπορούν να πλαισιώσουν ή να δώσουν τις ιδιαίτερες γνώσεις τους στην υπόθεση που υπηρετούμε.
Μπορούμε να δυναμώσουμε την πολιτιστική μας δράση, να διευρύνουμε τις ανησυχίες και τα "θέλω και μπορώ" των συναδέλφων μας. Να διευκολύνουμε την επαφή μας με εργαζόμενους και σωματεία».
Για πληροφορίες και προτάσεις στα τηλέφωνα: 210.3833786, 210.3301842, 210.3301847, 6949121984