Οι όποιες τροποποιήσεις έκανε η κυβέρνηση σε σχέση με το αρχικό σχέδιο που είχε δημοσιοποιήσει δεν συνιστούν παρά έναν ελιγμό για να αντιμετωπίσει τις διαμαρτυρίες, καθώς το αντιδραστικό πλαίσιο του νομοσχεδίου και η βασική του στόχευση, για την ιδιωτικοποίηση των λαϊκών αγορών μέσω ΣΔΙΤ, δεν αλλάζουν. Απλώς τώρα αυτή η στόχευση δεν αναφέρεται ευθέως, όπως πριν, αλλά περιέχονται όλες εκείνες οι ρυθμίσεις που διαμορφώνουν το έδαφος για την προώθησή της.
Ο αρμόδιος υπουργός, Αδωνης Γεωργιάδης, μιλώντας στην Επιτροπή επανέλαβε όλα τα γνωστά παραμύθια ότι «το νομοσχέδιο είναι υπέρ των λαϊκών αγορών. Δεν δίνει τις λαϊκές αγορές στα μεγάλα συμφέροντα, δεν κλείνουμε τους παραγωγούς» και ότι «θέλουμε η λαϊκή αγορά να λειτουργεί με όρους διαφάνειας, ισότιμου ανταγωνισμού, φορολογικής συνείδησης, όπως πρέπει να λειτουργεί μία σωστή αγορά». Κατά τη διάρκεια της ακρόασης φορέων χτες στην Επιτροπή, όμως, η συντριπτική πλειοψηφία των εκπροσώπων των φτωχών παραγωγών και μικρεμπόρων που είχαν έρθει από όλη την Ελλάδα ήταν καταπέλτης.
Χαρακτηριστικά, η Γενική Συνομοσπονδία Παραγωγών Επαγγελματικών και Βιομηχανικών Ειδών Λαϊκών Αγορών Ελλάδας, σε υπόμνημα που απέστειλε στην Επιτροπή, αναφερόμενη π.χ. στο άρθρο 66 σημειώνει ότι με τα όσα προβλέπει μετατρέπει «τις λαϊκές αγορές σε καθαρά εμπορικές, με σκοπό την συρρίκνωση και την διάλυσή τους».
Ο πρόεδρος της Ομοσπονδίας Επαγγελματιών Ηλείας Στ. Τομαρόπουλος επεσήμανε ότι οι διατάξεις αναγκάζουν τους μικρούς επαγγελματίες, με έναν πάγκο, να φύγουν. Ο πρόεδρος της Ομοσπονδίας Συλλόγων Παραγωγών Λαϊκών Αγορών Κεντρικής και Δυτικής Μακεδονίας, Θεσσαλίας και Θράκης, Β. Μακρίδης, ανέδειξε τα σκληρά πρόστιμα και το πόσο εύκολα μπορεί πλέον να αφαιρεθεί άδεια από παραγωγό ή μικρέμπορο, κάνοντας λόγο για «αποκεφαλισμό».
Αξίζει να σημειωθεί ότι και ο εισηγητής της ΝΔ Στ. Σιμόπουλος προέβη σε μια σειρά παρατηρήσεις για το νομοσχέδιο, ζητώντας αλλαγές, διευκρινίσεις ειδικά για επίμαχα άρθρα του νομοσχεδίου, αλλά και δεσμεύσεις από τον υπουργό. Ηταν δε χαρακτηριστικό ότι ο πρόεδρος της Επιτροπής τον ρώτησε αν τελικά υπερψηφίζει το νομοσχέδιο. Ο εισηγητής του ΣΥΡΙΖΑ Στ. Αραχωβίτης απέδωσε τον αντιδραστικό χαρακτήρα του νομοσχεδίου σε ...εμμονές της ΝΔ, ενώ είναι γνωστό πως αποτελεί ζητούμενο των μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων, που εδώ και χρόνια θέλουν να ξεμπερδεύουν με τις λαϊκές αγορές.
Ο ειδικός αγορητής του ΚΚΕ Μανώλης Συντυχάκης, καταψηφίζοντας το νομοσχέδιο, σημείωσε ότι η κυβέρνηση με το αρχικό της σχέδιο έδειξε πού θέλει να το φτάσει με τις λαϊκές αγορές. Το γεγονός ότι έβγαλε τα κραυγαλέα σημεία που οδηγούν στην ιδιωτικοποίηση των λαϊκών αγορών μέσω ΣΔΙΤ δεν σημαίνει ότι άλλαξε τα σχέδιά της, αφού με το άρθρο 67 «δίνονται δυνατότητες στον υπουργό Ανάπτυξης με μια απλή Υπουργική Απόφαση να ανατρέπει ακόμα και αυτές τις ελάχιστες αλλαγές που αναγκάστηκε να κάνει, προκειμένου να "χρυσώσει το χάπι" για το νέο νομοσχέδιο». Πρόσθεσε ότι η κυβέρνηση «ουσιαστικά και σταδιακά ανατρέπει τον χαρακτήρα του θεσμού των λαϊκών αγορών όπως τον ξέρουμε μέχρι σήμερα», ενώ «οι αλλαγές που προτείνονται είναι μαθηματικά βέβαιο ότι θα οδηγήσουν χιλιάδες επαγγελματίες εκτός λαϊκής αγοράς, αλλά και σε αύξηση του κόστους διατροφής για την πλειοψηφία των εργαζομένων».
Πέρα από το άρθρο 67, συνοπτικά προβλέπονται τα εξής: Για να λάβει μέρος σε προκήρυξη ο επαγγελματίας θα πρέπει όλα τα δικαιολογητικά του (φορολογική - ασφαλιστική ενημερότητα κ.ά.) να είναι ενήμερα διαρκώς, ενώ πριν αρκούσε να είναι ενήμερα μόνο κατά την περίοδο ανανέωσης της άδειάς του. Από τη μοριοδότηση αφαιρούνται βασικά κοινωνικά κριτήρια και προστίθενται άλλα, όπως αυτό της ηλικίας, αλλά και πτυχίο Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης (!), φέρνοντας σε δυσχερέστερη θέση παλαιότερους επαγγελματίες και όλους όσοι δεν έχουν φοιτήσει σε πανεπιστήμιο. Η άδεια θα αφαιρείται αν δεν πωληθεί σε τιμή πάνω από το 50% της δηλωθείσας ποσότητας, ή αν δεν εκδοθεί φορολογική απόδειξη 2 φορές εντός του ίδιου έτους, και άλλες ρυθμίσεις που δεν ισχύουν για κανέναν άλλο κλάδο του Εμπορίου. Ανατίθεται το σύνολο της διαχείρισης των λαϊκών αγορών σε ιδιωτικούς φορείς - εταιρείες, αφαιρώντας κάθε ευθύνη των υπηρεσιών της Περιφέρειας. Καταργείται η διάταξη που προέβλεπε ότι η άδεια του επαγγελματία ανακαλείται όταν αυτός πλέον έχει εισοδήματα που ξεπερνούν το 40% του ορίου της φτώχειας, ανοίγοντας την πόρτα στους «μεγάλους», κ.ο.κ.
Ξεκινά σήμερα η δίκη για την άγρια δολοφονία του Ζαχαρία (Ζακ) Κωστόπουλου, μέλους της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας, που συνέβη τον Σεπτέμβρη του 2018, μέρα μεσημέρι, στο κέντρο της Αθήνας. Κατηγορούμενοι είναι δύο καταστηματάρχες της περιοχής, ένας μεσίτης και ένας κοσμηματοπώλης, και τέσσερις αστυνομικοί. Ολοι αντιμετωπίζουν το αδίκημα της θανατηφόρας σωματικής βλάβης και όχι της ανθρωποκτονίας από δόλο, όπως ζητούσε η οικογένεια του δολοφονημένου.
Σημειωτέον, μετά το πρώτο λιντσάρισμα του Ζαχαρία Κωστόπουλου από τους δύο καταστηματάρχες, ακολούθησε και δεύτερο από τους αστυνομικούς. Ο Ζακ πέθανε από τον άγριο ξυλοδαρμό, που προκάλεσε πολλαπλά τραύματα με συνέπεια ισχαιμικό επεισόδιο. Από την πρώτη στιγμή οι δικηγόροι της οικογένειάς του είχαν καταγγείλει την κωλυσιεργία στην ανάκριση αλλά και στην άσκηση των διώξεων. Εκτός ευθυνών υπενθυμίζεται ότι έμειναν άλλοι τέσσερις αστυνομικοί που εμπλέκονται στην υπόθεση και ένας υπάλληλος του ΕΚΑΒ. Η οικογένεια του θύματος είχε ασκήσει μήνυση κατά των πέντε, ζητώντας την ποινική δίωξή. Η μήνυσή τους απορρίφθηκε «με ανυπόστατο νομικά σκεπτικό», όπως αναφερόταν και άσκησαν προσφυγή κατά της απορριπτικής διάταξης. Η προσφυγή της οικογένειας έγινε δεκτή από την εισαγγελέα Εφετών, που συμπέρανε ότι η προκαταρκτική εξέταση που οδήγησε στην απαλλαγή των προαναφερθέντων αστυνομικών και του υπαλλήλου του ΕΚΑΒ «ουδόλως διενεργήθηκε» και διέταξε να διενεργηθεί νέα προκαταρκτική εξέταση. Ωστόσο, όπως ενημέρωσαν σε σχετική ανακοίνωση οι δικηγόροι της οικογένειας, υπάρχει κωλυσιεργία, η ανάκριση παραδίδεται στον ίδιο ανακριτή που είχε προτείνει την απόρριψη της μήνυσης, ενώ η πλευρά της οικογένειας του δολοφονημένου δεν καλείται στην ανάκριση. Ετσι, δεν μπορεί να υποβάλει ούτε αίτημα εξαίρεσης του συγκεκριμένου ανακριτή, όπως θα είχε το δικαίωμα. Tελικά η υπόθεση παραπέμφθηκε στο Δικαστικό Συμβούλιο.