Ο προπονητής ποδοσφαίρου και δημιουργός της ακαδημίας «Livorno Athens Academy», Ματθαίος Χατζηροδίτης, μιλάει για τη δουλειά στις μικρές ηλικίες αλλά και τα εμπόδια που πρέπει να ξεπεραστούν
Ο έμπειρος προπονητής μάς εξηγεί γιατί το να δουλεύεις με παιδιά στον αθλητισμό αποτελεί μια περίπλοκη και αρκετά εξειδικευμένη προσπάθεια που χρήζει ιδιαίτερης προσοχής.
«Αν και πολύς κόσμος και κυρίως οι γονείς στέκονται στο επιφανειακό μέρος, εντούτοις η δουλειά, για παράδειγμα, σε μια ποδοσφαιρική ακαδημία είναι πολύπλοκη, πολυεπίπεδη και, κυρίως, ιδιαίτερη. Αφού δεν είναι μόνο το ποδόσφαιρο και πώς θα το μάθουν καλύτερα αυτό, αλλά αντίθετα θα πρέπει να ληφθούν υπόψη παράγοντες, όπως, για παράδειγμα, η βιολογική και νοητική ηλικία. Στην πρώτη υπάγονται διαφορές που έχουν να κάνουν με τη σωματοδομή και στη δεύτερη η επικοινωνία, η σκέψη, ο λόγος κ.λπ. Αν τώρα σκεφθείς και τους συνδυασμούς που μπορεί να προκύπτουν σε αυτές τις βασικές κατηγορίες όπως, για παράδειγμα, ένα παιδί μπορεί να είναι πίσω σε βιολογική ηλικία αλλά πιο μπροστά στη νοητική ηλικία, καταλαβαίνεις σε πόσο πιο εξειδικευμένες καταστάσεις πάμε. Παρ' όλα αυτά, ακόμα και μέσα από τις διαφορετικές βάσεις από τις οποίες θα ξεκινήσει ένα παιδί το ποδόσφαιρο, ο στόχος είναι να δοθούν στα παιδιά οι ίδιες ευκαιρίες. Και αυτός είναι ένας από τους πλέον σημαντικούς τομείς που εμείς πρέπει να συμβάλλουμε ως προπονητές που ασχολούμαστε με παιδιά».
«Και εδώ φυσικά χρειάζεται να γίνει μια αρκετά εξειδικευμένη δουλειά χρησιμοποιώντας πάντα το πλεονέκτημα που παρέχει ο αθλητισμός στη διαμόρφωση του χαρακτήρα των παιδιών και στο να μπουν οι σωστές βάσεις. Για παράδειγμα, τα παιδιά μέχρι την ηλικία των 8 ετών, βγάζουν μια αναπτυγμένη, μια έντονη ατομικότητα γι' αυτό τα βλέπουμε να προτιμούν περισσότερο ατομικά αθλήματα, όπως στίβο, κολύμβηση κ.τ.λ. Μετά την ηλικία των 8 ετών επιδιώκουν την παρέα. Μια ομαδικοποίηση. Αλλάζουν, ψάχνουν την παρέα και στρέφονται προς τα ομαδικά σπορ. Στο ποδόσφαιρο όταν δουλεύουμε με ηλικίες μικρότερες των 7 ετών δείχνουμε μια μεγαλύτερη ανεκτικότητα στις ατομικές ενέργειες όταν ένα παιδί θέλει μια μπάλα μόνο του. Ωστόσο, σιγά σιγά, χρόνο με τον χρόνο, μεγαλώνοντας και τα ίδια τα παιδιά, προσπαθούμε να τα περάσουμε στο στάδιο της υπο-ομαδικότητας και κυρίως μετά τα 8 χρόνια τους στην ομαδικότητα. Τα παιδιά σε αυτές τις ηλικίες θέλουν τη μέγιστη προσοχή περνώντας από το στάδιο του παιδικού εγωισμού στο στάδιο της παρέας. Και πιστεύω πως ο αθλητισμός σε αυτήν την περίπτωση παίζει πολύ σημαντικό ρόλο και βοηθά πάρα πολύ, ιδιαίτερα στην κοινωνικότητα».
Φυσικά σε όλα αυτά, πέραν του αθλητικού κομματιού, σημαντικό ρόλο παίζει η καθημερινότητα που βιώνουν σήμερα τα παιδιά, ιδιαίτερα στα αστικά κέντρα, καθώς και οι συνέπειές της. Οπως εξηγεί, «πολλές φορές λέω ότι σήμερα έχουμε να κάνουμε με λεγόμενα "διαμερισματοποιημένα" παιδιά που έχουν μεγαλώσει σε ένα διαμέρισμα, χωρίς να έχουν την εμπειρία μιας αλάνας, των ελεύθερων χώρων κ.τ.λ. Αυτό ανοίγει σημαντικά ζητήματα, όπως ο περιορισμός των κινήσεων που γνωρίζουν, π.χ. δεν έχουν ανέβει ποτέ σε έναν βράχο, δεν έχουν τρέξει αδιάκοπα κ.τ.λ. ή στον τομέα της επικοινωνίας που πλέον γίνεται με συγκεκριμένο τρόπο (τηλέφωνο, υπολογιστής). Στη γνωριμία του ποδοσφαίρου, προσπαθούμε να λύσουμε και τέτοιου είδους ζητήματα στα παιδιά που έρχονται».
Η ενασχόληση με τον αθλητισμό, με διαχρονικές ευθύνες όλων των κυβερνήσεων, μέχρι σήμερα έχει καταντήσει πολυτέλεια κυρίως λόγω του υπέρογκου κόστους. Βιώνοντας το πρόβλημα καθημερινά ως άνθρωπος του αθλητισμού, ο συνομιλητής μας εξηγεί τι συμβαίνει.
«Μιλώντας για τα σωματεία ή τις ακαδημίες σήμερα, στο οικονομικό κομμάτι είναι προφανές πως οι συνδρομές είναι ο μόνος τρόπος να λειτουργήσουν γι' αυτό εγώ πάντα λέω πως οι γονείς είναι αυτοί που τα στηρίζουν. Απ' την άλλη, οι κρατικές επιχορηγήσεις που θα μπορούσαν να αποτελέσουν ένα σημαντικό βοήθημα σε διάφορους τομείς, όπως μείωση του κόστους των συνδρομών, εξαγορά υλικοτεχνικού εξοπλισμού, πλέον εδώ και χρόνια έχουν γίνει ψίχουλα ή είναι ανύπαρκτες. Η άθληση ενός παιδιού μπορεί να κοστίζει 600 - 700 ευρώ τον χρόνο για μια οικογένεια και κάποιος μπορεί να πει ότι δεν είναι απαγορευτικό αν το σπάσεις σε 60 ευρώ τον μήνα. Ωστόσο, όταν αυτά έρχονται να προστεθούν στον ήδη επιβαρυμένο προϋπολογισμό της οικογένειας με έξτρα έξοδα, όπως η πληρωμή την περίοδο της πανδημίας για τα τεστ κορονοϊού που απαιτούνται ή τα άλλα έξοδα της οικογένειας (διαβίωση, φροντιστήρια, το πρόβλημα της ανεργίας στους γονείς), τότε φαντάζει υπέρογκο. Για μένα αυτό είναι ένα πρόβλημα κοινωνικό, αφού οι γενικότερες οικονομικές - κοινωνικές συνθήκες που επικρατούν σήμερα, με υπεύθυνο γι' αυτές το ίδιο το οικονομικό σύστημα, καθιστούν την άθληση πολυτέλεια».
Ποιος όμως είναι σήμερα ο ρόλος της οικογένειας στην ενασχόληση ενός παιδιού με ένα άθλημα, όπως, για παράδειγμα, το ποδόσφαιρο. Ο Μ. Χατζηροδίτης μιλά για τις παγίδες που κρύβει αυτό το συγκεκριμένο ζήτημα σε σχέση με τις νοοτροπίες που κυριαρχούν και τις λογικές της αγοράς.
«Το σίγουρο είναι πως το ποδόσφαιρο βγάζει ένα πάθος σε όσους ασχολούνται με αυτό, είτε ως παίκτες είτε ως φίλαθλοι. Και από αυτήν τη λογική δεν ξεφεύγουν και οι γονείς που έχουν παιδιά στις ακαδημίες. Ο πατέρας βλέπει τον γιο του να παίζει μπάλα και αισθάνεται πως βλέπει έναν ποδοσφαιριστή που θα πρέπει να εξελιχθεί σε έναν επαγγελματία που θα αποκομίσει τεράστια υλικά οφέλη, ενώ είναι ένα παιδί που παίζει απλά μπάλα. Αυτό οδηγεί σε συγκεκριμένες συμπεριφορές, πολλές φορές ακραίες. Εάν ο μπαμπάς ήξερε τις πραγματικές πιθανότητες ενός παιδιού να παίξει επαγγελματικά ποδόσφαιρο ή το τι χρειάζεται να φθάσει στο υψηλό επίπεδο, το οποίο φαντάζεται, ίσως να είχε διαφορετική λογική και νοοτροπία. Αυτό έχει σχέση με τις λογικές που καλλιεργεί γενικότερα το καπιταλιστικό σύστημα. Η ελπίδα τού ..."αν μου κάτσει"... Σαν το λαχείο που όποιοι το αγοράζουν, φαντάζονται πως είναι οι κερδισμένοι.. Και όλο αυτό κάνει τον γονιό να κάνει λάθος σκέψεις, με αποτέλεσμα να υπάρχουν συνέπειες. Καταρχάς από τη στιγμή που μπαίνει ο συγκεκριμένος στόχος από το σπίτι αρχίζει και η πίεση. Προς το ίδιο το παιδί, τον προπονητή κ.λπ.».
Ρωτάμε τον Μ. Χατζηροδίτη για τον ρόλο των ποδοσφαιρικών ακαδημιών σήμερα.
«Εάν λάβουμε υπόψη αυτό που είπαμε για τις συνθήκες υπό τις οποίες μεγαλώνουν τα παιδιά σήμερα, εύλογα καταλαβαίνουμε πως οι ποδοσφαιρικές ακαδημίες έχουν γίνει μια τεράστια βιομηχανία, που λόγω των σημείων των καιρών γίνονται αναγκαστική εξέλιξη αφού θα πρέπει να καλυφθεί το κενό που δημιουργούν σημαντικά προβλήματα, όπως το χωροταξικό, με την ανυπαρξία ελεύθερων χώρων και πάρκων ή ενός οργανωμένου πλαισίου σχολικού αθλητισμού. Εδώ, σήμερα, το παιδί δεν μπορεί να μείνει μέσα σε ένα διαμέρισμα ούτε μπορεί να το αφήσεις μόνο του. Αρα η λύση της εγγραφής του σε μια ακαδημία είναι μια ανάγκη. Ωστόσο, πλέον έχει εξελιχθεί σε μια βιομηχανία που γεννά και διαμοιράζει χρήμα. Φυσικά, το πώς κάθε ακαδημία διαχειρίζεται τον ρόλο της είναι σίγουρα ξεχωριστό. Σίγουρα σε πολλές περιπτώσεις η διαχείριση γίνεται μέσα στο πλαίσιο όσων επιτάσσουν οι λογικές του σημερινού ποδοσφαίρου».
«Η ιδέα ξεκίνησε ως προσωπική προσπάθεια να μπορέσω να συνδυάσω τις δυο αγάπες μου, που είναι η ΑΕΚ και το Κόμμα, το ΚΚΕ, και έτσι οδηγήθηκα στην επιλογή της ονομασίας Λιβόρνο, αφού οι οπαδοί της συγκεκριμένης ιταλικής ομάδας είναι αδελφοποιημένοι με αυτούς της ΑΕΚ. Ενώ, από την άλλη, ως τόπος, έχει ιδιαίτερη πολιτική βαρύτητα και ιστορικώς για το Κομμουνιστικό Κίνημα της Ιταλίας, καθώς εκεί ιδρύθηκε το πρώτο ΚΚ της χώρας, το 1921. Εχοντας δουλέψει αρκετά στον χώρο και έχοντας δει πράγματα που δεν μου άρεσαν αποφάσισα να κάνω κάτι δικό μου που να εκφράζει αυτά που πιστεύω και κυρίως μακριά από τις νοοτροπίες του κέρδους.
Σίγουρα, υπάρχουν έξοδα που θα πρέπει να καλυφθούν αλλά χωρίς να χρειαστεί να βλέπεις τον άλλον σα χρήμα γιατί πιστεύω πως όταν σε μια σχέση μπει το χρήμα παύει να είναι αληθινή. Αυτές τις απόψεις προσπαθώ να περάσω και στα παιδιά της ακαδημίας.
Eχουμε 80 παιδιά όλων των ηλικιών και σε αυτά προσπαθούμε να ταιριάξουμε όλα αυτά που προανέφερα πριν, μέσω μιας ειλικρινούς σχέσης με τα ίδια τα παιδιά και τους γονείς. Παλεύουμε για έναν δικό μας στόχο αντιλαμβανόμενοι και τις δύσκολες συνθήκες που επικρατούν στην κοινωνία. Και εάν για κάτι θα ήμουν ευχαριστημένος και ως πρώτο στόχο είναι να έχω αυτά τα παιδιά μέχρι την ηλικία 16 - 18 ετών όπου θα έχουν περάσει το κρίσιμο ηλικιακό στάδιο διαμόρφωσης του χαρακτήρα ξεπερνώντας αρκετούς σκοπέλους».