Η παραπάνω «ενημέρωση» εργοδοσίας μεγάλης επιχείρησης στους εργαζόμενους είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα του νέου γύρου ξεσαλώματος που είναι σε εξέλιξη σε χώρους δουλειάς, με τις πλάτες της κυβέρνησης και πρόσχημα τους εμβολιασμούς. Οι ίδιοι εργοδότες δηλαδή που με κριτήριο τα κέρδη τους δεν έχουν πάρει ούτε ένα μέτρο προστασίας στους χώρους δουλειάς, που δεν διέθεταν ούτε μάσκες, που δεν έκαναν τεστ στο προσωπικό, επειδή αυτά «κοστίζουν», τώρα φορτώνουν στους εργαζόμενους και τα αποτελέσματα αυτών των ελλείψεων, ακολουθώντας τη γραμμή της κυβέρνησης: «Υπάρχουν τα εμβόλια, τραβάτε να εμβολιαστείτε, εσείς έχετε την ευθύνη».
Αλλη χαρακτηριστική ενημέρωση από μεγάλο επιχειρηματικό όμιλο γνωστοποιεί στους εργαζόμενους που δεν θα εμβολιαστούν ότι πρέπει να φορούν διαρκώς μάσκα, ότι δεν επιτρέπεται να κυκλοφορούν σε κοινόχρηστους χώρους και ότι σε περίπτωση παραβίασης των παραπάνω «η εταιρεία δεν θα κάνει δεκτή την παροχή της εργασίας και απαλλάσσεται από την υποχρέωση καταβολής μισθού».
Σαν «έτοιμη από καιρό» λοιπόν η εργοδοσία, που από την πρώτη στιγμή της πανδημίας μετέτρεψε τους χώρους δουλειάς σε εστίες υπερμετάδοσης, έσπευσε να αξιοποιήσει τους εμβολιασμούς ως πρόσχημα για ένταση της αντεργατικής επίθεσης. Αποθρασυμένοι από την αντιεπιστημονική τροπολογία της κυβέρνησης για την «υποχρεωτικότητα των εμβολιασμών», αλλά και από την κάλυψη που τους παρείχαν τα κυβερνητικά στελέχη, οι εργοδότες ξεκίνησαν ένα μπαράζ απειλών και εκβιασμών, προειδοποιήσεων για στερήσεις μισθών και αναγκαστικές άδειες άνευ αποδοχών σε όσους δεν εμβολιαστούν.
Η αρχή έγινε άλλωστε από την ίδια την κυβέρνηση, με υπουργούς να χαρακτηρίζουν «εχθρούς της επιχείρησης» εργαζόμενους που δεν εμβολιάζονται και να προαναγγέλλουν γενίκευση του μέτρου της υποχρεωτικότητας μετά τους υγειονομικούς. Μάλιστα, η κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι εργαζόμενοι στην Εστίαση και στον Τουρισμό θα πληρώνουν από την τσέπη τους ένα rapid test τη βδομάδα σε περίπτωση που δεν έχουν εμβολιαστεί, ενώ στον εργοδότη ανατίθεται η ευθύνη να το ελέγχει.
Ετσι, στην «ασυλία» που απολαμβάνουν οι επιχειρηματικοί όμιλοι εδώ και ενάμιση χρόνο, αφού οι χώροι δουλειάς έμειναν εκτός ελέγχων, τώρα προστίθενται περισσότερα εργαλεία ώστε να ξεφορτώνονται τις δίκαιες διεκδικήσεις των εργαζομένων για ουσιαστικά μέτρα προστασίας. Κι αυτό την ίδια στιγμή που επιβεβαιώνεται πια ότι από μόνοι τους οι εμβολιασμοί δεν αρκούν για να ανασχεθεί η διάδοση της πανδημίας, δεν έχει μελετηθεί το τι αφήνει ο ιός σε έναν ασθενή, ακόμα κι αν νόσησε ελαφρά. Δηλαδή κριτήριο δεν είναι το πώς δεν θα νοσήσει ο εργαζόμενος, το πώς δεν θα κολλήσει τον ιό, αλλά το πώς θα είναι στη διάθεση της εργοδοσίας σε κάθε περίπτωση, το πώς, αν κολλήσει, δεν θα νοσήσει βαριά, δεν θα χρειαστεί άδεια και άλλα τέτοια «ζημιογόνα».
Επιπλέον, οχυρωμένοι πίσω από τους εμβολιασμούς, εργοδότες ανακοινώνουν στους εργαζόμενους «τίτλους τέλους» σε μέτρα προστασίας, προετοιμάζοντας ουσιαστικά για έναν Σεπτέμβρη που εργαζόμενοι θα καλούνται να πηγαίνουν για δουλειά ακόμα κι αν νοσούν, γιατί αυτό «συμφέρει την εταιρεία». Θυμίζουμε άλλωστε ότι στη Μ. Βρετανία ήδη άρχισαν να ανακοινώνονται περικοπές στην αναγκαία καραντίνα για εργαζόμενους σε ομίλους σούπερ μάρκετ. Ετσι, οι εργοδότες καλούν στενές επαφές κρουσμάτων για δουλειά, με ό,τι αυτό μπορεί να σημαίνει για την αλυσίδα της μετάδοσης του ιού.
Στο ίδιο μοτίβο, χαρακτηριστική είναι η περίπτωση εργαζόμενης στο Πανεπιστημιακό Γενικό Νοσοκομείο Ηρακλείου που η διοίκηση αρνήθηκε να της δώσει άδεια «ειδικού σκοπού», την οποία ζήτησε επειδή το παιδί της νοσούσε με κορονοϊό. Η απόρριψη του αιτήματος για άδεια έγινε με την αιτιολογία ότι η εργαζόμενη ήταν εμβολιασμένη. Τι κι αν η μία μετά την άλλη οι μελέτες δείχνουν ότι ακόμα και οι εμβολιασμένοι μεταδίδουν τον ιό, ότι ειδικά η μετάλλαξη «Δέλτα» μεταδίδεται εύκολα, και από όσους έχουν κάνει το εμβόλιο; Στο φόντο των ελλείψεων προσωπικού στα νοσοκομεία, κυβέρνηση και διοικήσεις προτιμούν να ρισκάρουν τη μετάδοση του ιού ανάμεσα σε υγειονομικούς και ασθενείς παρά να εξασφαλίσουν ότι αυτός δεν θα μπει στους θαλάμους και στις άλλες υπηρεσίες. Η ειρωνεία είναι μάλιστα ότι αυτή η εξέλιξη έγινε γνωστή τις ίδιες μέρες που η κυβέρνηση ψήφιζε στη Βουλή την «υποχρεωτικότητα των εμβολιασμών» για το υγειονομικό προσωπικό, που συνοδεύτηκε προπαγανδιστικά με τόνους συκοφαντίας για νοσηλευτές και γιατρούς που δεν εμβολιάζονται και «διασπείρουν τον ιό στα νοσοκομεία».
Χαρακτηριστική είναι και η περίπτωση των εργαζομένων με πρόγραμμα ΕΣΠΑ στον δήμο Αλίμου, όπου η δημοτική αρχή όρισε ως «τρόπο καλής εκτέλεσης της παροχής εργασίας» τον εμβολιασμό, βγάζοντας σε άδεια άνευ αποδοχών όποιον εργαζόμενο για οποιονδήποτε λόγο δεν εμβολιαστεί. Ετσι, η δημοτική αρχή επιχείρησε να απολύσει εργαζόμενους στους βρεφονηπιακούς σταθμούς, με το Συνδικάτο ΟΤΑ να παρεμβαίνει άμεσα ώστε να ακυρωθούν οι απαράδεκτες μεθοδεύσεις.
Εξίσου χαρακτηριστική είναι και η περίπτωση εργοστασίων στον κλάδο της Χημικής Βιομηχανίας στην Αττική. Ανάμεσα στις εργοδοτικές ανακοινώσεις ήταν και εκείνη που απειλούσε τους εργαζόμενους ότι «όσοι δεν έχουν εμβολιαστεί καθόλου, από επιλογή τους, με την επιστροφή τους θα αναλάβουν με δικά τους έξοδα το κόστος του μοριακού τεστ και στη συνέχεια το κόστος ενός rapid test εβδομαδιαίως»! Στον ίδιο ντορό, άλλη επιχείρηση του κλάδου απειλεί ότι «σε περιπτώσεις μη εμβολιασμένων η εταιρεία θα εξετάσει μέτρα οικονομικής φύσης» και ξεκαθαρίζει πως το κόστος του τεστ θα επιβαρύνει τον ίδιο τον εργαζόμενο.
Αν επιβεβαιώνουν κάτι τα παραπάνω, είναι ότι η εργοδοσία με τις πλάτες της κυβέρνησης προχωρά στην απόλυτη στρέβλωση: Αντί ο αναγκαίος και πολύτιμος εμβολιασμός να αξιοποιείται συνδυασμένα με όλα τα απαραίτητα μέτρα προστασίας ώστε να εκμηδενίζονται οι πιθανότητες νόσησης, επιπλοκών και διάδοσης του ιού, γίνεται ένα ακόμα «πολυεργαλείο»: Είτε για να πάνε περίπατο οι ευθύνες των επιχειρηματικών ομίλων απέναντι στο προσωπικό, είτε για να γίνει ένα ακόμα «ξεσκαρτάρισμα», να στοχοποιούνται εργαζόμενοι στο πλαίσιο της «ατομικής ευθύνης».
Δεν υπάρχει άλλος δρόμος από την ένταση των διεκδικήσεων που προβάλλουν τα εργατικά συνδικάτα, που μπορούν μαζί με τους αναγκαίους εμβολιασμούς να εξασφαλίσουν την ουσιαστική προστασία του λαού και των παιδιών του. Δηλαδή, μέτρα στήριξης του δημόσιου τομέα Υγείας και επίταξη του ιδιωτικού τομέα. Καθολικό πρόγραμμα δημόσιου δωρεάν εμβολιασμού, με εξαντλητική ενημέρωση, πλήρη προληπτικό έλεγχο και σταθερή παρακολούθηση των εμβολιασμένων. Αμεσα μέτρα προστασίας στους χώρους δουλειάς, στα ΜΜΜ, στα σχολεία και στα πανεπιστήμια. Επαναλαμβανόμενα δωρεάν τεστ, με αποκλειστική επιβάρυνση του κράτους και των εργοδοτών. Μέτρα για την έναρξη της νέας σχολικής χρονιάς, με εξασφάλιση κατάλληλων αιθουσών και καθαριότητας, με προσλήψεις εκπαιδευτικών κ.ο.κ.
Την ίδια στιγμή που η κυβέρνηση εναποθέτει στο εμβολιαστικό πρόγραμμα, που κι αυτό σέρνεται, την αντιμετώπιση της πανδημίας, τα δημόσια νοσοκομεία και οι άλλες δομές Υγείας είναι σε ακόμα χειρότερη κατάσταση από ό,τι στα προηγούμενα κύματα. Και με αυτό ως «δεδομένο», αφού η θωράκιση και η ουσιαστική ενίσχυσή τους με μέσα και προσωπικό δεν χωράνε στη λογική «κόστους - οφέλους», γι' αυτό η κυβέρνηση λέει στον λαό ότι δεν υπάρχει άλλη λύση πέρα από τους εμβολιασμούς. Θυμίζουμε ότι με το ίδιο κριτήριο πάρθηκαν όλα τα μέτρα από την αρχή της πανδημίας. Πάντα με «αδιαπραγμάτευτο δεδομένο» ότι οι δυνατότητες των νοσοκομείων είναι περιορισμένες, και με κριτήριο το πώς δεν θα «φρακάρουν» επιβλήθηκαν τα lockdown, ανοιγόκλειναν τα σχολεία, μπήκε λουκέτο στα πανεπιστήμια κ.ο.κ.
Σήμερα, λοιπόν, με άλλοθι τους εμβολιασμούς, η κυβέρνηση επιχειρεί να κρύψει την τραγική κατάσταση που επικρατεί στο δημόσιο σύστημα Υγείας. Και στο όνομα του εμβολιασμού απορρίπτεται κάθε μέτρο ενίσχυσης της δημόσιας Υγείας. Η χρεοκοπία αυτής της «συνταγής» όμως είναι προδιαγεγραμμένη. Γιατί ακόμα κι αν κάποια στιγμή επιτευχθεί το 80% των εμβολιασμών, ακόμα κι αν δεν υπάρξουν μεταλλάξεις που διαταράσσουν το «τείχος ανοσίας», το ερώτημα παραμένει: Αν δεν ενισχυθεί το δημόσιο σύστημα Υγείας, τι ακριβώς θα γίνει διαφορετικά σε μια επόμενη πανδημία; Πάλι τα νοσοκομεία δεν θα μπορούν να αντεπεξέλθουν στην πίεση, πάλι θα μετατρέπονται τα νοσοκομεία σε μιας νόσου, με τα γνωστά αποτελέσματα.
Τι δεν μπορεί λοιπόν να κρύψει η συζήτηση γύρω από τον πράγματι αναγκαίο γενικό εμβολιασμό του πληθυσμού; Το γεγονός ότι στα δημόσια νοσοκομεία εξακολουθούν να λείπουν τουλάχιστον 6.500 μόνιμοι γιατροί, πάνω από 20.000 μόνιμοι νοσηλευτές, χιλιάδες τραυματιοφορείς, βοηθητικό προσωπικό κ.ά. (σύμφωνα με τα ανεπαρκή οργανογράμματα). Εξακολουθούν να λείπουν πάνω από 2.500 δημόσια κρεβάτια εντατικής θεραπείας κι εξειδικευμένο προσωπικό, ενώ τα δημόσια κρεβάτια ΜΕΘ Εγκαυμάτων μετριούνται στα δύο χέρια. Κι αυτές οι ελλείψεις έχουν τη σφραγίδα όλων των κυβερνήσεων, της υποχρηματοδότησης και της λειτουργίας με «επιχειρηματικούς όρους».
Θυμίζουμε ότι στα προηγούμενα κύματα της πανδημίας, χιλιάδες κρεβάτια έκλεισαν και μετατράπηκαν σε Covid. Τα ράντζα κατακλύζουν Τμήματα Επειγόντων, Παθολογικές κλινικές κ.ά. Διαγνώσεις, εξετάσεις, χειρουργεία, θεραπείες είναι στον πάγο εδώ κι ενάμιση χρόνο. Μόνο στο ΚΑΤ, από 16/7/2019 μέχρι και 21/7/2021 είναι σε λίστα αναμονής 9.757 χειρουργεία! Στο Θριάσιο Νοσοκομείο η λίστα αναμονής για χειρουργεία ξεπερνά τα δύο χρόνια. Μεταξύ Φλεβάρη και Νοέμβρη 2020 χάθηκαν πάνω από 110.000 χειρουργεία στο δημόσιο σύστημα Υγείας, σε σχέση με τον αντίστοιχο μέσο όρο των ετών 2017 - 2019. Οι επισκέψεις στα τακτικά εξωτερικά ιατρεία των ογκολογικών νοσοκομείων μειώθηκαν κατά 40%, οι δε νοσηλείες κατά 9%. Εδώ κι ενάμιση χρόνο, το 49% των καρκινοπαθών υποχρεώθηκαν σε επιπλέον δαπάνες, το 50% δεν μπορούσε να επικοινωνήσει με τον γιατρό του, το 35% ήρθε αντιμέτωπο με την ακύρωση ραντεβού κι επαναληπτικές εξετάσεις.
Εξαιτίας του πολύμηνου αποκλεισμού από το δημόσιο σύστημα Υγείας, χιλιάδες τακτικά χειρουργεία πλέον έχουν γίνει επείγοντα, η βαριά νοσηρότητα έχει εκτοξευθεί, η «πλεονάζουσα» θνητότητα για το 2020 αυξήθηκε κατά 8%.
Την ίδια στιγμή, το προσωπικό του δημόσιου συστήματος Υγείας είναι εξουθενωμένο, έχοντας να αντιμετωπίσει τις άθλιες συνθήκες δουλειάς, διώξεις, απειλές και «τρικλοποδιές». Η όποια «ενίσχυση» γίνεται με μπαλώματα και ανακύκλωση προσωπικού, σε βάρος όλων των ασθενειών, με την αναλογία γιατρών και νοσηλευτών ανά κρεβάτι να είναι πολύ κάτω από το όριο ασφαλείας.
Μπροστά σε αυτήν την κατάσταση, αντί για μέτρα ουσιαστικής ενίσχυσης, ανακοινώνονται από τη μία τιμωρητικά μέτρα για όσους δεν εμβολιάζονται, συκοφαντώντας υγειονομικούς που στη συντριπτική τους πλειοψηφία είναι εμβολιασμένοι, αγγίζοντας το 95% στους γιατρούς και το 90% στους νοσηλευτές. Και από την άλλη, η κυβέρνηση προχωράει το «νέο ΕΣΥ», με τα σάπια υλικά της εμπορευματοποίησης και της επιχειρηματικής λειτουργίας που έφεραν τα σημερινά χάλια, τόσο στην Ελλάδα όσο και διεθνώς.
Η κατάσταση στο δημόσιο σύστημα Υγείας αλλά και οι εξαγγελίες της κυβέρνησης δεν επιτρέπουν κανέναν εφησυχασμό. Το επόμενο διάστημα ο λαός έχει να δώσει μάχη για τη ζωή, στο πλευρό των υγειονομικών που αγωνίζονται για ένα σύστημα Υγείας αποκλειστικά δημόσιο και δωρεάν, αντίστοιχο των δυνατοτήτων και των αναγκών που υπάρχουν, χωρίς επιχειρηματική δράση.