Αποτελούσε αντίφαση ότι ο σωστός στόχος που ετίθετο στο γράμμα, για «μια καινούργια Ελλάδα της δουλειάς, της λευτεριάς, λυτρωμένη από κάθε ξενική ιμπεριαλιστική εξάρτηση και από κάθε εκμετάλλευση, μ' έναν πραγματικά παλλαϊκό πολιτισμό», συνυπήρχε με τη θέση «στον πόλεμο αυτό που διευθύνει η κυβέρνηση Μεταξά όλοι μας πρέπει να δώσουμε όλες μας τις δυνάμεις δίχως καμιά επιφύλαξη».
Αυτή η θέση αποτύπωνε τον συσχετισμό δυνάμεων εκείνης της περιόδου, αλλά δεν συνέβαλε στην αλλαγή του σε μια πορεία. Ο δίκαιος ή άδικος χαρακτήρας κάθε πολέμου δεν καθορίζεται από το ποιο κράτος επιτίθεται και ποιο αμύνεται. Και οι δύο αστικές τάξεις και οι κυβερνήσεις τους συγκρούονταν, όχι όμως για τα συμφέροντα της εργατικής τάξης της Ελλάδας και της Ιταλίας. Η πρωτοπορία της εργατικής τάξης και σ' εκείνες τις συνθήκες όφειλε να διαφωτίζει για τις ευθύνες της αστικής τάξης στον πόλεμο, να προετοιμάζει στην κατεύθυνση υπεράσπισης της δικής της πατρίδας και όχι στην κατεύθυνση της λεγόμενης «εθνικής ενότητας». Στον ιταλοελληνικό πόλεμο δεν υπήρξε και ούτε μπορούσε να υπάρξει ποτέ μια τέτοια ενότητα, γιατί αυτή είναι αντικειμενικά ανύπαρκτη σε κάθε ταξική κοινωνία.
Οντας ο ιταλοελληνικός πόλεμος συστατικό μέρος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, όπως προαναφέρθηκε, ξετυλίχτηκε στο εσωτερικό του και εξέφραζε την αντίθεση ανάμεσα στις δύο ιμπεριαλιστικές πλευρές που προκάλεσαν τη γενικότερη ανάφλεξη, με την Ελλάδα να βρίσκεται στο πλευρό του βρετανικού ιμπεριαλισμού. Επομένως, ο χαρακτήρας του ιταλοελληνικού πολέμου δεν μπορεί ν' αποσπαστεί από το γενικότερο πλαίσιο και ν' αναλυθεί παρά και ενάντια σ' αυτό.
Αυτή η διαπίστωση ήταν σωστή. Ο ελληνικός λαός ασφαλώς και έπρεπε ν' αντιμετωπίσει την ιταλική επίθεση, τόσο για το δικό του συμφέρον όσο και για να συμβάλει στην αποδυνάμωση ενός από τους εχθρούς της Σοβιετικής Ενωσης, όπως ήταν και ο ιταλικός ιμπεριαλισμός. Ωστόσο, εχθρός της ΕΣΣΔ και του ελληνικού λαού ήταν και η κυβέρνηση Μεταξά, που βρισκόταν στο πλευρό της Αγγλίας, τις οποίες η εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα επίσης έπρεπε ν' αντιμετωπίσουν.
Με δεδομένο τον συσχετισμό των δυνάμεων στην Ελλάδα σε βάρος του επαναστατικού εργατικού κινήματος, το σύνθημα «να ανατραπεί τώρα η κυβέρνηση Μεταξά» δεν ήταν ρεαλιστικό να τεθεί ως άμεσο πρακτικό καθήκον. Ομως, ήταν ρεαλιστικό και αναγκαίο να τεθεί ως κατεύθυνση και ως σύνθημα ζύμωσης στον λαό και στον στρατό, ως σύνθημα οργάνωσης της πάλης των πρωτοπόρων εργατών και στρατευμένων, που στις συνθήκες του πολέμου κατά του ιταλικού ιμπεριαλισμού μπορούσε να προετοιμάζει τον προσανατολισμό των εργατικών - λαϊκών μαζών για τις συνθήκες αποδυνάμωσης της εγχώριας και ξένης καπιταλιστικής εξουσίας. Ηταν απαραίτητο, με την αυτοτελή στάση του, να διαχωριστεί το ΚΚΕ από το σύνολο των αστικών δυνάμεων όσον αφορά το χαρακτήρα του πολέμου. Αυτό δεν θα ερχόταν σε αντίφαση με το κάλεσμα να πολεμήσει ο λαός εναντίον του επιτιθέμενου.
Το θεμελιακό και σωστό στο 3ο γράμμα, όπως και στο 2ο, ήταν ότι όριζαν σαφώς πως ο ιταλοελληνικός πόλεμος ήταν ιμπεριαλιστικός και από τις δύο πλευρές, ανεξάρτητα από το γεγονός ότι όριζαν τον πόλεμο ως ιμπεριαλιστικό λόγω της κατάκτησης αλβανικών εδαφών που επιχειρούσε η κυβέρνηση Μεταξά. Σε αυτήν τη βάση, τα παραπάνω δύο γράμματα του Ν. Ζαχαριάδη αναδείκνυαν ότι:
Είναι σαφής η ομοιότητα της θέσης της «Παλιάς ΚΕ» με το 2ο και 3ο γράμμα, ιδιαίτερα με το 3ο.
Μέσα στις συνθήκες που είχαν διαμορφωθεί τότε στην Ελλάδα, ήταν παραπάνω από φανερή η αδυναμία του υποκειμενικού παράγοντα, και του Κόμματος, ν' ασκήσει καθοριστική επίδραση στις εξελίξεις. Η θέση του Ν. Ζαχαριάδη, κυρίως όπως ήταν διατυπωμένη στο 3ο γράμμα, είχε μείνει στο σκοτάδι, όπως είχε μείνει και η θέση του 2ου γράμματος. Ταυτόχρονα, η «Παλιά ΚΕ», χτυπημένη απ' όλες τις πλευρές και με ελάχιστες δυνάμεις, ήταν αδύνατο πια να πράξει κάτι περισσότερο απ' όσα έκανε.
Κείμενο βασισμένο στον Β1 Τόμο του Δοκιμίου Ιστορίας του ΚΚΕ (1939 - 1949)
Το Κόμμα πρωτοστάτησε και ηγήθηκε στον μαζικό πολιτικό και στον ένοπλο απελευθερωτικό αγώνα του ΕΑΜ, του ΕΛΑΣ, της ΕΠΟΝ, της Εθνικής Αλληλεγγύης, της ΟΠΛΑ και των άλλων ΕΑΜικών οργανώσεων, προσφέροντας αιματηρές θυσίες. Αυτή η ανιδιοτελής στάση του, σε συνδυασμό με το ρόλο του σοβιετικού λαού και στρατού, ιδιαίτερα μετά από τη νίκη του στο Στάλινγκραντ, έδωσε στο ΚΚΕ κύρος και επιρροή, το κατέστησε πολιτικά και οργανωτικά τη δύναμη με την ισχυρότερη επιρροή στις λαϊκές δυνάμεις στην Ελλάδα.
Το ΚΚΕ ταυτίστηκε με τις μάχες ενάντια στην πείνα, ενάντια στα σχέδια επιστράτευσης, με την προστασία της ζωής του λαού από τους καταχτητές, με την επιτυχία της απελευθέρωσης της χώρας από τους καταχτητές, τη δημιουργία θεσμών λαϊκής αυτοδιοίκησης.
Στην ανάδειξη του ΚΚΕ σε κόμμα αυτής της πολιτικής εμβέλειας συντέλεσαν μια σειρά από παράγοντες. Αποφασιστικό ρόλο έπαιξε το γεγονός ότι μαζικά οι κομμουνιστές και οι κομμουνίστριες έδιναν και τη ζωή τους για να σωθεί ο λαός από την πείνα και για να οργανώσει την πάλη του ενάντια στην τριπλή κατοχή.
Σημαντικά επέδρασαν οι συνθήκες πρωτοφανούς ταξικής εκμετάλλευσης, βαθιάς πολιτικής κρίσης και διάσπασης της αστικής τάξης και των κομμάτων της, αλλά και διάλυσης του αστικού στρατού μέσα στη χώρα. Στη λαϊκή συνείδηση επιδρούσε καταλυτικά το γεγονός ότι ένα τμήμα των αστικών πολιτικών δυνάμεων είχε φύγει στο εξωτερικό, ενώ ένα άλλο, πέρα από εκείνο που συνεργάστηκε με τους κατακτητές, κήρυξε την αποχή από την αντίσταση στους κατακτητές, βυσσοδομώντας ταυτόχρονα κατά του ΚΚΕ και του ΕΑΜ.
Ο πόλεμος του ΕΑΜ - ΕΛΑΣ με τα Τάγματα Ασφαλείας ήταν πόλεμος ταξικός. Η εθνικοαπελευθερωτική χροιά που προσλάμβανε, εξαιτίας της κοινής δράσης των ταγματασφαλιτών με τη γερμανική διοίκηση, δεν ακύρωνε τα ταξικά χαρακτηριστικά του. Τον ίδιο ταξικό χαρακτήρα είχε και η ένοπλη σύγκρουση με τις μη γερμανόφιλες αστικές δυνάμεις, τον ΕΔΕΣ, την ΕΚΚΑ κ.ά.
Ωστόσο, όσες φορές το ΕΑΜ - ΕΛΑΣ υποχρεώθηκε να αντιμετωπίσει τις τελευταίες ένοπλα (ΕΔΕΣ, ΕΚΚΑ κ.ά.), το έκανε με κεντρικό άξονα τις παρασπονδίες τους στον αντικατοχικό αγώνα. Δεν τις αντιμετώπισε ως αντίπαλες ταξικές δυνάμεις με τη στήριξη της Βρετανίας.
Το καίριο και καθοριστικό ζήτημα, για το οποίο κρίνεται η ηγεσία του ΚΚΕ την περίοδο της Κατοχής, είναι η πολιτική (στρατηγική) που ακολούθησε σε αυτόν τον μεγάλο αγώνα.
Η στρατηγική του ΚΚΕ αρχικά στηρίχτηκε στη λαθεμένη ανάλυση του Κόμματος αναφορικά με τη σχετική καθυστέρηση της καπιταλιστικής ανάπτυξης στην Ελλάδα, στην αντίληψη ότι η εθνική ανεξαρτησία (απαλλαγή της Ελλάδας από την ξένη εξάρτηση) αποτελούσε προϋπόθεση για την ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων, την ωρίμανση των υλικών προϋποθέσεων για το πέρασμα στο σοσιαλισμό. Θεωρούσε ενδοτισμό μέρους των αστικών πολιτικών δυνάμεων και της βασιλείας τη διαχρονική συμμαχία της αστικής τάξης με την Αγγλία, την πολιτική προσέλκυσης ξένων επενδύσεων και συμμετοχής σε μια ευρύτερη αγορά. Εκτιμούσε ότι οι ξένες επενδύσεις ήταν αποτέλεσμα της εξάρτησης της χώρας και μάλιστα παράγοντας καθυστέρησης στην ανάπτυξη του καπιταλισμού. Χαρακτήριζε υποτέλεια τη στάση της αστικής τάξης και όχι στρατηγική συμμαχιών της σε συνθήκες ανισόμετρης ανάπτυξης του καπιταλισμού. Εξαιτίας όλων των παραπάνω και στη συνέχεια και της στρατηγικής του αντιφασιστικού μετώπου, η ταξική αντίθεση κεφαλαίου - εργασίας υποτάχτηκε στην «εθνική ενότητα».
Στην περίοδο 1941 - 1944 υπήρξε ξένη κατοχή, αναστολή της εθνοκρατικής ανεξαρτησίας της Ελλάδας. Το ζήτημα της ανεξαρτησίας αφορούσε και την εργατιά - αγροτιά, αλλά και την αστική τάξη και το Παλάτι, από τη σκοπιά της θέσης που είχαν στη νομή της αστικής εξουσίας.
Ετσι κι αλλιώς, η «μεταβατική κυβέρνηση» οδηγούσε στην αντίληψη της αναγκαιότητας κατάκτησης της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας και αυτή με τη σειρά της στη συμπόρευση με κάποιες αστικές πολιτικές δυνάμεις, που θεωρούνταν ως σταθερά προσηλωμένες στην κοινοβουλευτική δημοκρατία.
Επιβεβαιώθηκε κυρίως ότι ανάμεσα στον καπιταλισμό και τον σοσιαλισμό δεν υπάρχει ούτε ενδιάμεση πολιτική εξουσία ούτε «ειρηνικό» πέρασμα από τον καπιταλισμό στον σοσιαλισμό, αλλά ούτε «φιλολαϊκή» διαχείριση του καπιταλισμού. Η πάλη των τάξεων είναι αντικειμενική, κι αυτή είναι που, σε συνθήκες επαναστατικής κατάστασης, θα οδηγήσει σε σοσιαλιστική επανάσταση μόνο με τη συνειδητή δράση της ιδεολογικής - πολιτικής εργατικής πρωτοπορίας του Κομμουνιστικού Κόμματος. Η άποψη ότι η συμμετοχή του ΚΚ σε κυβέρνηση συνεργασίας αποτελεί σκαλοπάτι, για να προχωρήσει το κίνημα σε πιο προωθημένους στόχους, καταρρίφθηκε δραματικά, μετά από τη Συμφωνία του Λιβάνου, ειδικά μετά από τον Δεκέμβρη του 1944.
Οσο και αν αυτά αποτυπώνουν τη μία ή την άλλη πλευρά σε ένα σύνολο παραγόντων που οδήγησαν σε καθοριστικά λαθεμένες επιλογές, δεν προσεγγίζουν την κύρια αιτία: Την έλλειψη ανάλογης προγραμματικής ετοιμότητας και προσανατολισμού από την πλευρά της κομμουνιστικής ηγεσίας, αλλά και τη μη απόκτησή της σε συνθήκες μάχης, σε συνδυασμό με την ικανότητα σωστής εκτίμησης του συσχετισμού των δυνάμεων και έγκαιρης προσαρμογής ή και διόρθωσης της γραμμής πάλης. Βέβαια, πρέπει να σημειωθεί ότι μια σειρά από εξελίξεις στο Διεθνές Κομμουνιστικό Κίνημα επέδρασαν αρνητικά στην πολιτική του ΚΚΕ (στρατηγική της Κομμουνιστικής Διεθνούς και στη συνέχεια αυτοδιάλυσή της, συμμετοχή σε αστικές κυβερνήσεις των ΚΚ Γαλλίας και Ιταλίας στη διάρκεια του πολέμου κ.ά.), δίχως να αναιρούνται οι ευθύνες της τότε ΚΕ του ΚΚΕ. Η ηγεσία του ΚΚΕ δεν έδειξε την απαιτούμενη επάρκεια, ώστε να υπερβεί τις όποιες αρνητικές εκδηλώσεις στο Διεθνές Κομμουνιστικό Κίνημα.
Υπήρχε υποτίμηση στο γεγονός ότι το ΕΑΜ - ΕΛΑΣ βρισκόταν στο ίδιο χαράκωμα με σημαντικά βαλκανικά κινήματα (Γιουγκοσλαβίας, Βουλγαρίας, Αλβανίας), αλλά και με το ηρωικό στρατιωτικό κίνημα της Μέσης Ανατολής, ενώ εκλαμβανόταν χωρίς ευελιξία η συμμαχία της Σοβιετικής Ενωσης με τη Μ. Βρετανία και τις ΗΠΑ, στο πλαίσιο της αντιαξονικής σύμπραξης (Χάρτης του Ατλαντικού, αποφάσεις της Διάσκεψης στην Τεχεράνη κ.ά.). Ταυτόχρονα, υπήρχε υπερεκτίμηση των δυνατοτήτων της Βρετανίας, εκφρασμένη στη σταθερή άποψη ότι «δεν μπορούμε να τα βάλουμε με την Αγγλία» καθώς και υποτίμηση των δυνατοτήτων του λαϊκού κινήματος. Είναι διαφορετικό ζήτημα να ηττηθεί η επανάσταση εξαιτίας του διεθνούς συσχετισμού δυνάμεων και τελείως άλλο ζήτημα να μη σχεδιαστεί και πραγματοποιηθεί σε συνθήκες επαναστατικής κατάστασης.
Το ΚΚΕ καθοδηγεί την εργατική τάξη στην κατάκτηση και υπεράσπιση της εξουσίας της, ως μόνης ικανής να εκφράσει και τα μακροπρόθεσμα συμφέροντα των λαϊκών τμημάτων των μεσαίων στρωμάτων, διεκδικώντας σε αυτήν τη βάση τη συμπόρευσή τους. Με αυτήν την έννοια, το ΚΚΕ είναι το κόμμα που αγωνίζεται και για τα προβλήματα των λαϊκών στρωμάτων, όσο κυριαρχεί η καπιταλιστική ιδιοκτησία. Επιβεβαιώνεται τόσο από τη σχετική αρνητική εμπειρία του επαναστατικού κινήματος στην Ελλάδα, όσο και από την αντίστοιχη θετική στην προεπαναστατική Ρωσία, ότι η σημασία του εργατικού χαρακτήρα του ΚΚ είναι ακόμα πιο καθοριστική στις περιπτώσεις των χωρών όπου είναι πολυάριθμο το αγροτικό και μικροαστικό στοιχείο. Η εκτεταμένη ύπαρξή του, ακόμα και στην περίπτωση που είναι πλειοψηφικό τμήμα της κοινωνίας, δεν πρέπει να αλλάζει τον εργατικό χαρακτήρα του Κόμματος.
Η δύναμη του Κόμματος βρίσκεται πρώτα απ' όλα στην ιδεολογικοπολιτική του ποιότητα, στην ικανότητά του να δρα ως κόμμα επαναστατικό. Αρρηκτα συνδεδεμένο με αυτό ήταν και το οργανωτικό πρόβλημα: Η οργανωτική χαλαρότητα στο Κόμμα, σε συνδυασμό με ορισμένη διάχυση του ΚΚΕ στις γραμμές του ΕΑΜ. Η ορμητική μαζικοποίηση του Κόμματος κατά τη διάρκεια της Κατοχής και η σχετικά εύκολη στρατολογία, δίχως την ανάλογη ιδεολογικοπολιτική προετοιμασία και την απαιτούμενη εσωκομματική ζωή, είχαν ως αποτέλεσμα η κομματική - κομμουνιστική συνείδηση λίγο να διαφέρει από την ΕΑΜική. Η διάκριση των οργάνων του ΚΚΕ από αυτά του ΕΑΜ ήταν ελάχιστα ορατή και η όποια αυτοτέλεια του Κόμματος περιοριζόταν στον κεντρικό καθοδηγητικό πυρήνα και σε καθοδηγητικά όργανα μεγάλων Οργανώσεων. Επομένως, η κομμουνιστική διαπαιδαγώγηση, προετοιμασία και ετοιμότητα των κομματικών δυνάμεων ήταν πολύ κατώτερες σε σχέση με τις ανάγκες και απαιτήσεις της ταξικής πάλης. Η διαπαιδαγώγηση αυτών των δυνάμεων ήταν συνυφασμένη με την πάλη μόνο για την ελευθερία και ανεξαρτησία και όχι με την ταξική πάλη για τη νίκη στο πεδίο της εξουσίας. Αυτό ερχόταν σε αντίθεση με τον βασικό σκοπό ύπαρξης του ΚΚΕ ως ιδεολογικοπολιτικής πρωτοπορίας της εργατικής τάξης: Την πάλη για την κατάργηση της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης, με την κατάκτηση της εξουσίας για την οικοδόμηση του σοσιαλισμού - κομμουνισμού.