ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Τετάρτη 9 Μάη 2001
Σελ. /40
ΠΑΙΔΕΙΑ
ΑΝΩΤΑΤΗ ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ
Πρέπει να υπηρετεί μια δημοκρατική κοινωνία

Σε μια περίοδο που γίνεται έντονη συζήτηση και εκδηλώνονται αντιδράσεις για την επιχειρούμενη κυβερνητική αντιδραστική μεταρρύθμιση στην Ανώτατη Εκπαίδευση, που εναρμονίζεται με τη Διακήρυξη της Μπολόνια, δηλαδή την προσαρμογή της στις ανάγκες και τα συμφέροντα του κεφαλαίου, έχει ιδιαίτερη σημασία η άποψη που διατυπώνεται από πανεπιστημιακούς δασκάλους. Σε αυτά τα πλαίσια ο «Ρ» δημοσιεύει σήμερα το άρθρο του Καθηγητή του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών Κυριάκου Εμμ. Κιουλάφα, που διατυπώνει τη γνώμη του για το θέμα του νομοσχεδίου «ανωτατοποίησης» των ΤΕΙ.

«Το θέμα της ανωτατοποίησης των ΤΕΙ είναι γνωστό ότι απασχολεί την πολιτική, αλλά και την πνευματική ηγεσία του τόπου από τις αρχές της 10ετίας του 1990, δηλαδή πριν εμφανιστεί η διακήρυξη της Μπολόνια και το φαινόμενο της «περίφημης» παγκοσμιοποίησης. Είναι αρκετό το διάστημα από τότε μέχρι σήμερα και όπως φαίνεται από τις πρόσφατες εξελίξεις (θέσεις κυβέρνησης ηγεσιών ΑΕΙ και ΤΕΙ) δεν έχει ωριμάσει ειλικρινής «πολιτική» βούληση για την αντιμετώπισή του.

Πρόθεσή μας με το παρόν δημοσίευμα δεν είναι να λύσουμε τον «γόρδιο δεσμό», που λέγεται «ανωτατοποίηση» των ΤΕΙ, αλλά να καταθέσουμε την άποψή μας στην ελληνική κοινωνία και προ πάντων στην Πανεπιστημιακή Κοινότητα με την πρόθεση και την ελπίδα συνεισφοράς στην αντιμετώπιση του προβλήματος.

Αποκλίνουν ουσιαστικά οι απόψεις των φορέων που εμπλέκονται

Ομαδοποιώντας τις απόψεις που υποστηρίζονται για την αντιμετώπιση των προβλημάτων της δημιουργίας ενιαίας τριτοβάθμιας εκπαίδευσης θα μπορούσε συνοπτικά να λεχθεί ότι:

Υπάρχουν οι απόψεις των ΑΕΙ και επαγγελματικών φορέων (π.χ. Τεχνικό Επιμελητήριο), οι απόψεις ΤΕΙ και οι απόψεις του υπουργείου Παιδείας.

Ετσι, οι απόψεις των ΑΕΙ επικεντρώνονται κυρίως στην εξασφάλιση ουσιαστικών προϋποθέσεων για αναβάθμιση των ΤΕΙ, με βαθμιαία προσεκτική διαδικασία. Οι απόψεις των ΤΕΙ χαρακτηρίζονται ουσιαστικά από μια ανωτατοποίηση με «συνοπτικές διαδικασίες», ενώ η κυβέρνηση όπως φαίνεται, τόσο από την Εισηγητική Εκθεση, όσο και από τις διατάξεις του σχετικού νομοσχεδίου, προσπαθεί με τεχνοκρατική καθαρά αντίληψη (εκμεταλλευόμενη και τη Διακήρυξη της Μπολόνια) να αντιμετωπίσει το πρόβλημα με μέτρα που έχουν περιορισμένη ιδεολογική και πολιτικο-φιλοσοφική βάση. Ετσι με γενικές διατυπώσεις του τύπου «ο θεσμός της τεχνολογικής εκπαίδευσης... Ανάπτυξη και...» (σελ. 1 και 2 της Εισηγητικής Εκθεσης) δεν αιτιολογείται ούτε επιτυγχάνεται η ιδεολογική θεμελίωση των προτεινομένων.

Είναι σύνθετο αλλά και δύσκολο πρόβλημα

Είναι αλήθεια ότι το πρόβλημα αυτό είναι σύνθετο και δύσκολο. Είναι σύνθετο διότι η λύση του είναι συνάρτηση παραγόντων που άπτονται των εξελίξεων στην κοινωνία και στην οικονομία. Χρειάζεται πολύ προσεκτική προσέγγιση. Θέματα, όπως η εννοιολογική προσέγγιση της αποστολής, των στόχων, της λειτουργίας, της διοίκησης κτλ. των ΑΕΙ και ΤΕΙ μέσα στον κύκλο της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης είναι αναγκαίο να συζητηθούν, ώστε σε συνδυασμό με τις ισχύουσες διατάξεις του Συντάγματος (άρθρο 16), να γίνει περισσότερο ξεκάθαρη η κατάσταση και έτσι τα οποιαδήποτε μέτρα όχι μόνο να πείσουν αλλά να είναι αποτελεσματικά και προς θετική κατεύθυνση.

Και είναι δύσκολο, γιατί η λύση του συνδέεται με επαγγελματικά κεκτημένα, με συμφέροντα, με προσωπικές φιλοδοξίες, με «κοινωνική καταξίωση», με κάλυψη ανθρώπινων αδυναμιών, με επαγγελματικές διαστροφές, αλλά και τάσεις ή ροπές «εύκολης ανάρρησης» και βέβαια με πολιτικές επιδιώξεις και σκοπιμότητες.

Υπό αμφισβήτηση οι ισχυρισμοί του υπουργείου

Μέσα σε αυτό το πλέγμα των αντικρουόμενων «τάσεων», αλλά και «επιδιώξεων», τίθεται σε αμφιβολία ο ισχυρισμός του υπουργείου ότι επιδιώκει με το νομοσχέδιο:

1. Να αποσαφηνιστεί οριστικά το επίπεδο και η θέση των ΤΕΙ στο εκπαιδευτικό μας σύστημα.

2. Να κατοχυρωθεί και επίσημα το κύρος των ΤΕΙ.

3. Να δημιουργηθεί κυρίως με την ενδυνάμωση των ακαδημαϊκών κανόνων το νομικό και λειτουργικό πλαίσιο για την περαιτέρω ποιοτική αναβάθμιση του έργου τους προς όφελος της κοινωνίας.

4. Να καταξιωθεί εκπαιδευτικά, επιστημονικά και κοινωνικά ο θεσμός των ΤΕΙ, ώστε αυτός, παράλληλα με τα πανεπιστήμια που έχουν άλλο ρόλο και άλλον προσανατολισμό, να αποτελέσει για τους νέους μας έναν πόλο έλξης για σπουδές με κύρος και αξιοπιστία, που δίνουν προοπτικές για την κοινωνική και επαγγελματική τους ανέλιξη.

Τα ανωτέρω, ουσιαστικά, αμφισβητούνται από την Πανεπιστημιακή Κοινότητα όπως αυτή εκφράζεται από την αιρετή ηγεσία της (δηλαδή τους πρυτάνεις) και η οποία ουσιαστικά υποστηρίζει την ύπαρξη του κινδύνου ευτελισμού της Ελληνικής Ανώτατης Εκπαίδευσης, θεωρεί δε ότι η ένταξη των ΤΕΙ στα Πανεπιστήμια πρέπει να γίνει μετά από αξιολόγηση γνωστικών αντικειμένων, υλικοτεχνικής υποδομής, προγραμμάτων σπουδών κτλ. με ακαδημαϊκούς όρους.

Μήπως επιχειρείται «μαζική ανωτατοποίηση των ΤΕΙ»;

Και βέβαια, μπροστά στην παραπάνω σύνθετη πραγματικότητα η οποία ξεκινάει απ' τη «συλλήβδην», γενικευμένη μετονομασία των ΤΕΙ σε ΑΕΙ, μέχρι τις απειλές για παραιτήσεις των πρυτάνεων, για κλείσιμο των Πανεπιστημίων αλλά και των ΤΕΙ, τίθεται το ερώτημα:

Προέχουν οι ανάγκες της ελληνικής κοινωνίας. «Υπάρχει άραγε λύση;». Η απάντηση είναι: «Ναι» και είναι η λύση που θα χαρακτηρίζεται από ρεαλισμό που αφορά τις ανάγκες της ελληνικής κοινωνίας και της οικονομίας, από ανιδιοτελή αντιμετώπιση του προβλήματος και από σύγχρονη υιοθέτηση αρχών, που θα διασφαλίζουν το κοινωνικό και οικονομικό συμφέρον της ελληνικής κοινωνίας. Ετσι, η λύση που θα πρέπει να επιδιωχτεί θα πρέπει να ξακαθαρίζει:

- Ποιος είναι ο ρόλος και ο χαρακτήρας της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στις μέρες μας;

- Τι είδους νέους ανθρώπους και επιστήμονες οφείλουν να διαμορφώνουν;

- Ποιο θα πρέπει να είναι το περιεχόμενο και το επίπεδο της παρεχόμενης γνώσης, για να διαφυλαχτεί ο ανώτατος χαρακτήρας των ιδρυμάτων;

- Πώς θα εκφραστεί η αυτοδιοίκηση των ΑΕΙ και ΤΕΙ και πώς θα κατοχυρωθεί η δημοκρατία και η ελεύθερη διακίνηση ιδεών σε αυτά;

- Πού βαδίζει η έρευνα και ποια είναι η σχέση της με τη γενικότερη ανάπτυξη;

- Πώς θα διασφαλιστούν οι αναγκαίοι χρηματοδοτικοί πόροι για την απρόσκοπτη και εύρυθμη λειτουργία των ΑΕΙ και των ΤΕΙ;

- Πρέπει η λύση να συμβάλλει στη δημιουργία μιας ενιαίας Ανώτατης Εκπαίδευσης για να ξεπεραστούν οι διχαστικές καταστάσεις και αντιπαλότητες που έχουν εμφανιστεί στο χώρο της λεγόμενης Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης μεταξύ ΑΕΙ και ΤΕΙ.

- Θα πρέπει να αποκρούει κάθε απόπειρα παροχής τίτλων με βάση την τριετή διάρκεια σπουδών.

- Θα πρέπει να μην απειληθεί ο κοινωνικός και δημόσιος χαρακτήρας της ανώτατης εκπαίδευσης.

Ανάγκη για ουσιαστικά Ανώτατα Ιδρύματα

Θα πρέπει να είναι μία η λύση, η οποία θα χαρακτηρίζεται:

α. Από ουσιαστική εξασφάλιση των απαραίτητων προϋποθέσεων για λειτουργία ΤΕΙ ως Ανωτάτων Ιδρυμάτων.

β. Από την πραγματική, αντικειμενική αξιολόγηση των προς Ανωτατοποίηση ΤΕΙ.

γ. Από τη διαπιστωμένη ανάγκη της κοινωνίας και της Εθνικής Οικονομίας ανωτατοποίησης συγκεκριμένων ΤΕΙ.

δ. Να γίνεται η όλη διαδικασία με προσεχτικά βήματα στο απαραίτητο βάθος.

ε. Από τη συγκρότηση Δημόσιας και Δωρεάν Ενιαίας Ανώτατης Εκπαίδευσης στην υπηρεσία των σύγχρονων λαϊκών αναγκών και της εξέλιξης της επιστήμης, που να εξασφαλίζει υψηλού επιπέδου επιστημονική ειδίκευση για όλους αδιάκριτα τους φοιτητές.

στ. Από τη δημιουργία επιστημόνων ικανών να αντιμετωπίσουν δημιουργικά τις μελλοντικές ανάγκες της παραγωγικής και κοινωνικής πράξης, συμβάλλοντας καθοριστικά με τις ειδικές και γενικές γνώσεις και την προσωπικότητα στο συνειδητό μετασχηματισμό της φυσικής και κοινωνικής πραγματικότητας, σε όφελος του «συνόλου».

Οι κυβερνητικές πλειοψηφίες δε λύνουν πάντα σοβαρά κοινωνικά προβλήματα

Την ευθύνη για την πραγματοποίηση μιας λύσης προς την ανωτέρω κατεύθυνση την έχει βέβαια η πολιτική ηγεσία και οι ηγεσίες των Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων, καθώς και οι υπεύθυνοι των ΤΕΙ. Ετσι πιο συγκεκριμένα η μεν πολιτική ηγεσία πρέπει να αντιληφθεί ότι ένα τόσο σημαντικό για την κοινωνία πρόβλημα δεν «επιβάλλεται» με κυβερνητικές πλειοψηφίες, οι δε εκπρόσωποι των λοιπών εμπλεκόμενων φορέων πρέπει να γνωρίζουν ότι με «ακραίες προσεγγίσεις» και «διακηρύξεις» ποτέ δε λύνονται τα προβλήματα της κοινωνίας, αντίθετα λύνονται με συζήτηση όπου διατυπώνονται επιχειρήματα απαλλαγμένα υποκειμενικών αντιλήψεων.

Αν η πνευματική ηγεσία της χώρας, αλλά και η ηγεσία του υπουργείου Παιδείας, εμφανίζονται αδύναμες να «συζητούν» τόσο σοβαρά θέματα, τότε πρέπει να διερωτηθούμε "πόσο απέχει η χώρα μας από το χάος"»;


Του Κυριάκου ΚΟΥΛΙΑΦΑ*
*Ο Κυριάκος Εμμ. Κιουλάφας είναι καθηγητής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ