Απαρχές και προϊστορία του ζητήματος. Ο Μεσαίωνας
Η άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους σταυροφόρους της 4ης Σταυροφορίας το 1204 |
Σ' αυτό το σημείωμα, θα γυρίσουμε αρκετούς αιώνες πίσω, για να εξετάσουμε (όσο, βέβαια, μας το επιτρέπει ο περιορισμένος χώρος της εφημερίδας) το θέμα της σχέσης των δύο Εκκλησιών στην ιστορική του διάσταση. Μια διάσταση που αποτελεί, κατά τη γνώμη μας, μια πολύ ενδιαφέρουσα πτυχή της πολυσυζητημένης «σύγκρουσης» ανάμεσα στην «Ανατολή» και τη «Δύση» (αν και πρέπει να τονίσουμε εξ αρχής ότι θεωρούμε και τη διάκριση των δύο χώρων και την αντίληψη περί μεταξύ τους «σύγκρουσης» σχηματική και αντιεπιστημονική).
Η σύγκρουση ανάμεσα στην «Καθολική» και την «Ορθόδοξη» Εκκλησία δεν είναι μία σύγκρουση ανάμεσα στον «καλό» και τον «κακό» της ιστορίας. Είναι, αντίθετα, μια διαπάλη για την εξουσία, μια αντιπαλότητα που αναπτύχθηκε ανάμεσα σε δυο μορφώματα που αποτύπωναν διαφορετικούς ρυθμούς μετάβασης από το ένα κοινωνικό σύστημα (δουλοκτητικό) στο επόμενο (φεουδαρχία). Η αντιπαλότητα αυτή συναρτόνταν άμεσα με το ζήτημα της «κληρονομιάς» της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, πρακτικά, δηλαδή, με την πολιτική επικυριαρχία στον τότε γνωστό κόσμο.
Στο δυτικό ρωμαϊκό κράτος τα πράγματα εξελίχθηκαν διαφορετικά: Το 467 μ.Χ., οι βάρβαροι Ερουλοι μπήκαν στη Ρώμη και το κατέλυσαν. Γενικά, το τμήμα αυτό της πάλαι ποτέ ενιαίας αυτοκρατορίας πέρασε πολύ πιο σύντομα στο φεουδαρχικό σύστημα, διαδικασία στην οποία συνετέλεσαν ουσιαστικά οι επιδρομές των βαρβάρων. Η ταχύτερη φεουδαρχοποίηση βοήθησε και στον κατακερματισμό της κοσμικής εξουσίας, σε μικρά φεουδαρχικά κρατίδια. Ετσι, λοιπόν, ο μόνος ηγέτης, ο οποίος είχε συγκεντρωμένη εξουσία στα χέρια του ήταν ακριβώς ο πάπας της Ρώμης. Αργότερα, μετά το 800 και τη δημιουργία της αυτοκρατορίας του Καρλομάγνου, ο εκάστοτε Γερμανός αυτοκράτορας διεκδικούσε με τη σειρά του το δικαίωμα ενιαίας πολιτικής εκπροσώπησης του δυτικού ευρωπαϊκού χώρου. Η διαρκής αντιπαράθεση αυτού του τελευταίου με τον πάπα της Ρώμης αποτυπώνει τη σύγκρουση ανάμεσα στις δύο ισχυρότερες κοσμικές εξουσίες της Δύσης και χαρακτηρίζει σχεδόν ολόκληρο το δυτικό Μεσαίωνα.
Ωστόσο, τόσο στην Ανατολή, όσο και στη Δύση, η Εκκλησία (που κατέχει και η ίδια εκτεταμένες γαιοκτησίες) βοηθά στην ταχύτερη φεουδαρχοποίηση του χώρου. Επί πλέον, μέχρι και την οριστική απόσπαση της ιταλικής χερσονήσου από τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία, που πραγματοποιήθηκε κυρίως από τους Λογγοβάρδους (751), ο Βυζαντινός αυτοκράτορας αξίωνε την άσκηση ελέγχου πάνω στον πάπα, σε ζητήματα δογματικά, εκκλησιαστικά και πολιτικά. Ούτως ή άλλως, η εκλογή του πάπα επικυρωνόταν από την Κωνσταντινούπολη, κάτι που συνεπαγόταν και την απόδοση συγκεκριμένου χρηματικού ποσού από την αγία έδρα στον Βυζαντινό αυτοκράτορα.
Οταν Λογγοβάρδοι αφαίρεσαν οριστικά τη στρατιωτική κυριαρχία της Ιταλίας (που είχε ως κέντρο το εξαρχάτο της Ραβέννας), ο πάπας άρχισε να διεκδικεί με καλύτερους όρους τη συγκρότηση της εξουσίας του σε κράτος. Αυτό το πέτυχε, μεταξύ άλλων, χρησιμοποιώντας και ένα ψέμα: Την περίφημη «Κωνσταντίνειο δωρεά» το διασημότερο ίσως (;) πλαστό κείμενο της ιστορίας. Σύμφωνα με αυτήν, ο Μέγας Κωνσταντίνος, όταν μετέφερε την πρωτεύουσα της αυτοκρατορίας στη Νέα Ρώμη, άφησε την παλαιά (καθώς και όλη την Ιταλία) στη δικαιοδοσία του πάπα, απονέμοντάς του το δικαίωμα διορισμού υπάτων και πατρικίων. Με βάση αυτό το ψευδεπίγραφο έγγραφο, θεσμοθετήθηκε και νομιμοποιήθηκε η ύπαρξη του παπικού κράτους.
Τον ίδιο χρόνο που εκδηλώθηκε το λεγόμενο «Φώτειο Σχίσμα», δολοφονείται από τον προστατευόμενό του ο αυτοκράτορας Μιχαήλ. Ο φονιάς, ένας τυχάρπαστος νεαρός από την ανατολική Θράκη, κάποιος Βασίλειος, έμελλε να γίνει ο ιδρυτής της σπουδαιότερης βυζαντινής δυναστείας, της Μακεδονικής: Της δυναστείας, που η ιστορική της πορεία ταυτίζεται με την πλήρη φεουδαρχοποίηση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, με την ακμή της, αλλά και με την αρχή της παρακμής και της αποσύνθεσής της. Ο Βασίλειος λοιπόν, ως αυτοκράτορας Βασίλειος Α`, εξομάλυνε τις σχέσεις της Ανατολικής με τη Δυτική Εκκλησία, μη παραιτούμενος, όμως, από την «ιεραποστολική» δραστηριότητα στους νέους λαούς της Ανατολικής Ευρώπης. Αυτή του η πολιτική χαρακτήρισε σχεδόν το σύνολο των αυτοκρατόρων της Μακεδονικής Δυναστείας.
Πάντως, η ρήξη ανάμεσα στις δύο Εκκλησίες δεν κατέστη οριστική παρά μόνο το 1204, με την περίφημη Δ` Σταυροφορία, τη λεηλασία και την άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Φράγκους και Λατίνους ηγεμόνες (τη Σταυροφορία, για την οποία ακούστηκε και η περίφημη «συγνώμη» του νυν πάπα). Είναι αλήθεια ότι η Σταυροφορία αυτή οργανώθηκε από τον πάπα Ιννοκέντιο Γ`. Είναι, όμως, επίσης αλήθεια ότι η αναγωγή του σημαντικότερου μέρους της ευθύνης σε αυτόν παραβλέπει μια πολύ σημαντική διαδικασία, που εκτυλίσσεται εκείνη την εποχή στη Δυτική Ευρώπη. Ενώ κορυφώνεται παντού και ολοκληρώνεται το φεουδαρχικό σύστημα, στις ιταλικές πόλεις του Βορρά δημιουργείται το πρόπλασμα μιας νέας κοινωνικής τάξης, της αστικής και σιγά - σιγά οικοδομούνται τα θεμέλια, πάνω στα οποία στηρίχτηκαν αργότερα οι καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής. Ανάμεσα στις πόλεις αυτές, ξεχωριστό, πρωτοπόρο ρόλο παίζει η «μόνη ιταλική πόλη που μεγάλωσε σαν ελληνίδα», η Βενετία της θάλασσας, των εμπόρων, των ταξιδευτών. Η πόλη, φόρου υποτελής στο Βυζάντιο μέχρι το 10ο αιώνα, απέκτησε, από το 996, ειδικά εμπορικά προνόμια στην επικράτεια της αυτοκρατορίας. Η διασφάλιση αυτών των προνομίων, η εξασφάλιση νέων και ευνοϊκότερων, η διάνοιξη νέων δρόμων προς τη μακρινή Ανατολή, πηγή πολύτιμων πρώτων υλών, οι πρωταρχικές, σε τελευταία ανάλυση, ανάγκες μιας τάξης υπό διαμόρφωση ώθησε τους Βενετούς να πρωτοστατήσουν στο «λοξοδρόμισμα» των Σταυροφόρων και στην άλωση της Κωνσταντινούπολης. Ο ίδιος ο δόγης Ερρίκος Δόνδολος, παρά το πολύ προχωρημένο της ηλικίας του και τη σχεδόν τυφλότητά του, συμμετείχε στην εκστρατεία και πολέμησε γενναία.
Η φραγκική - λατινική κατάκτηση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, η διανομή των εδαφών στους Φράγκους ηγεμόνες (και των νησιών και λιμανιών στους πραγματικούς κατακτητές, τους Βενετούς), η εγκατάσταση Λατίνου αυτοκράτορα και Λατίνου πατριάρχη στην Κωνσταντινούπολη, λειτούργησαν, στο επίπεδο της οικονομίας και της κοινωνίας, στην παραπέρα εδραίωση και ολοκλήρωση του φεουδαρχικού συστήματος στο Βυζάντιο. Στο επίπεδο της ιδεολογίας όμως, ενεργοποίησαν έναν ισχυρό αντιδυτικισμό και αντικαθολικισμό, που είχε σαφώς πληβειακό περιεχόμενο. Στο ζήτημα, όμως, αυτό, θα επανέλθουμε σε επόμενο σημείωμά μας.